Το νέο placebo του υπερφιλελευθερισµού - Μέρος 1ο
Οι προτεινόµενες δοµές, δηλαδή τα οικονοµικά µοντέλα που προωθούν, οδηγούν σε έναν υποβαθµισµένο καπιταλισµό, σε στασιµότητα του βιοτικού επιπέδου και αύξηση του λαϊκισµού
Ο καταναλωτισµός µπορεί να δηµιουργήσει έναν νέο “τεχνητό φασισµό”, που θα µπορούσε να υλοποιηθεί µόνον υπό τον όρο να ονοµάζεται αντιφασισµός... χρησιµοποιώντας µια αυταπάτη ψευδαίσθησης, δηλαδή τα ατοµικά δικαιώµατα». Πιερ Πάολο Παζολίνι.
Ο µεγάλος Ιταλός σκηνοθέτης Πιερ Πάολο Παζολίνι είχε δει ξεκάθαρα πριν από µισό αιώνα, στο φόρτε του Ψυχρού Πολέµου, αυτό που πολλοί από εµάς δεν θέλουν να δουν σήµερα, στην εποχή του «Great Reset»: ότι από τον φασισµό δεν πρόκειται να ξεµπλέξουµε, διότι δεν ήταν απλώς ένα επεισόδιο του Μεσοπολέµου, αλλά ένα εγγενές σύµπτωµα της δυτικής νεωτερικότητας. Ελεγε χαρακτηριστικά σε µια επιστολή του στον συγγραφέα Αλµπέρτο Μοράβια, το 1973, ότι οι δυτικές ελίτ χρησιµοποιούν έναν ανύπαρκτο εχθρό, τον «τελειωµένο φασισµό», για να αποπροσανατολίσουν τις µάζες, ενώ ο καταναλωτικός φασισµός επεκτείνεται ύπουλα, διαφθείροντας εντελώς την παρακµιακή δυτική κοινωνία.
Σήµερα, το τυχοδιωκτικό, χρηµατιστηριακό κεφάλαιο, ελέγχοντας πλήρως τα διεθνή ΜΜΕ, έχει εργαλειοποιήσει τον φασισµό «της προόδου», επιταχύνοντας τη διάλυση του κοινωνικού ιστού και δηµιουργώντας ιδιώτες-καταναλωτές χωρίς καµιά ιστορική συνείδηση. Η προκαλούµενη απουσία εσωτερικού νοήµατος και η πλειοδοσία σε ευτελείς ανάγκες από την καθηµερινή πλύση εγκεφάλου κατάφεραν σε µικρό χρονικό διάστηµα να γίνει ο λαός «εξαχρειωµένος, γελοίος, τερατώδης, εγκληµατικός», όπως προέβλεπε ο Παζολίνι. Ετσι µπόρεσε να επιβληθεί µια υπερφιλελεύθερη ιδεολογία, η οποία έχει στόχο να εξοστρακίσει κάθε αποκλίνουσα άποψη από το καθεστώς της «πολιτικής ορθότητας» ως φασιστική, ρατσιστική ή λαϊκίστικη. Η ιδεολογική τυραννία, που ασκεί σήµερα το επίσηµο αφήγηµα του «γκλοµπαλισµού», της «ανάπτυξης» και της «προόδου», θυµίζει τις συνεδριάσεις των ιεροεξεταστών και των ακραίων πολιτικών σεχτών του παρελθόντος. Και συχνά τις ξεπερνάει.
Ο Πολωνός κοινωνιολόγος Ζίγκµουντ Μπάουµαν (1925-2017), µε τη διεισδυτική του µατιά στα προβλήµατα που έχει προκαλέσει η παγκόσµια διάχυση της νεωτερικότητας, θεωρούσε την εποχή που ζούµε ως «ρευστή νεωτερικότητα». Σήµερα, έλεγε, οι εξουσιαστικές δοµές είναι ρευστές και διαχέονται µέσα στην κοινωνία από διάφορα «κανάλια» της καθηµερινότητας. Βασικό ρόλο σε αυτή την αόρατη διάρθρωση της εξουσίας παίζει η πρακτική εφαρµογή της «πολιτικής ορθότητας». Αυτός ο µηχανισµός έχει εµπεδωθεί από τις ελίτ και τη µιντιακή προπαγάνδα τόσο πολύ πλέον, µε αποτέλεσµα περισσότερο να εσωτερικεύεται παρά να επιβάλλεται. Οροι όπως «πολυπολιτισµικότητα», «τέταρτη βιοµηχανική επανάσταση», «διαφορετικότητα», «πράσινη ατζέντα» και άλλοι λειτουργούν πλέον σαν εδάφια ενός συµβόλου µιας θρησκευτικής πίστης, τα οποία όλοι οφείλουν να ασπάζονται. Ισχυρά συστηµικά κέντρα και προσωπικότητες, όπως ο Κλάους Σβαµπ, ιδρυτής του Παγκόσµιου Οικονοµικού Φόρουµ (Νταβός), παίζουν κεντρικό ρόλο στην προώθηση αυτών των ιδεών και αντιλήψεων.
