Μετά από απουσία εφτά περίπου χρόνων από την Ελλάδα ο Φίλιππος Σοφιανός επιστρέφει στην πατρίδα του κάνοντας παράλληλα ένα δυνατό cοme back και στη θεατρική ζωή της Αθήνας.

Τα τελευταία χρόνια ζούσε μόνιμα στην Κύπρο, κάνοντας εκεί μια δεύτερη καριέρα με πολλές συμμετοχές σε θεατρικές παραστάσεις και τηλεοπτικές παραγωγές.

Ο ταλαντούχος ηθοποιός με αφορμή τη νέα του παράσταση, το "Τάβλι" του Δημήτρη Κεχαϊδη, που θα παιχτεί για 6 μόνο παραστάσεις στη θεατρική σκηνή του Faust σε σκηνοθεσία Πέρη Μιχαηλίδη, μας ανοίγει σήμερα την καρδιά του μιλώντας για όλα.

Mαθαίνουμε πως επιστρέφετε φέτος στην θεατρική Αθήνα με ένα πολύ αγαπημένο Νεοελληνικό έργο, το Τάβλι του Δ.Κεχαϊδη. Πως το αποφασίσατε;

Πέρυσι επέστρεψα μόνιμα στην Ελλάδα από την Κύπρο και ζω στην Καλαμάτα. Αρχικά ασχολήθηκα με το Περιφερειακό Θέατρο Καλαμάτας. Έκανα τον Χειμώνα τον Φιάκα, την κωμωδία του Μισιτζή, και το Καλοκαίρι παρουσιάσαμε με τον Πέρη Μηχαηλίδη το «Τάβλι» σε περιοδεία σε μικρά χωριά της Μεσσηνίας. Παίξαμε σε μικρές πλατείες, κάτω από δέντρα και μέσα σε αυλές και ήταν μια πολύ ωραία εμπειρία για μένα. Στη συνέχεια ο Πέρης σκέφτηκε πως μπορούμε να ανεβάσουμε την παράσταση αυτή και στην Αθήνα, στο Θέατρο Faust όπου θα παίξουμε 6 παραστάσεις. Με τον Μηχαηλίδη έχουμε δεσμούς πολλών χρόνων. Έχουμε κάνει πολύ σημαντικές συνεργασίες μαζί. Εγώ υποδύομαι τον Κόλια. Είναι ένα έργο που όλοι το γνωρίζουμε στις Δραματική Σχολή, όπου εδώ και χρόνια παίζεται συνέχεια. Αλλά με τον Κεχαϊδη εγώ τώρα τα βρήκα πολύ σκούρα. Γιατί αυτός ο άνθρωπος έχει εξαιρετικό βάθος. Η γραφή του είναι συγκλονιστική, βαθιά ελληνική και σπουδαία. Έχει αποτυπώσει μια Ελλάδα πανάρχαια. Οι ρόλοι δεν σηκώνουν εξυπνάδες. Γιατί πρέπει να δείξεις το πάθος, το βάσανο και το μαρτύριο αυτών των ανθρώπων. Και εκεί οι ρόλοι γίνονται μικρά διαμαντάκια.

Γιατί θα παίξετε έξι μόνο παραστάσεις;

Είναι θέμα παραγωγής. Από τη στιγμή που δεν έχουμε δικό μας χώρο και δεν επιχορηγούμαστε, δεν μπορούμε περισσότερο. Δεν θα βγάλουμε κάποιο κέρδος.

