Η υψηλού επιπέδου ελληνική διπλωματία του Πολιτισμού: Ο κωδικός "Μόνα Λίζα" για τα Γλυπτά του Παρθενώνα
Διάθεση για συμβιβασμό
Aπό τις συζητήσεις που γίνονται μεταξύ των δύο πλευρών στο παρασκήνιο έχουν προκύψει συγκλίσεις σε σημαντικές πτυχές της τελικής φόρμουλας που θα υιοθετηθεί
Τόσο κοντά, τόσο μακριά; Κι όμως! Είναι μια σχετικά μικρή απόσταση (αν και κρίσιμη) αυτήν την οποία καλούνται να διανύσουν, μέσα στους επόμενους μήνες,
η Αθήνα και το Βρετανικό Μουσείο, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα, ακόμη και εντός του 2025. Στο μεταξύ, από τις συζητήσεις που γίνονται μεταξύ των δύο πλευρών στο παρασκήνιο έχουν προκύψει συγκλίσεις σε σημαντικές πτυχές της τελικής φόρμουλας που θα υιοθετηθεί.
Η πρώτη κοινή παραδοχή είναι ότι τα Γλυπτά που θα επιστραφούν από το Βρετανικό Μουσείο δεν θα αποχωρήσουν ποτέ από το Μουσείο της Ακρόπολης, με την
ελληνική πλευρά να αποστέλλει ως «αντιστάθμισμα» σημαντικά εκθέματα για πολυετείς περιοδικές εκθέσεις.
Η δεύτερη και ίσως πιο σημαντική είναι ότι η Αθήνα δεν θα «υποδεχθεί» το σύνολο των αρχαίων που αφαιρέθηκαν από τον Ελγιν, αλλά εκείνα που θα αποκαθιστούν την ενότητα των Γλυπτών. Αυτό που λείπει από τον διάκοσμο του Παρθενώνα στην Αθήνα και βρίσκεται στο Λονδίνο είναι περίπου το 50% από το σύνολό του - κυρίως τμήματα από τη ζωφόρο, τα αετώματα και τις μετόπες του.
διάθεση. Εξάλλου, είναι απολύτως ενδεικτική και προϊδεάζει για τις επικείμενες εξελίξεις η συχνή αναφορά του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, πως «εάν
κόβαμε στα δύο τη Μόνα Λίζα και η μισή ήταν στο Λούβρο και η άλλη μισή στο Βρετανικό Μουσείο, θα μπορούσαν οι θεατές να εκτιμήσουν την ομορφιά αυτού του πίνακα;». Φυσικά, αυτό κάθε άλλο παρά τυχαία ειπώθηκε: σύμφωνα με τη διαπραγμάτευση που εξελίσσεται, στην Ελλάδα θα επιστρέψουν τα εκθέματα που αποκαθιστούν την «ενότητα» των Γλυπτών, ενώ άλλα που δεν έχουν αυτή τη «συνάφεια» -για παράδειγμα, η Καρυάτιδα που αφαιρέθηκε από το Ερέχθειο- θα παραμείνουν στο Βρετανικό Μουσείο.
Η πολιτιστική διπλωματία είναι η χρήση πολιτιστικών στοιχείων (εκθέσεις, Τέχνες, Ιστορία, γλώσσα, παραδόσεις) ως μέσον για την οικοδόμηση σχέσεων μεταξύ
κρατών και οργανισμών, αποσκοπώντας -μέσω της προβολής του πολιτιστικού πλούτου μιας χώρας- στην αλληλοκαταννόηση, την εξοικείωση και τη συνεργασία. Και πράγματι, η αλληλοκατανόηση και η ουσιαστική διάθεση για συνεργασία αποτελούν κλειδιά για την ελληνοβρετανική προσέγγιση. Αλλά χρειάζονται μερικά
ακόμη βήματα που πρέπει να διανυθούν ώστε τα Γλυπτά του Παρθενώνα από τη χρόνια διένεξη να οδηγήσουν στη σύγκλιση, στη συνεργασία και σε μια αμοιβαία
αποδεκτή λύση, όπου η αξία και υπεραξία της πολιτιστικής διπλωματίας θα δώσει καρπούς.
