Μαρία Ευθυμίου: Ηθοποιός για πρώτη φορά στη ζωή της - Οι επτά γλώσσες και το βραβείο εξαίρετης πανεπιστημιακής διδασκαλίας
Θεατρική έκπληξη του φετινού καλοκαιριού
"Το θέατρο το θεωρώ δυνάµει πεδίο ανάπτυξης υψίστης τέχνης"
Θεατρική έκπληξη του φετινού καλοκαιριού αποτελεί η συµµετοχή της γνωστής ιστορικού και καθηγήτριας του Πανεπιστηµίου Αθηνών, Μαρίας Ευθυµίου, στον «Πλούτο» του Αριστοφάνη που σκηνοθετεί ο Γιάννης Κακλέας στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, έργο το οποίο κάνει µεγάλη περιοδεία σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο.
Η σπουδαία Ελληνίδα ιστορικός, που µιλάει επτά ξένες γλώσσες και κατέχει το Βραβείο Εξαίρετης Πανεπιστηµιακής ∆ιδασκαλίας, δεν είχε ανεβεί ποτέ ξανά στη σκηνή, αλλά δέχτηκε µε ιδιαίτερη χαρά αυτήν την πρόκληση αφήνοντας για λίγους µήνες πίσω τη δουλειά της στο Πανεπιστήµιο και τις διαλέξεις Παγκόσµιας Ιστορίας που κάνει συχνά σε όλη τη χώρα. Το έργο, που έκανε πρεµιέρα στο Θέατρο ∆άσους της Θεσσαλονίκης και είχε κυριότερο σταθµό το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου στο τέλος Ιουλίου, της έδωσε τη δυνατότητα να βουτήξει στον µαγικό κόσµο της υποκριτικής και να συναντηθεί µε το κοινό, αυτή τη φορά όχι στα αµφιθέατρα κάποιου Πανεπιστηµίου, αλλά σε µεγάλους θεατρικούς χώρους της χώρας.
Η ιδέα δεν ήταν δική της, αλλά του σκηνοθέτη Γιάννη Κακλέα, ο οποίος εµπνεύστηκε να την εντάξει στο έργο µε έναν σηµαίνοντα ρόλο. Εµφανίζεται στην Παράβαση στο τέλος του έργου, όταν όλοι οι ηθοποιοί φεύγουν από τη σκηνή και ο χορός απευθύνεται απευθείας στο κοινό.
«Με ενδιαφέρον περίµενα να ζήσω αυτήν την εµπειρία. Εγώ δεν έχω ρόλο στην παράσταση, ωστόσο µετέχω µε µικρή ιστορική διάλεξη ενσωµατωµένη σε αυτήν. Ετσι έχω την ευκαιρία να ζήσω την εµπειρία του ηθοποιού εκ του σύνεγγυς -µέσω των άλλων συντελεστών της παράστασης. Ηταν ιδέα του Γιάννη Κακλέα η συµµετοχή µου µε τη µορφή αυτή. Μου τηλεφώνησε προ µηνών από τη Θεσσαλονίκη για να µου το προτείνει. Σε δεύτερο επίπεδο, ήρθε στην Αθήνα ώστε να συναντηθούµε και να τα πούµε διά ζώσης. Μου φάνηκε η όλη σύλληψη ενδιαφέρουσα. Και συγκατένευσα».
Η κ. Ευθυµίου, αναφερόµενη στην παράσταση της Επιδαύρου, δεν κρύβει τα πρωτόγνωρα συναισθήµατά της απαντώντας αν είχε άγχος, αλλά και αν θα ξανατολµούσε και στο µέλλον να πρωταγωνιστήσει σε θεατρική παράσταση. «Ηταν έντονη η εµπειρία της Επιδαύρου. ∆εν είχα ιδιαίτερο άγχος, ωστόσο πάντα κάποιος, πριν εκτεθεί στο κοινό, έχει ένα κάποιο σφίξιµο. Το θέατρο το θεωρώ δυνάµει πεδίο ανάπτυξης υψίστης τέχνης. ∆εν είµαι συστηµατική στην παρακολούθησή του, ωστόσο στην τρέχουσα συγκυρία η συνύπαρξή µου µε τον θίασο κατά την περιοδεία του συγκεκριµένου έργου αποδείχθηκε ευχάριστη και ενδιαφέρουσα. Η προετοιµασία των ηθοποιών και η καθοδήγησή τους από τον σκηνοθέτη είναι κάτι το δηµιουργικό -µε τη σφραγίδα της οµαδικότητας. Το παρατηρώ προσεκτικά, καθώς υποθέτω ότι αυτή θα είναι η πρώτη και η τελευταία φορά που θα συµµετέχω σε θεατρική παράσταση», αποκαλύπτει.
