Είδαμε τον «Οιδίποδα επί Κολωνώ»: Πως η αρχαία τραγωδία μπορεί να συμβάλλει στην επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα
Η πρώτη εμφάνιση του Δημήτρη Καταλειφού στην Επίδαυρο με πρωταγωνιστικό ρόλο και η δύναμη του Αρχαίου Δράματος στην διάδοση του αρχαίου ελληνικού ιδεώδους σε παγκόσμιο επίπεδο
Ο «Οιδίπους επι Κολωνώ» σε σκηνοθεσία του Γιώργου Σκεύα είναι από τις παραστάσεις αρχαίου δράματος που φέτος κρατούν ψηλά την ποιότητα, σέβονται το πολυποίκιλο κοινό και εκπέμπουν εμπιστοσύνη στον θεατή ότι θα απολαύσει αυτό το οποίο έχει πάει να δει.
Την περασμένη Παρασκευή και το Σάββατο στο κατάμεστο θέατρο της Επιδαύρου οι χιλιάδες θεατές έγιναν συμμέτοχοι μιας ιδιαίτερα κατανυκτικής ατμόσφαιρας με λιτό χαρακτήρα και θεατρική μαγεία που δημιουργούσε η σύγκρουση και εναλλαγή φωτός και σκοταδιού. Ο Οιδίποδας αποκαμωμένος από την πολυτάραχη ζωή του, γέρος και τυφλός, αναζητάει ένα μέρος για να πεθάνει μακριά από τη Θήβα συνοδευόμενος από τις δυο του κόρες Αντιγόνη και Ισμήνη.
Ο Δημήτρης Καταλειφός συγκλονιστικός στην πρώτη του εμφάνιση στην Επίδαυρο με πρωταγωνιστικό ρόλο. Πετυχαίνει στο έπακρον αυτό που είχε οραματιστεί. Αποδίδει έξοχα τον Οιδίποδα, το μεγαλύτερο θεατρικό σύμβολο του παγκόσμιου ρεπερτορίου, καταφέρνοντας μια ερμηνεία ντυμένη με την απόλυτη τραγικότητα του ανθρώπου που χωρίς τη θέλησή του υπέπεσε στα χειρότερα εγκλήματα. Σκότωσε τον πατέρα του όντας σε άμυνα και χωρίς να το ξέρει πλάγιασε με τη μητέρα του κάνοντας μαζί της τέσσερα παιδιά. Ο ταλαντούχος ηθοποιός αποδίδει εξαιρετικά την ανάγκη της συγχώρεσης των εγκλημάτων του ήρωα από τους θεούς λίγο πριν πεθάνει. Επί μιάμιση ώρα στη σκηνή ξεδιπλώνει λίγο λίγο όλες τις υψηλές ερμηνευτικές του δυνατότητες καταθέτοντας με πάθος την ψυχή του.
Η ιστορία θέλει τον τραγικό Οιδίποδα να βρίσκεται πάντα στα άκρα. Ευεργέτης και μίασμα. Σωτήρας και καταστροφέας. Βασιλιάς και εξόριστος. Να αναζητά ως τελευταία του επιθυμία να αποδείξει ότι είναι αθώος, ότι δεν έφταιγε για τα εγκλήματα που έκανε καθώς δεν γνώριζε. Αξιοσημείωτο είναι επίσης στο έργο και το γεγονός ότι ο Σοφοκλής εξυμνεί την Αθήνα ως την ιδανική πολιτεία φιλοξενίας ξένων, προσφύγων, εξόριστων αλλά και ως πόλη – σύμβολο της ελευθερίας.
Η ολοζώντανη μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη και του Θάνου Τσακνάκη συνδυάζει τον απόλυτο σεβασμό στο κείμενο του Σοφοκλή, με την ιδιαίτερη τεχνοτροπία που χρειάζεται το σημερινό κοινό ώστε ένα αρχαίο κείμενο να γίνεται αντιληπτό ακόμα και από τον πιο αδαή θεατή.