Μετά την κρίση του 2008, οι ηγέτες των επιχειρήσεων και της υψηλής οικονοµίας στις ΗΠΑ και την Ευρώπη έγιναν οι «κακοί» της κοινωνίας, µέσα σε µια παγκόσµια τάξη πραγµάτων που αλλάζει µε ταχείς ρυθµούς. Ανερχόµενες δυνάµεις, όπως η Κίνα και η Ινδία, αλλάζουν τη δυτική ατζέντα για την παγκοσµιοποίηση και την παγκόσµια αρχιτεκτονική ασφάλειας. Η κρίση του COVID-19, σε συνδυασµό µε τη φθίνουσα πίστη του κοινού τόσο στις κυβερνήσεις όσο και στις επιχειρήσεις, ενίσχυσε τους φόβους των δυτικών ελίτ για την πλήρη απαξίωση του «καταστροφικού καπιταλισµού» στα µάτια των πολιτών στις δυτικές «∆ηµοκρατίες» και τη ριζοσπαστικοποίησή τους. Η παρακµή της ∆ύσης έχει αρχίσει από τον προηγούµενο αιώνα και προσπαθεί να σώσει τη δική της «κανονικότητα» είτε µε τα όπλα -πόλεµοι στη Μέση Ανατολή, επέκταση του ΝΑΤΟ κ.λπ.- είτε εφαρµόζοντας νέους κανόνες soft power (ήπιας ισχύος) για να προσελκύσει τους νέους.
Για τον λόγο αυτόν ο «τουρµπο-καπιταλισµός» χρησιµοποιεί τα ζητήµατα κοινωνικής δικαιοσύνης, της «αειφόρου ανάπτυξης» και των «έµφυλων ταυτοτήτων», για να αποκοιµίσει τις µάζες µε το παραµύθι µιας «µεταφυλετικής» τεχνοκρατίας και να γίνει ξανά αρεστός. Η πανδηµία τούς έδωσε την ευκαιρία να εφαρµόσουν ένα ολοκληρωτικό κοινωνικό απαρτχάιντ µε την αποµόνωση και την τιµωρία των «µη συµµορφούµενων». Για να µπορέσουν, όµως, να συνεχίσουν οι δυτικές ελίτ το δικό τους ηγεµονικό σχέδιο της καπιταλιστικής νέας τάξης, τώρα που έγινε καταφανές ότι η «παγκοσµιοποίησή» τους ήταν αποτυχηµένη, πρέπει να πείσουν ότι έχουν ένα επιχειρηµατικό όραµα που βλέπει πέρα από τα κέρδη. Ετσι, µε το «όραµα» του τεxνoλoγισµoύ-επιστηµovισµoύ προσπαθεί να αναβαθµισθεί ο «νεοφιλελεύθερος µονόδροµος» των προηγούµενων δεκαετιών (ΤΙΝΑ: There Ιs Νο Alternative) σε µια επιχειρηµατικότητα που θέλει να εµφανίζεται ότι λαµβάνει υπόψη της όλα τα ενδιαφερόµενα κοινωνικά µέρη.
