avatar

Πρωινές ιστορίες
Γιάννης Αργυρός

Αδελφοί Κατσάμπα: "Έφυγε" ο Γιάννης από τα θρυλικά Κατσαμπάκια - Η ταινία με τον Πρίσλεϊ

Θλίψη στους φίλους της μουσικής

Μέλος του πιο ιστορικού μουσικού ντουέτου, άφησε την τελευταία του πνοή πέντε μόλις ημέρες πριν γιορτάσει τα 83 του χρόνια

adelfoi-katsaba
Θλίψη σκόρπισε στους φίλους της μουσικής η είδηση ότι ο Γιάννης Κατσάμπας, μέλος του πιο ιστορικού μουσικού ντουέτου της Ελλάδας, άφησε την Τετάρτη την τελευταία του πνοή, πέντε μόλις ημέρες πριν γιορτάσει τα 83 του χρόνια. Όπως και να ’χει, σε όποιο ηλικιακό γκρουπ και αν ανήκετε, δεν υπάρχει περίπτωση να μη γνωρίζετε τους αδελφούς Κατσάμπα. Εκτός και αν δεν έχετε παρακολουθήσει την «Αλίκη στο ναυτικό» (1961) του Αλέκου Σακελλάριου. Σε αυτήν, ο Μάνος Χατζιδάκις έγραψε και ερμήνευσε τα περισσότερα τραγούδια, αλλά ο σκηνοθέτης της έδωσε την ευκαιρία στους Γιάννη και Γιώργο να κάνουν το πρώτο τους ντουέτο επί της μεγάλης οθόνης - όπου τα χαρισματικά αδέρφια θα κέρδιζαν τις εντυπώσεις με την εκπληκτική ερμηνεία τους.

Τα Κατσαμπάκια, δηλαδή ο Γιάννης και ο Γιώργος, ήταν αυτοδίδακτοι στην κιθάρα και το μπουζούκι, ενώ η φύση τούς είχε προικίσει με ό,τι χρειάζονταν για να γίνουν εξαιρετικοί συνθέτες και ερμηνευτές.

Γεννήθηκαν στο Αγρίνιο, με διαφορά 17 μηνών. Ο Γιάννης γεννήθηκε στις 15 Ιουλίου του 1941 και ήταν ο πρώτος που ασχολήθηκε με τη μουσική, με τον νεότερο να ακολουθεί όταν ένα συγκρότημα έψαχνε κάποιον να τραγουδάει. Αλλά ο πατέρας τους αποφάσισε ότι ο Γιώργος θα τραγουδήσει με τον αδελφό του! Αυτή υπήρξε η αρχή μιας σπουδαίας καλλιτεχνικής συνύπαρξης.

Έτσι, έκαναν ντεμπούτο ως Κατσαμπάκια το 1955 και το 1968 κυκλοφόρησε ο πρώτος από τους 40 δίσκους που δημιούργησαν, με ελληνικό και λατινοαμερικανικό ρεπερτόριο, αφήνοντας εποχή με τραγούδια όπως «Νάτα τα καλά παιδιά» και «Πάμε στο ταβερνάκι μας» ή το θρυλικό «El porompompero», που από τη δεκαετία του ’60 θα γινόταν το σήμα κατατεθέν τους.

Αδελφοί Κατσάμπα: Το κορυφαίο σουξέ «κοκοράκι»

Σταδιακά, όμως, οι Αδελφοί Κατσάμπα επέδειξαν διαχρονικότητα με τις ερμηνείες τους, αλλά και τόλμη στις εκάστοτε αυθεντικές επιλογές τους, με τις οποίες συνομιλούσαν με την κάθε γενιά. Όπως θα συνέβαινε με το κορυφαίο σουξέ, το περίφημο «Κοκοράκι» (τη μουσική υπέγραψε ο Ζοζέφ Κορίνθιος), που ακουγόταν στο «Ελλαδέξ» του Γιάννη Λογοθέτη, μεταπολιτευτικά, το 1975 - εκεί ο Πουλικάκος τραγουδούσε το «Πολύ ωραίο στυλ». Το τραγούδι αυτό με τις αμέτρητες διασκευές και τους πασίγνωστους στίχους («Όταν θα πάω, κυρά μου, στο παζάρι, θα σου αγοράσω ένα κοκοράκι, το κοκοράκι κικιρικικί, να σε ξυπνάει κάθε πρωί») θα αποδείκνυε -μέσα από την φαινομενικά ανάλαφρη και κεφάτη ερμηνεία των δύο Αγρινιωτών τροβαδούρων- ότι το χιούμορ είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση. Και εκείνοι το γνώριζαν αυτό όσο ελάχιστοι, διδάσκοντας πάντα ήθος και ταπεινότητα μέσα από ερμηνείες που θα άντεχαν στο πέρασμα του χρόνου.

Τα δύο αδέλφια ακολούθησαν καριέρα και στο εξωτερικό, αφού εργάζονταν στις ΗΠΑ επί οκτώ χρόνια. Όπως είχε πει σε συνέντευξη ο Γιάννης Κατσάμπας, «πήγαμε στην Αμερική την ίδια εποχή που ήταν εκεί και ο Νίκος Κούρκουλος. Πηγαίναμε, κάναμε τις εμφανίσεις μας και δουλεύαμε κάθε βράδυ. Κάθε δυο μήνες αλλάζαμε πόλη».

Τα Κατσαμπάκια στην Αμερική γνώρισαν μεγάλη επιτυχία, αφού διέθεταν μία εξαιρετική σκηνική παρουσία, χιούμορ, αυτοσαρκασμό, αλλά και πηγαίο ταλέντο στις λάτιν εκτελέσεις τους, δίνοντας παραστάσεις που τους κέρδιζαν όλους. Δεν είναι τυχαίο ότι στις κιθάρες τους είχαν τις υπογραφές κάποιων εκ των μεγαλύτερων αστέρων της εποχής τους, όπως ο Ζαν Πολ Μπελμοντό και ο Ομάρ Σαρίφ. Ενδεικτική της επιτυχίας τους ήταν η συμμετοχή τους στο μιούζικαλ «Ξεφάντωμα στο Μεξικό» («Fun in Acapulco», 1963), με τον Έλβις Πρίσλεϊ. Άλλωστε, επειδή τα έργα τους ήταν δημιουργίες με στοιχεία λάτιν, είχαν ευρύτατη απήχηση και στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ, όπου με το μοναδικό μπρίο τους ξεσήκωναν σε κάθε τους εμφάνιση το κοινό μέχρι πολύ πρόσφατα, αφήνοντας ένα ισχυρό αποτύπωμα στην Τέχνη και τη ζωή…


*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»