Ο σκηνοθέτης επέλεξε να ζωντανέψει αυτό το έργο δίνοντας έμφαση στο λόγο και την ιστορία. Η δουλειά του είναι επικεντρωμένη στη λιτότητα, στο λακωνικό παίξιμο και στις μετρημένες κινήσεις των ηθοποιών στη σκηνή, πράγμα που κάποιες φορές έκανε τη δράση λίγο στατική. Αυτό όμως έδινε προτέρημα στον Δημήτρη Καταλειφό να ξεχωρίζει ως κεντρικό πρόσωπο και άφηνε το λόγο του ποιητή να ακούγεται αβίαστα. Ωστόσο χρειαζόταν λίγη περισσότερη κίνηση, που θα λειτουργούσε ως αρωγός στις ήδη δυνατές ερμηνείες των ηθοποιών.
Η Αγγελική Παπαθεμελή αποδίδει την Αντιγόνη με εξαιρετικό τρόπο. Εκκινώντας από την ταπεινή και γεμάτη αγάπη ψυχή της ηρωϊδας πλάθει μια κόρη και αδερφή με υψηλά αισθήματα ενσυναίσθησης, τρυφερότητας, νοιαξίματος για όλους αλλά και ιδιαίτερου θάρρους. Προσφέρει τον ώμο της στον τυφλό πατέρα της ως σύμβολο της παντοτινής και ανιδιοτελούς αγάπης και σε πολλά σημεία κεντάει την παράσταση με άκρως συγκινητικές σκηνές με τα αδέρφια της Ισμήνη και Πολυνείκη. Η σύντομη στιχομυθία της Αντιγόνης με τον αδερφό της είναι μια από τις πιο δυνατές σκηνές της παράσταση με τους δυο ηθοποιούς να τονίζουν με καθαρό τρόπο την μεταξύ τους αντίθεση, αλλά και τον σπουδαίο αδελφικό δεσμό τους.
Η Ισμήνη της Αλεξάνδρας Αϊδίνη διέθετε εσωτερικότητα, καλό ρυθμό, ωραία κίνηση και παίξιμο χωρίς περιττά στολίδια. Ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης ερμήνευσε με αξιοθαύμαστη καθαρότητα τον ρόλο του Θησέα, χωρίς στόμφο και παραφωνίες, ενώ εντυπωσιακή ήταν η καλοδουλεμένη φωνή του που τοποθετούσε ολοστρόγγυλα τον λόγο του. Ο Χρήστος Σαπουντζής αγέρωχος στον ρόλο του Κρέοντα, αλλά η ακινησία του δεν ταίριαζε στην περίσταση.
Ο Μάξιμος Μουμούρης ερμηνευτικά άψογος, και ταιριαστός στο ρόλο του Πολυνείκη, κάτι στο οποίο βοηθούσε πολύ και η ψηλή κορμοστασιά του. Ο Νίκος Νίκας ως κορυφαίος του χορού ήταν ο μόνος μετά τον Καταλειφό που είχε ελευθερία κινήσεων, πράγμα το οποίο του έδινε την ευελιξία να φτιάξει μια ερμηνεία αρκετά απελευθερωμένη.
Στο τέλος ο αγγελιοφόρος Γιώργος Νούσης που αναγγέλλει τον θάνατο του Οιδίποδα, επισφραγίζει με γάργαρο συγκινησιακό λόγο την τραγική ιστορία ως εμπειρία θανάτου. Ένα ακόμα φωτεινό στοιχείο της παράστασης ήταν οι άντρες του χορού (Γιώργος Νούσης, Νίκος Νίκας, Γιώργος Φριντζήλας, Νίκος Δερτιλής, Γιώργος Μπούτσικας, Πάνος Αποστολόπουλος, Αντώνης Αντωνιάδης, Πάρις Παρασκευάδης), που διέθεταν ωραίες φωνές στα τραγούδια – θρήνους που απήγγειλαν.
