Θοδωρής Δέδες: Ένας "ποδοσφαιρικός μετανάστης" που... ανοίγει δρόμους στη Γερμανία!
Ολοένα και περισσότερα Ελληνόπουλα εγκαταλείπουν το «ελληνικό ποδόσφαιρο της διαφθοράς και της αβεβαιότητας» και αναζητούν λύτρωση στο εξωτερικό – Συνέντευξη με τον Θοδωρή Δέδε που διαπρέπει στη Γερμανία ως προπονητής.
Να ξυπνάς το πρωί και να πηγαίνεις χαμογελαστός στην προπόνηση. Να γνωρίζεις ότι το έργο σου αξιολογείται βάσει των επιδόσεών σου και όχι από τη… σκοτεινή δράση οποιουδήποτε παράγοντα, ή τη «χειραγώγηση» ενός αγώνα από εξωγενείς… παρεμβάσεις.
Στοιχεία αυτονόητα για την καριέρα ενός εργαζομένου στο χώρο του ποδοσφαίρου στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες του πλανήτη, όχι όμως και στην Ελλάδα. Είναι τόσο αποκρουστικό πλέον το ελληνικό ποδόσφαιρο που ολοένα και περισσότερα Ελληνόπουλα που επιθυμούν να εργαστούν επαγγελματικά στο χώρο, αναζητούν διαφυγή στο εξωτερικό προκειμένου να κυνηγήσουν τα όνειρά τους σε ένα εργασιακό περιβάλλον που πάνω απ’ όλα θα τους σέβεται.
Και δεν αναφερόμαστε μόνο σε γνωστούς ποδοσφαιριστές ή προπονητές, αλλά σε νέα άγνωστα παιδιά που εγκαταλείπουν τη γενέτειρα τους και ξεκινούν ένα δύσκολο και μοναχικό ταξίδι ακόμη και σε χώρες όπως η Γερμανία, που θεωρητικά βρίσκονται αντιμέτωποι με μεγάλο ανταγωνισμό.
Ο Θοδωρής Δέδες είναι ένας από τους πολλούς «ποδοσφαιρικούς μετανάστες» που αναζητούν λύτρωση και ευκαιρίες στη δική τους «Γη της Επαγγελίας». Βρέθηκε στη Γερμανία το 2008, μέσω του προγράμματος Erasmus ως φοιτητής στον κλάδο της Διοίκησης Επιχειρήσεων, αλλά πάντα είχε ανθρώπους δίπλα του να τον προτρέπουν να ασχοληθεί με την προπονητική.
Η εξέλιξη της καριέρας του, δεν είναι απλά εντυπωσιακή αλλά και άκρως διδακτική για όσους συνομήλικους συμπατριώτες μας αναζητούν τη δική τους… λύτρωση σε μια χώρα που θα σέβεται περισσότερο τη δουλειά τους, αλλά και το ίδιο το ποδόσφαιρο.
Άλλωστε, ο Θοδωρής Δέδες αποδεικνύει ότι με όραμα, μεράκι και σκληρή δουλειά, καμία ποδοσφαιρική πόρτα στη Γερμανία δεν παραμένει ερμητικά κλειστή. Ξεκίνησε να εργάζεται σε ερασιτεχνικές κατηγορίες, "έχτισε" το όνομά του αναλαμβάνοντας ως πρώτος προπονητής τη γυναικεία ομάδα της Μέπεν και πλέον έφτασε να εργάζεται ως βοηθός τεχνικός στην ιστορική Μανχάιμ που αγωνίζεται στην τρίτη επαγγελματική κατηγορία της χώρας.
"Στο ποδόσφαιρο της Γερμανίας συναντάς αξιοκρατία και ευκαιρίες για όλους"
«Η Γερμανία είναι ένα κράτος αξιοκρατικό. Γι’ αυτό και μένω εκεί. Η δουλειά που θα κάνεις θα ανταμειφθεί», υπογραμμίζει ο νεαρός προπονητής και συνεχίζει: «Είναι μια απόφαση ζωής να φύγεις μόνος σου στο εξωτερικό. Χρειάζεται θάρρος και υπομονή αλλά η εμπειρία θα σε ανταμείψει. Προσωπικά θα το πρότεινα ανεπιφύλακτα. Προφανώς μου λείπει η οικογένειά μου, οι φίλοι μου, ο καιρός. Αλλά με αυτά που συμβαίνουν τελευταία στη χώρα μας, δεν έχω λόγο να σκέφτομαι την επιστροφή. Αν βρισκόταν ένα ενδιαφέρον πρότζεκτ ίσως να το συζητούσα, αλλά με αυτά που βλέπω δεν έχω καμία διάθεση να το πράξω».
