Η θριλική Δήμητρα Γαλάνη ετοιμάζεται να μας χαρίσει μια συλλεκτική βραδιά - γιορτή, την Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου στις 20:30, στον εμβληματικό χώρο του Radio City Theatre στη Θεσσαλονίκη, όπου θα την απολαύσουμε σε μια μοναδική συναυλία! Το κοινό της Θεσσαλονίκης θα ζήσει μια ιστορική βραδιά με ένα best of μιας 55χρονης καριέρας, μια αναδρομή στα πολύ αγαπημένα τραγούδια, που όλοι ζητούσαν και περιμένουν.

«Ήμουνα στη μουσική από πιτσιρίκι, υπήρχε μια πολύ μουσική ατμόσφαιρα στο σπίτι γιατί ο πατέρας ήταν φοβερός τενόρος, είχα πάρα πολύ εξοικείωση με τη μουσική, μιλάμε ανέπνεα μουσική, και αυτό το πράγμα ήταν κάτι πολύ φυσικό», εκμυστηρεύτηκε η τραγουδίστρια, η οποία μίλησε στα Παραπολιτικά 90,1 για την ζωή της, τόσο για την προσωπική, όσο και για την επαγγελματική.

Η τραγουδίστρια, κα Γαλάνη, μίλησε στην εκπομπή «Μίλησέ μου» με τον δημοσιογράφο Γιώργο Κουβαρά, ο οποίος την καλωσόρισε με μια θερμή υποδοχή:

Έχω σήμερα την τιμή, τη χαρά, δεν ξέρω πώς να το πω, πραγματικά είναι ανείπωτη χαρά μου γιατί έχω απέναντί μου μια από τις σπουδαιότερες μορφές της ελληνικής μουσικής. Τη Δήμητρα Γαλάνη. Δήμητρα χίλια ευχαριστώ που ήρθες 

Εγώ σε ευχαριστώ για την πρόσκληση. 

Είσαι πολύ σπουδαία, το ξέρουμε όλοι αυτό, και εκτός από σπουδαία από σπουδαία καλλιτέχνης είσαι και ένας υπέροχος, σπουδαίος άνθρωπος. 

Σιγά-σιγά εύχομαι να γίνουμε φίλοι κάποια στιγμή. Ευχαριστώ πολύ. Καταρχήν θέλω να πω ότι με αυτό το σήμα αποκλείεται να πας άσχημα σε εκπομπή. Γιατί όταν ξεκινάς τόσο ωραία δεν υπάρχει περίπτωση, ανεβαίνουν οι τόνοι της φωνής, ανεβαίνει η διάθεση. Έτσι κι αλλιώς έχω έρθει με αυτή την πολύ καλή διάθεση γιατί μία κουβέντα μαζί σου πάντα μου πολύ ευχάριστη. 

Σε ευχαριστώ πάρα πολύ και θέλω να τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή στη ζωή σου. Δηλαδή θέλω από τότε που γεννήθηκες στην Πρέβεζα 

Εδώ στην Αθήνα γεννήθηκα, ο πατέρας μου είναι από την Πρέβεζα. 

Από πολύ μικρό κοριτσάκι, από δεκάξι χρονών...

Ναι, μα ήμουνα στη μουσική από πριν, από πιτσιρίκι δηλαδή. Υπήρχε μια πολύ μουσική ατμόσφαιρα στο σπίτι γιατί ο πατέρας ήταν φοβερός τενόρος, με σπουδές βέβαια δημόσιος υπάλληλος της ΔΕΗ και είχα πάρα πολύ εξοικείωση με τη μουσική. Μιλάμε ανέπνεα μουσική, και αυτό το πράγμα ήταν κάτι πολύ φυσικό όταν ο πατέρας μου πήρε μια κιθαρούλα, δεν έπαιζε κανείς κιθάρα στο σπίτι, μου πήρε από το νονό μου που ήταν ο Νάκας. Είχα την ευτυχία να έχω νονό τον Φίλιππο Νάκα ο οποίος ήταν αδελφικός φίλος του πατέρα μου. Βρέθηκα με μια κιθάρα την οποία την πήρα και κλείστηκα  στο δωμάτιό μου και σε 3 μέρες έπαιζα. 

Σε τι ηλικία αυτό; 

Ήμουνα  εννιά-δέκα. Τρελάθηκε ο πατέρας μου αλλά υπήρχε μία λογική στο πράγμα. Ξέρω ότι εδώ πατάω, εδώ βγαίνει ήχος οπότε άρχισα να τραγουδάω τις νότες και να βρίσκω τις αρμονίες μόνη μου. 

Δε μου λες στο σπίτι ήσουν το παιδί που όταν έρχονταν οι φίλοι «θα μας πει ένα τραγούδι η Δήμητρα»;

Δεν υπήρχε περίπτωση. Απ’ την ώρα που πια, γιατί μετά πήγα στο Ωδείο -με πήραν και έκτακτα για ήμουν πολύ μικρή ακόμα- με έναν πολύ καλό δάσκαλο, τον κύριο Χαράλαμπο Εκβιτσόγλου, εξαιρετικός κύριος, ένας θαυμάσιος άνθρωπο, και μετά την κιθάρα  ήτανε μέρος του σώματός μου οπότε παντού· στο σπίτι αυτά τα θαυμάσια κυριακάτικα μεσημεριανά που έχουν έρθει όλοι οι φίλοι, οι αγαπημένοι των γονιών. Ο ένας είναι ο αστείος, ο άλλος είναι πολύ καλός τραγουδιστής και αυτός, ο άλλος είναι λίγο μελαγχολικός. Ο άλλος είναι και λίγο  γκέι αλλά τότε σ’ αυτές τις εποχές αλλά που υπήρχε αυτή η αποδοχή που δεν υπήρχε κανένα θέμα. Τι ησυχία και ωραία πράγματα αυτά. Μία ατμόσφαιρα οικογενειακή, πραγματική, με τα παιδιά τους, τις γυναίκες τους. Μεγαλώναμε μαζί. Το τραγούδι ήταν πρώτο τη τάξει. 