Εξάλλου, τα σημαντικά εκθέματα που θα σταλούν στη Βρετανία για πολυετείς περιοδικές εκθέσεις ως αντιστάθμισμα αποτελούν την πεμπτουσία της πολιτιστικής διπλωματίας: θα συμβάλουν στην προβολή της πραγματικής θέσης της Ελλάδας στην πορεία του δυτικού πολιτισμού, δημιουργώντας περαιτέρω υπεραξία για τη χώρα.
έπρεπε οπωσδήποτε να αξιοποιηθεί.
Ακολουθούν μερικοί σταθμοί στην ιστορία και την εξέλιξη της ελληνικής πολιτιστικής διπλωματίας, η οποία πλέον είναι πιο ώριμη και ικανή να φέρνει απτά αποτελέσματα:
Το 1977 ιδρύεται το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών (ΕΠΚεΔ), έπειτα από μια έμπνευση και πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Το Διοικητικό Συμβούλιο και ο διευθυντής του ΕΠΚεΔ ορίζονται με απόφαση του υπουργού Πολιτισμού με τριετή θητεία που μπορεί να ανανεώνεται, ενώ ο τακτικός προϋπολογισμός του προέρχεται από επιχορήγηση του υπουργείου Πολιτισμού.
Η κεντρική εκδήλωση του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου ∆ελφών οργανώνεται συνήθως κατά το πρώτο δεκαήµερο του Ιουλίου κάθε έτους και περιλαµβάνει διεθνές επιστηµονικό συµπόσιο και καλλιτεχνικό πρόγραµµα (θέατρο, µουσική, εικαστικά, χορό, παραγωγή ντοκιµαντέρ κ.ά.). Πρόκειται για ένα φηµισµένο ευρωπαϊκό και παγκόσµιο πνευµατικό κέντρο στους ∆ελφούς, αλλά και για έναν πολιτιστικό φορέα που έχει στόχο την προώθηση της οικουµενικότητας, µέσω του
ελληνικού Πολιτισµού.
Σε αυτό το πλαίσιο, το ΕΙΠ έχει δηµιουργήσει ένα δίκτυο παραρτηµάτων εκτός Ελλάδας, µε έδρες στην Αλεξάνδρεια, το Βελιγράδι, το Βερολίνο, το Βουκουρέστι, τη Λευκωσία, τη Μόσχα, την Οδησσό, το Παρίσι, το Σαράγιεβο, την Τεργέστη και τα Τίρανα. Σύντοµα θα υπάρξει εκπροσώπηση του ΕΙΠ και σε άλλες χώρες µέσα από τη συνεργασία µε τις πρεσβείες µας και προσωπικότητες από την κάθε χώρα, για τη διάδοση του ελληνικού Πολιτισµού.
Και βέβαια, το 2004 η τέλεση των Ολυµπιακών Αγώνων υπήρξε µια κορυφαία, ιστορική στιγµή της σύγχρονης ελληνικής πολιτιστικής διπλωµατίας, η οποία -στην ουσία- κατάφερε να επανασυστήσει δυναµικά στην παγκόσµια κοινότητα τη σύγχρονη Αθήνα και Ελλάδα ως συνέχεια της αρχαιοελληνικής κληρονοµιάς - µία χώρα
δηλαδή που αξίζει να την επισκεφθεί κανείς όχι µόνο για το παρελθόν της, αλλά και γι’ αυτό που είναι σήµερα.
Σταδιακά, όµως, έγινε ακόµα περισσότερο αντιληπτό ότι ο ελληνικός Πολιτισµός και η συνεισφορά του στον παγκόσµιο αποκτά µια άλλη δυναµική όταν εκτίθενται αρχαιοελληνικοί και βυζαντινοί θησαυροί σε µεγάλα και φηµισµένα µουσεία ανά τον κόσµο. Ωσπου το 2008, µε απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού
Συµβουλίου (ΚΑΣ), έσπασε ένα ταµπού: εκείνο των «αµετακίνητων» αρχαιοτήτων µεγάλης αξίας.