Αυτός ο «φιλάνθρωπος» καπιταλισµός θέλει οι επιχειρήσεις να εµπλέκονται περισσότερο στις κρατικές υποθέσεις σε όλα τα κοινωνικά ζητήµατα και να συµβάλλουν στην επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων. Ετσι, σχεδόν έναν αιώνα αφότου οι οικονοµικές ελίτ ξεκίνησαν τις συγκεντρώσεις παγκόσµιων ηγετών, στελεχών και επενδυτών στο Νταβός, για πρώτη φορά ακούστηκε φέτος ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να υπηρετούν την κοινωνία και ότι οι εταιρείες δεν πρέπει να υπάρχουν µόνο για να αποκοµίζουν κέρδη οι ιδιοκτήτες τους! Σε ένα βιβλίο που προσφερόταν δωρεάν στον χώρο της «µάζωξης» στο Νταβός (22-26 Μαΐου), ο Κλάους Σβαµπ µαζί µε τον Πίτερ Βανκάµ εξέφραζαν τη βεβαιότητά τους ότι το όραµά τους για τον «συµµετοχικό καπιταλισµό» έρχεται η ώρα να «δικαιωθεί». Πρόκειται για ένα, σαφώς παραπλανητικά διατυπωµένο, «κοινωνικό συµβόλαιο» για να προσελκύσει τη νεολαία, χρηµατοδοτούµενο από «φιλάνθρωπους», όπως ο Μπιλ Γκέιτς. Σύµφωνα µε τη λογική του «Stakeholder» (συµµετοχικού) καπιταλισµού, οι επενδυτές πρέπει να ενθαρρύνουν έναν πιο περιβαλλοντικά υπεύθυνο καπιταλισµό, τη µετάβαση σε τεχνολογίες χαµηλών εκποµπών διοξειδίου του άνθρακα και τους στόχους µιας βιώσιµης ανάπτυξης που έχει θέσει ο ΟΗΕ µε την Agenda 2030. Ο «συµµετοχικός καπιταλισµός» είναι η τελευταία προσπάθεια των δυτικών, πρώην αποικιοκρατικών δυνάµεων, να διασωθούν µέσα από τη µεγαλύτερη ανακατανοµή κεφαλαίων στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Η στρατηγική του «πράσινου (οικολογικού) ξεπλύµατος» (greenwashing - η παραπλάνηση του κοινού σχετικά µε τα µέτρα που λαµβάνουν οι επιχειρήσεις για την προστασία του περιβάλλοντος) είναι µια στρατηγική επικοινωνίας και µάρκετινγκ που υιοθετείται από εταιρείες και άλλους οργανισµούς. Συνίσταται στο να προωθεί οικολογικές ανησυχίες προκειµένου να χαλκεύσει έτσι µια οικολογική εικόνα του προϊόντος στην αγορά. Αλλά υπάρχει κάτι πιο «µουλωχτό», υποκριτικό, ακόµα και επιβλαβές placebo (φαινόµενο αυθυποβολής) που έχει αρχίσει να γίνεται της µόδας, ο «woke καπιταλισµός». Ο νεολογισµός «woke καπιταλισµός» αναφέρεται στις προσπάθειες των εταιρειών να δείξουν την υποστήριξή τους σε γενικά, εκτός των οικολογικών, «προοδευτικούς» σκοπούς (όπως το Μεταναστευτικό, οι ΛΟΑΤΚΙ κ.λπ.). Μια εταιρεία προσποιείται ότι υιοθετεί και χρηµατοδοτεί προοδευτικές αξίες προκειµένου να προωθήσει δωρεάν τα προϊόντα της και να διατηρήσει την επιρροή της στην κοινωνία. Μάλιστα, όπως αναρωτιέται η χειµερινή έκδοση του 2021 της «Oxford Review of Economic Policy»: «Καπιταλισµός - τι έχει πάει στραβά, τι πρέπει να αλλάξει και πώς µπορεί να διορθωθεί;», ψάχνουν µια δοµή, καθώς οι άνθρωποι έχουν γίνει πιο περίπλοκοι και δεν ανταποκρίνονται πλέον στα γνωστά οικονοµικά τερτίπια. Οµως, οι προτεινόµενες δοµές, δηλαδή τα οικονοµικά µοντέλα που προωθούν, οδηγούν σε έναν υποβαθµισµένο καπιταλισµό, σε στασιµότητα του βιοτικού επιπέδου και σε αύξηση του λαϊκισµού. Η έννοια «woke» (γουόκ) -woke καπιταλισµός, woke πολίτες, woke κουλτούρα- χρησιµοποιείται στο λεξιλόγιο «της µόδας» (mainstream) µε αυξανόµενη συχνότητα τα τελευταία χρόνια, από το 2015, όταν ο µπλόγκερ Ρος Ντάουθατ ήταν ο πρώτος που επινόησε τον όρο «woke capitalism» στους «New York Times».