Έχεις μεγαλώσει πολύ ωραία νομίζω και γιατί το λέω; Γιατί αυτό ακόμα και αν δεν ξέρει κανείς, και δεν του τα πεις αυτά, με έναν τρόπο οι άνθρωποι το πώς έχουν μεγαλώσει το βγάζουν όλη τους τη ζωή κι εσύ κάπως το βγάζεις σ’ όλη σου τη ζωή αυτό.  Έβγαζες μια ασφάλεια που είχε να κάνει με το πώς μεγάλωσες. 

Το άλφα και το ωμέγα για να χαραχθεί η πορεία ενός ανθρώπου είναι αυτό. Εγώ δεν πιστεύω στην τύχη, πιστεύω στις συγκυρίες και στο να τα πράγματα να συμβαίνουν και να καταλαβαίνεις και να μπαίνεις εκεί που πρέπει αλλά πραγματικά το θέμα της γέννησης είναι τύχη, καθαρά. Βρεθήκανε 2 άνθρωποι λοιπόν η μάνα μου και ο πατέρας μου, καταερωτευτήκανε, είμαι παιδί μεγάλου έρωτα οπότε αυτό όλο δημιούργησε μία ατμόσφαιρα. Με όλα μέσα και τους καυγάδες δεν υπήρχε κάτι που να μην γίνεται σε αυτό το σπίτι. Ένα κανονικό σπίτι σε μία τάξη μεσο-αστική που τότε άρχιζε να γίνεται τη δεκαετία του ‘50. 

Θέλω να μου πεις πώς μπήκες στο τραγούδι. Πώς κατάφερες 16 χρονών να είσαι ένα κορίτσι το οποίο βγαίνει στη σκηνή.

Αυτό καλά-καλά δεν το κατάλαβα πώς έγινε. Έκανα το χατίρι μιας φίλης μου η οποία είχε πιστέψει πάρα πολύ στη φωνή μου. Ήταν κόρη ενός ζευγαριού που είχαν πολύ ανοιχτό σπίτι, ξέρεις αυτά τα καλλιτεχνικά σαλόνια που λέγαμε τότε. Ήταν άνθρωποι διανοούμενοι, καλλιτέχνες, ο Χατζιδάκις, ο Μούτσης νέος τότε και λοιπά. Και με άκουσε συμπτωματικά ο Μούτσης τρελάθηκε και πήρε τους γονείς μου και είπε» θέλω να την δοκιμάσω, να κάνω μία ακρόαση στην Columbia» τότε, και οι γονείς μου  είπαν «βέβαια ο Δήμος Μούτσης» και λοιπά. Έτσι ξεκίνησα, ο πρώτος άνθρωπος που γνωρίζω δηλαδή είναι ο Δήμος Μούτσης, κι αμέσως δεύτερος είναι ο Νίκος Γκάτσος. 

Είσαι ένας τυχερός άνθρωπος είναι η αλήθεια και έτσι βγαίνει το «κάποιο τρένο». Θέλω να σου πω ότι παρότι έχεις πει τόσα πολλά ωραία τραγούδια, έχεις τέτοια συνέχεια που δεν φτάνουν 2 εκπομπές, κοίταζα σήμερα τι έχεις κάνει και θα τα πούμε λίγο λίγο αλλά αυτή η φωνή σου όταν είσαι δεκάξι χρονών

Σ’ Αρέσει;

Πεθαίνω όχι απλώς μ’αρέσει. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο πολύ μου αρέσει.

Σαν παπί είμαι λιγάκι, ήταν πολύ μεταλλική, ήταν ακατέργαστη. 

Εμένα μ’ αρέσει πάρα πολύ αλλά γενικά έχω ένα πάθος με τους τραγουδιστές όταν ξεκινάνε,

Έχεις δίκιο γιατί έχει μία παρθενικότητα.

Μετά εντάξει μου αρέσει επίσης πάρα πολύ αλλά εκείνο το πράγμα που είναι το αυθεντικό στην αρχή είναι υπέροχο. Ξεκινάει τότε από το ‘69 που βγαίνει το «κάποιο τρένο» και μετά το ‘70 ξεκινάει μία δεκαετία χρυσή θα την έλεγα για σένα. 

Για όλη τη μουσική είναι , την παγκόσμια

Ναι αλλά τότε  γίνεται πάρα πολύ γρήγορα πρώτο όνομα σ’ ένα φοβερά ποιοτικό πράγμα που υπάρχει εκείνη την ώρα και έρχονται όλοι σχεδόν οι μεγάλοι και συνεργάζονται μαζί σου.

