Yπεράσπιση παγκόσµιων δηµόσιων αγαθών
Όσο η Ευρώπη προσπαθεί να µειώσει την εξάρτησή της από τη ρωσική ενέργεια, η Ινδία αυξάνει εκθετικά τις αγορές ρωσικού πετρελαίου σε εκπτωτικές τιµές
Η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη τον περασµένο Ιούνιο σηµείωσε ιδιαίτερη επιτυχία, καταδεικνύοντας τη συνεχιζόµενη αποφασιστικότητα της ∆ύσης να σταθεί απέναντι από τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιµίρ Πούτιν, στον πόλεµό του στην Ουκρανία. Αλλά η δυτική οµοψυχία απέναντι στον Πούτιν κινδυνεύει να χάσει την αξία της σε έναν κόσµο που διχάζεται ολοένα και περισσότερο, όπως έδειξαν οι πρόσφατες συναντήσεις των υπουργών Οικονοµικών και Εξωτερικών της G-20 στην Ινδονησία. Αυτή η τάση µπορεί να έχει ανυπολόγιστα υψηλό κόστος, διότι ένας εξαιρετικά πολωµένος κόσµος δεν µπορεί να ανταποκριθεί στο πιο σηµαντικό καθήκον του αιώνα µας: τη διασφάλιση της παροχής των παγκόσµιων δηµόσιων αγαθών.
Τέτοια αγαθά –όπως το καθαρό περιβάλλον, η διεθνής ασφάλεια και η παγκόσµια υγεία– δεν µπορούν να διασφαλιστούν χωρίς αποτελεσµατικούς παγκόσµιους θεσµούς. Θα περίµενε κανείς ότι µια κρίση µε µεγάλες, διεθνείς συνέπειες θα τόνωνε την παγκόσµια συνεργασία, όπως συνέβη µε την ανάδυση της οµάδας G-20 στον απόηχο της οικονοµικής κρίσης του 2008. Ωστόσο, παρότι οι κρίσεις έχουν ενοποιητικό αποτέλεσµα, ο πόλεµος στην Ουκρανία καθυστερεί τις προσπάθειες διαχείρισης των παγκόσµιων συνεπειών του.
Η παγκοσµιοποίηση έχει αποφέρει σηµαντική πρόοδο για την ανθρωπότητα. Ωστόσο, έχει επιφέρει και νέους κινδύνους και προκλήσεις, οι οποίες µπορούν να αντιµετωπιστούν µόνο µέσω αποτελεσµατικών, πολυµερών θεσµών. Οπως σηµείωνε το 2001 ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Strobe Talbott, λίγο µετά τις τροµοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεµβρίου στις Ηνωµένες Πολιτείες, «η παγκοσµιοποίηση είναι σαν τη βαρύτητα. ∆εν είναι πολιτική, δεν είναι πρόγραµµα, δεν είναι καλή, δεν είναι κακή. Απλώς συµβαίνει». Οµως, όπως κατέδειξε η τελευταία δεκαετία, παρ’ ότι η παγκοσµιοποίηση είναι ένα αναπόφευκτο ιστορικό φαινόµενο, οι γεωπολιτικοί ανταγωνισµοί µπορούν να σπάσουν και να κατακερµατίσουν τους θεσµούς από τους οποίους εξαρτάται, καθιστώντας αδύνατη την παροχή αποτελεσµατικών απαντήσεων σε κοινές προκλήσεις, όπως η κλιµατική αλλαγή.
Η επιδίωξη των προτεραιοτήτων της παγκόσµιας ατζέντας δεν συµβιβάζεται µε µια κατακερµατισµένη παγκόσµια οικονοµία. Ηδη βρίσκεται σε εξέλιξη µια οικονοµική αποσύνδεση. Ως αποτέλεσµα, έχει αυξηθεί ο σηµαντικότερος συστηµικός κίνδυνος που αντιµετωπίζει ο κόσµος: η µετάβαση σε «δύο παγκοσµιοποιήσεις», η µία οργανωµένη γύρω από τις ΗΠΑ και η άλλη γύρω από την Κίνα. Εάν ολοκληρωθεί αυτή η αποσύνδεση, οι πολυµερείς θεσµοί που δηµιουργήθηκαν για τη διαχείριση της παγκοσµιοποίησης θα καταστούν παρωχηµένοι. Αλλά η οικονοµία είναι µόνο η αρχή. Ο πόλεµος στην Ουκρανία ισχυροποιεί το αφήγηµα ότι έχει πια εδραιωθεί µια αναπόδραστη ιδεολογική διαµάχη ανάµεσα στις δηµοκρατίες και τα απολυταρχικά καθεστώτα. Εάν κυριαρχήσει αυτή η αντίληψη, ο κόσµος αναπόφευκτα θα χωριστεί σε γεωπολιτικά µπλοκ και η προστασία των παγκόσµιων δηµόσιων αγαθών θα καταστεί αδύνατη.