*Απόσπασµα εκποµπής µου στον «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» 90,1 FM, µε τον συνεργάτη µου, ερευνητή-αρθρογράφο Λεωνίδα Αποσκίτη.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 10 Σεπτεμβρίου 2022
Ο µεγάλος Ιταλός σκηνοθέτης Πιερ Πάολο Παζολίνι είχε δει ξεκάθαρα πριν από µισό αιώνα, στο φόρτε του Ψυχρού Πολέµου, αυτό που πολλοί από εµάς δεν θέλουν να δουν σήµερα, στην εποχή του «Great Reset»: ότι από τον φασισµό δεν πρόκειται να ξεµπλέξουµε, διότι δεν ήταν απλώς ένα επεισόδιο του Μεσοπολέµου, αλλά ένα εγγενές σύµπτωµα της δυτικής νεωτερικότητας. Ελεγε χαρακτηριστικά σε µια επιστολή του στον συγγραφέα Αλµπέρτο Μοράβια, το 1973, ότι οι δυτικές ελίτ χρησιµοποιούν έναν ανύπαρκτο εχθρό, τον «τελειωµένο φασισµό», για να αποπροσανατολίσουν τις µάζες, ενώ ο καταναλωτικός φασισµός επεκτείνεται ύπουλα, διαφθείροντας εντελώς την παρακµιακή δυτική κοινωνία.
Σήµερα, το τυχοδιωκτικό, χρηµατιστηριακό κεφάλαιο, ελέγχοντας πλήρως τα διεθνή ΜΜΕ, έχει εργαλειοποιήσει τον φασισµό «της προόδου», επιταχύνοντας τη διάλυση του κοινωνικού ιστού και δηµιουργώντας ιδιώτες-καταναλωτές χωρίς καµιά ιστορική συνείδηση. Η προκαλούµενη απουσία εσωτερικού νοήµατος και η πλειοδοσία σε ευτελείς ανάγκες από την καθηµερινή πλύση εγκεφάλου κατάφεραν σε µικρό χρονικό διάστηµα να γίνει ο λαός «εξαχρειωµένος, γελοίος, τερατώδης, εγκληµατικός», όπως προέβλεπε ο Παζολίνι. Ετσι µπόρεσε να επιβληθεί µια υπερφιλελεύθερη ιδεολογία, η οποία έχει στόχο να εξοστρακίσει κάθε αποκλίνουσα άποψη από το καθεστώς της «πολιτικής ορθότητας» ως φασιστική, ρατσιστική ή λαϊκίστικη. Η ιδεολογική τυραννία, που ασκεί σήµερα το επίσηµο αφήγηµα του «γκλοµπαλισµού», της «ανάπτυξης» και της «προόδου», θυµίζει τις συνεδριάσεις των ιεροεξεταστών και των ακραίων πολιτικών σεχτών του παρελθόντος. Και συχνά τις ξεπερνάει.
Ο Πολωνός κοινωνιολόγος Ζίγκµουντ Μπάουµαν (1925-2017), µε τη διεισδυτική του µατιά στα προβλήµατα που έχει προκαλέσει η παγκόσµια διάχυση της νεωτερικότητας, θεωρούσε την εποχή που ζούµε ως «ρευστή νεωτερικότητα». Σήµερα, έλεγε, οι εξουσιαστικές δοµές είναι ρευστές και διαχέονται µέσα στην κοινωνία από διάφορα «κανάλια» της καθηµερινότητας. Βασικό ρόλο σε αυτή την αόρατη διάρθρωση της εξουσίας παίζει η πρακτική εφαρµογή της «πολιτικής ορθότητας». Αυτός ο µηχανισµός έχει εµπεδωθεί από τις ελίτ και τη µιντιακή προπαγάνδα τόσο πολύ πλέον, µε αποτέλεσµα περισσότερο να εσωτερικεύεται παρά να επιβάλλεται. Οροι όπως «πολυπολιτισµικότητα», «τέταρτη βιοµηχανική επανάσταση», «διαφορετικότητα», «πράσινη ατζέντα» και άλλοι λειτουργούν πλέον σαν εδάφια ενός συµβόλου µιας θρησκευτικής πίστης, τα οποία όλοι οφείλουν να ασπάζονται. Ισχυρά συστηµικά κέντρα και προσωπικότητες, όπως ο Κλάους Σβαµπ, ιδρυτής του Παγκόσµιου Οικονοµικού Φόρουµ (Νταβός), παίζουν κεντρικό ρόλο στην προώθηση αυτών των ιδεών και αντιλήψεων.