Εν όψει της τότε φιλόδοξης έκθεσης µε τίτλο «Αγών. Το πνεύµα της άµιλλας στην αρχαία Ελλάδα» στην Κίνα, το ΚΑΣ ανέτρεψε τη µέχρι τότε πρακτική του να µην επιτρέπει τη µετακίνηση αρχαιοτήτων µεγάλης αξίας για λόγους συντήρησης και ασφάλειας, µε αποτέλεσµα µια έκθεση που ξεπέρασε και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις, κάνοντας τους Κινέζους να ανακαλύψουν και να αγαπήσουν την Ελλάδα. ∆εν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η έκθεση «Οι Ελληνες: Από τον Αγαµέµνονα
στον Μέγα Αλέξανδρο», που αυτή τη στιγµή πραγµατοποιείται στο Εθνικό Μουσείο του Πεκίνου (µέχρι τις 18 Μαΐου 2025), προκαλεί τον ενθουσιασµό, ενώ λαµβάνοντας οντας κανείς υπόψη του την επισκεψιµότητα θα µπορούσε να ισχυριστεί -ούτε λίγο ούτε πολύ- ότι ο Μέγας Αλέξανδρος
κατακτά την Κίνα!
Μάλιστα, ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, δήλωσε εντυπωσιασµένος από τα εκθέµατα και τον ελληνικό Πολιτισµό και ανέφερε πως «οι αρχαίοι πολιτισµοί της Κίνας και της Ελλάδας άκµασαν σε αντίθετες πλευρές της ευρασιατικής ηπείρου πριν από περισσότερες από δύο χιλιετίες, θέτοντας τα θεµέλια για την ανάπτυξη του ανθρώπινου πολιτισµού».
Προηγουµένως, είχε πραγµατοποιηθεί µία εξίσου επιτυχηµένη στάση της έκθεσης στο Hunan Museum, στην πόλη Τσανγκσά, ενώ θα ακολουθήσουν φέτος ακόµα δύο εκθέσεις: µία νέα έκθεση (πάλι στην Κίνα) µε τίτλο «∆αίδαλος» µε 175 εκθέµατα από το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου στο Μουσείο της Απαγορευµένης
Πόλης του Πεκίνου (από τις 15 Απριλίου 2025), αλλά και την επίσης σπουδαία έκθεση «Πρίγκιπες της Πύλου - Θησαυροί της Μεσσηνίας της Εποχής του Χαλκού» (από τις 25 Ιουνίου 2025) στο Μουσείο Ζαν Πολ Γκετί, στο Λος Αντζελες.
Επίσης, µια ιστορική συµφωνία-σταθµός, που συνδυάζει µοναδικά την προβολή του ελληνικού Πολιτισµού στο εξωτερικό µε τον επαναπατρισµό αρχαιοτήτων, ολοκληρώθηκε το 2024. Ο λόγος για την έκθεση µε 161 ελληνικές αρχαιότητες-δείγµατα του Κυκλαδικού Πολιτισµού, που εκτίθενται από πέρυσι τον Ιανουάριο ως
δάνειο (για µια δεκαετία) στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης. Πρόκειται για το σύνολο των έργων που είχαν παρανόµως εξαχθεί και πλέον έχουν επιστραφεί στη χώρα που τα δηµιούργησε, µε µία παραδειγµατική συµφωνία που καθιστά το ελληνικό κράτος αποκλειστικό ιδιοκτήτη τους.
Πάντως, η έκθεση του συνόλου των 161 αρχαιοτήτων δηµιουργεί ένα εξαιρετικό προηγούµενο για όλους: Για την Ελλάδα, που δείχνει καλή προαίρεση και πνεύµα αγαστής συνεργασίας µε τη χώρα που επέστρεψε τις παράνοµα αποκτηθείσες αρχαιότητες. Αλλά και για τη χώρα που τις επέστρεψε, η οποία είναι και αυτή -εν τέλει- ωφεληµένη.
