Ξεκίνησε να προβάλλεται στην ΕΡΤ η νέα σειρά «Φλόγα και άνεμος» βασισμένη στο βιβλίο του Στέφανου Δάνδολου, που μιλάει για την μεγάλη, την μυθική ηθοποιό Κυβέλη και τον έρωτα της με τον γέρο της δημοκρατίας, τον Γεώργιο Παπανδρέου. Ευκαιρία λοιπόν να μάθουμε ποια ήταν αυτή η γυναίκα.

_________-_______
Η Καραμπέτη ως «Κυβέλη»

Εδώ κι’ αν μιλάμε για μυθιστορηματική ζωή. Εδώ κι’ αν μιλάμε για έρωτες, πάθη, δόξα, γάμους, παιδιά, εγγόνια, δισέγγονα και τρισέγγονα… Η Κυβέλη, μια τεράστια θεατρίνα – και αντίπαλο δέος της Μαρίκας Κοτοπούλη – ήταν η γυναίκα που προκαλούσε θαυμασμό, πάθος, πόθο και αντικείμενο κουτσομπολιού σε μια Αθήνα που η μισή την λάτρευε και η άλλη μισή την αντιπαθούσε.

Η Κυβέλη (Ανδριανού) κυριάρχησε στο θεατρικό σανίδι το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, έπαιξε και σε μερικές ταινίες, αλλά ήταν και μια μοιραία γυναίκα που με την μόρφωση, την γοητεία και την ομορφιά της έκανε πολλούς άντρες να την ερωτευτούν παράφορα.

Όταν οι παλιοί Αθηναίοι μιλούσαν για θέατρο, σε δύο κυρίες πήγαινε πάντα το μυαλό τους: στην Κυβέλη και τη Μαρίκα Κοτοπούλη.

Η Κυβέλη σήκωσε κυριολεκτικά το νεοελληνικό θέατρο στις πλάτες της χαρίζοντας κολοσσιαίες ερμηνείες ως ένα από τα ιερά τέρατα της ελληνικής υποκριτικής και κρατώντας τα ηνία για εφτά περίπου δεκαετίες. Το όνομα Κυβέλη ήταν το απόλυτο συνώνυμο του ταλέντου, της χάρης και της μεγάλης υποκριτικής τέχνης. Έπαιζε με την ίδια άνεση τα πάντα, από τραγωδία και δράμα μέχρι κωμειδύλλιο, κωμωδία, μπουλβάρ, ακόμη και οπερέτα, σπέρνοντας στο πέρασμά της έρωτες με το τσουβάλι, καθώς ήταν μια εξαιρετικά καλλιεργημένη γυναίκα με έντονη πολιτική δράση που λάτρευαν οι άντρες για το πνεύμα και την ομορφιά της.

______________________1_
Η Κυβέλη με τον Γεώργιο Παπανδρέου

Ιδιαίτερα κατά την ταραγμένη πολιτικά περίοδο του Εθνικού μας Διχασμού, οι παραστάσεις της Κυβέλης αποτελούσαν πολιτικά γεγονότα, καθώς οι βενιζελικοί έτρεχαν να την καταχειροκροτούν και οι βασιλόφρονες να θαυμάζουν σαν θεά την Κοτοπούλη, προκαλώντας πολλά και θερμά επεισόδια κάθε φορά που οι δυο στρατιές των θαυμαστών συναντιόντουσαν στους

αθηναϊκούς δρόμους. Εν ολίγοις η Κυβέλη ήταν ένα πολιτιστικό και κοινωνικό φαινόμενο που σπανίως θα ξαναπατήσει τα ελληνικά χώματα…

Ορφανή από Έλληνες της Μικράς Ασίας

Η Κυβέλη έρχεται στον κόσμο πιθανότατα το 1887 και πιθανότατα ήταν καρπός παράνομου έρωτα, ο οποίος ανάγκασε την πραγματική της μητέρα να μην μπορέσει να την κρατήσει. Έτσι, η μικρή από την Σμύρνη βρίσκεται στο βρεφοκομείο της Αθήνας και λίγο αργότερα (1890 περίπου), όταν ήταν 3 ετών, υιοθετήθηκε από ένα ζευγάρι φτωχών βιοπαλαιστών, την οικογένεια Ανδριανού.