Μετά την κρίση του 2008, οι ηγέτες των επιχειρήσεων και της υψηλής οικονοµίας στις ΗΠΑ και την Ευρώπη έγιναν οι «κακοί» της κοινωνίας, µέσα σε µια παγκόσµια τάξη πραγµάτων που αλλάζει µε ταχείς ρυθµούς. Ανερχόµενες δυνάµεις, όπως η Κίνα και η Ινδία, αλλάζουν τη δυτική ατζέντα για την παγκοσµιοποίηση και την παγκόσµια αρχιτεκτονική ασφάλειας. Η κρίση του COVID-19, σε συνδυασµό µε τη φθίνουσα πίστη του κοινού τόσο στις κυβερνήσεις όσο και στις επιχειρήσεις, ενίσχυσε τους φόβους των δυτικών ελίτ για την πλήρη απαξίωση του «καταστροφικού καπιταλισµού» στα µάτια των πολιτών στις δυτικές «∆ηµοκρατίες» και τη ριζοσπαστικοποίησή τους. Η παρακµή της ∆ύσης έχει αρχίσει από τον προηγούµενο αιώνα και προσπαθεί να σώσει τη δική της «κανονικότητα» είτε µε τα όπλα -πόλεµοι στη Μέση Ανατολή, επέκταση του ΝΑΤΟ κ.λπ.- είτε εφαρµόζοντας νέους κανόνες soft power (ήπιας ισχύος) για να προσελκύσει τους νέους.
Για τον λόγο αυτόν ο «τουρµπο-καπιταλισµός» χρησιµοποιεί τα ζητήµατα κοινωνικής δικαιοσύνης, της «αειφόρου ανάπτυξης» και των «έµφυλων ταυτοτήτων», για να αποκοιµίσει τις µάζες µε το παραµύθι µιας «µεταφυλετικής» τεχνοκρατίας και να γίνει ξανά αρεστός. Η πανδηµία τούς έδωσε την ευκαιρία να εφαρµόσουν ένα ολοκληρωτικό κοινωνικό απαρτχάιντ µε την αποµόνωση και την τιµωρία των «µη συµµορφούµενων». Για να µπορέσουν, όµως, να συνεχίσουν οι δυτικές ελίτ το δικό τους ηγεµονικό σχέδιο της καπιταλιστικής νέας τάξης, τώρα που έγινε καταφανές ότι η «παγκοσµιοποίησή» τους ήταν αποτυχηµένη, πρέπει να πείσουν ότι έχουν ένα επιχειρηµατικό όραµα που βλέπει πέρα από τα κέρδη. Ετσι, µε το «όραµα» του τεxνoλoγισµoύ-επιστηµovισµoύ προσπαθεί να αναβαθµισθεί ο «νεοφιλελεύθερος µονόδροµος» των προηγούµενων δεκαετιών (ΤΙΝΑ: There Ιs Νο Alternative) σε µια επιχειρηµατικότητα που θέλει να εµφανίζεται ότι λαµβάνει υπόψη της όλα τα ενδιαφερόµενα κοινωνικά µέρη.
