Η καθέλκυση των φρεγατών Belharra επανέφερε στο προσκήνιο τις θριαμβευτικές τυμπανοκρουσίες περί ενίσχυσης της αμυντικής θωράκισης της χώρας και τα τοιαύτα.

Δεν είμαι σε θέση να βεβαιώσω εάν ετούτες τις δοξαστικές ιαχές τις είχε ανάγκη η χώρα σε εποχές που το επιτελικό κράτος έχει διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη, με μόνη στιβαρή εξαίρεση τις ένστολες «ομάδες κρούσης», που -στα όρια παρακρατικών πρακτικών- εξακολουθούν να ξυλοφορτώνουν όποιον βρουν μπροστά τους.

Είναι όμως βέβαιο ότι η παρούσα κυβέρνηση τις είχε απολύτως ανάγκη. Μέσα σε μόλις λίγες εβδομάδες η εν λόγω κυβέρνηση είδε αποθήκες πυρομαχικών να ανατινάζονται από τις γύρω πυρκαγιές και μια ταξιαρχία ελικοπτέρων να βουλιάζει στα νερά της λίμνης. Την «κάρφωσαν» επιπλέον και οι από Ανατολής «σύμμαχοι» με εκείνα τα πολύ παράξενα για τον συμφωνημένο (;) αφοπλισμό των νησιών – με τα 152 (!) από αυτά (στον χάρτη μάλλον λανθασμένα αναφέρονται ως ελληνικό έδαφος) να αποτελούν «γκρίζα ζώνη».

Εντάξει, δήλωσαν από την κυβέρνηση, όλα αυτά όντως συμβαίνουν. Αλλά τώρα που καθελκύστηκαν οι Belharra «ρίγη φόβου και πανικού» διατρέχουν την άλλη πλευρά του Αιγαίου – όπως μας διαβεβαίωσε πολύ γνωστό τηλεοπτικό κανάλι. Εξάλλου, οι επόμενες «ατυχίες» της χώρας μας θα συμβούν σε 16.000 χρόνια, όπως βεβαιώνουν οι σοφοί. Επιτρέψτε μου μια σειρά από παρατηρήσεις επ’ αυτών των σοβαρών ή μη.

Πρώτα μια γενική παρατήρηση: Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια ήταν εξαιρετικά γενναιόδωρη στον τομέα των κατασκευών, των παραγγελιών και των επενδύσεων. Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα τερατώδη σιδηροδρομικά έργα, που τις προηγούμενες δεκαετίες θάμπωναν τον επισκέπτη εκεί στην Όθρυ και τη Θεσσαλία. Το κόστος τους, αβυσσαλέο. Το αποτέλεσμα ορατό: Δεν υπάρχει σήμερα σι δηροδρομικό δίκτυο σε Όθρυ και Θεσσαλία!

Να πούμε για το μεγαλείο του Καλατράβα; Δεν χρειάζεται. Όλοι καταλαβαίνουν τι θέλω να πω. Οι ελληνικές κυβερνήσεις διαχρονικά ψωνίζουν τα πιο ακριβά, μόνο και μόνο για να μην έχουν στο τέλος ούτε τα πιο απλά.

Ας επιστρέψουμε στις Belharra πάλι. Πρόκειται για πλοία που δεν αγοράστηκαν σε «τιμή ευκαιρίας». Ακριβοπληρωμένα και ως εκ τούτου, υποθέτουμε, άριστα.
Για να δούμε όμως τι θα τα κάνουμε. Στην περίπτωση που δεν θα μας ζητήσει το ΝΑΤΟ να τα στείλουμε στα στενά της Ταϊβάν, τα πλοία αυτά προορίζονται για δύο θέατρα θαλάσσιου πολέμου: το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Ας τα εξετάσουμε ένα ένα, το Αιγαίο πρώτα.

Ένα πρώτο και απόλυτα πειστικό μάθημα που ο πόλεμος στη γειτονική Ουκρανία δίνει είναι ότι σε όποια μελλοντική σύγκρουση πρέπει να ληφθεί υπόψη η πιο σοβαρή αλλαγή που παρατηρήθηκε στο πεδίο της μάχης: οι αυξημένες κατακόρυφα δυνατότητες του Πυροβολικού.