Τι μας λέει αυτό το έργο; Αν και έχουν περάσει περίπου 45 χρόνια από τότε που γράφτηκε, ο Φώντας και Κόλιας φαίνεται πως υπάρχουν ακόμα στη χώρα. Η νοοτροπία αυτή του πονηρού Έλληνα δεν αλλάζει ποτέ;

Δεν αλλάζει γιατί δεν αλλάζουν οι συνθήκες. Η πονηριά δεν θα φύγει γιατί υπάρχει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού που είναι αποκλεισμένο από την πρόσβαση στη μεγάλη δουλειά. Έχει φροντίσει ο καπιταλισμός και οι κυβερνώντες, αν δεν ανήκεις στην αγέλη, αν δεν έχεις κομματική ταυτότητα, να είσαι έξω από τα πάντα. Το έργο θέλει μεγάλους ανθρώπους να παίξουν τους ρόλους. Ανθρώπους που έχουν κουραστεί και προσπαθούν να πιάσουν την καλή. Η κομπίνα είναι στο dna του Έλληνα. Είμαστε κομπιναδώροι, τι να κάνουμε; Αυτό ακούστηκε δια στόματος Πρωθυπουργού, ο οποίος είπε «οι πολυμήχανοι Έλληνες, οι πολυμήχανοι Οδυσεείς», οι οποίοι βρίσκουν τρόπους για να τα καταφέρουν. Αυτό έχει μια αστεία και μια τραγική πλευρά που είναι άκρως συνυφασμένη με την ελληνική πραγματικότητα. Αυτό κάνει το έργο του Κεχαϊδη σύγχρονο, αν και έχει γραφτεί το 1972.Αυτή η αφέλεια και η αθωότητα των ελλήνων που νομίζουν πως μπορούν να κάνουν πράγματα χωρίς κανόνες, αποκαλύπτει το τραγικό της ουτοπίας στην οποία ζουν. Αυτό είναι ένα εθνικό χαρακτηριστικό που οδηγεί στο μαρασμό. Δυστυχώς δεν μπορούν να ελπίζουν σε κάτι άλλο, γιατί ζουν σε μια πραγματικότητα προδιαγεγραμμένη από άλλα κέντρα.

Στην περιοδεία σας στην επαρχία είδατε έναν άλλο κόσμο σε σχέση με τον κόσμο της Αθήνας και γενικά των πόλεων;

Ναι, βέβαια. Υπάρχει μια Ελλάδα που αγνοούμε εντελώς. Είναι εγκαταλελειμμένη. Τα χωριά μαραζώνουν επειδή δεν υπάρχουν κίνητρα για ζωή εκεί. Και θα σβήσουν από το χάρτη και θα τρώμε λάχανα από τις Βρυξέλες και τομάτες Ολλανδίας.

Είχατε ξανακάνει περιοδεία;

Η τελευταία περιοδεία που είχα κάνει, ήταν πριν 20 χρόνια, το 1998, όταν γεννήθηκε ο γιός μου. Με το ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων. Τότε γνώρισα μια Ελλάδα συγκλονιστική.

Πως νιώθετε που μετά από τόσα χρόνια ξαναδουλεύετε στην Ελλάδα; Πόσα χρόνια λείπετε από την Ελλάδα;

Έζησα στην Κύπρο επτά χρόνια. Αλλά και εκεί δεν σταμάτησα να κάνω θέατρο. Στην Ελλάδα παίζω από το 1980. Είναι μια πιντερική επιστροφή, ένας επαναπατρισμός. Αλλά βρήκα την Αθήνα πολύ διαφορετική από το 2011 που την άφησα. Βρήκα ανθρώπους σε μαρασμό και κατάθλιψη.

Τι σας είχε κάνει τότε να φύγετε;

Είχα φύγει γιατί με είχε κουράσει το παιχνίδι που γινόταν στο χώρο. Διάβαζα μια είδηση και αμέσως καταλάβαινα τι κρυβόταν από πίσω. Είχε παραγίνει το κακό. Και μετά εμφανίστηκαν τα αποτελέσματα. Η κρίση δεν είχε εμφανιστεί ακόμα, δεν την είχα πάρει χαμπάρι. Την κρίση την κατάλαβα όταν πήγα στην Κύπρο και όλα ήταν διαφορετικά. Αλλά εκεί είχα μια νέα αφετηρία ζωής. Έκανα πάλι οικογένεια και αυτό ήταν το μεγαλύτερο κίνητρο να μείνω μόνιμα. Ήταν μια αναθεώρηση όλης της ζωής μου, ένα restart. Απέκτησα εκεί ένα παιδί, αλλά έχω εδώ άλλα δύο.