Οι πρόσφατες, έξαλλες και προσωπικές ύβρεις (όπως η ίδια παραδέχτηκε) της Λένας Κιτσοπούλου στους δικούς της «Σφήκες» (και όχι του Αριστοφάνη), αλλά και η επιλογή του Γερμανού σκηνοθέτη Φρανκ Κάστορφ να παρουσιάσει τη Μήδεια του Ευριπίδη σε μορφή ταινίας μέσω οθόνης στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου με μια ατέρμονη 3,5 ωρών συρραφή άσχετων μεταξύ τους σκηνών, χωρίς χορό, χωρίς επεισόδια και χωρίς φινάλε, συνηγορούν στην αδυναμία που έχουν κάποιοι να κατανοήσουν το Αρχαίο Δράμα. Αυτό που για χιλιάδες χρόνια «ακουμπάει» παρηγορητικά το κοινό, υμνώντας χωρίς φαμφάρες και πυροτεχνήματα, χωρίς να κουνάει το χέρι, τις έννοιες της δικαιοσύνης, της ταπεινότητας, της ελευθερίας, της ηθικής, της αδερφικής αγάπης, της υπομονής, της αγάπης, της αλήθειας και της ματαιότητας της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτό που αν κάποτε αποφασίσουμε ως Έθνος να το εξάγουμε έτσι ακριβώς όπως είναι χωρίς καμία παρέμβαση, ίσως μπορέσουμε να πείσουμε ολόκληρο τον πλανήτη για ποιον λόγο πρέπει να επιστρέψουν πίσω στην Αθήνα τα Γλυπτά του Παρθενώνα.
Καλοστημένες και προσεγμένες παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας και αρχαίας κωμωδίας με παρουσίαση στην Ελλάδα, αλλά κυρίως στο εξωτερικό, έχουν αναμφισβήτητα τη δύναμη να αναζωπυρώσουν το ελληνικό ιδεώδες, καθώς και την αυθεντική εμπειρία του κλασσικού με σκοπό να διασπείρουν το όραμα και την επιθυμία της Ελλάδας να επανατοποθετούν στον ιερό βράχο της Ακρόπολης τα Γλυπτά του Παρθενώνα, ως κορυφαίο σύμβολο μιας εποχής που γέννησε την έννοια της δημοκρατίας και της ελεύθερης σκέψης, τα οποία χαρίστηκαν από την Ελλάδα σε όλο τον πλανήτη.
Αυτό ωστόσο θέλει στόχευση, πρόγραμμα, αυστηρή επιλογή καλλιτεχνών άριστα εκπαιδευμένων πάνω στην ερμηνεία κλασσικών έργων, εμπνευσμένες μεταφράσεις των αρχαίων έργων, σοβαρή μελέτη στην απόδοση του αρχαίου λόγου στο σήμερα χωρίς να γίνεται παραχάραξη του νοήματος και βέβαια διακρατικές συνεργασίες στηριζόμενες πάνω στην πολιτιστική διπλωματία της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στη γενέθλια γη, την Αθήνα, που ήδη έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια από το Υπουργείο Πολιτισμού.
Το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου φέτος υποδέχεται το κοινό χωρίς κανέναν υγειονομικό περιορισμό με τον κόσμο να συρρέει κατά χιλιάδες. Πολύ ενδιαφέρουσα είναι και η έκθεση του Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου για τα πρόσωπα της Μήδειας από το 1956 έως και σήμερα που βρίσκεται στον περιβάλλοντα χώρο του Αρχαίου Θεάτρου.
Περιλαμβάνει μοναδικής αξίας τεκμήρια από την αρχειακή συλλογή του Φεστιβάλ, αλλά και των υπόλοιπων πολιτιστικών οργανισμών και θιάσων που έχουν ανεβάσει Μήδεια στην Επίδαυρο, κάνοντας μια μοναδική αναδρομή στις μορφές του θρυλικού προσώπου της Μήδειας και ταυτόχρονα ένα ταξίδι στην ιστορία του θεάτρου.