Εγώ θεωρώ ότι επειδή είχε η φωνή μου δεν έμοιαζε σε καμία σχολή δεν ακουμπούσε εκείνη τη στιγμή είχε ανάγκη αυτό το είδους του τραγουδιού. Δηλαδή όχι πολύ λαϊκοί με στοιχεία όμως λαϊκότητας. Όχι ελαφρό, με στοιχεία όμως και αυτής της γνώσης του ελαφρού καλού τραγουδιού δηλαδή αυτό το μεσαίο πράγμα δεν υπήρχε τότε. 

Εγώ νομίζω ότι υπάρχει στην φωνή σου ένας συνδυασμός ευαισθησίας και ευφυίας και ταυτόχρονα μία φυσική δυνατότητα η οποία παραπέμπει σε διάφορους πολιτισμούς. Δηλαδή πάει από την Τζαζ και την αμερικανική μέχρι τη νοτιοαμερικανική μέχρι την Ανατολίτικη και το Σμυρνέικο δηλαδή όλα αυτά συνυπάρχουν σε σένα. 

Παίζουν τεράστιο ρόλο τα ακούσματα.

Και φαίνεται και η μουσική σου παιδεία από τον τρόπο που τραγουδάς

Σε μένα υπήρχε καταρχήν μία μεγάλη σχέση με την κλασική μουσική λόγω του πατέρα μου, και με την όπερα που εγώ βέβαια άκουσα τόσο πολύ που μετά δεν ήθελα να ακούσω ξανά. Ξανά άκουσα στα 40 μου όπερα τόσο πια έγκοσα, δεν ήθελα καθόλου. Υπήρχε αυτό που ακούγαμε από το ραδιόφωνο, το κρατικό ραδιόφωνο σαν μουσική ό,τι και αν ήταν αυτό. Είτε αυτό ήταν το 3ο πρόγραμμα, είτε αυτό ήτανε το ραδιόφωνο αυτό, αυτά που ακουγόντουσαν και από παραδοσιακά πράγματα πάλι λίγα πράγματα. Δηλαδή δεν είχα πάρα πολύ μεγάλη σχέση με την παραδοσιακή παρόλα αυτά ακούγαμε, του άρεσαν του πατέρα μου τα ηπειρώτικα μιας και ήταν από εκεί αλλά δεν θα κολλάγαμε εκεί. Ή ας πούμε μας αρέσανε οι βυζαντινές ψαλμωδίες αλλά δεν ήμασταν οι άνθρωποι που θα πηγαίναμε ντε και καλά στην εκκλησία συνέχεια κλπ. Πού πηγαίναμε τις Κυριακές τότε έπρεπε να πάει  η οικογένεια αλλά θέλω να πω ότι δεν ήμασταν κολλημένοι στο θέμα της θρησκείας. Ήμασταν άνθρωποι που πιστεύαμε, αυτά όλα τα στοιχεία σε ένα αστικό περιβάλλον στην ουσία που μεγάλωσα, αυτά δώσαμε αυτό το αποτέλεσμα. 

Δήμητρα για αυτό το τραγούδι το «Ήλιε μου ήλιε μου βασιλιά μου» από της Γης στο Χρυσάφι είναι ο δεύτερος δίσκος που κάνεις με τον Μάνο Χατζιδάκι και μου έλεγες τώρα που το ακούγαμε ότι περπατούσες μια μέρα στο δρόμο και τι έγινε; 

Είναι η πρώτη φορά που ακούω να σφυρίζει κάποιος στο δρόμο το τραγούδι μου.

Για πες μου πως γνώρισες τον Χατζηδάκι; 

Τον Χατζηδάκι τον γνώρισα απ’ όταν ήμουνα παιδάκι. Μέναμε Καρνεάδου, ήμουνα πολύ μικρό 5-6 χρονών, ήταν ισόγειο αυτό που μέναμε και κάτω στο υπόγειο από τον φωταγωγό που εγώ είχα ένα δωματιάκι εκεί πέρα, από το φωταγωγό άκουγα ένα πιάνο να παίζει και μούδιαζε το σώμα μου. Ήμουν και υπερκινητικό παιδί αυτό με κούλαρε. Και ήταν ο Χατζηδάκης. Το υπόγειο αυτό  ήταν το σπίτι του Εμιρτζά μου φαίνεται και ερχόταν και του έπαιζε το Κυπαρισσάκι. Μετά τον έβλεπα και συνέδεα ότι είναι αυτός,  ο πατέρας μου ήξερε ποιος είναι και μου λέει «να αυτός είναι ένας πολύ μεγάλος συνθέτης» και λοιπά και τον έβλεπα και αυτός μου κάνει το κεφάλι έτσι. Μετά όταν γίναν όλα αυτά ο Γκάτσος του πήγε το δίσκο τον πρώτο, το «κάποιο τρένο», ήταν τότε στο Λονδίνο ο Μάνος, είχε φύγει από την Αμερική νομίζω, του άρεσε πολύ η φωνή μου. Η καλύτερη μου φίλη είναι η Μαρία η Αργυράκη, η κόρη του Μίνου Αργυράκη ήμασταν στο  σχολείο κολλητές. 

