Κριτική θεάτρου για τις «Διαβολογυναίκες» στο Θέατρο Τζένη Καρέζη
Χωρίς πτώμα δεν υπάρχει έγκλημα.
Ένα συναρπαστικό θρίλερ παρουσιάζεται αυτό τον καιρό στο Θέατρο Τζένη Καρέζη με θέμα την αιώνια αντιζηλία μεταξύ γυναικών που διεκδικούν τον ίδιο άντρα. Οι «Διαβολογυναίκες», το κλασικό φιλμ νουάρ του Ανρί-Ζορζ Κλουζό, μεταφέρεται για πρώτη φορά στο θέατρο σε μια παράσταση γεμάτη ένταση, σασπένς και αναπάντεχες ανατροπές σε θεατρική διασκευή της Σάρας Γανωτή και του Νίκου Σταυρακούδη.
Δυο γυναίκες με φανατικό κοινό, η Μαρία Καβογιάννη και η Καίτη Κωνσταντίνου, συναντιούνται θεατρικά στους πρωταγωνιστικούς ρόλους και το θέατρο γεμίζει κάθε βράδυ από το κοινό που εδώ και χρόνια διψάει να τις βλέπει μαζί, είτε στην τηλεόραση είτε στο θέατρο.
Με φόντο ένα ιδιωτικό σχολείο στα περίχωρα του Παρισιού των αρχών του 1950, μια απατημένη σύζυγος και μια προδομένη ερωμένη ενώνουν τις δυνάμεις τους προκειμένου να σκοτώσουν τον τυραννικό σύζυγο-εραστή τους σε κάτι που μοιάζει να είναι ένα τέλειο έγκλημα, αλλά τελικά πρόκειται για έναν εφιάλτη χωρίς τέλος. Το έργο είναι ιδιαιτέρως ανατρεπτικό και δεν αφήνει στον θεατή τα περιθώρια να βαρεθεί ούτε λεπτό, καθώς μέχρι το τελευταίο λεπτό η πλοκή του σε κράτα σε εγρήγορση.
Η Μαρία Καβογιάννη ακροβατεί ανάμεσα στο καλό και το κακό. Η μεγάλη θεατρική εμπειρία της τη βοηθάει να πλάσει έναν ρόλο μεστό από ανάγλυφες εικόνες, θεατρικότητα αλλά και ευλυγισία. Παίζει τη νόμιμη σύζυγο του Μισέλ, μια γλυκιά, σεμνή γυναίκα, που όταν απασφαλίσει γίνεται τέρας, έτοιμο να κατασπαράξει τον εχθρό της. Στο ξέσπασμά της κάπου στο μέσον του έργου είναι εξαιρετική, δημιουργώντας μια κορύφωση αναγκαία για το πέρασμα στο δεύτερο μέρος.
Η Καίτη Κωνσταντίνου είναι απόλυτα τρομακτική. Υποδυόμενη την ερωμένη Νικόλ Χόρνερ πλέκει μια συνομωσία που αν πετύχει θα τη σώσει, αν όμως αποτύχει θα την καταστρέψει για πάντα. Παίρνει το ρίσκο, ούσα σίγουρη για τη νίκη και καθόλου έτοιμη για τη μεγάλη ανατροπή, η οποία συμβολίζει και την ήττα του κακού.
Ο Νίκος Αρβανίτης στα καλύτερά του. Ο ρόλος του Μισέλ πολύ έντονος, συμβολίζει τον ανθρωπάκο που νομίζει πως θα βρει την ευτυχία καταπατώντας τους άλλους. Είναι ένας αντιήρωας της ζωής, πολύ γνώριμος σε όλους.
Η σκηνοθεσία ατμοσφαιρική και ισορροπημένη κυρίως στο δεύτερο μέρος που είναι πιο δεμένη, με γρήγορο ρυθμό και πιο σαφή κατεύθυνση προς το νουάρ. Αλλά δεν διακρίνεται από ιδιαίτερη πρωτοτυπία. Τα ψεύτικα γεμίσματα στα ποτήρια από ένα άδειο μπουκάλι και ο καναπές που «παίζει» σε όλες τις σκηνές μειώνουν τη δυναμική του έργου.
Στο έργο παίζουν ακόμα οι Σωτήρης Τσακομίδης, Δημήτρης Λιόλιος και ο νεοεμφανιζόμενος Μιχάλης Προσπαθόπουλος.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» το Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018.