Εθνική πόλο Ανδρών: Πιο γρήγορα, πιο ψηλά, πιο δυνατά - Βλάχος, Φουντούλης και Γενηδουνιάς στο parapolitika.gr (Βίντεο)
Τι διημείφθη στην αίθουσα αφίξεων του «Ελ. Βενιζέλος»
Την κάπως πιο έντονη κίνηση στην αίθουσα αφίξεων του «Ελ. Βενιζέλος», η εθνική πόλο Ανδρών έχει κάνει κανόνα τα τελευταία 8 χρόνια. Ακόμα και τα ξημερώματα της Δευτέρας, 31 Ιουλίου, περί τις 2, όταν με πρώτο τον Θοδωρή Βλάχο, που έψαχνε τη θωριά της κόρης του για να φορέσει το πιο λαμπερό χαμόγελό του και να της δείξει ότι όλα έχουν περάσει, η Εθνική βγήκε, κομφετί έπεσαν στο χώρο.
Αξίζει να υπενθυμιστεί το ιστορικό: επί δεκαετία, η πρόκριση στην τετράδα μεγάλης διοργάνωσης ήταν η ουρτικαρία της εθνικής ομάδας. Μετά το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του Μόντρεαλ και την πρόκριση σε ημιτελικό τρίτου μεγάλου τουρνουά σε μια διετία, η «γαλανόλευκη» δεν κατάφερε να φτάσει στην τετράδα μεγάλης διοργάνωσης μέχρι τη διοργάνωση του Καζάν, το 2015. Αυτό συνέβη έξι μήνες αφού ανέλαβε ο Θοδωρής Βλάχος το τιμόνι της εθνικής ομάδας και από τότε το έχει… παρακάνει.
Συμπεριλαμβανομένου του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος το ’15, η Εθνική έχει καταφέρει και έχει περάσει σε τέσσερις τετράδες της διοργάνωσης, δηλαδή επιπλέον το 2019, το 2022 και το 2023 και μόνο μία φορά δεν κατάφερε να πάρει μετάλλιο, το 2019. Μπήκε στην τετράδα του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος το 2016 στο Βελιγράδι, όμως δεν έχει ακόμη καταφέρει να σπάσει την «κατάρα» και να ανέβει σε βάθρο στη διοργάνωση. Έχει, φυσικά, δύο τετράδες σε World League, το 2016 και το 2020, στις οποίες πήρε το χάλκινο μετάλλιο. Και, φυσικά, έχει την κορονίδα των κατορθωμάτων του ελληνικού πόλο, τη συμμετοχή στον τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων το 2021 στο Τόκιο με τη Σερβία, που υπήρξε ανταγωνιστική πριν οι «ορλόβι» του Ντούσαν Σάβιτς απομακρυνθούν του ορίζοντά της, για να δώσουν χρυσό στον επιθανάτιο ρόγχο μιας σπουδαίας γενιάς παικτών.
Το άθροισμα είναι… οκτώ ημιτελικοί. Ένα εκπληκτικό επίτευγμα, αν κάποιος υπολογίσει πως στην Ιστορία του ελληνικού πόλο, η Εθνική έφτασε στον τελικό του FINA Cup το 1997, σε δύο ημιτελικούς Παγκόσμιου Πρωταθλήματος το 2003 και το 2005, στον ημιτελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος το 1999, σε δύο χάλκινα μετάλλια World League, το 2004 και το 2006, και, βέβαια, στην τετράδα των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, το 2004. Έως εκείνη τη διοργάνωση, η έκτη θέση στην Ατλάντα, το 1996, ήταν το καλύτερο πλασάρισμα.
Επί θητείας Βλάχου, η Εθνική έπαιξε σε δύο τελικούς, κάτι που δεν είχε συμβεί πριν. Σχεδόν εκπλήρωσε όλα τα απωθημένα της, εκτός του χρυσού μεταλλίου.
Ο λόγος που αναφέρονται τα ανδραγαθήματα, αφορά στη συγγνώμη που ζήτησε ο ομοσπονδιακός τεχνικός μετά τη λήξη του τελικού στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα της Φουκουόκα, το Σάββατο 29 Ιουλίου, όταν η Εθνική έχασε το χρυσό μετάλλιο στα πέναλτι με τους Ούγγρους.
Ήταν, κιόλας, η πρώτη ερώτηση που του έγινε από το parapolitika.gr τα ξημερώματα της Δευτέρας, όταν πια η Εθνική βγήκε ύστερα από αρκετή αναμονή και οι παίκτες φωτογραφήθηκαν με το νεόκοπο αναπληρωτή υπουργό Αθλητισμού, Γιάννη Βρούτση, αλλά και το γενικό γραμματέα Αθλητισμού, Γιώργο Μαυρωτά, οι οποίοι συμφώνησαν στις δηλώσεις τους ότι αυτό το μετάλλιο, προς πείσμα της εκτίμησης των απανταχού χρυσοχόων, δεν είναι ασημένιο, αλλά χρυσό.