Τόσα χρόνια είχατε θεατρικές ή τηλεοπτικές προτάσεις από την Ελλάδα;

Όχι, είχε κλείσει τελείως αυτό. Τότε έρχονταν οι Έλληνες στην Κύπρο και συμμετείχαν σε σήριαλ. Και ξανασυναντιόμασταν στην Κύπρο. Κι εγώ έκανα τηλεόραση, αλλά ήταν εντελώς διαφορετικές οι συνθήκες. Πολύ σκληρές. Το θέατρο στην Κύπρο είναι πολύ υγιές και οργανωμένο, αλλά η τηλεόραση εκεί δεν έχει καμία σχέση με αυτήν της Ελάδας. Οι παραγωγές εκεί στήνονται στον αέρα.

Σας δυσκόλεψε αυτό;

Ναι, γιατί ήμουν κακομαθημένος. Είχα κάνει στην Ελλάδα πολύ οργανωμένες και σοβαρές τηλεοπτικές δουλειές. Αλλά έπρεπε να δεχτώ τη νέα πραγματικότητα. Στην Κύπρο έκανα θέατρο, τηλεόραση, σκηνοθεσίες και διδασκαλία.

Αναπολείτε τις χρυσές εποχές που πέρασε το επάγγελμα σας;

Όχι δεν θέλω. Το αποφεύγω γιατί μου δημιουργεί θλίψη. Παλιά ζήσαμε ωραίες εποχές, αλλά δεν θέλω να γίνω γραφικός. Θα ήταν ένα σύμπτωμα γήρανσης αν σκεφτόμασταν τα παλιά. Θέλω να πιστεύω πως μετά την μεγάλη τηλεοπτική κατάρρευση που είχαμε, κάτι αρχίζει να γίνεται ξανά. Υπάρχει κάποια νέα κινητικότητα. Έχουν βγει και νέοι άνθρωποι πια. Αλλά πιστεύω ότι το χειρότερο πράγμα είναι οι ξεμωναχιασμένοι άνθρωποι. Τα στεγανά, στα οποία εγκλωβίζονται κάποιοι. Πρέπει να υπάρχει ζύμωση και ανακάτεμα της τράπουλας.

Εσείς δεν το κάνατε αυτό.

Όχι ποτέ. Δεν μπήκα σε ομάδες ή θιάσους πάνω από μια σεζόν.

Η καριέρα σας μετράει σήμερα 38 χρόνια. Τι σας έχει μάθει όλη αυτή η διαδρομή; Σε ποια στοιχεία στηρίζεται η τόσο μεγάλη πείρα σας;

Ο μπούσουλάς μου πάντα ήταν το καλό γούστο που έχω καλλιεργήσει και κατακτήσει. Αναζητώ πάντα την καλογουστιά. Και το άλλο είναι ότι έχω πια ξεμπερδέψει με τους προσδιορισμούς του καλού και του κακού θεάτρου. Αυτό που έχει σημασία είναι ο επαγγελματισμός και η νομιμότητα. Αν αυτά τηρούνται, μπορεί να υπάρχει θέατρο. Με ενοχλεί που πολλοί εκμεταλλεύονται τα νέα παιδιά που έχουν τη φιλοδοξία να ανέβουν στη σκηνή. Και πατάνε επί πτωμάτων και νεανικών κορμιών.

Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που έχετε έως τώρα αντιμετωπίσει στη δουλειά σας;

Τεράστιες δυσκολίες έχω περάσει. Έχω περάσει δια πυρός και σιδήρου σε αυτή τη δουλειά. Ήταν δύσκολα όταν κάποιες φορές αναγκάστηκα να κάνω σκόντο στα οικονομικά για να επιβιώσουμε χωρίς να τηρείται η νομιμότητα. Πολλές φορές έβαλα νερό στο κρασί μου, κάποιες άλλες φορές υποχώρησα ή έκανα πράγματα καθαρά για οικονομικούς λόγους. Έχω κάνει τέτοια, αλλά ευτυχώς όχι πολλές φορές. Οι καλές εποχές του θεάτρου ήταν όταν πηγαίναμε στη δουλειά με απέραντη χαρά.

Σε ποια θέματα επιμένετε να μην βάζετε νερό στο κρασί σας ότι και να γίνει;

Στην επιλογή των ανθρώπων με τους οποίους συνεργάζομαι επαγγελματικά. Είναι πολύ καθοριστικό αυτό για μένα. Δεν θα μπορούσα να συνυπάρξω με ηθοποιούς αμφιβόλου ποιότητας.

Τα επόμενα επαγγελματικά σας σχέδια ποια είναι; Το "Τάβλι" είναι για εσάς μια νέα αρχή;

Ναι. Είμαι σαν ένας ναυαγός που με αυτήν την παράσταση δίνω συντεταγμένες λέγοντας πως είμαι εδώ. Θα συνεχίσω να διδάσκω στη Δραματική Σχολή της Μαίρης Τράγκα, όπως έκανα και πριν φύγω από την Ελλάδα. Τώρα ήρθα μόνιμα στην Ελλάδα, αλλά θα πηγαίνω στην Κύπρο συχνά για να βλέπω την κόρη μου που είναι σήμερα 6 ετών. Και θα επιδιώξω να κάνω και κάποιο σήριαλ εκεί.

INFO: 

Το κλασσικό αριστούργημα του Δημήτρη Κεχαΐδη «Το Τάβλι», παρουσιάζεται για 6 μόνο παραστάσεις στη θεατρική σκηνή του Faust σε σκηνοθεσία Πέρη Μιχαηλίδη. Τους δύο εμβληματικούς ήρωες του έργου ερμηνεύουν ο Φίλιππος Σοφιανός και ο Πέρης Μιχαηλίδης.

Υπόθεση:

Η ιστορία είναι απλή. Δύο μεσήλικες, αντιπροσωπευτικοί τύποι της νεοελληνικής πραγματικότητας, προσπαθούν να σκαρώσουν ένα «σχέδιο» που θα τους βγάλει από το οικονομικό αδιέξοδο και θα τους δώσει τα φόντα για μια καλύτερη ζωή. Η συζήτηση για το περιβόητο «σχέδιο» διαδραματίζεται στη διάρκεια μιας παρτίδας τάβλι με ξεκαρδιστικούς διαλόγους από πρόσωπα οικεία, αναγνωρίσιμα, που πασχίζουν να «πιάσουν την καλή» για να βγουν από την καθημερινή μιζέρια.

Οι ήρωες του Κεχαΐδη, Φώντας και Κόλιας, είναι πρόσωπα της μεταπολεμικής Ελλάδας που ζουν μέσα στις αυταπάτες του παρελθόντος τρέφοντας μάταιες ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον. Άνθρωποι που πασχίζουν να βγουν από το περιθώριο ζουν και ονειρεύονται το μεγάλο «κόλπο» που θα τους οδηγήσει στην οικονομική και κοινωνική καταξίωση. Ένα έργο με αναφορές στη σημερινή Ελλάδα και πάντα επίκαιρο.

Από Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου

25, 26, 27 Σεπτεμβρίου 21:00
28 Σεπτεμβρίου 21:00
29 Σεπτεμβρίου 18:00
30 Σεπτεμβρίου 21:00

Γενική Είσοδος: 10 ευρώ
Διάρκεια: 60 λεπτά

Faust: Αθηναϊδος 12 & Καλαμιώτου 11, Μοναστηράκι - Τηλ κρατήσεων: 2103234095