Η μικρή μεγαλώνει φτωχικά μεν αλλά με πολλή αγάπη μέσα στην οικογένεια του τσαγκάρη και της παραδουλεύτρας. Η νέα της μαμά δουλεύει στο σπίτι του ανώτερου δημόσιου υπαλλήλου Δημητρίου Λεονάρδου, ο οποίος συμπαθεί τρομερά την μικρή και φροντίζει την μόρφωση της. Έτσι, η Κυβέλη παρακολούθησε μαθήματα στο παρθεναγωγείο Χιλ, όπου διακρίθηκε για την εξυπνάδα της. Παρακολούθησε, επίσης, μαθήματα απαγγελίας. Ένας καθηγητής ορθοφωνίας που την άκουσε, εντυπωσιάστηκε, της παρέδωσε λίγα ταχύρρυθμα μαθήματα φωνητικής και την έβαλε να πάρει μέρος σε διαγωνισμό απαγγελίας στον «Παρνασσό» τον Μάρτιο του 1901, όπου πήρε το πρώτο βραβείο!

__________________________________
Η Κυβέλη με τον Γεώργιο Παπανδρέου και τον γιο τους Γιώργο

Κάτω από τις παραινέσεις του καθηγητή, οι γονείς της πείθονται να μην την κάνουν καπελού, όπως ονειρεύονταν, αλλά να την αφήσουν να πάει για σπουδές υποκριτικής στη νεοσύστατη Δραματική Σχολή του Βασιλικού Θεάτρου. Τα έξοδα εξάλλου θα τα πλήρωνε ο κ. Λεονάρδος. Έτσι γράφτηκε στην σχολή μην έχοντας κλείσει ακόμα τα 15 της χρόνια! Κι εκεί που όλα δείχνουν να πάνε καλά, η σχολή του Εθνικού κλείνει απρόοπτα έπειτα από λίγους μήνες λειτουργίας! Κανένα πρόβλημα για την Κυβελίτσα, όπως την έλεγαν χαϊδευτικά, καθώς την προσλαμβάνει αμέσως ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος στη «Νέα Σκηνή» του που ιδρύεται εκείνη την εποχή.

Η Κυβέλη ανεβαίνει στο σανίδι τον Σεπτέμβριο του 1901 στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, ως Ιουλιέτα έχοντας κάτω από το μπαλκόνι τον Μήτσο Μυράτ ως Ρωμαίο. Ως δικό της Ρωμαίο. Οι δυο ηθοποιοί γίνονται ζευγάρι και ανεβαίνουν σύντομα τα σκαλιά της εκκλησίας. Η μεγαλειώδης καριέρα της Κυβέλης είναι έτοιμη να ξεκινήσει…

_______-_______
Αριστερά πίνακας της Θάλειας Φλωρά Καραβία με προσωπογραφία της Κυβέλης (Εθνική πινακοθήκη) και δεξιά γλυπτό της Ναταλίας Μελά με την Κυβέλη, έξω από το Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων, οδός Ακαδημίας

Ανεπανάληπτη καριέρα

Η Κυβέλη Αδριανού έγινε η μούσα του Χρηστομάνου, ο οποίος την έκανε αμέσως πρωταγωνίστρια. Στα πέντε χρόνια που θα παραμείνει ανοιχτή η «Νέα Σκηνή» (1901-1906), η Κυβέλη ερμηνεύει κλασικά έργα αλλά και τις μοναδικές παραστάσεις αρχαίου δράματος στην καριέρα της («Άλκηστη» του Ευριπίδη και «Αντιγόνη» του Σοφοκλή).

Μετά τη διάλυση της Νέας Σκηνής, η Κυβέλη το 1907 θα ξεκινήσει δική της επιχειρηματική περιπέτεια, καθώς ως θιασάρχισσα ανεβάζει τη «Νόρα» του Ίψεν, ένα έργο που πήρε σταθερή θέση στο ρεπερτόριο του θιάσου της, και την κάνει αστέρι πρώτου μεγέθους!

