Terra Incognita και Ιλουµινάτων Αβατον η Ρωσική ∆ούµα (Κοινοβούλιο) και η λειτουργία του Πούτιν συνέχεια της πολιτείας Γέλτσιν, όπου η αυθαιρεσία ονοµάζεται δηµοκρατική διαδικασία, ο αυταρχισµός κοινοβουλευτισµός και ο τσάρος Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας. Η κεντρική ιδέα του πρόσφατου διαγγέλµατος που απηύθυνε ο Βλαντιµίρ Πούτιν στον ρωσικό λαό περί εκτεταµένης συνταγµατικής αναµόρφωσης δεν ήταν πως πρόκειται να αλλάξει το ρωσικό καθεστώς - αυτό δεν πρόκειται να συµβεί. Η κεντρική ιδέα ήταν µάλλον πως ο Πούτιν ξέρει πολύ καλά ότι το καθεστώς του βρίσκεται στη λάθος πλευρά της Ιστορίας και είναι αποφασισµένος να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να παραµείνει εκεί.


Ο Βλαντιµίρ Πούτιν ίσως προετοιµάζει το έδαφος για να παραµείνει ηγέτης της Ρωσίας πολύ πέρα από το τέλος της προεδρίας του - κάτι που δεν αποτελεί έκπληξη για κανέναν. Στο ετήσιο διάγγελµά του προς το ρωσικό έθνος, στις αρχές Ιανουαρίου, παρουσίασε έναν οδικό χάρτη για τη ριζική αναµόρφωση των πολιτικών θεσµών της Ρωσίας, αφήνοντας να εννοηθεί ότι στις προθέσεις του εντάσσεται και µια εκτεταµένη συνταγµατική αναθεώρηση. Αµέσως υπέβαλε την παραίτησή του ολόκληρο το Υπουργικό Συµβούλιο, µε πρώτο και καλύτερο τον πρωθυπουργό, Ντµίτρι Μεντβέντεφ.

Οι προτάσεις του Πούτιν ήταν ασαφείς και σε ορισµένα σηµεία αντιφατικές. Ωστόσο παρέχουν πολύτιµα στοιχεία σχετικά µε τα σχέδια που έχει για µετά το 2024, οπότε και ολοκληρώνεται η δεύτερη διαδοχική θητεία του - που κατά τον νόµο είναι και η τελευταία. Κατ’ αρχήν, ο Πούτιν σκοπεύει να µετακυλίσει εξουσίες από τον πρόεδρο στην Κρατική ∆ούµα (το Κοινοβούλιο) και να µεταφέρει σηµαντικές, αν και αδιευκρίνιστες έως τώρα, εξουσίες σε ένα Κρατικό Συµβούλιο υπό την ηγεσία του (θεσµός που δεν προβλέπεται από το Σύνταγµα) και στο Συµβούλιο Ασφαλείας (το οποίο αναφέρεται µεν, αλλά δεν περιγράφεται στο Σύνταγµα).

Άλλες αλλαγές που πρότεινε περιλαµβάνουν την καταστολή των συνταγµατικών ελέγχων και θεσµικών αντίβαρων, την εξάλειψη ουσιαστικά της ανεξαρτησίας της ∆ικαιοσύνης, την απώλεια αυτονοµίας των αυτοδιοικήσεων των δήµων και την υπεροχή της ρωσικής νοµοθεσίας έναντι των υποχρεώσεων που απορρέουν από διεθνείς συµβάσεις. Το Σύνταγµα της Ρωσίας αναφέρει ρητά ότι µόνο µια Συντακτική Συνέλευση µπορεί να τροποποιήσει αυτές τις θεµελιώδεις αρχές του ρωσικού πολιτικού συστήµατος. Και ο Πούτιν δήλωσε ότι δεν σκοπεύει να συγκαλέσει Συντακτική Συνέλευση.

Υπό αυτή την έννοια, το διάγγελµά του εξέθεσε ένα απροκάλυπτο σχέδιο για πραξικόπηµα ή, πιο συγκεκριµένα, αυτό που οι πολιτικοί επιστήµονες αποκαλούν «αυτοπραξικόπηµα» - ένα άλλοτε αγαπηµένο εργαλείο διάφορων Λατινοαµερικανών «καουδίγιο». Στην πραγµατικότητα, αυτό το πραξικόπηµα είναι ένα «µη γεγονός»: η δραµατική αναθεώρηση των πολιτικών θεσµών δεν συνεπάγεται καµία απολύτως αλλαγή στο πολιτικό καθεστώς της Ρωσίας.