Πάνω απ’ όλα, όµως, στην περίπτωση της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα, το αποκατεστηµένο πια και όχι διαµελισµένο Μνηµείο θα είναι µία θαυµαστή εξέλιξη για όλη την ανθρωπότητα. Αλλά και θα ανοίξει διάπλατα την οδό εκατέρωθεν ανταλλαγών -µεταξύ Ελλάδας και Μεγάλης Βρετανίας- για ιδιαίτερα σηµαντικές εκθέσεις, στα πρότυπα αυτής που πραγµατοποιείται στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης. Οπως, δηλαδή, προβλέπεται από µια συµφωνία στην οποία όλοι είναι κερδισµένοι...
Δημοσιεύθηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»
η Αθήνα και το Βρετανικό Μουσείο, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα, ακόμη και εντός του 2025. Στο μεταξύ, από τις συζητήσεις που γίνονται μεταξύ των δύο πλευρών στο παρασκήνιο έχουν προκύψει συγκλίσεις σε σημαντικές πτυχές της τελικής φόρμουλας που θα υιοθετηθεί.
Η πρώτη κοινή παραδοχή είναι ότι τα Γλυπτά που θα επιστραφούν από το Βρετανικό Μουσείο δεν θα αποχωρήσουν ποτέ από το Μουσείο της Ακρόπολης, με την
ελληνική πλευρά να αποστέλλει ως «αντιστάθμισμα» σημαντικά εκθέματα για πολυετείς περιοδικές εκθέσεις.
Η δεύτερη και ίσως πιο σημαντική είναι ότι η Αθήνα δεν θα «υποδεχθεί» το σύνολο των αρχαίων που αφαιρέθηκαν από τον Ελγιν, αλλά εκείνα που θα αποκαθιστούν την ενότητα των Γλυπτών. Αυτό που λείπει από τον διάκοσμο του Παρθενώνα στην Αθήνα και βρίσκεται στο Λονδίνο είναι περίπου το 50% από το σύνολό του - κυρίως τμήματα από τη ζωφόρο, τα αετώματα και τις μετόπες του.
Συμβιβαστική διάθεση
Για να υπάρξει ωστόσο αυτή η πρόοδος, χρειάστηκε να επιστρατευθεί εδώ και χρόνια μια (πολιτιστική) διπλωματία υψηλού επιπέδου, με ρεαλισμό και συμβιβαστικήδιάθεση. Εξάλλου, είναι απολύτως ενδεικτική και προϊδεάζει για τις επικείμενες εξελίξεις η συχνή αναφορά του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, πως «εάν
κόβαμε στα δύο τη Μόνα Λίζα και η μισή ήταν στο Λούβρο και η άλλη μισή στο Βρετανικό Μουσείο, θα μπορούσαν οι θεατές να εκτιμήσουν την ομορφιά αυτού του πίνακα;». Φυσικά, αυτό κάθε άλλο παρά τυχαία ειπώθηκε: σύμφωνα με τη διαπραγμάτευση που εξελίσσεται, στην Ελλάδα θα επιστρέψουν τα εκθέματα που αποκαθιστούν την «ενότητα» των Γλυπτών, ενώ άλλα που δεν έχουν αυτή τη «συνάφεια» -για παράδειγμα, η Καρυάτιδα που αφαιρέθηκε από το Ερέχθειο- θα παραμείνουν στο Βρετανικό Μουσείο.