Είχε κάνει και πολλά από τα εξώφυλλα των δίσκων του Χατζηδάκη ο Αργυράκης. Και στην Οδό Ονείρων ήταν

Είπα της Μαρίας «του έγραψα ένα γράμμα μπορείς να πεις στον Μίνω να του το δώσει» γιατί τον έβλεπε. Και του πήγα ένα γράμμα και μου απάντησε ο Χατζιδάκις σε αυτό το γράμμα. Του έγραφα πόσο πολύ θαυμάζω τη μουσική του, ότι από μικρό παιδάκι τον άκουγα,  το περιστατικό και λοιπά, και μου απάντησε «πόσο χαίρομαι που είμαστε σε επαφή γιατί θέλω να σου ανακοινώσω ότι ο πρώτος δίσκος που θα κάνω μετά από χρόνια που λείπω από την Ελλάδα λέγεται Επιστροφή και ήταν  όρος μου να συμμετέχεις εσύ. Με συγκίνησε πάρα πολύ αυτό, αφού έτρεμα όταν πήρα το γράμμα.Κι έτσι τραγούδησα στην Επιστροφή του Χατζηδάκι. 

Μετά από αυτά αρχίζει μία ιστορία, ένας- ένας οι συνθέτες Σπάνος, Ξαρχάκος, ποιον να πρωτοθυμηθώ μετά ήρθε και ο Θεοδωράκης μετά και τραγούδησες και με τον Θεοδωράκη. Άρχισες να κάνεις πάρα πολλές συναυλίες και στο εξωτερικό αλλά θέλω να μη χάσουμε τη σειρά.

Οι μεγάλοι μου δάσκαλοι είναι ο Μούτσης και ο Ξαρχάκος γιατί αμέσως μετά τον Δήμο με παίρνει ο Ξαρχάκος και κάνουμε συναυλίες. Όχι δισκογραφία, συναυλίες σε όλη την Ελλάδα όπου εκεί μου βάζει και κάνω ένα αφιέρωμα στον Χατζηδάκι. Μιλάμε για το ‘69 προς ’70. 

Πως ήταν για ένα κοριτσάκι δεκάξι χρονών όλο αυτό; 

Δεν είχα καταλάβει τι μου συνέβαινε  εν τω μεταξύ  επειδή  δεν υπήρχαν τηλεοράσεις τότε δεν είχα καταλάβει πόσο είχα περάσει στον κόσμο που άκουγε και το διαπιστώνω όταν βγαίνουμε στο Rex με τον Μούτση για συναυλία και αρχίζει το «Κάποιο τρένο» και βγαίνω στη σκηνή τρακαρισμένη, με σπρώχνουνε και βγαίνω, ο Γιώργος ο Μακράκης να είναι καλά όπου βρίσκεται. Εκεί ακούω ένα χειροκρότημα που με τυλίγει σαν να με τύλιξαν την παιδική μου κουβερτούλα, μια ζεστασιά και αυτό μέχρι σήμερα στη ζωή μου είναι έτσι. Είναι ένα χειροκρότημα που με τυλίγει σαν τη μεγαλύτερη ασπίδα που μπορεί να έχω στη ζωή μου. 

Άρα είναι πάρα πολύ σημαντικό για σένα η αποδοχή του κόσμου, το χειροκρότημα και η αγάπη.

Δεν νομίζω ότι υπάρχει καλλιτέχνης που να μην το θεωρεί σημαντικό. Όσοι λένε και καμώνονται διάφοροι αυτά είναι βλακείες. Είναι πολύ συγκινητικό πράγμα, η σχέση που δημιουργείται και είναι μία σχέση πολύ βαθιά και πολύ προσωπική χωρίς να γνωρίζεσαι. Δεν υπάρχει πιο σημαντικό πράγμα αυτό δηλαδή έρχονται και βλέπω δάκρυα στα μάτια τους, μου λένε «αχ να ήξερες τι έχω ζήσει μαζί σου» κι εγώ σκύβω το κεφάλι και  λέω Θεέ μου, τι ευλογία είναι αυτό το πράγμα. Το να μπορέσω να έχω μπει δίπλα σε έναν άνθρωπο, να του κάνω παρέα τις πιο δύσκολες στιγμές του, τις πιο χαρούμενες κι ήμουνα εκεί κοντά του.  Ειμαι η Δήμητρά του δηλαδή. Πίστεψέ με δεν υπάρχει νομίζω μεγαλύτερο δώρο. 

Σε καταλαβαίνω απόλυτα

Το καταλαβαίνεις γιατί είσαι δημόσιο πρόσωπο και έχεις μία πορεία πολύ σοβαρή τέτοια που ο κόσμος σου έχει εμπιστοσύνη. Γιατί αυτό που μετράει τελικά, πέρα και από τις φωνές πέρα και από τα ωραία τραγούδια είναι ότι αυτή η πορεία, η οποία είναι πια 55 χρόνια δεν είναι αστείο, είναι μία πορεία η οποία έχει μία τελείως ντεκλαρε σχέση. Δεν έχει τίποτα να μου προσάψει κανείς ότι το κορόιδεψα. Δεν ήμουνα ποτέ άλλη εκτός από αυτήν που είμαι  

Αυτό νομίζω ότι στο αναγνωρίζουν οι πάντες, την αυθεντικότητά σου αλλά να σου πω κάτι εγώ τα καταλαβαίνω όλα αυτά που λες πάρα πολύ και σαν ακροατής, σαν καταναλωτής της μουσικής.  Δηλαδή το επόμενο τραγούδι που θα βάλουμε το «Βροχή και σήμερα» του Γιάννη Σπανού, τι να κάνουμε είναι το τραγούδι του Φθινοπώρου. Δηλαδή αν μου πεις φθινόπωρο επειδή αυτό το τραγούδι βγήκε το ’73, εγώ το ‘73 ήμουν 11χρονών δηλαδή νομίζω ότι από τη στιγμή που άκουσα αυτό το τραγούδι, επειδή στην παιδική ηλικία διαμορφώνονται αυτά, το φθινόπωρο πάει με αυτό το τραγούδι για πάντα στη ζωή μου. 