Εξ ορισµού, ένα πολιτικό καθεστώς απαρτίζεται από ένα σύνολο κανόνων, επίσηµων ή άτυπων, οι οποίοι καθορίζουν την επιλογή των ηγετών και των πολιτικών που αυτοί εφαρµόζουν. Πριν από το πραξικόπηµα, ο Πούτιν είχε τον έλεγχο και των δύο. Μετά το πραξικόπηµα, εξακολουθεί να έχει τον έλεγχο και των δύο και στόχος του είναι να συνεχίσει να τον έχει. Οπως το έθεσε ο πρόεδρος της Κρατικής ∆ούµας, Βιάτσεσλαβ Βολόντιν, το 2014 (όταν ήταν αναπληρωτής επιτελάρχης του Πούτιν): «Υπάρχει ο Πούτιν, υπάρχει η Ρωσία. Τέρµα ο Πούτιν, τέρµα και η Ρωσία». Ασφαλώς, η χώρα Ρωσία θα είναι πολύ µακροβιότερη από τον άνθρωπο Πούτιν.

Οµως ο Βολόντιν αναφερόταν στο ρωσικό πολιτικό καθεστώς που δηµιούργησε ο Πούτιν κατ’ εικόνα του. Αυτό το καθεστώς ενδέχεται να αναµορφωθεί, αλλά αυτό πιθανότατα δεν θα συµβεί όσο είναι στην εξουσία ο Πούτιν. Το ερώτηµα σχετικά µε το αν ενδέχεται ο Πούτιν να αναγκαστεί να παραιτηθεί από την εξουσία δεν έχει τεθεί σοβαρά εδώ και πολύ καιρό.

Ορισµένοι ίσως σκέφτηκαν (ή ήλπισαν) ότι ίσως επιλέξει να συνταξιοδοτηθεί το 2024. Αν όµως είχε τέτοιο σκοπό, τότε θα προετοίµαζε το έδαφος εισάγοντας θεσµικά αντίβαρα, προκειµένου να εξασφαλίσει την ασφάλεια και ευηµερία του µετά την αποχώρησή του.

Αντίθετα, προαναγγέλλοντας σχέδια για την κατάλυση των θεσµικών αντίβαρων, ο Πούτιν κατέστησε απολύτως σαφές ότι σκοπεύει να παραµείνει στην εξουσία, αν και παραµένει αβέβαιο πώς ακριβώς σκοπεύει να διαµορφώσει το σύστηµα που θα του το επιτρέψει.

Οι ρωσικές ελίτ αναµφισβήτητα συζητούν για τις διάφορες επιλογές που έχει ο Πούτιν από τότε που ξεκίνησε η τρέχουσα θητεία του, το 2018. Για παράδειγµα, θα µπορούσε να δηµιουργήσει µια νέα ένωση µε τη Λευκορωσία, κάτι που θα του έδινε τη δυνατότητα να ξεκινήσει από την αρχή το µέτρηµα ως προς τα χρονικά όρια της θητείας του. Ο Πούτιν επέλεξε να ακολουθήσει το παράδειγµα του Καζάκου προέδρου, Νουρσουλτάν Ναζαρµπάγεφ, ο οποίος παραιτήθηκε µεν από το προεδρικό αξίωµα, διατηρώντας δε µεγάλο µέρος της εξουσίας που κατείχε σε αυτήν τη θέση.

Λίγο πριν από την παραίτησή του, ο Ναζαρµπάγεφ ενίσχυσε το Συµβούλιο Ασφαλείας του Καζακστάν και στη συνέχεια έγινε πρόεδρός του. Ακόµη, διορίστηκε επισήµως «Ηγέτης του Εθνους» µε δικαίωµα βέτο σε όλους τους σηµαντικούς διορισµούς. Ο Πούτιν δείχνει επίσης να προετοιµάζει το έδαφος για να επιλέξει έναν πιστό διάδοχο. Μεταξύ των προτάσεών του είναι µια αυστηρότερη προϋπόθεση µόνιµης κατοικίας για τους προεδρικούς υποψηφίους.