Η ιστορία του «Πλούτου» έχει κεντρικό πρόσωπο τον Χρεµύλο το 388 π.Χ., σε µια εποχή που η αθηναϊκή οικονοµία είχε υποστεί µεγάλο πλήγµα µετά την ήττα του Πελοποννησιακού Πολέµου. Ο Χρεµύλος ανησυχεί για το µέλλον του γιου του. Η συνάντηση µε τον Πλούτο, που κυκλοφορεί τυφλός και τιµωρηµένος από τον ∆ία, θα τον βοηθήσει να λύσει το πρακτικό του πρόβληµα.
«Ο ‘‘πλούτος’’ κάθε χώρας είναι η µετά εντιµότητος αφοσιωµένη εργατικότητα των κατοίκων της. Η χαρά της δηµιουργίας και της εφευρετικότητας. Η χαρά της συνεργασίας και της οµαδικότητας. Αυτό βοηθά όλη την κοινωνία να λειτουργεί αρµονικότερα και ουσιαστικότερα, αλλά και τον καθένα µας να εξελίσσεται ως άνθρωπος. Ωστε να έχει, εκ των έσω, ως παραγωγός πλούτου, εγρήγορση -αλλά και άποψη- για τη δίκαιη κατανοµή του συνολικά παραγόµενου πλούτου», αναφέρει.
Τέλος, αναφορικά µε το κατά πόσο κινδυνεύει η Ελλάδα από τις σύγχρονες προκλήσεις που υπάρχουν γύρω της (Ισλάµ, άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη, δηµογραφικό πρόβληµα, µετανάστευση κ.τ.λ.) µε λίγα λόγια περικλείει όλη την ουσία. «Ο κόσµος ολόκληρος έχει ήδη εισέλθει σε εποχή µεταβατική.
Ο κραταιός “δυτικός κόσµος”, που οδήγησε το τρένο της ανθρωπότητας τα τελευταία πεντακόσια χρόνια -µε τον “αγγλοσαξονικό κόσµο” να κρατά το τιµόνι τα τελευταία τριακόσια-, µοιάζει πως τείνει προς ύφεση, εις όφελος του Ισλάµ και χωρών όπως η Κίνα, η Ινδία, η Τουρκία κ.ά. Η ανατροπή αυτή θα επηρεάσει κάθε κοινωνία, κάθε χώρα -και την Ελλάδα» τονίζει.
Η σπουδαία Ελληνίδα ιστορικός, που µιλάει επτά ξένες γλώσσες και κατέχει το Βραβείο Εξαίρετης Πανεπιστηµιακής ∆ιδασκαλίας, δεν είχε ανεβεί ποτέ ξανά στη σκηνή, αλλά δέχτηκε µε ιδιαίτερη χαρά αυτήν την πρόκληση αφήνοντας για λίγους µήνες πίσω τη δουλειά της στο Πανεπιστήµιο και τις διαλέξεις Παγκόσµιας Ιστορίας που κάνει συχνά σε όλη τη χώρα. Το έργο, που έκανε πρεµιέρα στο Θέατρο ∆άσους της Θεσσαλονίκης και είχε κυριότερο σταθµό το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου στο τέλος Ιουλίου, της έδωσε τη δυνατότητα να βουτήξει στον µαγικό κόσµο της υποκριτικής και να συναντηθεί µε το κοινό, αυτή τη φορά όχι στα αµφιθέατρα κάποιου Πανεπιστηµίου, αλλά σε µεγάλους θεατρικούς χώρους της χώρας.
Η ιδέα δεν ήταν δική της, αλλά του σκηνοθέτη Γιάννη Κακλέα, ο οποίος εµπνεύστηκε να την εντάξει στο έργο µε έναν σηµαίνοντα ρόλο. Εµφανίζεται στην Παράβαση στο τέλος του έργου, όταν όλοι οι ηθοποιοί φεύγουν από τη σκηνή και ο χορός απευθύνεται απευθείας στο κοινό.
«Ηταν έντονη η εµπειρία»
Μιλώντας η ίδια στην «Κυριακάτικη Απογευµατινή», αποκαλύπτει πώς νιώθει γι’ αυτό το δύσκολο εγχείρηµα, πώς προέκυψε η συνεργασία µε τον κ. Κακλέα, αλλά και πώς αποφάσισε να του πει το «ναι».«Με ενδιαφέρον περίµενα να ζήσω αυτήν την εµπειρία. Εγώ δεν έχω ρόλο στην παράσταση, ωστόσο µετέχω µε µικρή ιστορική διάλεξη ενσωµατωµένη σε αυτήν. Ετσι έχω την ευκαιρία να ζήσω την εµπειρία του ηθοποιού εκ του σύνεγγυς -µέσω των άλλων συντελεστών της παράστασης. Ηταν ιδέα του Γιάννη Κακλέα η συµµετοχή µου µε τη µορφή αυτή. Μου τηλεφώνησε προ µηνών από τη Θεσσαλονίκη για να µου το προτείνει. Σε δεύτερο επίπεδο, ήρθε στην Αθήνα ώστε να συναντηθούµε και να τα πούµε διά ζώσης. Μου φάνηκε η όλη σύλληψη ενδιαφέρουσα. Και συγκατένευσα».