Είχες πάρει διπλώματα από εδώ όσον αφορά την προπονητική όταν πήρες τη μεγάλη απόφαση να φύγεις για τη Γερμανία;
Όχι. Σπούδασα στο Όλντενμπουργκ προπονητική (κάτι σαν τα ΤΕΦΑΑ εδώ) συνδυαστικά με γερμανική φιλολογία. Και τότε ξεκίνησαν και οι πρώτες προπονητικές δουλειές.
Βρήκες κατευθείαν προπονητική δουλειά;
Θα έλεγα πως ναι. Στην αρχή δοκίμασα να παίξω ερασιτεχνικά αλλά με το που προέκυψε προπονητική ευκαιρία την άρπαξα κατευθείαν. Ήταν σε μια ομάδα Κ17 στα τοπικά του Όλντενμπουργκ, συγκεκριμένα την FC Ohmstede. Εκεί προπονητής ήταν ένας γονέας πιο πολύ για… χόμπι οπότε εγώ έφτιαχνα όλο το πρόγραμμα προπονήσεων και έτσι απέκτησα την πρώτη μου εμπειρία.
Ισχύει ότι στη Γερμανία πρέπει να ξέρεις τη γλώσσα για να… επιβιώσεις;
Είναι τεράστιο πλεονέκτημα ειδικά αν θες να ξεκινήσεις από τις μικρότερες κατηγορίες και να χτίσεις τη δική σου διαδρομή από κάτω προς τα πάνω, όπως η δική μου περίπτωση και όχι μόνο. Ασφαλώς αν είσαι φτασμένος προπονητής και δουλέψεις σε επαγγελματική ομάδα η ανάγκη γίνεται όλο και… μικρότερη. Όμως ακόμα και σε αυτό το επίπεδο είναι μεγάλο εφόδιο να γνωρίζεις τη γλώσσα και την κουλτούρα μιας χώρας ώστε να είναι αποτελεσματικότερο το management σου. Οι Γερμανοί, πάντως, το εκτιμούν πολύ περισσότερο αν ξέρεις τη γλώσσα τους.
Πώς προέκυψε η πρώτη σου «μεγάλη» δουλειά και ποια ήταν αυτή;
Αναμφίβολα η πρώτη δουλειά που με έκανε να μπορώ να ζω αποκλειστικά από την προπονητική ήταν στη γυναικεία ομάδα της Meppen. Όμως ακόμα και εκεί δεν πήγα κατευθείαν στην πρώτη ομάδα. Πρώτα ξεκίνησα από την Κ17 που αγωνιζόταν στην Bundesliga. Εκείνη η ευκαιρία προέκυψε και… συγκυριακά. Ήμουν προπονητής σε μια μεικτή ομάδα κοριτσιών Κ13 και κατά σύμπτωση υπεύθυνη ήταν η Τεχνική Διευθύντρια της Meppen.
Χρειάστηκε να περάσεις από συνέντευξη;
Ασφαλώς. Υπήρχαν και άλλοι υποψήφιοι για τη θέση. Πέρασα κανονικά από συνέντευξη και έπρεπε να παρουσιάσω τον εαυτό μου και το όραμά μου. Ακόμα και όταν πήρα την… προαγωγή για την πρώτη ομάδα της Meppen πέρασα από συνέντευξη αν και τότε τα πράγματα ήταν σχετικά… προαποφασισμένα καθώς ήξεραν και το χαρακτήρα μου, και το όραμά μου αλλά και τη δουλειά μου.
"Καμία διαφορά ανδρικό με γυναικείο ποδόσφαιρο"
Διέκρινες κάποια επιφυλακτικότητα ως προς τους Έλληνες;
Σε καμία περίπτωση. Τουλάχιστον σε εμένα. Ίσα ίσα ήταν το… ice breaker ώρες ώρες. Μέσα από την προσπάθεια να μιλήσω τη γλώσσα τους, με σεβάστηκαν ακόμα περισσότερο. Θα μπορούσα να πω ότι σε κάποιες περιπτώσεις υπήρχε και… ενθουσιασμός για το ότι ήμουν Έλληνας.