Προς το παρόν, ένας υποψήφιος πρόεδρος πρέπει να έχει ζήσει στη Ρωσία 10 χρόνια, τουλάχιστον, ενώ ο Πούτιν θέλει να το κάνει 25 χρόνια. Επιπλέον, θέλει να αποκλείσει από την προεδρία όποιον είχε ποτέ στη ζωή του αλλοδαπή υπηκοότητα ή άδεια διαµονής σε χώρα του εξωτερικού. Οποιος και αν είναι αυτός που ο Πούτιν επιχειρεί να φωτογραφίσει µε αυτόν τον κανόνα -πιθανότατα ο ηγέτης της αντιπολίτευσης, Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, ο οποίος εγκατέλειψε τη Ρωσία το 2013-, προφανώς αποτελεί επικίνδυνα µεγάλη απειλή για τον διάδοχο της επιλογής του.

Παρόμοιους σκοπούς µοιάζει να προάγει και η πρόταση για την εξάλειψη της υπεροχής του ∆ιεθνούς ∆ικαίου, των διεθνών συµβάσεων και των αποφάσεων των διεθνών οργανισµών στη Ρωσία. Το Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων προβαίνει τακτικά σε ανατροπή καταδικαστικών αποφάσεων σε ποινικές υποθέσεις εις βάρος του έτερου δηµοφιλούς ηγέτη της αντιπολίτευσης, Αλεξέι Ναβάλνι. Προκειµένου να αποσοβήσει τυχόν αντιστάσεις σε αυτό το παιχνίδι εξουσίας, ο Πούτιν ανακοίνωσε παράλληλα αύξηση των ετήσιων κοινωνικών δαπανών κατά περίπου 0,5% του ΑΕΠ.

Επιπλέον, αντικατέστησε τον βαθιά αντιδηµοφιλή Μεντβέντεφ µε έναν εξαιρετικά ικανό, αλλά χαµηλού προφίλ τεχνοκράτη, τον Μιχαήλ Μισούστιν, ο οποίος ήταν προηγουµένως επικεφαλής της φορολογικής Αρχής. Οπως και οι άλλοι «µη πολιτικοί» πρωθυπουργοί του Πούτιν -Μιχαήλ Φραντκόφ (2004-2007) και Βίκτορ Ζουµπκόφ (2007-2008)-, ο Μισούστιν έχει το πολύ εξυπηρετικό «πλεονέκτηµα» ότι δεν διαθέτει το απαραίτητο πολιτικό χάρισµα ώστε να αποτελέσει απειλή για τον Πούτιν. Μπορεί ο Μισούστιν να χαίρει σεβασµού για τον εξορθολογισµό και την ψηφιοποίηση του φορολογικού συστήµατος της χώρας, όµως η δηµοτικότητά του µετριάζεται από το γεγονός ότι η είσπραξη των φόρων αυξήθηκε δραστικά υπό την ηγεσία του. Ο Πούτιν φαίνεται πως τα έχει σκεφτεί όλα.

Οµως το γεγονός ότι το θεωρεί απαραίτητο να φτάσει σε τέτοια άκρα προκειµένου να προστατεύσει τον εαυτό του και τον πιθανό διάδοχό του αποκαλύπτει πόσο επισφαλής είναι η θέση του. Τα άλλοτε δυσθεώρητα ποσοστά δηµοφιλίας του κατέβηκαν στο ευτελές (για τα δεδοµένα του) 64% τον ∆εκέµβριο του 2019. Ενας διάδοχος, ακόµα και πιστός σε αυτόν, θα ήταν εξαιρετικά απίθανο να πλησιάσει έστω αυτά τα ποσοστά. Αρα, η κεντρική ιδέα του πρόσφατου διαγγέλµατος του Πούτιν δεν είναι ότι θα αλλάξει το ρωσικό καθεστώς. Αυτό δεν πρόκειται να συµβεί, κάτι που δείχνουν ότι αντιλαµβάνονται και οι χρηµατοπιστωτικές αγορές, καθώς δεν σηµείωσαν καµία υποχώρηση στον απόηχο του διαγγέλµατός του.