Η κ. Ευθυµίου, αναφερόµενη στην παράσταση της Επιδαύρου, δεν κρύβει τα πρωτόγνωρα συναισθήµατά της απαντώντας αν είχε άγχος, αλλά και αν θα ξανατολµούσε και στο µέλλον να πρωταγωνιστήσει σε θεατρική παράσταση. «Ηταν έντονη η εµπειρία της Επιδαύρου. ∆εν είχα ιδιαίτερο άγχος, ωστόσο πάντα κάποιος, πριν εκτεθεί στο κοινό, έχει ένα κάποιο σφίξιµο. Το θέατρο το θεωρώ δυνάµει πεδίο ανάπτυξης υψίστης τέχνης. ∆εν είµαι συστηµατική στην παρακολούθησή του, ωστόσο στην τρέχουσα συγκυρία η συνύπαρξή µου µε τον θίασο κατά την περιοδεία του συγκεκριµένου έργου αποδείχθηκε ευχάριστη και ενδιαφέρουσα. Η προετοιµασία των ηθοποιών και η καθοδήγησή τους από τον σκηνοθέτη είναι κάτι το δηµιουργικό -µε τη σφραγίδα της οµαδικότητας. Το παρατηρώ προσεκτικά, καθώς υποθέτω ότι αυτή θα είναι η πρώτη και η τελευταία φορά που θα συµµετέχω σε θεατρική παράσταση», αποκαλύπτει.
Η ιστορία του «Πλούτου» έχει κεντρικό πρόσωπο τον Χρεµύλο το 388 π.Χ., σε µια εποχή που η αθηναϊκή οικονοµία είχε υποστεί µεγάλο πλήγµα µετά την ήττα του Πελοποννησιακού Πολέµου. Ο Χρεµύλος ανησυχεί για το µέλλον του γιου του. Η συνάντηση µε τον Πλούτο, που κυκλοφορεί τυφλός και τιµωρηµένος από τον ∆ία, θα τον βοηθήσει να λύσει το πρακτικό του πρόβληµα.
Η χαρά της δηµιουργίας
Το στοιχείο εκείνο που συγκινεί πιο πολύ την κ. Ευθυµίου σε αυτό το έργο έχει να κάνει µε την κοινωνική δικαιοσύνη. «Με συγκινεί η αγωνία για την καλή και δίκαιη λειτουργία της κοινωνίας. Που είναι ένα βαθύ ζητούµενο του ανθρώπου ως πολίτη» αναφέρει. Στην ερώτηση ποιος είναι ο σηµερινός «Πλούτος» της χώρας µας και µε ποιον τρόπο αυτός βοηθάει τον ελληνικό λαό να εξελίσσεται, είναι ξεκάθαρη:«Ο ‘‘πλούτος’’ κάθε χώρας είναι η µετά εντιµότητος αφοσιωµένη εργατικότητα των κατοίκων της. Η χαρά της δηµιουργίας και της εφευρετικότητας. Η χαρά της συνεργασίας και της οµαδικότητας. Αυτό βοηθά όλη την κοινωνία να λειτουργεί αρµονικότερα και ουσιαστικότερα, αλλά και τον καθένα µας να εξελίσσεται ως άνθρωπος. Ωστε να έχει, εκ των έσω, ως παραγωγός πλούτου, εγρήγορση -αλλά και άποψη- για τη δίκαιη κατανοµή του συνολικά παραγόµενου πλούτου», αναφέρει.
Τέλος, αναφορικά µε το κατά πόσο κινδυνεύει η Ελλάδα από τις σύγχρονες προκλήσεις που υπάρχουν γύρω της (Ισλάµ, άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη, δηµογραφικό πρόβληµα, µετανάστευση κ.τ.λ.) µε λίγα λόγια περικλείει όλη την ουσία. «Ο κόσµος ολόκληρος έχει ήδη εισέλθει σε εποχή µεταβατική.
Ο κραταιός “δυτικός κόσµος”, που οδήγησε το τρένο της ανθρωπότητας τα τελευταία πεντακόσια χρόνια -µε τον “αγγλοσαξονικό κόσµο” να κρατά το τιµόνι τα τελευταία τριακόσια-, µοιάζει πως τείνει προς ύφεση, εις όφελος του Ισλάµ και χωρών όπως η Κίνα, η Ινδία, η Τουρκία κ.ά. Η ανατροπή αυτή θα επηρεάσει κάθε κοινωνία, κάθε χώρα -και την Ελλάδα» τονίζει.
*Δημοσιεύτηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»