Ογδόντα χρόνια, µε νύχια και µε δόντια, το κοσµικό κράτος στην Τουρκία κράτησε το Ισλάµ στο περιθώριο. Κι όταν το έβλεπε να σηκώνει κεφάλι, κατέφευγε στα πραξικοπήµατα. ∆έκα, ούτε λίγα ούτε πολλά, έγιναν τα τελευταία 60 χρόνια. Και πολλά κατέληγαν σε αιµατηρές συγκρούσεις. Ολα αυτά για να κρατηθεί το Ισλάµ µακριά από την εξουσία. Τώρα, όµως, το Ισλάµ κυβερνάει και αυτό σηµαίνει εκατοντάδες χιλιάδες προσωπικοί κυβερνητικοί υπάλληλοι, καθηγητές, δηµοσιογράφοι στις φυλακές, µε πολύχρονες καταδίκες. Και το σηµερινό άρθρο αποκαλύπτει µια Τουρκία στα χαρακώµατα.

Η Τουρκία βίωσε µια απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήµατος τη νύχτα της 15ης Ιουλίου 2016, το οποίο, σύµφωνα µε πολλούς, ήταν εικονικό, µε στόχο την εδραίωση της αυταρχικής εξουσίας του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, εξοντώνοντας αντιφρονούντες και διαµορφώνοντας τις κατάλληλες συνθήκες για να αποκτήσει απόλυτη εξουσία στην Τουρκία. Το αποτυχηµένο πραξικόπηµα σκότωσε 251 ανθρώπους και τραυµάτισε περισσότερους από 1.000 άλλους. Το επόµενο πρωί, µετά την ανακοίνωση της καταστολής του πραξικοπήµατος, η τουρκική κυβέρνηση ξεκίνησε αµέσως µια ευρεία εκκαθάριση στρατιωτικών αξιωµατικών, δικαστών, αστυνοµικών, δασκάλων και άλλων κυβερνητικών αξιωµατούχων, η οποία τελικά οδήγησε στην απόλυση περισσότερων από 130.000 δηµοσίων υπαλλήλων από τις θέσεις εργασίας τους.

Οι ειδικοί σε θέµατα ασφαλείας πιστεύουν ότι οι απολύσεις έχουν δηµιουργήσει τεράστια κενά ασφάλειας στον στρατό, ιδιαίτερα για τις αεροπορικές και τις ναυτικές δυνάµεις. Η τουρκική αεροπορική διοίκηση δυσκολεύτηκε να αναπληρώσει την απώλεια περίπου 600 πιλότων, οι οποίοι διώχθηκαν ή αποστρατεύτηκαν, και ζητήθηκε από πολλούς συνταξιούχους πιλότους να επιστρέψουν στην υπηρεσία. Οµοίως, η τουρκική ναυτική διοίκηση έπρεπε να διορίσει άτοµα χωρίς τα κατάλληλα προσόντα σε πολλές θέσεις.

Οι συλλήψεις των πραξικοπηµατιών στρατιωτικών, που πραγµατοποιήθηκαν µε εντολή του Ερντογάν αµέσως µετά την αποτυχία του πραξικοπήµατος, κατέδειξαν τα ακόλουθα:
Οι συλληφθέντες αξιωµατικοί διοικούσαν το 1/3 των ΤΕ∆. Οι περιοχές των σχηµατισµών και των µονάδων που διοικούσαν οι συλληφθέντες αξιωµατικοί κάλυπταν το 45% της τουρκικής επικράτειας. Το 41% των ανώτατων αξιωµατικών των ΤΕ∆ περιλαµβανόταν µεταξύ των συλληφθέντων. Ειδικά για τους ανώτατους αξιωµατικούς των ΤΕ∆, κρίνω σκόπιµο να αναφέρω ότι πριν από το πραξικόπηµα αριθµούσαν 325 και ύστερα από αυτό µόλις 201, για να φθάσει τους 244 το 2018. Το καθεστώς Ερντογάν µε πολυάριθµες προσλήψεις προσπάθησε να καλύψει τα «πολλά κενά» στην αλυσίδα της διοίκησης των ΤΕ∆, στα χαµηλά κλιµάκια πρώτιστα, µε πρόσληψη πιστών οπαδών του. Στο πλαίσιο αυτό αύξησε το ποσοστό επαγγελµατικού στρατιωτικού προσωπικού από 43,2%, που ήταν το 2016, σε 47,71% το 2018.