Τέλος το κοινό πριν ή μετά τις παραστάσεις έχει τη δυνατότητα να κάνει μια στάση στο θρυλικό «Ξενία», που βρίσκεται έξω από το Αρχαίο Θέατρο, πλήρως ανακαινισμένο με ξεχωριστές γεύσεις και δροσερά ποτά.
Την περασμένη Παρασκευή και το Σάββατο στο κατάμεστο θέατρο της Επιδαύρου οι χιλιάδες θεατές έγιναν συμμέτοχοι μιας ιδιαίτερα κατανυκτικής ατμόσφαιρας με λιτό χαρακτήρα και θεατρική μαγεία που δημιουργούσε η σύγκρουση και εναλλαγή φωτός και σκοταδιού. Ο Οιδίποδας αποκαμωμένος από την πολυτάραχη ζωή του, γέρος και τυφλός, αναζητάει ένα μέρος για να πεθάνει μακριά από τη Θήβα συνοδευόμενος από τις δυο του κόρες Αντιγόνη και Ισμήνη.
Ο Δημήτρης Καταλειφός συγκλονιστικός στην πρώτη του εμφάνιση στην Επίδαυρο με πρωταγωνιστικό ρόλο. Πετυχαίνει στο έπακρον αυτό που είχε οραματιστεί. Αποδίδει έξοχα τον Οιδίποδα, το μεγαλύτερο θεατρικό σύμβολο του παγκόσμιου ρεπερτορίου, καταφέρνοντας μια ερμηνεία ντυμένη με την απόλυτη τραγικότητα του ανθρώπου που χωρίς τη θέλησή του υπέπεσε στα χειρότερα εγκλήματα. Σκότωσε τον πατέρα του όντας σε άμυνα και χωρίς να το ξέρει πλάγιασε με τη μητέρα του κάνοντας μαζί της τέσσερα παιδιά. Ο ταλαντούχος ηθοποιός αποδίδει εξαιρετικά την ανάγκη της συγχώρεσης των εγκλημάτων του ήρωα από τους θεούς λίγο πριν πεθάνει. Επί μιάμιση ώρα στη σκηνή ξεδιπλώνει λίγο λίγο όλες τις υψηλές ερμηνευτικές του δυνατότητες καταθέτοντας με πάθος την ψυχή του.
Η ιστορία θέλει τον τραγικό Οιδίποδα να βρίσκεται πάντα στα άκρα. Ευεργέτης και μίασμα. Σωτήρας και καταστροφέας. Βασιλιάς και εξόριστος. Να αναζητά ως τελευταία του επιθυμία να αποδείξει ότι είναι αθώος, ότι δεν έφταιγε για τα εγκλήματα που έκανε καθώς δεν γνώριζε. Αξιοσημείωτο είναι επίσης στο έργο και το γεγονός ότι ο Σοφοκλής εξυμνεί την Αθήνα ως την ιδανική πολιτεία φιλοξενίας ξένων, προσφύγων, εξόριστων αλλά και ως πόλη – σύμβολο της ελευθερίας.
Η μετάφραση
Η ολοζώντανη μετάφραση της Χρύσας Προκοπάκη και του Θάνου Τσακνάκη συνδυάζει τον απόλυτο σεβασμό στο κείμενο του Σοφοκλή, με την ιδιαίτερη τεχνοτροπία που χρειάζεται το σημερινό κοινό ώστε ένα αρχαίο κείμενο να γίνεται αντιληπτό ακόμα και από τον πιο αδαή θεατή.