Η πολιτιστική διπλωματία είναι η χρήση πολιτιστικών στοιχείων (εκθέσεις, Τέχνες, Ιστορία, γλώσσα, παραδόσεις) ως μέσον για την οικοδόμηση σχέσεων μεταξύ
κρατών και οργανισμών, αποσκοπώντας -μέσω της προβολής του πολιτιστικού πλούτου μιας χώρας- στην αλληλοκαταννόηση, την εξοικείωση και τη συνεργασία. Και πράγματι, η αλληλοκατανόηση και η ουσιαστική διάθεση για συνεργασία αποτελούν κλειδιά για την ελληνοβρετανική προσέγγιση. Αλλά χρειάζονται μερικά
ακόμη βήματα που πρέπει να διανυθούν ώστε τα Γλυπτά του Παρθενώνα από τη χρόνια διένεξη να οδηγήσουν στη σύγκλιση, στη συνεργασία και σε μια αμοιβαία
αποδεκτή λύση, όπου η αξία και υπεραξία της πολιτιστικής διπλωματίας θα δώσει καρπούς.
Εξάλλου, τα σημαντικά εκθέματα που θα σταλούν στη Βρετανία για πολυετείς περιοδικές εκθέσεις ως αντιστάθμισμα αποτελούν την πεμπτουσία της πολιτιστικής διπλωματίας: θα συμβάλουν στην προβολή της πραγματικής θέσης της Ελλάδας στην πορεία του δυτικού πολιτισμού, δημιουργώντας περαιτέρω υπεραξία για τη χώρα.
Ασύγκριτο πλεονέκτημα
Η αξία της πολιτιστικής διπλωματίας έγινε αντιληπτή στην Ελλάδα εδώ και αρκετές δεκαετίες. Αλλωστε, το πολιτιστικό απόθεμα που περιλαμβάνει -μεταξύ άλλων την αρχαία ελληνική Τέχνη και τα βυζαντινά κομψοτεχνήματα, μαζί με τη μακρά Ιστορία, δεν έπαψαν ποτέ να αποτελούν ένα τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα πουέπρεπε οπωσδήποτε να αξιοποιηθεί.
Ακολουθούν μερικοί σταθμοί στην ιστορία και την εξέλιξη της ελληνικής πολιτιστικής διπλωματίας, η οποία πλέον είναι πιο ώριμη και ικανή να φέρνει απτά αποτελέσματα:
Το 1977 ιδρύεται το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών (ΕΠΚεΔ), έπειτα από μια έμπνευση και πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Το Διοικητικό Συμβούλιο και ο διευθυντής του ΕΠΚεΔ ορίζονται με απόφαση του υπουργού Πολιτισμού με τριετή θητεία που μπορεί να ανανεώνεται, ενώ ο τακτικός προϋπολογισμός του προέρχεται από επιχορήγηση του υπουργείου Πολιτισμού.
Η κεντρική εκδήλωση του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου ∆ελφών οργανώνεται συνήθως κατά το πρώτο δεκαήµερο του Ιουλίου κάθε έτους και περιλαµβάνει διεθνές επιστηµονικό συµπόσιο και καλλιτεχνικό πρόγραµµα (θέατρο, µουσική, εικαστικά, χορό, παραγωγή ντοκιµαντέρ κ.ά.). Πρόκειται για ένα φηµισµένο ευρωπαϊκό και παγκόσµιο πνευµατικό κέντρο στους ∆ελφούς, αλλά και για έναν πολιτιστικό φορέα που έχει στόχο την προώθηση της οικουµενικότητας, µέσω του
ελληνικού Πολιτισµού.