______-_____________
Η Κυβέλη με την Μιράντα Μυράτ και το ζεύγος Παπαμιχαήλ- Βουγιουκλάκη

Την επόμενη χρονιά θα ξεκινήσει και η εξίσου μνημειώδης συνεργασία της με τον Γρηγόριο Ξενόπουλο, ο οποίος από το 1908-1925 θα την τροφοδοτεί με ένα καινούριο έργο κάθε χρόνο («Ραχήλ», «Πειρασμός», «Ψυχοσάββατο», «Χερουβείμ» και πολλά ακόμα), συμβάλλοντας κι αυτός στο υποκριτικό της μεσουράνημα αλλά και τη σταθερή παρουσία της ως θεατρικός επιχειρηματίας μέχρι το 1934. Επίσης εκείνη την περίοδο συνεργάστηκε με τον συγγραφέα και δραματουργό Παντελή Χορν για μια 25ετία περίπου (1910-1934) και εξίσου πολλά χρόνια με τον Σπύρο Μελά, παρουσιάζοντας πολλές φορές έργα άγνωστων νεοελλήνων δραματουργών που η ίδια καθιέρωσε τελικά.

Μεγάλη στιγμή στην καριέρα της αλλά και την ίδια την ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου η περίοδος 1932-1934, όταν ένωσε τις δυνάμεις της με την άλλη μεγάλη κυρία του σανιδιού, τη Μαρίκα Κοτοπούλη! Μαζί ανεβάζουν κλασικά έργα του διεθνούς ρεπερτορίου (Ο’ Νιλ, Σο, Σίλερ, Σέργουντ κ.ά.), αν και το 1934 θα σταματήσει αναπάντεχα τις εμφανίσεις της στο θέατρο.

____________
Αλέξης Σολομός, Έλλη Ξανθάκη, Μιράντα Μυράτ, Ρίτα Μυράτ. Κάτω (από αριστερά): Κυβέλη, Μάνος Κατράκης, Αλίκη Γεωργούλη

Προσωπική ζωή

Εξίσου ενδιαφέρουσα αλλά και προβεβλημένη από τον Τύπο της εποχής ήταν και η προσωπική της ζωή. Ο πρώτος της γάμος τέλειωσε νωρίς (1903-1906), καθώς όπως έλεγε, δεν αγάπησε ποτέ τον Μήτσο Μυράτ και τον παντρεύτηκε μόνο και μόνο για να κλείσει το στόμα της μητέρας της για τη σταδιοδρομία στο σανίδι. Μαζί του απέκτησε δύο παιδιά και μάλιστα μέσα στον ίδιο χρόνο, το 1905: τον Αλέκο και τη Μιράντα που αργότερα θα ακολουθήσει την πορεία της μητέρας και του πατέρα της.

Η Κυβέλη εγκατέλειψε τον Μυράτ για τον εύπορο νέο Κώστα Θεοδωρίδη, φίλο του Μυράτ, με τον οποίο διατηρούσε κρυφή ερωτική σχέση. Ο νεαρός την έκλεψε (για σωστή απαγωγή μιλούσε ο Τύπος του καιρού!) κι’ έφυγαν στο Παρίσι, τροφοδοτώντας βιτριολικά σχόλια στις κοσμικές στήλες. Μια άπιστη θεατρίνα που εγκατέλειψε σύζυγο και παιδιά για να φύγει με τον αγαπητικό της στα ξένα δεν ήταν εξάλλου μικρό πράμα! Όσο για τον Μήτσο Μυράτ, όταν τον εγκατέλειψε, φέρεται να είπε στον Θεοδωρίδη: «Κάποτε θα σε πληρώσει με το ίδιο νόμισμα». Όπως και έγινε…

Κυβέλη και Θεοδωρίδης επιστρέφουν στην Αθήνα έπειτα από 10 μήνες, όταν και συστήνουν τον Θίασο Κυβέλης, στο τιμόνι του οποίου ήταν ο δεύτερος σύζυγός της τουλάχιστον 20 χρόνια. Μαζί απέκτησαν μια κόρη, την Αλίκη, αλλά έκαναν και τεράστια περιουσία: «Η Μαρίκα Κοτοπούλη έχει βίλες, έχει αυτοκίνητο. Η Κυβέλη έχει επαύλεις και μέγαρα», σχολίασε το 1919 η εφημερίδα «Έθνος».