Η σκηνοθεσία
Ο σκηνοθέτης επέλεξε να ζωντανέψει αυτό το έργο δίνοντας έμφαση στο λόγο και την ιστορία. Η δουλειά του είναι επικεντρωμένη στη λιτότητα, στο λακωνικό παίξιμο και στις μετρημένες κινήσεις των ηθοποιών στη σκηνή, πράγμα που κάποιες φορές έκανε τη δράση λίγο στατική. Αυτό όμως έδινε προτέρημα στον Δημήτρη Καταλειφό να ξεχωρίζει ως κεντρικό πρόσωπο και άφηνε το λόγο του ποιητή να ακούγεται αβίαστα. Ωστόσο χρειαζόταν λίγη περισσότερη κίνηση, που θα λειτουργούσε ως αρωγός στις ήδη δυνατές ερμηνείες των ηθοποιών.
Οι ηθοποιοί
Η Αγγελική Παπαθεμελή αποδίδει την Αντιγόνη με εξαιρετικό τρόπο. Εκκινώντας από την ταπεινή και γεμάτη αγάπη ψυχή της ηρωϊδας πλάθει μια κόρη και αδερφή με υψηλά αισθήματα ενσυναίσθησης, τρυφερότητας, νοιαξίματος για όλους αλλά και ιδιαίτερου θάρρους. Προσφέρει τον ώμο της στον τυφλό πατέρα της ως σύμβολο της παντοτινής και ανιδιοτελούς αγάπης και σε πολλά σημεία κεντάει την παράσταση με άκρως συγκινητικές σκηνές με τα αδέρφια της Ισμήνη και Πολυνείκη. Η σύντομη στιχομυθία της Αντιγόνης με τον αδερφό της είναι μια από τις πιο δυνατές σκηνές της παράσταση με τους δυο ηθοποιούς να τονίζουν με καθαρό τρόπο την μεταξύ τους αντίθεση, αλλά και τον σπουδαίο αδελφικό δεσμό τους.
Η Ισμήνη της Αλεξάνδρας Αϊδίνη διέθετε εσωτερικότητα, καλό ρυθμό, ωραία κίνηση και παίξιμο χωρίς περιττά στολίδια. Ο Χρήστος Χατζηπαναγιώτης ερμήνευσε με αξιοθαύμαστη καθαρότητα τον ρόλο του Θησέα, χωρίς στόμφο και παραφωνίες, ενώ εντυπωσιακή ήταν η καλοδουλεμένη φωνή του που τοποθετούσε ολοστρόγγυλα τον λόγο του. Ο Χρήστος Σαπουντζής αγέρωχος στον ρόλο του Κρέοντα, αλλά η ακινησία του δεν ταίριαζε στην περίσταση.
Ο Μάξιμος Μουμούρης ερμηνευτικά άψογος, και ταιριαστός στο ρόλο του Πολυνείκη, κάτι στο οποίο βοηθούσε πολύ και η ψηλή κορμοστασιά του. Ο Νίκος Νίκας ως κορυφαίος του χορού ήταν ο μόνος μετά τον Καταλειφό που είχε ελευθερία κινήσεων, πράγμα το οποίο του έδινε την ευελιξία να φτιάξει μια ερμηνεία αρκετά απελευθερωμένη.
Στο τέλος ο αγγελιοφόρος Γιώργος Νούσης που αναγγέλλει τον θάνατο του Οιδίποδα, επισφραγίζει με γάργαρο συγκινησιακό λόγο την τραγική ιστορία ως εμπειρία θανάτου. Ένα ακόμα φωτεινό στοιχείο της παράστασης ήταν οι άντρες του χορού (Γιώργος Νούσης, Νίκος Νίκας, Γιώργος Φριντζήλας, Νίκος Δερτιλής, Γιώργος Μπούτσικας, Πάνος Αποστολόπουλος, Αντώνης Αντωνιάδης, Πάρις Παρασκευάδης), που διέθεταν ωραίες φωνές στα τραγούδια – θρήνους που απήγγειλαν.