Είναι Γιάννης Σπανός η μουσική, οι στίχοι αυτοί που γραφτήκανε ως Βροχή και σήμερα γιατί το τραγούδι  είχε ξαναγραφτεί με άλλους στίχους σε μια κινηματογραφική ταινία. Το έχω πει εγώ πάλι, και έρχεται και γράφει ο Λ. Παπαδόπουλος το «Βροχή και σήμερα» και πέφτει ακριβώς τον καιρό της επιστράτευσης. Θυμάμαι, και δεν θα ξεχάσω ποτέ να τραγουδάμε στην Πλάκα αυτό το τραγούδι και από κάτω να ‘ναι μάνες, αδερφές, γυναίκες με μάτια πρησμένα από το κλάμα. 

Και έτσι έχει γίνει γιατί ακριβώς η επιστράτευση έγινε τον Ιούλιο του ‘73. Εγώ θυμάμαι τότε γυρίσαμε από την Ιθάκη γιατί πήγαινε ο πατέρας μου στρατό και θυμάμαι την Πάτρα με σβηστά τα φώτα, και όλο αυτό τα τραγούδια εκείνης της εποχής είναι συνδεδεμένα στο μυαλό μας με κοινή ακριβώς την περίοδο. Για πάμε να το ακούσουμε. Σπανός-Παπαδόπουλος αυτό που ακούσαμε, και με τον Σπανό έχεις κάνει πάρα πολλά πράγματα μαζί και ωραία πράγματα. 

Μιλάμε για έναν τεράστιο συνθέτη. Ο κόσμος δεν έχει καταλάβει το μέγεθος του Σπανού, έχει χιλιοτραγουδήσει τα  τραγούδια του από παντού επειδή ο ίδιος ήτανε σεμνός σε βαθμό κακουργήματος  

Ένας συνθέτης που ήταν και στο Νέο Κύμα και σε ξένα τραγούδια, είχε κάνει καριέρα στη Γαλλία, μετά τραγούδια πιο λαϊκά, έντεχνα που δεν μου αρέσει καθόλου η λέξη αλλά τέλος πάντων για να συνεννοηθούμε κάπως τη λέω; Πραγματικά σπάνιος συνθέτης ο Σπανός και πολύ υποτιμημένος με την έννοια αυτή ότι δεν είχε τόση αναγνώριση, δεν διεκδικούσε μεγάλη αναγνώριση. 

Ήταν πολύ πάρα πολύ σεμνός και ήθελε να είναι πίσω από  τα πράγματα. 

Νομίζω ότι η ώρα που βγαίνεις και αρχίζεις πια να κάνεις άλλου τύπου επιτυχίες λίγο ευρύτερες είναι όταν μπαίνεις στο παιχνίδι και ο Χατζηνάσιος με τα «Γαλάζια σου γράμματα

Εκεί συναντιέμαι με τον Χατζηνάσιο ο  οποίος τότε έπαιζε ήδη στην ψυχογραφήσεις ο ίδιος είτε πιάνο είτε χάμοντ τότε και τον είχα γνωρίσει. Το πρώτο τραγούδι που λέω είναι το «Ήταν μία φορά και έναν καιρό» από  έναν δίσκο που λέγεται 4, 5, 3.

 «Ήταν μια φορά κι έναν καιρό» επίσης ωραίο τραγούδι,  δεν ξέρω ποιο να πρωτοβάλω σήμερα από τα δικά σου. Εδώ έχουμε διαλέξει τα Γαλάζια σου γράμματα επειδή είναι πιο γνωστό και αγαπητό και επειδή ο Χατζηνάσιος όταν ήρθε εδώ τον ρώταγα «ποιος είναι ρε παιδί μου αυτός που για σένα είναι ο τραγουδιστής ο δικός σου» και χωρίς να το σκεφτεί καν, χωρίς να το σκεφτεί, μου λέει «η Δήμητρα Γαλάνη». Του λέω «γιατί τόσο σίγουρος». Μου λεει γιατί η Δήμητρα Γαλάνη τραγουδάει εμένα, δεν τραγουδάει τον εαυτό της. Κάπως έτσι μου το είπε. Τραγουδάει αυτό που έχω γράψει εγώ οπότε, μου λέει, δεν το συζητώ. 

Μα αυτό είναι αυτό είναι η ουσία. Ξέρεις με τον Γιώργο, να ‘ναι πάντα καλά, καθόταν και ξεκίναγε να μου παίξει ένα τραγούδι  καινούργιο και εγώ ήξερα πως θα το συνεχίσει. Δηλαδή μου έλεγε μία φράση και εγώ του λεγα «μήπως πάει έτσι από κει;». Και μου λεει, δεν είναι δυνατόν! Όχι γιατί ήταν κάτι αναμενόμενο, κάτι περίεργο συνέβη και με αυτόν τον άνθρωπο γιατί σαν χαρακτήρες δεν έχουμε πολλά κοινά. Είναι διαφορετικός χαρακτήρας  όμως υπάρχει μια βαθιά αγάπη και εκτίμηση. 