Με τον όρο «Πυροβολικό» εννοούμε τη δυνατότητα οπλικών συστημάτων να χτυπούν με ακρίβεια σε μεγάλο βάθος πίσω από τη γραμμή του όποιου μετώπου – χερσαίου ή θαλάσσιου. Να προσθέσουμε επίσης ότι τα «πυρομαχικά» που επιφέρουν τα πλήγματα αυτά είναι πολλών κατηγοριών, ειδών και διαφορετικού κόστους.

Πύραυλοι βαλλιστικοί, πύραυλοι Κρουζ, ρουκέτες κατευθυνόμενες ή μη, μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα ή σκάφη χαμηλού ίχνους και ό,τι άλλο βλέπουμε στις ειδή σεις ή τις οθόνες μας.

Η εμβέλεια των οπλικών αυτών συστημάτων είναι από μερικές δεκάδες έως μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα. Με λίγα λόγια, μπορούν να πλήξουν κάθε περιοχή στο Αιγαίο, αλλά και ακόμα τις βάσεις και τα αγκυροβόλια του ελληνικού στόλου. Επιστρέφοντας στην Ουκρανία και τη Μαύρη Θάλασσα, να υπενθυμίσουμε ότι τα περισσότερα ρωσικά πλοία που έχουν βυθιστεί ή καταστραφεί χτυπήθηκαν μέσα στους δύο κύριους ναυστάθμους του ρωσικού Ναυτικού (Σεβαστούπολη και Νοβοροσίρσκ) ή σε αγκυροβόλια μπροστά από αυτούς. Παρά την απώλεια του «Μόσκβα», το ρωσικό Ναυτικό έχει εκτιμήσει ότι τα πλοία του είναι ασφαλέστερα εν πλω, με τους αισθητήρες και τις δυνατότητες ελιγμών σε πλήρη λειτουργία, παρά ακίνητα μέσα στις βάσεις.

Οι δε αποστάσεις στη Μαύρη Θάλασσα είναι σαφώς πιο σημαντικές από τις αντίστοιχες στο Αιγαίο, ενώ τα εναέρια, χερσαία ή θαλάσσια αμυντικά συστήματα των Ρώσων μάλλον εί ναι πιο συνεκτικά από τα αντίστοιχα ελληνικά.

Με λίγα λόγια, το Αιγαίο δεν φαίνεται να είναι ο προνομιακός χώρος για την ανάπτυξη των Belharra. Οι αποστάσεις είναι μικρές, έτσι ώστε στο μεν πέλαγος τις αφήνουν έκθετες σε επιθέσεις κορεσμού –δεν αμύνεσαι με Aster 30 απέναντι σε δρόνους–, στις δε βάσεις, ναυστάθμους, σημεία εφοδιασμού και αγκυροβόλια είναι επικίνδυνα ακίνητοι στόχοι. Ας πάμε στην Ανατολική Μεσόγειο. Εδώ έχουμε πραγματικά μια σχετικά ανοιxτή θάλασσα, με μεγέθη συγκρίσιμα ή και μεγαλύτερα από εκείνα της Μαύρης Θάλασσας, που επιτρέπουν στα πλοία αυτά να αξιοποιήσουν τους αισθητήρες και τα οπλικά τους συστήματα και, ταυτόχρονα, να έχουν χρόνο αντίδρασης σε κάθε απειλή. Όλα αυτά σωστά, αφορούν όμως τη δυνατότητα του πλοίου να επιβιώσει, ενώ δεν αφορούν την πολεμική καθαυτό προσφορά του.

Η παρουσία των Belharra στην Ανατολική Μεσόγειο δεν μπορεί παρά να σχετίζεται με την Κύπρο. Η εξασφάλιση ποικιλότροπης ναυτικής στήριξης στο νησί ή των μεταφορών από και προς αυτό είναι το ζητούμενο.