Αυτό θα ήταν τραγωδία, ιδιαίτερα για τις χώρες του παγκόσµιου Νότου. Αυτές θα είχαν να κάνουν µια κρίσιµη επιλογή ανάµεσα σε δύο αλληλοαποκλειόµενα γεωπολιτικά µπλοκ. Αλλά ανεξάρτητα από το ποιο θα επέλεγαν, τα παγκόσµια προβλήµατα θα εξακολουθούσαν να αποδεικνύονται µη διαχειρίσιµα –πόσω µάλλον επιλύσιµα– χωρίς το άλλο µπλοκ.
Επειτα από δεκαετίες προσπαθειών να εδραιώσουν πρώτα από όλα την κυριαρχία τους, οι αναπτυσσόµενες χώρες διαπιστώνουν ότι οι µεγαλύτερες απειλές που αντιµετωπίζουν – από πανδηµίες έως επισιτιστική ανασφάλεια– δεν επηρεάζονται από τις γεωπολιτικές τους «συγγένειες».
Αξίζει, ωστόσο, να σηµειωθεί ότι αυτές οι «συγγένειες», ως επί το πλείστον, δεν είναι µε το δηµοκρατικό µπλοκ. Το µεγαλύτερο µέρος του κόσµου ατενίζει µε αδιαφορία –και συχνά µε καχυποψία– τα αυστηρά µέτρα της ∆ύσης για την αποµόνωση του Πούτιν. Για παράδειγµα, όσο η Ευρώπη προσπαθεί να µειώσει την εξάρτησή της από τη ρωσική ενέργεια, η Ινδία αυξάνει εκθετικά τις αγορές ρωσικού πετρελαίου σε εκπτωτικές τιµές. Σε αντίθεση µε τη ∆ύση, ο παγκόσµιος Νότος δεν βλέπει τον πόλεµο της Ουκρανίας µε υπαρξιακούς όρους. Αντίθετα, η σύγκρουση αντιπροσωπεύει κυρίως αυξηµένες ελλείψεις τροφίµων και υψηλότερες τιµές ενέργειας.
Η πολιτική κρίση στη Σρι Λάνκα, για παράδειγµα, δεν µπορεί να ερµηνευτεί αποκλειστικά µέσα από το πρίσµα των εγχώριων εξελίξεων. Η αλληλεξάρτηση παραµένει κεντρικό και ισχυρό χαρακτηριστικό της διεθνούς τάξης.
Σε έναν πολιτισµικά και πολιτικά ποικιλόµορφο κόσµο, η δηµοκρατική αποκλειστικότητα δεν είναι ο πιο αποτελεσµατικός τρόπος για να χτιστούν γέφυρες – ειδικά µε εκείνους των οποίων δεν ικανοποιούνται οι άµεσες υλικές ανάγκες. Υπ’ αυτήν την έννοια, οι δυτικές χώρες µάλλον χάνουν παρά κερδίζουν όταν δίνουν την εντύπωση ότι τα fora όπου συναθροίζονται και συζητούν είναι ουσιαστικά «σύνοδοι κορυφής ∆ηµοκρατιών».
Μια καλύτερη προσέγγιση θα αναγνώριζε ότι το πιο σηµαντικό παγκόσµιο δίπολο σήµερα δεν είναι µεταξύ ∆ηµοκρατιών και απολυταρχιών, αλλά µεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών. Η πανδηµία COVID-19 ανέδειξε περίτρανα αυτή τη διαίρεση.
Τον Σεπτέµβριο του 2021, ελάχιστα περισσότεροι από το 3% των ανθρώπων σε χώρες χαµηλού εισοδήµατος είχαν λάβει τουλάχιστον µία δόση εµβολίου σε σύγκριση µε περισσότερους από το 60% στις χώρες υψηλού εισοδήµατος. Αν και το χειρότερο µέρος της πανδηµίας έχει παρέλθει, η δυσαρέσκεια του παγκόσµιου Νότου µε τον Βορρά, που συσσωρεύει εµβόλια, παραµένει.