Έχετε μουσικά πολλά κοινά

Πολύ, πολύ και μία παιδεία νομίζω κοινή. Ο Γιώργος μου χάρισε τις μεγαλύτερες μου επιτυχίες. 

Θέλω τώρα επειδή έχουμε πει για όλους αυτούς που είναι οι συνθέτες της γενιάς σου κάποιο τρόπο όμως εδώ υπάρχει το εξής εκπληκτικό με σένα, έρχεται ο Βασίλης Τσιτσάνης ο οποίος είναι συνθέτης της παλαιότερης γενιάς και δεν έχει δώσει τραγούδια σε τραγουδιστές της γενιάς της δικής σου, τραγουδάς πρώτα το «Ακρογιαλιές δειλινά» και έρχεται και σου δίνει εσένα ένα τραγούδι. Γράφει ο Τσιτσάνης τραγούδι για τη Γαλάνη. Όχι ένα αλλά τρία  

Ενθουσιάστηκε με τη συνεργασία που κάναμε στο «Ακρογιαλιές δειλινά» που εκεί με φώναξε και μου είπε ότι έλα να τραγουδήσεις και εγώ του λεω «μα δάσκαλε εγώ δεν τραγουδάω λαϊκά τραγούδια»  και μου λέει «εσύ τραγουδάς λαϊκά αλλά δεν το ξέρεις». Και είχε τόσο δίκιο γιατί επέμεινε να μου βγάλει ένα χρώμα της φωνής μου που δεν το είχα χρησιμοποιήσει ως τότε. 

Το οποίο μετά σε πήγε ακόμη πιο πέρα.

Βέβαια, μου άνοιξε την πόρτα για να πω λαϊκό τραγούδι. Τα τραγούδια τα λαϊκά τα γούσταρα πάρα πολύ γιατί πήγαινα, γλεντούσα με αυτά. Μου άρεσε το λαϊκό τραγούδι αλλά δεν ήταν μέσα την παιδεία μου να το πω έτσι. Αφού ενθουσιάστηκε από το «Ακρογιαλιές δειλινά» μου παίρνει μετά από λίγο και μου λέει «κοίταξε σου έγραψα τρία τραγούδια. Είχα καιρό, μου λέει, ήθελα πολύ να σου γράψω. Είναι καλύτερα από αυτά του Ξαρχάκου που λες». Πολύ γλυκός ήτανε, τέλος πάντων σε στίχους του Βίρβου. Μπορούμε να ακούσουμε ένα από αυτά  

Θέλω να μου πεις για εκείνη τη φοβερή συναυλία που κάνατε μετά το 2000 με τον Ξαρχάκο στο Ηρώδειο που ήταν από τις μεγάλες σου στιγμές.

Θεωρώ ότι είναι ίσως αποτυπωμένο εκεί από τις πιο μεγάλες στιγμές της πορείας αυτής. Ο Σταύρος με την Κρατική Ορχήστρα Λαϊκής Μουσικής που είχε φτιάξει, κάνουμε αυτό το αφιέρωμα και τραγουδάω και δικά μου  αλλά βασικά τραγουδάω Γκάτσο και είμαι μόνη μου απάνω. Πραγματικά αυτό δεν θα το ξεχάσω όσο ζω, πρώτα από όλα γιατί είδα να περνάει σαν ταινία από μπροστά μου ό,τι με μεγάλωσε και ό,τι με έκανε άνθρωπο, κανονικό άνθρωπο, και να έχω το δικαίωμα να λέω ότι είμαι Ελληνίδα μου το «χάρισε» ο Γκάτσος. 

Ήταν όλοι εκεί με ένα τρόπο,  όλοι οι μεγάλοι δημιουργοί. 

Ήταν όλοι εκεί.  Ξέρεις ο πρώτος άνθρωπος που γνωρίζω στο στούντιο, 16 χρονών πάω την ποδιά να τραγουδήσω το «Κάποιο τρένο» και ήταν εκεί ο Γκάτσος, είχε έρθει πριν από τον Μούτση, ήταν εκεί και με περίμενε. Και μπαίνω και ξεκινάει η διαδικασία και όταν βγαίνω, έχω πει το τραγούδι μου λεει ο Γκάτσος  «ξέρεις παιδί μου Δήμητρα, δεν είναι μόνο  ότι έχεις μια μαγική φωνή, μιλάς καλά ελληνικά». Δεν θα το ξεχάσω όσο ζω ότι ο Γκάτσο μου είπε αυτό το πράγμα και βέβαια έχει να κάνει ότι ερχόμουν από ένα σχολειό σαν του Ι.Μ Παναγιωτόπουλου τότε που πραγματικά μας μαθαίναν να μιλάμε καλά ελληνικά. 

Τι σπουδαίο είναι να έχεις μάθει καλά ελληνικά και τι σπουδαίο είναι να έχεις μάθει καλά και αυτό που σημαίνει το να ξέρεις ελληνικά δηλαδή να μπορείς να διαβάσεις, να μπορείς να απολαύσεις την ποίηση, τη λογοτεχνία να τη νιώσεις. Τι μεγάλη υπόθεση. 