Αυτός ο «φιλάνθρωπος» καπιταλισµός θέλει οι επιχειρήσεις να εµπλέκονται περισσότερο στις κρατικές υποθέσεις σε όλα τα κοινωνικά ζητήµατα και να συµβάλλουν στην επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων. Ετσι, σχεδόν έναν αιώνα αφότου οι οικονοµικές ελίτ ξεκίνησαν τις συγκεντρώσεις παγκόσµιων ηγετών, στελεχών και επενδυτών στο Νταβός, για πρώτη φορά ακούστηκε φέτος ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να υπηρετούν την κοινωνία και ότι οι εταιρείες δεν πρέπει να υπάρχουν µόνο για να αποκοµίζουν κέρδη οι ιδιοκτήτες τους! Σε ένα βιβλίο που προσφερόταν δωρεάν στον χώρο της «µάζωξης» στο Νταβός (22-26 Μαΐου), ο Κλάους Σβαµπ µαζί µε τον Πίτερ Βανκάµ εξέφραζαν τη βεβαιότητά τους ότι το όραµά τους για τον «συµµετοχικό καπιταλισµό» έρχεται η ώρα να «δικαιωθεί». Πρόκειται για ένα, σαφώς παραπλανητικά διατυπωµένο, «κοινωνικό συµβόλαιο» για να προσελκύσει τη νεολαία, χρηµατοδοτούµενο από «φιλάνθρωπους», όπως ο Μπιλ Γκέιτς. Σύµφωνα µε τη λογική του «Stakeholder» (συµµετοχικού) καπιταλισµού, οι επενδυτές πρέπει να ενθαρρύνουν έναν πιο περιβαλλοντικά υπεύθυνο καπιταλισµό, τη µετάβαση σε τεχνολογίες χαµηλών εκποµπών διοξειδίου του άνθρακα και τους στόχους µιας βιώσιµης ανάπτυξης που έχει θέσει ο ΟΗΕ µε την Agenda 2030. Ο «συµµετοχικός καπιταλισµός» είναι η τελευταία προσπάθεια των δυτικών, πρώην αποικιοκρατικών δυνάµεων, να διασωθούν µέσα από τη µεγαλύτερη ανακατανοµή κεφαλαίων στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Η στρατηγική του «πράσινου (οικολογικού) ξεπλύµατος» (greenwashing - η παραπλάνηση του κοινού σχετικά µε τα µέτρα που λαµβάνουν οι επιχειρήσεις για την προστασία του περιβάλλοντος) είναι µια στρατηγική επικοινωνίας και µάρκετινγκ που υιοθετείται από εταιρείες και άλλους οργανισµούς. Συνίσταται στο να προωθεί οικολογικές ανησυχίες προκειµένου να χαλκεύσει έτσι µια οικολογική εικόνα του προϊόντος στην αγορά. Αλλά υπάρχει κάτι πιο «µουλωχτό», υποκριτικό, ακόµα και επιβλαβές placebo (φαινόµενο αυθυποβολής) που έχει αρχίσει να γίνεται της µόδας, ο «woke καπιταλισµός». Ο νεολογισµός «woke καπιταλισµός» αναφέρεται στις προσπάθειες των εταιρειών να δείξουν την υποστήριξή τους σε γενικά, εκτός των οικολογικών, «προοδευτικούς» σκοπούς (όπως το Μεταναστευτικό, οι ΛΟΑΤΚΙ κ.λπ.). Μια εταιρεία προσποιείται ότι υιοθετεί και χρηµατοδοτεί προοδευτικές αξίες προκειµένου να προωθήσει δωρεάν τα προϊόντα της και να διατηρήσει την επιρροή της στην κοινωνία. Μάλιστα, όπως αναρωτιέται η χειµερινή έκδοση του 2021 της «Oxford Review of Economic Policy»: «Καπιταλισµός - τι έχει πάει στραβά, τι πρέπει να αλλάξει και πώς µπορεί να διορθωθεί;», ψάχνουν µια δοµή, καθώς οι άνθρωποι έχουν γίνει πιο περίπλοκοι και δεν ανταποκρίνονται πλέον στα γνωστά οικονοµικά τερτίπια. Οµως, οι προτεινόµενες δοµές, δηλαδή τα οικονοµικά µοντέλα που προωθούν, οδηγούν σε έναν υποβαθµισµένο καπιταλισµό, σε στασιµότητα του βιοτικού επιπέδου και σε αύξηση του λαϊκισµού. Η έννοια «woke» (γουόκ) -woke καπιταλισµός, woke πολίτες, woke κουλτούρα- χρησιµοποιείται στο λεξιλόγιο «της µόδας» (mainstream) µε αυξανόµενη συχνότητα τα τελευταία χρόνια, από το 2015, όταν ο µπλόγκερ Ρος Ντάουθατ ήταν ο πρώτος που επινόησε τον όρο «woke capitalism» στους «New York Times».
*Απόσπασµα εκποµπής µου στον «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» 90,1 FM, µε τον συνεργάτη µου, ερευνητή-αρθρογράφο Λεωνίδα Αποσκίτη.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 10 Σεπτεμβρίου 2022