Συνάντησες διαφορές στο γυναικείο ποδόσφαιρο; Πώς και αποφάσισες να εξερευνήσεις και εκείνο το χώρο;
Μου αρέσει το ποδόσφαιρο και μου αρέσει να διδάσκω. Όταν ήρθε πρώτη φορά μια συμφοιτήτριά μου να μου προτείνει τη δουλειά στη μεικτή των κοριτσιών, δέχθηκα κατευθείαν. Ήθελα να ανακαλύψω τον χώρο. Και πλέον μπορώ να πω ότι παίρνοντας το feeling για το γυναικείο ποδόσφαιρο ειδικά στη Γερμανία όπου υπάρχει τεράστιο ταλέντο, πλέον δεν μου κάνει καμία διαφορά να προπονώ άντρες ή γυναίκες.
Από πότε ξεκίνησε να σε καλύπτει μισθολογικά η προπονητική;
Η δουλειά ως πρώτος προπονητής της πρώτης ομάδας στην γυναικεία ομάδα της Meppen ήταν και η πρώτη που με κάλυψε. Πριν από αυτό έκανα πολλές ακόμα δουλειές. Είτε πάνω στην προπονητική διάφορα part time προγράμματα. Έκανα προπονητής στην ομάδα του Πανεπιστημίου στο Όλντενμπουργκ, σε μια ομάδα προσφύγων, στην μεικτή κοριτσιών Κ13 που ανέφερα νωρίτερα, σαν μεταφραστής, σαν καθηγητής στο UEFA C και αρκετά ακόμη πράγματα για να καταφέρω να ζω αξιοπρεπώς.
Άρα σε γενικές γραμμές υπάρχει ζήτηση εργασίας στο γερμανικό ποδόσφαιρο;
100% υπάρχει. Λόγω του πληθυσμού και λόγω του αριθμού των ομάδων. Υπάρχουν πάρα πολλές ομάδες. Αλλά εδώ στο ερασιτεχνικό δεν θα πληρωθείς. Άντε να βγάλεις ένα χαρτζιλίκι. Πολλοί το κάνουν εθελοντικά κιόλας. Τις ακαδημίες τις βοηθούν πολύ οι γονείς και μου έκανε εντύπωση όλο αυτό. Ένα άτυπο πρόγραμμα ανταλλαγής είχαμε κάνει στο οποίο πήγαμε με την ομάδα μου 5 μέρες στην Ελλάδα (στα Βριλήσσια όπου τότε προπονητής ήταν ο Β. Καραμουλάς) και 5 μέρες ήρθαν εκείνοι σε εμάς. Οι γονείς κάλυψαν όλο το ταξίδι των παιδιών τους και φιλοξένησαν και τα παιδιά που ήρθαν από την Ελλάδα. Αυτή ήταν μια από τις ομορφότερες εμπειρίες μου.
Υπάρχουν και θέσεις εκτός προπονητικής;
Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Τυχαία ένας προπονητής μου πρότεινε σαν αναλυτή σε επίπεδο πρακτικής ένα παλικάρι. Το παλικάρι αυτό είναι πλέον αναλυτής στην γυναικεία ομάδα της Άιντραχτ Φρανκφούρτης που αγωνίζεται στο Champions League.
Με όλα αυτά που ζεις, θα αποφάσιζες να επιστρέψεις κάποια στιγμή στην Ελλάδα για να εργαστείς στη χώρα μας ως προπονητής;
Προφανώς μου λείπει η οικογένειά μου, οι φίλοι μου, ο καιρός. Αλλά με αυτά που συμβαίνουν τελευταία στη χώρα μας, δεν έχω λόγο. Προφανώς αν ερχόταν μια πρόταση από ένα ενδιαφέρον πρότζεκτ θα το σκεφτόμουν. Αλλά αυτή τη στιγμή δεν έχω κάποια τέτοια διάθεση.
Ποιοι είναι οι δικοί σου στόχοι πλέον;
Αν και έχω απομυθοποιήσει κάπως την έννοια του στόχου, καθώς ζω με αυτά που προκύπτουν, θα σας πω κάτι γενικό. Στόχος μου είναι να παίζω σε γεμάτα γήπεδα και να κάνω αυτό που αγαπώ. Να μην ξυπνήσω ποτέ και να πω «ποιος πάει για προπόνηση τώρα». Να ξέρω ότι κερδίζω-χάνω δε θα κριθεί σε ένα αποτέλεσμα η δουλειά μου. Και σαν κάτι πιο ειδικό, στόχος μου είναι να πάρω το UEFA Pro και να προπονήσω σαν πρώτος προπονητής σε επαγγελματική ομάδα.