Η ίδρυση του ΕΙΠ
Το 1992 ιδρύθηκε το Ελληνικό Ιδρυµα Πολιτισµού (ΕΙΠ) επί Προεδρίας του Κωνσταντίνου Καραµανλή, µε φιλόδοξο στόχο να αποτελέσει τον εξωστρεφή φορέα διάδοσης της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισµού. Επιπλέον, από το 1997 το ΕΙΠ, µε τον Ν. 2524/1997 ως Νοµικό Πρόσωπο Ιδιωτικού ∆ικαίου, εποπτευόµενο από το υπουργείο Πολιτισµού και Αθλητισµού και µε κύρια δραστηριότητα τις πολιτιστικές εκδηλώσεις, έχει στόχο τη διάδοση του ελληνικού βιβλίου, το θέατρο, τη µουσική, τις Τέχνες, την προβολή του ελληνικού κινηµατογράφου και τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, ενώ διαθέτει την απαιτούµενη γνώση και πείρα για να προβάλλει τον ελληνικό Πολιτισµό στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.Σε αυτό το πλαίσιο, το ΕΙΠ έχει δηµιουργήσει ένα δίκτυο παραρτηµάτων εκτός Ελλάδας, µε έδρες στην Αλεξάνδρεια, το Βελιγράδι, το Βερολίνο, το Βουκουρέστι, τη Λευκωσία, τη Μόσχα, την Οδησσό, το Παρίσι, το Σαράγιεβο, την Τεργέστη και τα Τίρανα. Σύντοµα θα υπάρξει εκπροσώπηση του ΕΙΠ και σε άλλες χώρες µέσα από τη συνεργασία µε τις πρεσβείες µας και προσωπικότητες από την κάθε χώρα, για τη διάδοση του ελληνικού Πολιτισµού.
Και βέβαια, το 2004 η τέλεση των Ολυµπιακών Αγώνων υπήρξε µια κορυφαία, ιστορική στιγµή της σύγχρονης ελληνικής πολιτιστικής διπλωµατίας, η οποία -στην ουσία- κατάφερε να επανασυστήσει δυναµικά στην παγκόσµια κοινότητα τη σύγχρονη Αθήνα και Ελλάδα ως συνέχεια της αρχαιοελληνικής κληρονοµιάς - µία χώρα
δηλαδή που αξίζει να την επισκεφθεί κανείς όχι µόνο για το παρελθόν της, αλλά και γι’ αυτό που είναι σήµερα.
Ο Μέγας Αλέξανδρος στην Κίνα
Σταδιακά, όµως, έγινε ακόµα περισσότερο αντιληπτό ότι ο ελληνικός Πολιτισµός και η συνεισφορά του στον παγκόσµιο αποκτά µια άλλη δυναµική όταν εκτίθενται αρχαιοελληνικοί και βυζαντινοί θησαυροί σε µεγάλα και φηµισµένα µουσεία ανά τον κόσµο. Ωσπου το 2008, µε απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συµβουλίου (ΚΑΣ), έσπασε ένα ταµπού: εκείνο των «αµετακίνητων» αρχαιοτήτων µεγάλης αξίας.
Εν όψει της τότε φιλόδοξης έκθεσης µε τίτλο «Αγών. Το πνεύµα της άµιλλας στην αρχαία Ελλάδα» στην Κίνα, το ΚΑΣ ανέτρεψε τη µέχρι τότε πρακτική του να µην επιτρέπει τη µετακίνηση αρχαιοτήτων µεγάλης αξίας για λόγους συντήρησης και ασφάλειας, µε αποτέλεσµα µια έκθεση που ξεπέρασε και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις, κάνοντας τους Κινέζους να ανακαλύψουν και να αγαπήσουν την Ελλάδα. ∆εν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η έκθεση «Οι Ελληνες: Από τον Αγαµέµνονα
στον Μέγα Αλέξανδρο», που αυτή τη στιγµή πραγµατοποιείται στο Εθνικό Μουσείο του Πεκίνου (µέχρι τις 18 Μαΐου 2025), προκαλεί τον ενθουσιασµό, ενώ λαµβάνοντας οντας κανείς υπόψη του την επισκεψιµότητα θα µπορούσε να ισχυριστεί -ούτε λίγο ούτε πολύ- ότι ο Μέγας Αλέξανδρος
κατακτά την Κίνα!
Μάλιστα, ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, δήλωσε εντυπωσιασµένος από τα εκθέµατα και τον ελληνικό Πολιτισµό και ανέφερε πως «οι αρχαίοι πολιτισµοί της Κίνας και της Ελλάδας άκµασαν σε αντίθετες πλευρές της ευρασιατικής ηπείρου πριν από περισσότερες από δύο χιλιετίες, θέτοντας τα θεµέλια για την ανάπτυξη του ανθρώπινου πολιτισµού».
