Είχε στο σπίτι της σπάνιο πίνακα αξίας 24.200.000 ευρώ - Πίστευε ότι ήταν μια ελληνική θρησκευτική εικόνα
Το Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι πρόσθεσε έναν «εθνικό θησαυρό» στη συλλογή του τέσσερα χρόνια μετά την ανακάλυψή του.
Το έργο «Ο εμπαιγμός του Χριστού» του Φλωρεντινού ζωγράφου Τσιμαμπούε βρέθηκε στο σπίτι μιας ηλικιωμένης γυναίκας στη γαλλική πόλη Κομπιέν το 2019. Είχε τοποθετήσει το σπάνιο έργο τέχνης στην κουζίνα της, θεωρώντας ότι ήταν μια ελληνική θρησκευτική εικόνα.
Το Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι πρόσθεσε έναν «εθνικό θησαυρό» στη συλλογή του τέσσερα χρόνια μετά την ανακάλυψή του. Η ανυποψίαστη ιδιοκτήτρια του έργου δεν γνώριζε από πού είχε προέλθει ο σπουδαίος πίνακας, διαστάσεων 26 επί 20 εκατοστών, ο οποίος χρονολογήθηκε στο 1280 και πουλήθηκε έναντι 24,2 εκατ. ευρώ σε δημοπρασία τον Οκτώβριο του 2019, περισσότερο από τέσσερις φορές πάνω από την αρχική εκτίμηση. Αλλά η γαλλική κυβέρνηση παρενέβη στη συνέχεια για να εμποδίσει την εξαγωγή του, χαρακτηρίζοντας τον πίνακα «εθνικό θησαυρό».
Η κίνηση αυτή κράτησε το μικρό, εξαιρετικά σπάνιο πίνακα στη χώρα για 30 μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων η κυβέρνηση συγκέντρωσε τα κεφάλαια για να τον αγοράσει για το έθνος. Τώρα, η υπουργός Πολιτισμού της Γαλλίας, Ρίμα Αμπντούλ Μαλάκ, και η πρόεδρος και διευθύντρια του Λούβρου, Λοράνς ντε Καρ, ανακοίνωσαν ότι ο πίνακας αποτελεί μέρος της συλλογής του μουσείου. Με την πώλησή του η ηλικιωμένη ιδιοκτήτρια έγινε εκατομμυριούχος. Δεν πρόλαβε όμως να το χαρεί, αφού πέθανε δύο ημέρες μετά την αγοραπωλησία. Να σημειωθεί ότι μόνο δεκαπέντε περίπου από τα έργα του Τσιμαμπούε είναι γνωστά, γι’ αυτό ο πίνακας «είναι ένας εθνικός θησαυρός μείζονος σημασίας» προσθέτει το υπουργείο. Θα ενωθεί με τον πολύ μεγαλύτερο πίνακα του Τσιμαμπούε «Maestà» (Μεγαλειότης) στη συλλογή του Λούβρου και τα δύο έργα θα αποτελέσουν μέρος μιας έκθεσης την άνοιξη του 2025.
Δημοσιεύθηκε στην Ontime
Το Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι πρόσθεσε έναν «εθνικό θησαυρό» στη συλλογή του τέσσερα χρόνια μετά την ανακάλυψή του. Η ανυποψίαστη ιδιοκτήτρια του έργου δεν γνώριζε από πού είχε προέλθει ο σπουδαίος πίνακας, διαστάσεων 26 επί 20 εκατοστών, ο οποίος χρονολογήθηκε στο 1280 και πουλήθηκε έναντι 24,2 εκατ. ευρώ σε δημοπρασία τον Οκτώβριο του 2019, περισσότερο από τέσσερις φορές πάνω από την αρχική εκτίμηση. Αλλά η γαλλική κυβέρνηση παρενέβη στη συνέχεια για να εμποδίσει την εξαγωγή του, χαρακτηρίζοντας τον πίνακα «εθνικό θησαυρό».
Η κίνηση αυτή κράτησε το μικρό, εξαιρετικά σπάνιο πίνακα στη χώρα για 30 μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων η κυβέρνηση συγκέντρωσε τα κεφάλαια για να τον αγοράσει για το έθνος. Τώρα, η υπουργός Πολιτισμού της Γαλλίας, Ρίμα Αμπντούλ Μαλάκ, και η πρόεδρος και διευθύντρια του Λούβρου, Λοράνς ντε Καρ, ανακοίνωσαν ότι ο πίνακας αποτελεί μέρος της συλλογής του μουσείου. Με την πώλησή του η ηλικιωμένη ιδιοκτήτρια έγινε εκατομμυριούχος. Δεν πρόλαβε όμως να το χαρεί, αφού πέθανε δύο ημέρες μετά την αγοραπωλησία. Να σημειωθεί ότι μόνο δεκαπέντε περίπου από τα έργα του Τσιμαμπούε είναι γνωστά, γι’ αυτό ο πίνακας «είναι ένας εθνικός θησαυρός μείζονος σημασίας» προσθέτει το υπουργείο. Θα ενωθεί με τον πολύ μεγαλύτερο πίνακα του Τσιμαμπούε «Maestà» (Μεγαλειότης) στη συλλογή του Λούβρου και τα δύο έργα θα αποτελέσουν μέρος μιας έκθεσης την άνοιξη του 2025.
Δημοσιεύθηκε στην Ontime