Ο αγών λόγων και η στιχομυθία
Με τις συνομιλίες και τις αντιπαραθέσεις μεταξύ του Οιδίποδα με τον Θησέα, του Οιδίποδα με τον Κρέοντα και του Θησέα με τον Κρέοντα θυμηθήκαμε και την έννοια του «Αγώνα Λόγων», όπου μια μομφή ή προσβολή επιστρέφεται ή ένα επιχείρημα αντικρούεται με ένα αντεπιχείρημα. Αλλά και την έννοια της στιχομυθίας στο Αρχαίο Δράμα, που διεξάγεται με πυκνή και σύντομη διατύπωση με μονόστιχα προωθώντας τη δράση και δημιουργώντας κλιμακούμενη αγωνία στο κοινό. Και στην εποχή που τα αρχαία κείμενα κατακρεουργούνται στο όνομα της «διασκευής» και της «ελεύθερης μετάφρασης» αλλά και του μοντερνισμού και της «προσαρμογής στο σήμερα» η επιλογή του Γιώργου Σκεύα να σεβαστεί τους τρόπους γραφής του Σοφοκλή δημιουργεί μια ακλόνητη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ κοινού και σκηνοθέτη.Σκηνικά και κοστούμια
Τα κοστούμια ήταν σύγχρονα αλλά χωρίς κάποιον ιδιαίτερο χαρακτήρα, καθώς συνηγορούσαν στη λιτή γραμμή όλης της παράστασης με τα σκηνικά να είναι κι αυτά στο ίδιο στυλ. Στο σκηνικό αντί για καμένα και κομμένα ελαιόδεντρα θα ήταν ίσως πιο ταιριαστό οι ελιές να ήταν ψηλές και αγέρωχες, δημιουργώντας το σκηνικό που περιγράφεται και στο κείμενο, δηλαδή το πανέμορφο, ειδυλλιακό τοπίο του Κολωνού. Ωστόσο η αισθητική της παράστασης εξέπεμπε ηρεμία με έμφαση στην τραγική μοίρα του Οιδίποδα.Οι νεωτερισμοί στο αρχαίο δράμα
Η σκηνοθετική προσέγγιση του Γιώργου Σκεύα δείχνει και μια διάχυτη ανάγκη του σημερινού θεατή να ξαναθυμηθεί τους κανόνες παρουσίασης μιας Αρχαίας Τραγωδίας, αυτούς που με τόση ευκολία καταπατούν οι «νεωτεριστές» σκηνοθέτες στο όνομα της εξέλιξης του θεάτρου, ως ζωντανού οργανισμού, που όμως στην ουσία πρόκειται για αδυναμία δική τους να κατανοήσουν τα νοήματα και τους συμβολισμούς των μεγάλων αρχαίων ελληνικών έργων.Οι πρόσφατες, έξαλλες και προσωπικές ύβρεις (όπως η ίδια παραδέχτηκε) της Λένας Κιτσοπούλου στους δικούς της «Σφήκες» (και όχι του Αριστοφάνη), αλλά και η επιλογή του Γερμανού σκηνοθέτη Φρανκ Κάστορφ να παρουσιάσει τη Μήδεια του Ευριπίδη σε μορφή ταινίας μέσω οθόνης στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου με μια ατέρμονη 3,5 ωρών συρραφή άσχετων μεταξύ τους σκηνών, χωρίς χορό, χωρίς επεισόδια και χωρίς φινάλε, συνηγορούν στην αδυναμία που έχουν κάποιοι να κατανοήσουν το Αρχαίο Δράμα. Αυτό που για χιλιάδες χρόνια «ακουμπάει» παρηγορητικά το κοινό, υμνώντας χωρίς φαμφάρες και πυροτεχνήματα, χωρίς να κουνάει το χέρι, τις έννοιες της δικαιοσύνης, της ταπεινότητας, της ελευθερίας, της ηθικής, της αδερφικής αγάπης, της υπομονής, της αγάπης, της αλήθειας και της ματαιότητας της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτό που αν κάποτε αποφασίσουμε ως Έθνος να το εξάγουμε έτσι ακριβώς όπως είναι χωρίς καμία παρέμβαση, ίσως μπορέσουμε να πείσουμε ολόκληρο τον πλανήτη για ποιον λόγο πρέπει να επιστρέψουν πίσω στην Αθήνα τα Γλυπτά του Παρθενώνα.
