Βέλγιο: Η εθνική ομάδα που ενώνει μια διχασμένη κοινωνία
«Δεν είναι ομάδα, είναι ιδέα» παρατηρεί ο διεθνής Τύπος
To Βέλγιο βρίσκεται στα προημιτελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου στη Ρωσία μετά από έναν… τρελό αγώνα, ενάντια στην Ιαπωνία, όπου με ανατροπή από 0-2 σε 3-2 (!) έφθασαν στην πρόκριση.
Τώρα, οι «κόκκινοι διάβολοι» του Ρομπέρτο Μαρτίνεθ, θα συγκρουστούν με το μεγάλο φαβορί για την κατάκτηση του τίτλου, Βραζιλία. Όμως, όπως σημειώνει εύστοχα η εφημερίδα της Αργεντινής Clarin, η παρέα του Νεϊμάρ «δεν θα αντιμετωπίσει μόνο μια ομάδα, αλλά μια ιδέα».
Το Βέλγιο γνωρίζει πλέον την υποστήριξη όπως και κάθε άλλη εθνική ομάδα, αλλά είναι αλήθεια ότι διαχρονικά, αυτή η εθνική ομάδα έχει χρησιμοποιηθεί ως ένα είδος… κόλλας για να ενώσει μια κοινωνία χωρισμένη.
Περίπου το 60% των Βέλγων είναι Φλαμανδοί, περισσότερο από 35% γαλλόφωνοι, ενώ υπάρχει και μικρή μειονότητα γερμανική.
Φλαμανδοί και Γαλλόφωνοι ζουν, σαν να είναι όνοι τους στη χώρα, γυρίζοντας χαρακτηριστικά την πλάτη στον άλλο. Βλέπουν διαφορετικά τηλεοπτικά δίκτυα, διαβάζουν διαφορετικές εφημερίδες, πηγαίνουν σε διαφορετικά σχολεία και Πανεπιστήμια και δύσκολα βρίσκονται σε ίδιες δουλειές.
Οι μικτοί γάμοι δεν φθάνουν καν στο 1% γενικά, τόσο θρησκευτικοί όσο και πολιτικοί, σε μια μικρή χώρα που διασχίζει κάποιος με το αυτοκίνητο σε λιγότερο από δύο ώρες και στην οποία εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι μετακινούνται καθημερινά μακριά από σπίτι τους για εργασία.
Λίγο πάνω από το ένα τρίτο των Φλαμανδών, ψηφίζουν τα κόμματα που ζητούν την ανεξαρτησία.
Με δεδομένη αυτή την εικόνα της διαίρεσης, οι «κόκκινοι διάβολοι» έφτασαν στο Παγκόσμιο Κύπελλο στη Βραζιλία το 2014, όπου εμφανίστηκαν με μια νέα και συναρπαστική ομάδα.
Η αίσθηση της εθνικής ενότητας που δημιουργήθηκε τότε και τώρα ενισχύεται επειδή η ομάδα είναι πιθανό να κάνει κάτι μεγάλο στη Ρωσία, αναδεικνύεται από τους ιστορικούς στο βελγικό Τύπο, ως κάτι που δεν είχε φανεί από την εποχή της απελευθέρωσης, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το Βέλγιο δεν είναι μία χώρα που αρέσκεται να εμφανίζει πατριωτισμό, αλλά οι δρόμοι των Βρυξελλών (μια πόλη με 63% του πληθυσμού, αποτελούμενη από αλλοδαπούς και πλειοψηφία Γαλλόφωνων) και των Φλαμανδικών πόλεων, είναι γεμάτοι με βελγικές σημαίες, που κρέμονται από τα παράθυρα και καλύπτουν τα αυτοκίνητα.
Στις πλατείες, τοποθετήθηκαν γιγάντιες οθόνες, προκειμένου οι φίλαθλοι να δουν τα παιχνίδια, κάτι πρωτοφανές σε αυτή τη χώρα. Σε μια χώρα όπου συνηθίζεται να κοιμούνται κοντά στις 22:00, οι θριάμβοι του Βελγίου γιορτάζονται μέχρι και τα μεσάνυχτα.
Ο πρωθυπουργός Σαρλ Μισέλ έδωσε ένα T-shirt της εθνικής ομάδας στην ομόλογό του της Βρετανίας Τερέζα Μέι, κατά την άφιξή τους στη Σύνοδο Κορυφής.
Οι εορτασμοί για τις νίκες, ήταν μεγάλοι και πολλοί οπαδοί, βλέπουν στην ομάδα τους πιθανότητες για την κατάκτηση του παγκόσμιου τίτλου.
Αυτό το Βέλγιο, είναι επίσης ένα πολυπολιτισμικό σημείο συγκέντρωσης. Το τελευταίο μεγάλο ποδοσφαιρικό Βέλγιο, ήταν αυτό που αποκλείστηκε στα ημιτελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου στο Μεξικό το 1986, από την Αργεντινή του Ντιέγκο Μαραντόνα. Αυτή ήταν μια ομάδα λευκών ξανθών. Η χώρα δεν είναι πλέον έτσι και η ομάδα λειτουργεί τώρα ως μαγνήτης για τα παιδιά των μεταναστών.
Πολλά από τα αστέρια της εθνικής έχουν ξένες ρίζες, μιλούν άπταιστα τις δύο γλώσσες της χώρας. Από τους 23 που ταξίδεψαν στη Ρωσία για το Μουντιάλ, οι 11 είναι παιδιά αλλοδαπών. Οι Κομπανί, Μπογιάτα, Τίλεμανς, Λουκάκου και Μπατσουαγί είναι από το Κονγκό, οι Φελαϊνί και Τσαντλί από το Μαρόκο, ενώ ο Καράσκο από την Ισπανία, ο Βίτσελ από την Μαρτινίκα, ο Γιανουζάι από το Κόσοβο και ο Ντεμπελέ από το Μάλι.
Δεκάδες χιλιάδες παιδιά και νέοι από φτωχές γειτονιές, πολλοί από τους οποίους ήταν παιδιά ή εγγόνια μεταναστών που ζουν στο Βέλγιο από τη δεκαετία του 1950 (Ισπανοί, Ιταλοί, Έλληνες, Τούρκοι, Αλβανοί, Κονγκολέζοι, Μαροκινοί), βλέπουν την επιτυχία των παικτών αυτών, ως ένα παράδειγμα που μπορούν να ακολουθήσουν.
Η πολυπολιτισμικότητα αυτή, έχει αλλάξει και την αντιμετώπιση. Ο επιθετικός της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Ρομέλου Λουκάκου, που σημείωσε στα δύο πρώτα παιχνίδια τέσσερα γκολ, φιλοξενήθηκε πριν από δύο εβδομάδες στη διαδικτυακή έκδοση «The Players Tribune», όπου αφηγείται τα παιδικά του χρόνια της φτώχειας και της στέρησης, μιλώντας για την αλλαγή νοοτροπίας σε ένα μεγάλο μέρος της χώρας προς τα παιδιά της μετανάστευσης.
Ο Λουκάκου έγραψε: «Όταν τα πράγματα πήγαιναν καλά, οι εφημερίδες με αποκαλούσαν ο Βέλγος επιθετικός. Όταν πήγαιναν άσχημα, ο Βέλγος επιθετικός, γινόταν με καταγωγή από το Κονγκό».
Τα βελγικά μέσα ενημέρωσης δεν χρησιμοποιούν πλέον αυτή τη διαφορά και οι παίκτες φαίνεται να έχουν απαλλαγεί από οποιοδήποτε… στίγμα.
Πηγή: in.gr