Και ενώ υπήρχαν φήμες για σχέση της με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, η Κυβέλη διέλυσε τον δεύτερο γάμο της όταν βρέθηκε στη Χίο γύρω στα 1920 και γνώρισε επεισοδιακά τον γενικό διοικητή του νησιού, κάποιον Γεώργιο Παπανδρέου! Έμαθε πως τα κείμενα του έργου που σκόπευε να ανεβάσει λογοκρίθηκαν και πήγε να βρει τον άντρα που ευθυνόταν για το κουτσούρεμα του έργου, τον

έπαρχο του νησιού Γεώργιο Παπανδρέου. Όταν συναντήθηκαν για το θέμα της λογοκρισίας, η αμοιβαία έλξη που αισθάνθηκαν παραμέρισε τα μίση και οι δυο τους έγιναν αμέσως ζευγάρι: «Αν δεν είχα συναντήσει τον Γιώργη, δεν θα είχα μάθει ποτέ τι πράγμα είναι ο έρωτας», ομολόγησε αργότερα η Κυβέλη. Παντρεύτηκαν το 1928, στα 40 τους πλέον και οι δυο, και απέκτησαν το τελευταίο παιδί της Κυβέλης και τη μεγάλη της αδυναμία, τον Γιώργο.

Η Κυβέλη έκανε για χάρη του τρίτου άντρα της την τεράστια θυσία να εγκαταλείψει το σανίδι για 15 ολόκληρα χρόνια, καθώς ο Γεώργιος δεν ήθελε να εργάζεται η σύζυγός του. Στα ταραγμένα πολιτικά χρόνια και τον πόλεμο που ακολουθούν, η ηθοποιός στέκεται στο πλευρό του Παπανδρέου και τον ακολουθεί πιστά παντού, σε κάθε του μικρό και μεγάλο βήμα μέχρι την πρωθυπουργία της χώρας.

Λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο, οι δυο τους θα χωρίσουν αλλά δεν θα πάρουν ποτέ διαζύγιο. Όταν μάλιστα πέθανε ο Παπανδρέου το 1968 και η Χούντα της ζήτησε «να αποδεχθεί την κηδεμόνευση του νεκρού προσφέροντας επίσημη κηδεία δημοσία δαπάνη», η Κυβέλη αρνήθηκε και έκανε τα πάντα για να ενταφιαστεί ο πρώην πρωθυπουργός σε οικογενειακή τελετή, αναλαμβάνοντας η ίδια τα έξοδα.

Όταν πέθανε η Κυβέλη Ανδριανού στις 26 Μαΐου 1978, είχε τέσσερα παιδιά (τον Αλέξανδρο και την ηθοποιό Μιράντα από τον Μυράτ, την πρωταγωνίστρια Αλίκη Θεοδωρίδη-Νορ από τον Κώστα Θεοδωρίδη και τον Γιώργο από τον Γεώργιο Παπανδρέου, που δεν ήταν παρά ετεροθαλής αδερφός του Ανδρέα Παπανδρέου), τρία εγγόνια, έξι δισέγγονα και πέντε τρισέγγονα. Όλοι ήταν γύρω της μέχρι την τελευταία της στιγμή στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», όπου νοσηλευόταν για έναν περίπου χρόνο…

Οι 3 ταινίες στον κινηματογράφο

· “Κακός δρόμος” (1933)

· “Αστέρω” (1937), με την κόρη της, Αλίκη Θεοδωρίδου - Νορ.

· “Η άγνωστος” (1954). Παίζει με την κόρη της, Αλίκη Θεοδωρίδου-Νορ, και την εγγονή της, Κυβέλη Θεοχάρη.

ΟΙΚΙΑ ΚΥΒΕΛΗ – ΕΚΘΕΣΙΑΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η “Οικία Κυβέλη” βρίσκεται στην Ερμούπολη Σύρου, σ’ ένα αστικό σπίτι του 1870. Αποφασίστηκε να γίνει στην Σύρο γιατί εκεί πρωτόπαιξαν η Κυβέλη και ο Μήτσος Μυράτ στο θέατρο “Απόλλων” το 1904. Εδώ λοιπόν στεγάζεται το μουσείο της μεγάλης θεατρικής οικογένειας στην μνήμη της Κυβέλης. Έπιπλα, κοστούμια, αντίκες, προσωπικά αντικείμενα, φωτογραφίες από παραστάσεις και ταξίδια στις πόλεις της ελληνικής διασποράς, αφηγήσεις και επιστολές, videos και αναμνηστικά, παρουσιάζουν στον επισκέπτη την ταυτότητα μιας γοητευτικής, περιπετειώδους ζωής του 20ου αιώνα…

_____