Εμένα η υπόστασή μου είναι  μουσική αλλά το πάθος μου είναι η γλώσσα μου. 

Φαίνεται αυτό. Θέλω να πάμε και στα χρόνια σου στη Γαλλία, αλλά περίμενε ένα-ένα. Πάμε να ακούσουμε ένα τραγούδι από κείνη τη συναυλία στο Ηρώδειο, από κείνο το Live το «Αύριο πάλι» τραγούδι του Δήμου Μούτση. Υπέροχο τραγούδι που έχει πει ο Μπιθικώτσης μοναδικά, το λες υπέροχα και βέβαια να πούμε για το Σταύρο Ξαρχάκο ότι πέρα από σπουδαίος συνθέτης είναι ένας εκπληκτικός μουσικός γιατί οι ενορχηστρώσεις που κάνει, ο τρόπος που παίζει μουσική... Σαν ενορχηστρωτής είναι κάτι το απίστευτο αυτός ο άνθρωπος. 

Είναι ένας άνθρωπος με πάρα πολύ υψηλή αισθητική, δηλαδή θαυμαστά υψηλή αισθητική και πολύ γενναιόδωρος με το υλικό, δεν στέκεται στον εαυτό του. Έχει αγκαλιάσει το έργο σημαντικών δημιουργών με μοναδικό τρόπο. Έχει κάνει απίστευτη δουλειά. Εμένα είναι ο μεγάλος μου δάσκαλος 

Μεγάλη φυσιογνωμία και κατά τη γνώμη μου δεν έχει τιμηθεί όσο θα έπρεπε. 

Θα τιμηθεί δεν είναι αυτό το πρόβλημά του, το πρόβλημά του ότι θέλει να πεθάνει πάνω στη σκηνή. Μάλλον δεν το πρόβλημά του η ζωή του είναι γιατί καμιά φορά με τρομάζει αλλά είναι συγκλονιστικό η ενέργεια  που παίρνει αυτός ο άνθρωπος. Πραγματικά του έχω πολύ μεγάλη αδυναμία γιατί αν έμαθα να τραγουδάω το οφείλω στον Σταύρο Ξαρχάκο. Αυτός με έμαθε πραγματικά να τραγουδάω. 

Πάμε να ακούσουμε το Αύριο πάλι. Δήμητρα τι υπέροχη φωνή ήταν αυτή και είναι αυτή πάντα,  σπουδαία. Είναι ολοζώντανο. Τώρα θα τα πω όλα ό,τι έχω μάθει από τις πηγές μου από δω και από κει γιατί είμαι και λίγο κατάσκοπος. Μου έχουνε πει ότι τώρα πια τους κουρδίζουν λίγο τους τραγουδιστές δηλαδή όπου χάνει τον κουρδίζουν. Μου είπε λοιπόν μία πηγούλα μου πολύ καλή ότι η μόνη η οποία αρνείται να την κουρδίσουν και δεν θέλει με τίποτα κούρδισμα είναι η Δήμητρα.  Το αποφεύγει δηλαδή άμα της πεις να το κουρδίσω αρχίζει τα σου ξου μου 

Ναι εκτός αν έχω πιάσει μία φοβερή εκτέλεση και είναι ένα σημείο πολύ μικρό, ανεπαίσθητο όμως που λίγο έχω ξεφύγει λέω  άντε για να μην το χάσουμε βάλε. Εκεί δεν είναι κούρδισμά πια είναι απλά μια διόρθωση. 

Αλλά σου αρέσει και η μικρή ατέλεια γιατί ακριβώς είναι ανθρώπινη και επειδή δεν την έχεις σου αρέσει. 

Η ατέλεια κάνει τα πράγματα. Η παύση δεν κάνει τη μουσική, η πάση δεν κάνει το θέατρο; 

Την ώρα που τραγουδάς ή που αποφασίζεις πως θα πεις ένα τραγούδι τι είναι το κύριο σημείο σε σένα, είναι η μελωδία ή είναι ο στίχος; Θα μου πεις και τα δύο αλλά τι είναι αυτό που κυρίως σε κινητοποιεί;

Βασικά ο στίχος είναι αυτός που με αρπάζει, η μουσική όμως αν δεν είναι αυτή του στίχου δηλαδή αν δεν είναι γέννημα του στίχου τότε δεν μου λέει τίποτα. Το έλεγε ο Χατζηδάκης αυτό, μου έλεγε θα δώσω παράδειγμα πάρε την Αχάριστη του Τσιτσάνη εάν βάλεις στη μελωδία έναν άλλο στίχο δεν μπορείς να το ακούσεις αν βάλεις μια άλλη μελωδία δηλαδή δεν μπορείς να το ακούσεις, είναι τόσο δεμένο. Τότε είναι ένα πολύ καλό τραγούδι». Εγώ έχω πει τέτοια τραγούδια. Βρέθηκα δηλαδή στον κόσμο αυτού του τραγουδιού, αυτοί οι άνθρωποι κάνανε τέτοια τραγούδια δηλαδή οι συνεργασίες, είτε ήτανε στιχουργός- συνθέτης ήταν τόσο δεμένο πράγμα και τόσο κοντινή η συνεργασία δεν ήτανε δια τηλεφώνου. Δεν γινόταν έτσι, δουλεύαν οι άνθρωποι. 