Εάν ο Βορράς αποτύχει να µεταδώσει µια ισχυρότερη αίσθηση επείγοντος για την ενίσχυση της παροχής παγκόσµιων δηµόσιων αγαθών, αυτή η δυσαρέσκεια θα αυξηθεί.
Φυσικά, οι εντάσεις µε τη Ρωσία θα περιπλέξουν τις προσπάθειες των σηµαντικότερων πολυµερών οργανισµών να επιτύχουν συµφωνίες ως προς κοινές προκλήσεις. Ωστόσο, δεν αποκλείουν τη συνεργασία. Αυτό αποδείχθηκε και από την υπουργική σύνοδο του Παγκόσµιου Οργανισµού Εµπορίου τον περασµένο Ιούνιο, όταν επιτεύχθηκαν πολλές πολύτιµες συµφωνίες. Για παράδειγµα, επιλέξιµες χώρες µπορούν πλέον να παρακάµπτουν τις πατέντες για την παραγωγή και προµήθεια εµβολίων κατά της COVID-19.
Είναι χρήσιµο να θυµόµαστε τον λόγο και τον σκοπό που έχουν οι κυρώσεις στη Ρωσία. Η ∆ύση δεν επέβαλε κυρώσεις κατά του καθεστώτος του Πούτιν απλά και µόνο επειδή δεν πληροί ένα συγκεκριµένο δηµοκρατικό πρότυπο. Τα µέτρα είναι απόκριση στην απόφαση του Πούτιν να παραβιάσει τη θεµελιώδη για το ∆ιεθνές ∆ίκαιο αρχή ότι τα σύνορα ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους δεν µπορούν να αλλάξουν µε τη βία.
Ο Χαβιέρ Σολάνα, πρώην ύπατος εκπρόσωπος της Ε.Ε. για τις εξωτερικές υποθέσεις και την πολιτική ασφάλειας, πρώην γενικός γραµµατέας του ΝΑΤΟ, υπουργός Εξωτερικών της Ισπανίας, πρόεδρος του EsadeGeo - Κέντρου Παγκόσµιας Οικονοµίας και Γεωπολιτικής και συνεργάτης του Ινστιτούτου Brookings, σε δήλωσή του τον Ιούλιο επισήµανε το εξής: «Στο µεγαλύτερο µέρος της ζωής µου, οι σχέσεις µεταξύ της ∆ύσης και της Ρωσίας χαρακτηρίζονται από αµοιβαία καχυποψία – και µερικές φορές, όπως τώρα, από ανοιχτή εχθρότητα. Αυτό δεν αναµένεται να αλλάξει για πολύ καιρό ακόµα. Πρέπει να αντισταθούµε στον Πούτιν. Αλλά πρέπει και να απλώσουµε το χέρι µας στον παγκόσµιο Νότο, καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια να περισώσουµε τους θεσµούς, που είναι τόσο σηµαντικοί για την προστασία των δηµόσιων αγαθών, από τα οποία εξαρτιόµαστε όλοι µας».
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 3 Σεπτεμβρίου 2022
Τέτοια αγαθά –όπως το καθαρό περιβάλλον, η διεθνής ασφάλεια και η παγκόσµια υγεία– δεν µπορούν να διασφαλιστούν χωρίς αποτελεσµατικούς παγκόσµιους θεσµούς. Θα περίµενε κανείς ότι µια κρίση µε µεγάλες, διεθνείς συνέπειες θα τόνωνε την παγκόσµια συνεργασία, όπως συνέβη µε την ανάδυση της οµάδας G-20 στον απόηχο της οικονοµικής κρίσης του 2008. Ωστόσο, παρότι οι κρίσεις έχουν ενοποιητικό αποτέλεσµα, ο πόλεµος στην Ουκρανία καθυστερεί τις προσπάθειες διαχείρισης των παγκόσµιων συνεπειών του.
Η παγκοσµιοποίηση έχει αποφέρει σηµαντική πρόοδο για την ανθρωπότητα. Ωστόσο, έχει επιφέρει και νέους κινδύνους και προκλήσεις, οι οποίες µπορούν να αντιµετωπιστούν µόνο µέσω αποτελεσµατικών, πολυµερών θεσµών. Οπως σηµείωνε το 2001 ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Strobe Talbott, λίγο µετά τις τροµοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεµβρίου στις Ηνωµένες Πολιτείες, «η παγκοσµιοποίηση είναι σαν τη βαρύτητα. ∆εν είναι πολιτική, δεν είναι πρόγραµµα, δεν είναι καλή, δεν είναι κακή. Απλώς συµβαίνει». Οµως, όπως κατέδειξε η τελευταία δεκαετία, παρ’ ότι η παγκοσµιοποίηση είναι ένα αναπόφευκτο ιστορικό φαινόµενο, οι γεωπολιτικοί ανταγωνισµοί µπορούν να σπάσουν και να κατακερµατίσουν τους θεσµούς από τους οποίους εξαρτάται, καθιστώντας αδύνατη την παροχή αποτελεσµατικών απαντήσεων σε κοινές προκλήσεις, όπως η κλιµατική αλλαγή.