Οσον αφορά τα «υψηλά κλιµάκια», έφτασε στο σηµείο σε Σώµατα Στρατού που ο διοικητής τους ήταν αντιστράτηγος να τοποθετείται λόγω έλλειψης υποστράτηγος και να προάγονται σε ταξίαρχοι συνταγµατάρχες οι οποίοι δεν ήταν απόφοιτοι της Ανωτάτης Σχολής Πολέµου. Η µείωση των µελών του TSK µέσω απολύσεων είναι σηµαντική, ιδίως αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι στρατοί πολλών χωρών, όπως η Αλβανία, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, η Ιρλανδία, η Νορβηγία, η Λετονία, το Τουρκµενιστάν και η Νέα Ζηλανδία, έχουν λιγότερα µέλη από τον συνολικό αριθµό των απολυµένων µελών των TSK.

Οι περισσότερες εκκαθαρίσεις έγιναν χρησιµοποιώντας το Fetometre (στα τουρκικά), ένα λογισµικό που αναπτύχθηκε από τη διοίκηση των ναυτικών δυνάµεων για να ξεριζώσει τους οπαδούς του κινήµατος Γκιουλέν µε βάση 79 κύρια και 290 δευτερεύοντα κριτήρια.

Τη νύχτα του αποτυχηµένου πραξικοπήµατος ο πρόεδρος Ερντογάν κατηγόρησε αµέσως το κίνηµα Γκιουλέν για την απόπειρα. Εχει βάλει στο στόχαστρο οπαδούς του κινήµατος, µιας θρησκευτικής οµάδας που εµπνέεται από τον Τούρκο κληρικό Φετουλάχ Γκιουλέν, απ’ όταν έγιναν οι έρευνες για διαφθορά στις 17-25 ∆εκεµβρίου 2013, οι οποίες ενέπλεξαν τον τότε πρωθυπουργό Ερντογάν, τα µέλη της οικογένειάς του και τον στενό κύκλο του.

Απορρίπτοντας τις έρευνες ως γκιουλενιστικό πραξικόπηµα και συνωµοσία κατά της κυβέρνησής του, ο Ερντογάν χαρακτήρισε το κίνηµα τροµοκρατική οργάνωση και άρχισε να στοχοποιεί τα µέλη του. Σταµάτησε, µάλιστα, την έρευνα, προβαίνοντας παράλληλα στη δίωξη ή απόλυση πολλών εισαγγελέων, δικαστών και αστυνοµικών που συµµετείχαν στην έρευνα, καθώς και δηµοσιογράφων που ανέφεραν γι’ αυτούς.

Ο Γκιουλέν και το κίνηµά του αρνούνται κατηγορηµατικά ότι εµπλέκονται στο αποτυχηµένο πραξικόπηµα ή οποιαδήποτε τροµοκρατική δραστηριότητα. Ο Ερντογάν και η ηγεσία των ΤΕ∆ αντελήφθησαν και προσπάθησαν να ξεπεράσουν αυτό το επικίνδυνο κενό που δηµιουργήθηκε στις ΤΕ∆ µε δύο τρόπους.

Ο πρώτος ήταν η συνεχής διεξαγωγή επιχειρήσεων σε Β. Ιράκ, Συρία, Λιβύη και εσχάτως στο Ναγκόρνο Καραµπάχ, πιστεύοντας ότι η συνεχής τριβή και εξοικείωση του προσωπικού σε πολεµικές επιχειρήσεις θα είχε ως αποτέλεσµα την αναβάθµιση της ικανότητάς του για διεξαγωγή µεγάλης κλίµακας επιχειρήσεων µελλοντικά.

