Σε πρώτη προτεραιότητα του Υπουργείου Πολιτισμού βρίσκονται μεγάλα έργα πολιτισμού στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο του προγράμματος αποκατάστασης και ανάδειξης του μνημειακού αποθέματος της πόλης. Εκτός από τα έργα στην Αχειροποίητο, στη Ροτόντα, στην Αγία Σοφία, στην Παναγία των Χαλκέων, στους ναούς της Αγίας Αικατερίνης, του Αγίου Νικολάου του Ορφανού και του Προφήτη Ηλία, στα Τείχη της πόλης, στην Αρχαία Αγορά, στο Αγίασμα του Αγίου Ιωάννη, στο Λουτρό Μπέη Χαμάμ (Λουτρά Παράδεισος) και στο κτήριο του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης, στο στάδιο άμεσης υλοποίησης βρίσκονται και τρία εμβληματικά έργα που υπόσχονται να αλλάξουν την όψη της συμπρωτεύουσας.

Agios_Dimitrios

Άγιος Δημήτριος

Συγκεκριμένα προ ημερών ανακοινώθηκε πως προχωρά άμεσα η εκπόνηση στρατηγικού σχεδίου (master plan), για την ανάδειξη και λειτουργία του αρχαιολογικού χώρου ο οποίος περιβάλλει τη Βασιλική του Αγίου Δημητρίου, τα ποικίλα αρχαιολογικά κατάλοιπα βορείως του Ναού και το Μουσείο της Κρύπτης, σε συνεννόηση και συνεργασία του Υπουργείου Πολιτισμού με τη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης.

Η Βασιλική του Αγίου Δημητρίου, τόπος λατρείας, μνημείο εγγεγραμμένο, από το 1988, στον κατάλογο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, αποτελεί διαχρονικά το σημαντικότερο προσκυνηματικό κέντρο όχι μόνον της Θεσσαλονίκης αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Η Κρύπτη, η οποία σήμερα λειτουργεί ως μουσειακός χώρος, ήταν ο πρώτος χώρος λατρείας του αγίου Δημητρίου, επί της οποίας ιδρύθηκε η πρώτη Βασιλική του 5μ.Χ. και στη συνέχεια το 620 π.Χ η μεγάλη πεντάκλιτη Βασιλική.

Στην Κρύπτη εκτίθενται ευρήματα τα οποία διασώθηκαν από την πυρκαγιά του 1917, αρχιτεκτονικά γλυπτά του 5ου αιώνα και 6ου/7ου αιώνα, γλυπτά του 11ου - 14ου αιώνα, καθώς και ανασκαφικά ευρήματα, όπως νομίσματα, και κεραμική του 5ου - 14ου αιώνα. Προτεραιότητα αποτελεί η ανάδειξη του συνόλου του περιβάλλοντος αρχαιολογικού χώρου, προκειμένου να καταστεί επισκέψιμος και προσβάσιμος στο σύνολό του, καθώς και η δημιουργία βασικών υποδομών για την εξυπηρέτηση του μεγάλου αριθμού προσκυνητών και επισκεπτών του Ναού.

SYNTRIVANI2


Μετρό


Με γρήγορους ρυθμούς προχωράει και η δημιουργία του υπόγειου, υπερσύγχρονου μουσείου έκθεσης και αποθήκευσης στη διασταύρωση των τροχιογραμμών στον Σταθμό «Σιντριβάνι» για τις αποσπασμένες αρχαιότητες και τα κινητά ευρήματα των ανασκαφών του Μητροπολιτικού Σιδηροδρόμου Θεσσαλονίκης. Το νέο μουσείο θα φιλοξενήσει μέρος των κινητών ευρημάτων (από τα περίπου περίπου 300.000) και τις αποσπασμένες αρχαιότητες, που αποκαλύφθηκαν κατά την κατασκευή του Μετρό.

Το Μουσείο, στο Σταθμό «Συντριβάνι», θα αναπτυχθεί σε τέσσερα επίπεδα συνολικής επιφάνειας 6.370 τ.μ, ενώ για την εξυπηρέτηση της μουσειακής χρήσης, αλλά και για την σύνδεση του κτηρίου με την πόλη δημιουργούνται υπέργειοι χώροι.

SYNTRIVANI1

Τα επίπεδα -1 και -2 θα λειτουργήσουν, κυρίως, ως εκθεσιακοί χώροι για τις αρχαιότητες, που αποσπάστηκαν από τις ανασκαφές. Στο επίπεδο -3 θα εγκατασταθούν μουσειακές αποθήκες για τα κινητά ευρήματα των ανασκαφών, τμήμα των οποίων θα είναι προσβάσιμο στο κοινό. Παράλληλα στον Σταθμό Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης δημιουργείται ο μεγαλύτερος αρχαιολογικός χώρος στο πλαίσιο τεχνικού έργου διεθνώς.

ALKAZAR

Αλκαζάρ

Μέχρι το 2025 θα είναι πλήρως αποκατεστημένο και ένα από τα πιο εμβληματικά μνημεία της Θεσσαλονίκης, το Τέμενος Χαμζά Μπέη, γνωστό ως Αλκαζάρ, το οποίο πριν λίγο καιρό εντάχθηκε στο Ταμείο Ανάκαμψης, με χρηματοδότηση 10.511.984.

Το Τέμενος Χαμζά Μπέη βρίσκεται στο κέντρο της πόλης αποτελώντας τον παλαιότερο ισλαμικό ευκτήριο οίκο της Θεσσαλονίκης. Βρίσκεται στην διασταύρωση των οδών Εγνατίας και Βενιζέλου. Χτίστηκε το 1.467/1.468 από την κόρη του στρατιωτικού διοικητή Χαμζά Μπέη και είναι γνωστό στους Θεσσαλονικείς ως Αλκαζάρ, από τον ομώνυμο κινηματογράφο που στεγάστηκε για αρκετά χρόνια στην περίστυλη αυλή του τεμένους.

Το μνημείο, που προστατεύεται από τον αρχαιολογικό Νόμο ως ιστορικό μνημείο από το 1926, γνώρισε πολλές επεμβάσεις, πολλές διαφορετικές φάσεις και χρήσεις, με αποτέλεσμα να επέλθουν σημαντικές αλλοιώσεις στη μορφολογία του. Με την ολοκλήρωση των έργων, από τις υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ, το Τέμενος θα αποδοθεί στην πόλη, πλήρως αποκατεστημένο.