Προηγουµένως, είχε πραγµατοποιηθεί µία εξίσου επιτυχηµένη στάση της έκθεσης στο Hunan Museum, στην πόλη Τσανγκσά, ενώ θα ακολουθήσουν φέτος ακόµα δύο εκθέσεις: µία νέα έκθεση (πάλι στην Κίνα) µε τίτλο «∆αίδαλος» µε 175 εκθέµατα από το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου στο Μουσείο της Απαγορευµένης
Πόλης του Πεκίνου (από τις 15 Απριλίου 2025), αλλά και την επίσης σπουδαία έκθεση «Πρίγκιπες της Πύλου - Θησαυροί της Μεσσηνίας της Εποχής του Χαλκού» (από τις 25 Ιουνίου 2025) στο Μουσείο Ζαν Πολ Γκετί, στο Λος Αντζελες.
Επίσης, µια ιστορική συµφωνία-σταθµός, που συνδυάζει µοναδικά την προβολή του ελληνικού Πολιτισµού στο εξωτερικό µε τον επαναπατρισµό αρχαιοτήτων, ολοκληρώθηκε το 2024. Ο λόγος για την έκθεση µε 161 ελληνικές αρχαιότητες-δείγµατα του Κυκλαδικού Πολιτισµού, που εκτίθενται από πέρυσι τον Ιανουάριο ως
δάνειο (για µια δεκαετία) στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης. Πρόκειται για το σύνολο των έργων που είχαν παρανόµως εξαχθεί και πλέον έχουν επιστραφεί στη χώρα που τα δηµιούργησε, µε µία παραδειγµατική συµφωνία που καθιστά το ελληνικό κράτος αποκλειστικό ιδιοκτήτη τους.
Πάντως, η έκθεση του συνόλου των 161 αρχαιοτήτων δηµιουργεί ένα εξαιρετικό προηγούµενο για όλους: Για την Ελλάδα, που δείχνει καλή προαίρεση και πνεύµα αγαστής συνεργασίας µε τη χώρα που επέστρεψε τις παράνοµα αποκτηθείσες αρχαιότητες. Αλλά και για τη χώρα που τις επέστρεψε, η οποία είναι και αυτή -εν τέλει- ωφεληµένη.
Win - win
Κάπως έτσι, η πολιτιστική διπλωµατία εδώ δηµιούργησε τις προϋποθέσεις ενός win - win, από το οποίο δεν υπάρχουν νικητές και ηττηµένοι. Και φυσικά, αυτό δηµιουργεί ένα υπέροχο, λειτουργικό προηγούµενο για µιµητές. Αλλωστε, όπως υπογράµµισε η υπουργός Πολιτισµού, Λίνα Μενδώνη, στα εγκαίνια: «Το ελληνικό αίτηµα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα υποστηρίζεται από αδιαµφισβήτητα ιστορικά, επιστηµονικά, νοµικά και ηθικά επιχειρήµατα. Επιπροσθέτως, υπάρχει µια ευρύτερη και οικουµενική διάσταση. Σε αντίθεση µε άλλα κλεµµένα έργα Τέχνης, τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι οργανικά και αναπόσπαστα µέρη µιας συµπαγούς καλλιτεχνικής δηµιουργίας».Πάνω απ’ όλα, όµως, στην περίπτωση της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα, το αποκατεστηµένο πια και όχι διαµελισµένο Μνηµείο θα είναι µία θαυµαστή εξέλιξη για όλη την ανθρωπότητα. Αλλά και θα ανοίξει διάπλατα την οδό εκατέρωθεν ανταλλαγών -µεταξύ Ελλάδας και Μεγάλης Βρετανίας- για ιδιαίτερα σηµαντικές εκθέσεις, στα πρότυπα αυτής που πραγµατοποιείται στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης. Οπως, δηλαδή, προβλέπεται από µια συµφωνία στην οποία όλοι είναι κερδισµένοι...
Δημοσιεύθηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»