Ο δεύτερος ήταν το νέο δόγµα διεξαγωγής στρατιωτικών επιχειρήσεων που δοκίµασαν στις παραπάνω χώρες, σύµφωνα µε το οποίο εµπλέκονταν στις πολεµικές επιχειρήσεις κυρίως η Πολεµική Αεροπορία, τα επιθετικά ελικόπτερα, τα UAV, το KORAL και λοιπά µέσα ηλεκτρονικού πολέµου, το πυροβολικό και οι Ειδικές ∆υνάµεις και όχι κληρωτοί στρατιώτες. Σηµειωτέον ότι οι ΤΕ∆ διαθέτουν σήµερα 17 ταξιαρχίες καταδροµών, µε συνολική δύναµη 51.000 άνδρες, εκ των οποίων περίπου το 70% είναι µόνιµο προσωπικό. Οσον αφορά, δε, τη χώρα µας, 3 από αυτές ανήκουν στην 1η Στρατιά (Ανατολική Θράκη) και 3 ανήκουν στη Στρατιά Αιγαίου.

Στις πάρα πολύ αρνητικές συνέπειες για το τουρκικό στράτευµα που δηµιούργησαν οι διώξεις από το καθεστώς Ερντογάν συγκαταλέγεται η βασικότερη όλων, που είναι η πρόκληση έλλειψης συνοχής, η οποία είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της µαχητικής ικανότητας των Ενόπλων ∆υνάµεων µιας χώρας. Οι Τούρκοι αξιωµατικοί είναι διαιρεµένοι σε παραγκωνισµένους κεµαλιστές, σε φυλακισµένους ή αυτοεξόριστους γκιουλενιστές και σε ακµάζοντες ισλαµιστές, οι οποίοι, µε κύριο όπλο την αφοσίωσή τους στο καθεστώς Ερντογάν, αναλαµβάνουν όλες τις σηµαντικές θέσεις διοίκησης στο τουρκικό στράτευµα, το οποίο και διοικούν.

Ο τουρκικός στρατός δεν είναι εθνικός, αλλά κοµµατικός, όπου η αξιοκρατία δεν ισχύει. Επιπλέον, υπάρχει διάχυτο κλίµα ανασφάλειας και καχυποψίας µεταξύ των αξιωµατικών του, οι οποίοι δεν γνωρίζουν κυριολεκτικά τι τους ξηµερώνει και αν την επόµενη ηµέρα θα είναι στη µονάδα τους ή στο σπίτι τους, παυόµενοι των καθηκόντων τους, ή στη φυλακή, αφού οι διώξεις του καθεστώτος Ερντογάν συνεχίζονται, πέντε χρόνια µετά το «πραξικόπηµα» του 2016!

Ενα τέτοιο στράτευµα είναι καταδικασµένο σε ήττα σε οποιαδήποτε στρατιωτική αναµέτρηση. Το τουρκικό καθεστώς πίσω από τις προκλήσεις και την επιθετικότητα σε βάρος της Ελλάδας προσπαθεί να κρύψει τις τεράστιες αδυναµίες του και, κυρίως, την έλλειψη οµοιογένειας και συνοχής του στρατεύµατός του. Οσο γι’ αυτό που επιδέξια καλλιεργείται από τα τουρκικά ΜΜΕ, ότι τάχα η τουρκική κοινωνία είναι εξοικειωµένη σε ανθρώπινες απώλειες στρατιωτών της, έχουµε να πούµε ότι αυτό είναι µύθος και αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η Τουρκία στις στρατιωτικές επιχειρήσεις της σε Συρία, Λιβύη και Ναγκόρνο Καραµπάχ έβαλε στην πρώτη γραµµή µισθοφόρους της, επικουρούµενους από επαγγελµατίες οπλίτες και αξιωµατικούς των Ειδικών ∆υνάµεών της.

Πουθενά, µα πουθενά δεν χρησιµοποίησε κληρωτούς οπλίτες στην πρώτη γραµµή, φοβούµενος ο Ερντογάν γενικευµένο κλίµα λαϊκής δυσαρέσκειας, λόγω των απωλειών που θα είχε στα πεδία των µαχών. Αυτό, όµως, δεν θα ισχύσει σε περίπτωση στρατιωτικής αναµέτρησης µε την Ελλάδα. Ας έχουµε τα παραπάνω υπόψη µας, κάθε φορά που κάποιος υπουργός ή αξιωµατούχος της τουρκικής κυβέρνησης µας κουνάει το δάχτυλο προκαλώντας µας.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 23 Ιουλίου 2022