Super League: Ποιος αντέχει αλήθεια ένα τόσο ανταγωνιστικό πρωτάθλημα;
Τα πάντα σε μια κλωστή
Τα playoffs της Super League που κόβουν την ανάσα, η μάχη σώμα με σώμα ΠΑΟΚ, ΑΕΚ, Ολυμπιακού, Παναθηναϊκού για το φετινό τίτλο και η τοξικότητα που απειλεί να μετατρέψει σε «πόλεμο» τη στέψη του πρωταθλητή.
Τέσσερις ομάδες να διεκδικούν τον τίτλο του πρωταθλητή ξεκινώντας τα playoffs της Super League με συνολικό χάντικαπ τεσσάρων βαθμών να τις χωρίζει. Ούτε στην Premier League τέτοιο σενάριο, για να είμαστε ειλικρινείς.
Από άποψη ανταγωνιστικότητας, λοιπόν, είναι δεδομένο ότι ετοιμαζόμαστε να ζήσουμε το πιο συναρπαστικό πρωτάθλημα των τελευταίων ετών, μη γράψουμε και δεκαετιών. Από άποψη… τοξικότητας, όμως, είμαστε σε θέση να το διαχειριστούμε; Και το ερώτημα δεν απευθύνεται στους παράγοντες όλων των ομάδων που έχουν κριθεί πολλάκις μετεξεταστέοι στη νηφαλιότητα με την οποία αντιμετωπίζουν τα αποτελέσματα είτε της δικής τους ομάδας, είτε των αντιπάλων της, αλλά σε όλα τα υπόλοιπα μέλη της ποδοσφαιρικής μας κοινωνίας. Στους παίκτες, τους προπονητές, τους οπαδούς, τους φιλάθλους, εμάς τους δημοσιογράφους.
Τα playoffs της Super League και η μάχη με τους "δαίμονες"
Πριν από κάθε αγωνιστική θα ερχόμαστε αντιμέτωποι με σενάρια συνομωσίας σαν αυτά που συνόδευαν τις περσινές αναμετρήσεις του Άρη με τον Ολυμπιακό και τις φετινές των «κίτρινων» με την ΑΕΚ. Και στις δύο περιπτώσεις οι Θεσσαλονικείς εμφανίζονταν παρασκηνιακά ως «παράρτημα» των δύο «μεγάλων» του κέντρου και τελικά είδαμε την πραγματικότητα στο χορτάρι να εξελίσσεται εντελώς διαφορετικά.
Κατά τη διάρκεια κάθε αγωνιστικής θα πρέπει να διαχειριζόμαστε αποφάσεις διαιτητών που θα εξαρτώνται καθαρά από τη δική τους κρίση. Πως θα αντιδρούμε όταν είναι εις βάρος της ομάδας που υποστηρίζουμε; Δεν αναφερόμαστε σε εξόφθαλμες περιπτώσεις καταστρατήγησης των κανονισμών (που λογικά βγάζουν από τα ρούχα τους ακόμη και υγιείς φιλάθλους) αλλά για αποφάσεις που χρίζουν ερμηνείας από τους διαιτητές.
Πόσο εύκολο είναι να παρακολουθούμε παιχνίδια που θα κρίνουν ένα ολόκληρο πρωτάθλημα… χωρίς να έχουμε το πιστόλι της καχυποψίας «καρφωμένο» στο κεφάλι μας και χωρίς να είμαστε σκαρφαλωμένοι στα κάγκελα σε κάθε σφύριγμα ή κάθε υπόδειξη ενός διαιτητή, ενός VARίστα ή ενός βοηθού;
Ακόμη, όμως, κι αν ξεπεράσουμε όλους τους παραπάνω «δαίμονες» της ποδοσφαιρικής μας πραγματικότητας, πόσο εύκολο είναι να αποδεχτούμε ότι η ομάδα που υποστηρίζουμε μπορεί να χάσει το πρωτάθλημα επειδή απλά οι αντίπαλοί της ήταν καλύτεροι;
Κι αν συμβεί αυτό πόσο εφικτό είναι να αποδεχτούμε ότι τόσο ο προπονητής, όσο και ποδοσφαιριστές της ομάδας μας πάλεψαν με όλες τους τις δυνάμεις να φτάσουν στην επίτευξη του στόχου τους, αλλά απλά… δεν έτρεχαν μόνοι τους;
Μπορούμε να διαχειριστούμε πιθανή αποτυχία της ομάδας μας στη μάχη του τίτλου στη Super League;
Γιατί δεδομένα… αποκλείεται να κατακτήσουν το πρωτάθλημα παρεούλα ΠΑΟΚ, ΑΕΚ, Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός. Ενδεχομένως ο ένας εκ των τεσσάρων να μην έχει καν εξασφαλίσει θέση στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις της επόμενης σεζόν.
Είμαστε σε θέση να διαχειριστούμε μια αποτυχία της ομάδας που υποστηρίζουμε χωρίς να… αρπάξουμε όποια «διαδικτυακή» πέτρα βρούμε μπροστά μας και αρχίσουμε να «λιθοβολούμε» όποιον προπονητή ή ποδοσφαιριστή τόλμησε να θίξει τον εγωισμό και την τιμή μας;
Μην κοροϊδευόμαστε! Οι οπαδοί και των τεσσάρων διεκδικητών του τίτλου έχουν τους δικούς τους ξεχωριστούς λόγους για να είναι «ποτισμένοι» μέχρι το μεδούλι με το μικρόβιο της καχυποψίας. Κάπου όμως έχουμε πάψει να απολαμβάνουμε την κανονική διάσταση του ποδοσφαίρου και παρακολουθούμε πλέον τα ντέρμπι δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στους διαιτητές και λιγότερο στα αστέρια των ομάδων μας.
Γι’ αυτό προτού καθίσουμε στις εξέδρες ενός γηπέδου, ή μπροστά από την τηλεόρασή μας για να απολαύσουμε τα πρώτα «καυτά» ντέρμπι των playoffs θα πρέπει αρχικά να καθίσουμε μπροστά από τον καθρέφτη μας. Και πριν τυλίξουμε το κασκόλ της αγαπημένης μας ομάδας στο λαιμό αφενός να αντιληφθούμε το μέγεθος της δικής μας ευθύνης απέναντι της και αφετέρου το ρόλο που πρέπει να διαδραματίσουμε σε όσα θα ζήσουμε τις επόμενες εβδομάδες.
* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Απογευματινή"