Η επιδίωξη των προτεραιοτήτων της παγκόσµιας ατζέντας δεν συµβιβάζεται µε µια κατακερµατισµένη παγκόσµια οικονοµία. Ηδη βρίσκεται σε εξέλιξη µια οικονοµική αποσύνδεση. Ως αποτέλεσµα, έχει αυξηθεί ο σηµαντικότερος συστηµικός κίνδυνος που αντιµετωπίζει ο κόσµος: η µετάβαση σε «δύο παγκοσµιοποιήσεις», η µία οργανωµένη γύρω από τις ΗΠΑ και η άλλη γύρω από την Κίνα. Εάν ολοκληρωθεί αυτή η αποσύνδεση, οι πολυµερείς θεσµοί που δηµιουργήθηκαν για τη διαχείριση της παγκοσµιοποίησης θα καταστούν παρωχηµένοι. Αλλά η οικονοµία είναι µόνο η αρχή. Ο πόλεµος στην Ουκρανία ισχυροποιεί το αφήγηµα ότι έχει πια εδραιωθεί µια αναπόδραστη ιδεολογική διαµάχη ανάµεσα στις δηµοκρατίες και τα απολυταρχικά καθεστώτα. Εάν κυριαρχήσει αυτή η αντίληψη, ο κόσµος αναπόφευκτα θα χωριστεί σε γεωπολιτικά µπλοκ και η προστασία των παγκόσµιων δηµόσιων αγαθών θα καταστεί αδύνατη.
Αυτό θα ήταν τραγωδία, ιδιαίτερα για τις χώρες του παγκόσµιου Νότου. Αυτές θα είχαν να κάνουν µια κρίσιµη επιλογή ανάµεσα σε δύο αλληλοαποκλειόµενα γεωπολιτικά µπλοκ. Αλλά ανεξάρτητα από το ποιο θα επέλεγαν, τα παγκόσµια προβλήµατα θα εξακολουθούσαν να αποδεικνύονται µη διαχειρίσιµα –πόσω µάλλον επιλύσιµα– χωρίς το άλλο µπλοκ.
Επειτα από δεκαετίες προσπαθειών να εδραιώσουν πρώτα από όλα την κυριαρχία τους, οι αναπτυσσόµενες χώρες διαπιστώνουν ότι οι µεγαλύτερες απειλές που αντιµετωπίζουν – από πανδηµίες έως επισιτιστική ανασφάλεια– δεν επηρεάζονται από τις γεωπολιτικές τους «συγγένειες».
Αξίζει, ωστόσο, να σηµειωθεί ότι αυτές οι «συγγένειες», ως επί το πλείστον, δεν είναι µε το δηµοκρατικό µπλοκ. Το µεγαλύτερο µέρος του κόσµου ατενίζει µε αδιαφορία –και συχνά µε καχυποψία– τα αυστηρά µέτρα της ∆ύσης για την αποµόνωση του Πούτιν. Για παράδειγµα, όσο η Ευρώπη προσπαθεί να µειώσει την εξάρτησή της από τη ρωσική ενέργεια, η Ινδία αυξάνει εκθετικά τις αγορές ρωσικού πετρελαίου σε εκπτωτικές τιµές. Σε αντίθεση µε τη ∆ύση, ο παγκόσµιος Νότος δεν βλέπει τον πόλεµο της Ουκρανίας µε υπαρξιακούς όρους. Αντίθετα, η σύγκρουση αντιπροσωπεύει κυρίως αυξηµένες ελλείψεις τροφίµων και υψηλότερες τιµές ενέργειας.
Η πολιτική κρίση στη Σρι Λάνκα, για παράδειγµα, δεν µπορεί να ερµηνευτεί αποκλειστικά µέσα από το πρίσµα των εγχώριων εξελίξεων. Η αλληλεξάρτηση παραµένει κεντρικό και ισχυρό χαρακτηριστικό της διεθνούς τάξης.