Στην περίπτωση, όμως, που τα πλοία αυτά επιχειρήσουν να στηρίξουν την Κύπρο, τότε αναδεικνύονται προβλήματα ανάλογα με εκείνα στο Αιγαίο: Tα πλοία αυτά πλησιάζουν επικίνδυνα τις απέναντι βάσεις και ακτές. Έχουν ακουστεί πολλά για τη δημιουργία βάσεων για μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα στα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου.

Οι δε διπλωματικές και στρατιωτικές δραστηριότητες του ανατολικού μας γείτονα στη Λιβύη –ακούγονται συμφωνίες για ναυτικές και αεροπορικές βάσεις εκεί– καθιστούν ανασφαλή ακόμα και τη θαλάσσια ζώνη ανάμεσα στην Κρήτη και τη Λιβύη. Η δε Ελλάδα, ειδικά μετά το τελευταίο φιάσκο, δεν φαίνεται να έχει δυνατότητες επηρεασμού των εκεί εξελίξεων. Το ζητούμενο της ναυτικής παρουσίας – να μην πούμε κυριαρχίας– έχει, βλέπετε, πολλές παραμέτρους. Να έχουμε επίσης υπόψη ότι η ένταξη των νέων φρεγατών στον στόλο δεν είναι μια αυριανή υπόθεση.

Οι δύο πρώτες θα είναι μεν «επιχειρησιακά» έτοιμες το 2025-2026 ίσως, αλλά, με την έλευση της τρίτης, θα πρέπει να υποστούν σημαντική αναβάθμιση – πρόσθεση κυψελών και RAM–, που θα απομακρύνει ακόμα περισσότερο την ένταξή τους στον στόλο. Τρεις, δε, ή ακόμα και τέσσερις είναι ένας πολύ μικρός αριθμός. Τόσο μικρός, ώστε, σε συνδυασμό με το κόστος τους, τις καθιστά «μη αναλώσιμες».

Παρακολουθούμε το πόσο γρήγορα ο πόλεμος στην Ουκρανία προσθέτει νέα στοιχεία στα πεδία των μαχών σε ξηρά, θάλασσα και αέρα. Τα τέσσερα ή πέντε χρόνια που θα χρειαστούν οι νέες φρεγάτες για να ενταχθούν ως πλήρως αξιόμαχες μονάδες στον ελληνικό στόλο θα προσθέσουν νέα στοιχεία στη μορφή του πολέμου. Με τις τάσεις που υπάρχουν σήμερα, τα στοιχεία αυτά θα αφορούν ακόμα μεγαλύτερες δυνατότητες του Πυροβολικού – των όπλων δηλαδή που μεταφέρουν τον πόλεμο πίσω και μακριά από την πρώτη γραμμή του μετώπου. Μεγάλες πρόοδοι, λόγου χάρη, προαναγγέλλονται στις τεχνικές χρήσης «σμήνους» drones σε επιθέσεις. Με αυτή την προ οπτική, οι πολύ ακριβές Belharra κινδυνεύουν να γίνουν «ξεπερασμένα» και «ευάλωτα» σκάφη ήδη στο ορατό μέλλον – όταν δηλαδή θα καταστούν αξιόμαχες. Τα παραπάνω θίγουν μόνο μερικά «τεχνικά» ζητήματα γύρω από τα νέα πλοία.

Δεν αναφέρονται σε άλλα, πιο ουσιαστικά. Εχει, λόγου χάρη, ξεκαθαρίσει η πολιτική ηγεσία της χώρας μας τι ακριβώς εννοεί με τον όρο «αμυντική πολιτική»; Γιατί πολλά ακούγονται για «ήρε μα νερά» και «αναγκαίες παραχωρήσεις» και 152 νησιά σε γκρίζο φόντο. Εξάλλου, μην ξεχνάμε, είμαστε σε πόλεμο με τη Ρωσία, ίσως και με το Ιράν. Δεν μπορεί, με τόσους εχθρούς κάτι θα βρούμε να κάνουν οι Belharra…

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 28/09/2024