Λέμε καμιά φορά σε κάποιους τραγουδιστές ότι ήσουνα ένας τυχερός άνθρωπος γιατί είχες σπουδαίους, εσύ δεν είσαι από αυτούς που θα στο έλεγε κανείς αυτό γιατί είσαι ένας άνθρωπος που μόνο αυτό θα μπορούσε να του συμβεί αλλιώς δεν θα ήταν τραγουδιστής. Δηλαδή δεν νομίζω ότι εσύ θα ήσουνα τραγουδίστρια έτσι κι αλλιώς αν έλεγες άλλα τραγούδια, έτσι δεν είναι; 

Δεν με ενδιέφερε καθόλου αυτό. Αυτός ήταν και ένας  λόγος που ποτέ μου δεν κοίταζα το θέμα της εμφάνισή μου, πάντα ερχόταν σε δεύτερη μοίρα. Μου λέγανε διάφορα...

Δεν σε απασχόλησε ποτέ αυτό έτσι;

Με απασχόλησε, ήθελα να είμαι decent στη σκηνή.

Decent είσαι έτσι κι αλλιώς, θέλω να πω ότι έπαιξες σε μια εποχή το ’70 και λίγο το ’80 μετά το σόου εγινε βασικό στοιχείο, εσύ κατάφερες να κάνεις και μουσικές παραστάσεις και μάλιστα πρωτοπόρες και σπουδαίες χωρίς το στοιχείο αυτό ότι θα κοιτάμε τι φοράει η Γαλάνη  

Γιατί έκανα μουσικές παραστάσεις και κάνω. Δηλαδή αυτό που σου έλεγα από την αρχή ότι όταν μου βιδώνεται κάτι στο κεφάλι τότε σημαίνει ότι πρέπει να γίνει. Αλλά μου βιδώνεται δηλαδή μου έρχεται μια ιδέα και κοιμάμαι το βράδυ, από την ώρα που πέφτω να κοιμηθώ μέχρι να την κάνω είμαι συνέχεια focusσαρισμένη σε αυτό. Τότε πρέπει να την κάνω. Δηλαδή αν δω ότι αρχίζει να με απασχολεί και θέλω να το ψάξω να το φτιάξω σημαίνει ότι αυτό πρέπει να γίνει.  Το «αυτό πρέπει να γίνει» δεν έχει χρόνο, θα γίνει όταν είναι έτοιμο. 

Δηλαδή μπορεί φέτος να σε απασχολήσει και να το κάνεις σε 2 χρόνια; 

Ναι

Άρα δεν είσαι δέσμια του χρόνου

Όχι παρόλο που έχω μεγαλώσει πια και  τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα, ο χρόνος περνάει. Πόσο θα αντέχω ακόμα, παρόλο και τώρα ακόμα είμαι με τέτοια σκέψη για τα πράγματα γιατί θέλω να αφήνω το χρόνο να λειτουργεί μόνος του στο υλικό. Έτσι είμαι γι’ αυτό και δεν κάνω συνεχείς εμφανίσεις. Έχω μία σκέψη, γίνεται και μετά περνάει ο καιρός για να το κάνω.

Και βέβαια είσαι ο κατεξοχήν καλλιτέχνης που δίνει ευκαιρίες σε νέους. Αυτό είναι σπάνιο σε σένα δηλαδή δεν υπάρχει αυτό νομίζω στη γενιά σου. Δεν υπάρχουν προσωπικότητες στο χώρο τον μουσικό που να έχουνε δώσει τόσες πολλές ευκαιρίες σε νέους. Σχεδόν το κάνεις σαν να είναι αποστολή ζωής ότι θέλω να είμαι οπωσδήποτε με τους νέους και αυτό σε κάνει και να φαίνεσαι και πολύ νέα. Δηλαδή δεν μιλάω μόνο εμφανισιακά που είσαι μία χαρά, αλλά μιλάω και σαν άνθρωπος. Ο τρόπος που σκέφτεσαι δεν είναι του ανθρώπου της ηλικίας σου, είναι ανθρώπου 30 χρόνια νεότερου. 

Οι νέοι μου δίνουν εμένα μεγάλες ευκαιρίες και η ευκαιρία τους δίνω εγώ είναι τίποτα μπροστά στις μεγάλες ευκαιρίες που μου δίνουν αυτοί. Να δω δηλαδή ξανά τα πράγματα μέσα από τα δικά τους μάτια με έναν καινούργιο τρόπο και με μία καινούργια ανάγνωση. 

Το καταλαβαίνω απόλυτα. Τι να παίξουμε τώρα το οποίο να έχει και σχέση με τους νέους. 

Εγώ λέω να παίξουμε Λοϊζο διότι ήταν άλλος ένας μεγάλος σταθμός αυτή η συνάντηση με αυτόν τον άνθρωπο όπου ήμασταν  φίλοι χρόνια και λέγαμε «μωρέ πότε θα κάνουμε ένα δίσκο» και κάποια στιγμή μου λέει έλα τώρα να πεις κάποια τραγούδια. Το  ονόμασε «Για μία μέρα ζωής» με την option ότι το επόμενο θα ήταν ένας δίσκος με τραγούδια του όλος, αλλά έφυγε. Είναι ο τελευταίος του δίσκος. 

Και λες το «Η μέρα εκείνη δεν θα αργήσει» ανάμεσα σε άλλα.