Η επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα
Η αναβίωση του Αρχαίου Δράματος με στόχευση την εξαγωγή του αρχαίου θεάτρου, αυτού του λαμπρού επιτεύγματος του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, μοναδικού στον κόσμο, θα βοηθούσε την Ελλάδα, εκτός από τον τουρισμό, που τις τελευταίες δεκαετίες είναι ένας ταχύτατα αναπτυσσόμενος και δυναμικός κλάδος της ελληνικής οικονομίας, στην διάδοση της ελληνικής κουλτούρας σε παγκόσμιο επίπεδο.Καλοστημένες και προσεγμένες παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας και αρχαίας κωμωδίας με παρουσίαση στην Ελλάδα, αλλά κυρίως στο εξωτερικό, έχουν αναμφισβήτητα τη δύναμη να αναζωπυρώσουν το ελληνικό ιδεώδες, καθώς και την αυθεντική εμπειρία του κλασσικού με σκοπό να διασπείρουν το όραμα και την επιθυμία της Ελλάδας να επανατοποθετούν στον ιερό βράχο της Ακρόπολης τα Γλυπτά του Παρθενώνα, ως κορυφαίο σύμβολο μιας εποχής που γέννησε την έννοια της δημοκρατίας και της ελεύθερης σκέψης, τα οποία χαρίστηκαν από την Ελλάδα σε όλο τον πλανήτη.
Αυτό ωστόσο θέλει στόχευση, πρόγραμμα, αυστηρή επιλογή καλλιτεχνών άριστα εκπαιδευμένων πάνω στην ερμηνεία κλασσικών έργων, εμπνευσμένες μεταφράσεις των αρχαίων έργων, σοβαρή μελέτη στην απόδοση του αρχαίου λόγου στο σήμερα χωρίς να γίνεται παραχάραξη του νοήματος και βέβαια διακρατικές συνεργασίες στηριζόμενες πάνω στην πολιτιστική διπλωματία της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στη γενέθλια γη, την Αθήνα, που ήδη έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια από το Υπουργείο Πολιτισμού.
Η έκθεση με τα κοστούμια της Μήδειας και το Ξενία
Το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου φέτος υποδέχεται το κοινό χωρίς κανέναν υγειονομικό περιορισμό με τον κόσμο να συρρέει κατά χιλιάδες. Πολύ ενδιαφέρουσα είναι και η έκθεση του Φεστιβάλ Αθηνών – Επιδαύρου για τα πρόσωπα της Μήδειας από το 1956 έως και σήμερα που βρίσκεται στον περιβάλλοντα χώρο του Αρχαίου Θεάτρου.
Περιλαμβάνει μοναδικής αξίας τεκμήρια από την αρχειακή συλλογή του Φεστιβάλ, αλλά και των υπόλοιπων πολιτιστικών οργανισμών και θιάσων που έχουν ανεβάσει Μήδεια στην Επίδαυρο, κάνοντας μια μοναδική αναδρομή στις μορφές του θρυλικού προσώπου της Μήδειας και ταυτόχρονα ένα ταξίδι στην ιστορία του θεάτρου.
Τέλος το κοινό πριν ή μετά τις παραστάσεις έχει τη δυνατότητα να κάνει μια στάση στο θρυλικό «Ξενία», που βρίσκεται έξω από το Αρχαίο Θέατρο, πλήρως ανακαινισμένο με ξεχωριστές γεύσεις και δροσερά ποτά.