Παρ’ ότι με στοιχεία φόρτισης και περιγράφοντας το γιατί ξεφούρνισε εκείνη τη συγγνώμη -η οποία απέκτησε τόση απήχηση που ομολόγησε ότι «αν το ήξερα δεν θα την ζητούσα, διότι δεν ήθελα να μπω μπροστά από την ομάδα» ο Βλάχος ήταν πολύ πιο ήρεμος στον απολογισμό του, ωστόσο ενδεχομένως να έπαιξε ρόλο και η κούραση. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούσε να κρύψει το χαμόγελό του -ή, εν πάση περιπτώσει, το άφησε ελεύθερο- όταν υπενθυμίστηκε (και αξίζει να υπενθυμίζεται) πως η Ελλάδα εξασφάλισε για δεύτερη φορά, κατά τη θητεία του, την πρόκριση σε Ολυμπιακούς Αγώνες μέσα από μεγάλη διοργάνωση. Το έκανε στο Καζάν, όταν νίκησε την Ιταλία στα πέναλτι στο μικρό τελικό, το έκανε και τώρα, στη Φουκουόκα της Ιαπωνίας, μια διοργάνωση που δίνονταν μόνο δύο εισιτήρια.
Ο Γιάννης Φουντούλης, επί παραδείγματι, που επίσης έπειτα από καιρό είδε την οικογένειά του και πραγματικά θα ήθελε, αν μπορούσε, να φύγει ακαριαία από το αεροδρόμιο, μίλησε για την πρωτόφαντη πρόκληση που η Εθνική θα κληθεί να αντιμετωπίσει, καθώς τον Ιανουάριο θα παίξει Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στη Νετάνια του Ισραήλ και τον Φεβρουάριο θα τραβιέται στην Ντόχα για το νέο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, που θα χρησιμεύσει ως «μίνι προολυμπιακό τουρνουά», όπως είπε ο Βλάχος.
Για τον 35χρονο Χιώτη περιφερειακό, που στον υπογράφοντα είχε δηλώσει, μετά τους Ολυμπιακούς του Τόκιο και παρ’ ότι είχε την ευκαιρία να κάνει την υποστολή της δικής του σημαίας με το ασημένιο μετάλλιο στο στήθος, αποχωρώντας εν χορδαίς και οργάνω, πως οσμίζεται μετάλλια σε αυτήν την ομάδα και «γι’ αυτό έχω αποφασίσει να συνεχίσω για όσο με θέλουν». Έχει πάρει ήδη δύο, οπότε το δίκιο του ήταν ο… Ψηλορείτης. Φυσικά και τον θέλουν, άλλωστε στο κρίσιμο σημείο του τελικού έκανε το παρατρίχα κορυφαίο κλέψιμο της καριέρας του.
Αυτό για το οποίο ο Φουντούλης δεν πρέπει να ανησυχεί, είναι το μέλλον της Εθνικής. Ο Κωνσταντίνος Γενηδουνιάς, βεβαίως, επ’ ουδενί πια αναγιγνώσκεται ως το χρυσό τάλαντο μιας ομάδας η οποία… θα νικήσει, διότι νικάει εντός, εκτός και επί ταυτά. Ο Γενηδουνιάς είναι τριαντάρης, το ίδιο και ο σπουδαίος Άγγελος Βλαχόπουλος, ο οποίος έμεινε στην Αθήνα για να βρίσκεται δίπλα στη μητέρα του, η οποία αντιμετωπίζει πρόβλημα υγείας. Ο Βλαχόπουλος εμφανίστηκε στο αεροδρόμιο και ο Μάνος Ζερδεβάς, τερματοφύλακας της Εθνικής, του αφιέρωσε την πορεία της ομάδας, με το λακωνικό «για σένα».
Με τον Γενηδουνιά, συνοδοιπόροι εξ απαλών ονύχων, δεν είναι γνωστό αν είπαν κάτι εκείνο το βράδυ, το σίγουρο είναι ότι οι διάλογοί τους, και ως σειρές στο ηλικιακό κομμάτι, είναι εν οίκω, κάτι που απαγορεύει το εν δήμω.
Ο ίδιος ο σπουδαγμένος στην Καλιφόρνια περιφερειακός είναι από εκείνους που δεν διστάζουν να θέτουν ψηλά τις προσδοκίες τους για την ομάδα τους -με τον κίνδυνο της αερολογίας. Απλώς, στην περίπτωση του Γενηδουνιά, το παράδειγμα είναι ένας πυγμάχος, ο οποίος γίνεται προκλητικός με τον αντίπαλό του και έπειτα τον ρίχνει νοκ άουτ, για να μπορεί μετά να λέει ότι αυτά που ισχυρίζεται, τα εννοεί -και δεν υπάρχει πιο απτή απόδειξη από το πρακτέο.