Σε έναν πολιτισµικά και πολιτικά ποικιλόµορφο κόσµο, η δηµοκρατική αποκλειστικότητα δεν είναι ο πιο αποτελεσµατικός τρόπος για να χτιστούν γέφυρες – ειδικά µε εκείνους των οποίων δεν ικανοποιούνται οι άµεσες υλικές ανάγκες. Υπ’ αυτήν την έννοια, οι δυτικές χώρες µάλλον χάνουν παρά κερδίζουν όταν δίνουν την εντύπωση ότι τα fora όπου συναθροίζονται και συζητούν είναι ουσιαστικά «σύνοδοι κορυφής ∆ηµοκρατιών».
Μια καλύτερη προσέγγιση θα αναγνώριζε ότι το πιο σηµαντικό παγκόσµιο δίπολο σήµερα δεν είναι µεταξύ ∆ηµοκρατιών και απολυταρχιών, αλλά µεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών. Η πανδηµία COVID-19 ανέδειξε περίτρανα αυτή τη διαίρεση.
Τον Σεπτέµβριο του 2021, ελάχιστα περισσότεροι από το 3% των ανθρώπων σε χώρες χαµηλού εισοδήµατος είχαν λάβει τουλάχιστον µία δόση εµβολίου σε σύγκριση µε περισσότερους από το 60% στις χώρες υψηλού εισοδήµατος. Αν και το χειρότερο µέρος της πανδηµίας έχει παρέλθει, η δυσαρέσκεια του παγκόσµιου Νότου µε τον Βορρά, που συσσωρεύει εµβόλια, παραµένει.
Εάν ο Βορράς αποτύχει να µεταδώσει µια ισχυρότερη αίσθηση επείγοντος για την ενίσχυση της παροχής παγκόσµιων δηµόσιων αγαθών, αυτή η δυσαρέσκεια θα αυξηθεί.
Φυσικά, οι εντάσεις µε τη Ρωσία θα περιπλέξουν τις προσπάθειες των σηµαντικότερων πολυµερών οργανισµών να επιτύχουν συµφωνίες ως προς κοινές προκλήσεις. Ωστόσο, δεν αποκλείουν τη συνεργασία. Αυτό αποδείχθηκε και από την υπουργική σύνοδο του Παγκόσµιου Οργανισµού Εµπορίου τον περασµένο Ιούνιο, όταν επιτεύχθηκαν πολλές πολύτιµες συµφωνίες. Για παράδειγµα, επιλέξιµες χώρες µπορούν πλέον να παρακάµπτουν τις πατέντες για την παραγωγή και προµήθεια εµβολίων κατά της COVID-19.
Είναι χρήσιµο να θυµόµαστε τον λόγο και τον σκοπό που έχουν οι κυρώσεις στη Ρωσία. Η ∆ύση δεν επέβαλε κυρώσεις κατά του καθεστώτος του Πούτιν απλά και µόνο επειδή δεν πληροί ένα συγκεκριµένο δηµοκρατικό πρότυπο. Τα µέτρα είναι απόκριση στην απόφαση του Πούτιν να παραβιάσει τη θεµελιώδη για το ∆ιεθνές ∆ίκαιο αρχή ότι τα σύνορα ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους δεν µπορούν να αλλάξουν µε τη βία.
Ο Χαβιέρ Σολάνα, πρώην ύπατος εκπρόσωπος της Ε.Ε. για τις εξωτερικές υποθέσεις και την πολιτική ασφάλειας, πρώην γενικός γραµµατέας του ΝΑΤΟ, υπουργός Εξωτερικών της Ισπανίας, πρόεδρος του EsadeGeo - Κέντρου Παγκόσµιας Οικονοµίας και Γεωπολιτικής και συνεργάτης του Ινστιτούτου Brookings, σε δήλωσή του τον Ιούλιο επισήµανε το εξής: «Στο µεγαλύτερο µέρος της ζωής µου, οι σχέσεις µεταξύ της ∆ύσης και της Ρωσίας χαρακτηρίζονται από αµοιβαία καχυποψία – και µερικές φορές, όπως τώρα, από ανοιχτή εχθρότητα. Αυτό δεν αναµένεται να αλλάξει για πολύ καιρό ακόµα. Πρέπει να αντισταθούµε στον Πούτιν. Αλλά πρέπει και να απλώσουµε το χέρι µας στον παγκόσµιο Νότο, καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια να περισώσουµε τους θεσµούς, που είναι τόσο σηµαντικοί για την προστασία των δηµόσιων αγαθών, από τα οποία εξαρτιόµαστε όλοι µας».
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 3 Σεπτεμβρίου 2022