Η ταυτότητα της Τουρκίας χθες και σήµερα
ΕΞ ΑΠΟΚΡΥΦΩΝ
Ο διανοούµενος Ζιγιά Γκιοκάλπ, που επηρεάστηκε από τον ροµαντικό και τον φυλετικό εθνικισµό
H νεότερη ιστορία της Τουρκίας, ειδικά από την εποχή της επικράτησης των Νεότουρκων, έχει ταυτιστεί µε γενοκτονίες, για τις οποίες ουδέποτε έχει απολογηθεί επί της ουσίας. Συγκεκριµένα, σε ιδεολογικό επίπεδο, η ακροδεξιά τάση των Νεότουρκων εµπνέεται από τον γερµανικό φυλετικό ροµαντισµό. Η περίπτωση του Ζιγιά Γκιοκάλπ αποτελεί µια από τις πλέον ενδιαφέρουσες περιπτώσεις ενός διανοούµενου επηρεασµένου από τον ροµαντικό και φυλετικό εθνικισµό. Ο φυλετικός παντουρκισµός, ως ιδεολογικό ρεύµα, έχει πατέρα τον Γκιοκάλπ. Ως Νεότουρκος συνέβαλε διοικητικά στην οργάνωση του σχεδίου εθνικής εκκαθάρισης των χριστιανικών λαών µετά τους Βαλκανικούς Πολέµους και µετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ανέλαβε την ιδεολογική ανασυγκρότηση της εθνικιστικής Τουρκίας. Ο Τούρκος ιστορικός Taner Aksam στο βιβλίο του «A Shameful Act» υποστηρίζει ότι ο Γκιοκάλπ, επηρεασµένος από τον γερµανικό εθνικισµό, διαµόρφωσε ένα θεωρητικό πλαίσιο, το οποίο παρείχε την ιδεολογική βάση για την επίδειξη της συγκεκριµένης βίαιης πολιτικής συµπεριφοράς. Στόχος του Γκιοκάλπ ήταν η διαµόρφωση «εθνικής οικονοµίας», η οποία θα µπορούσε να δηµιουργηθεί µόνο µε την «εθνική οµοιογένεια». Χρησιµοποίησε τη λογοτεχνία για να µετακενώσει τις ιδέες του στον µουσουλµανικό οθωµανικό πληθυσµό και ενσωµάτωσε µε ένα ακραία εργαλειακό τρόπο τα σχήµατα του Νίτσε. Όπως γράφει σε ποίηµά του: «Ο ύψιστος Θεός έπλασε τον Τούρκο ανώτερο». Παράλληλα, θέτει και το Ισλάµ στην εξυπηρέτηση του εθνικιστικού φαντασιακού: «Κι αν δεν έχουµε επιστήµη, έχουµε το Κοράνι...».
Στην περίπτωση του Γκιοκάλπ συναντούµε µια πρωτόλεια εκδοχή της ναζιστικής κοσµοθεωρίας, που βασικό ρόλο στην τελική διαµόρφωσή της -όπως και της νεοτουρκικής βεβαίως σε πολύ απλοϊκότερη εκδοχή- έχουν οι απόψεις του Νίτσε, οι οποίες εκχυδαΐστηκαν και χρησιµοποιήθηκαν εργαλειακά. Στη ναζιστική ρητορική εντάσσεται ο θαυµασµός του Νίτσε για τη σκληρότητα, τη δύναµη, τον υπεράνθρωπο, όπως και η λατρεία του για τον ανώτερο άνθρωπο, που συµβαδίζει µε την επιθυµία εξαφάνισης των ξεπεσµένων φυλών. Ακριβώς το ίδιο παρατηρείται στο έργο του Γκιοκάλπ. Χαρακτηριστική είναι η δήλωσή του στο περιοδικό «Yeni Hayat» τo 1911: «Οι Τούρκοι ήταν οι “υπεράνθρωποι” που είχε φανταστεί ο Γερµανός φιλόσοφος Νίτσε… Από τον τουρκισµό θα γεννηθεί η νέα ζωή». Ο τουρκικός εθνικισµός θα βασιστεί στους θρησκευτικούς κώδικες, τους οποίους αποδέχονταν οι µουσουλµανικές µάζες. Ο φυλετισµός, που βρήκε το αποκορύφωµά του στη ναζιστική ρητορική και ενυπήρχε στην κουλτούρα της γερµανικής ∆εξιάς, καλλιεργήθηκε συστηµατικά από τους Νεότουρκους εθνικιστές. Ήδη από τον Οκτώβριο του 1911 είχαν αποφασίσει την καταπίεση και την εξόντωση των χριστιανικών κοινοτήτων της Αυτοκρατορίας. ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΕΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΕΣ Το νεοτουρκικό κίνηµα του 1908 αντιµετωπίστηκε από τον Γεώργιο Σκληρό (γεννήθηκε στην Τραπεζούντα του Πόντου) και τον ∆ηµήτρη Γληνό (γεννήθηκε στη Σµύρνη της Ιωνίας) ως ένα απειλητικό εθνικιστικό κίνηµα µιας στρατιωτικής γραφειοκρατίας, η οποία απειλούσε τα ζωτικά συµφέροντα των υπόδουλων λαών. ∆εν είναι βέβαια τυχαίο ότι και οι δύο προέρχονται από το µικρασιατικό σοσιαλιστικό κίνηµα, το οποίο ανδρώθηκε συγκρουόµενο µε την αυταρχική Οθωµανική Αυτοκρατορία. Είναι εντυπωσιακή η οµοιότητα της ανάλυσης των Γληνού και Σκληρού µε αυτήν της Ρόζας Λούξεµπουργκ. Η ανάλυση αυτή δικαιώθηκε από τα όσα ακολούθησαν. Ο Attila Tuygan γράφει: «Το κεµαλικό καθεστώς, που διαδέχθηκε το Κοµιτάτο Ένωση και Πρόοδος, αντιµετώπισε µε καταπίεση, άρνηση και αφοµοίωση στον τουρκισµό όλα τα άλλα στοιχεία, όπως τους Λαζούς, Κιρκάσιους, Γεωργιανούς, Κιρµαντζί, Τουρκοµάνους, Ποµάκους, Ζαζά, Ασσύριους και ποιος ξέρει πόσα άλλα ονόµατα που δεν αναφέρουµε εδώ. Η προσπάθεια ήταν η µε τη βία εµφύσηση “θετικιστικής τουρκικής” ταυτότητας, κάτι που συνεχίζεται µέχρι και σήµερα». H λογική της γενοκτονίας υπήρξε σύµφυτη στην ακροδεξιά τάση του νεοτουρκικού κινήµατος. Ακόµα και ο ιστορικός Erik Zürcher, που δεν διακρίνεται για την κριτική του στάση προς το νεοτουρκικό παράδειγµα, γράφει ξεκάθαρα για τον πλέον επιτυχηµένο εκ των Νεότουρκων: «Ο Μουσταφά Κεµάλ ποτέ δεν µίλησε δηµόσια ενάντια στη γενοκτονία… και ο ίδιος περιβάλλεται από ανθρώπους, όπως ο Τοπάλ Οσµάν, που τα χέρια τους ήταν βαµµένα µε αίµα…». Από την αρχή (1908) έως το τέλος (1923) η πολιτική των Νεότουρκων στρεφόταν κατά των µειονοτήτων. Ο Taner Akçam είναι απόλυτος στη διαπίστωση αυτή: «Ο απελευθερωτικός πόλεµος… δεν δόθηκε κατά των εισβολέων, αλλά κατά των µειονοτήτων».
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
Τουρκία: Η πρωτόλεια εκδοχή της ναζιστικής κοσµοθεωρίας στην περίπτωση του Γκιοκάλπ
Στην περίπτωση του Γκιοκάλπ συναντούµε µια πρωτόλεια εκδοχή της ναζιστικής κοσµοθεωρίας, που βασικό ρόλο στην τελική διαµόρφωσή της -όπως και της νεοτουρκικής βεβαίως σε πολύ απλοϊκότερη εκδοχή- έχουν οι απόψεις του Νίτσε, οι οποίες εκχυδαΐστηκαν και χρησιµοποιήθηκαν εργαλειακά. Στη ναζιστική ρητορική εντάσσεται ο θαυµασµός του Νίτσε για τη σκληρότητα, τη δύναµη, τον υπεράνθρωπο, όπως και η λατρεία του για τον ανώτερο άνθρωπο, που συµβαδίζει µε την επιθυµία εξαφάνισης των ξεπεσµένων φυλών. Ακριβώς το ίδιο παρατηρείται στο έργο του Γκιοκάλπ. Χαρακτηριστική είναι η δήλωσή του στο περιοδικό «Yeni Hayat» τo 1911: «Οι Τούρκοι ήταν οι “υπεράνθρωποι” που είχε φανταστεί ο Γερµανός φιλόσοφος Νίτσε… Από τον τουρκισµό θα γεννηθεί η νέα ζωή». Ο τουρκικός εθνικισµός θα βασιστεί στους θρησκευτικούς κώδικες, τους οποίους αποδέχονταν οι µουσουλµανικές µάζες. Ο φυλετισµός, που βρήκε το αποκορύφωµά του στη ναζιστική ρητορική και ενυπήρχε στην κουλτούρα της γερµανικής ∆εξιάς, καλλιεργήθηκε συστηµατικά από τους Νεότουρκους εθνικιστές. Ήδη από τον Οκτώβριο του 1911 είχαν αποφασίσει την καταπίεση και την εξόντωση των χριστιανικών κοινοτήτων της Αυτοκρατορίας. ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΕΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΕΣ Το νεοτουρκικό κίνηµα του 1908 αντιµετωπίστηκε από τον Γεώργιο Σκληρό (γεννήθηκε στην Τραπεζούντα του Πόντου) και τον ∆ηµήτρη Γληνό (γεννήθηκε στη Σµύρνη της Ιωνίας) ως ένα απειλητικό εθνικιστικό κίνηµα µιας στρατιωτικής γραφειοκρατίας, η οποία απειλούσε τα ζωτικά συµφέροντα των υπόδουλων λαών. ∆εν είναι βέβαια τυχαίο ότι και οι δύο προέρχονται από το µικρασιατικό σοσιαλιστικό κίνηµα, το οποίο ανδρώθηκε συγκρουόµενο µε την αυταρχική Οθωµανική Αυτοκρατορία. Είναι εντυπωσιακή η οµοιότητα της ανάλυσης των Γληνού και Σκληρού µε αυτήν της Ρόζας Λούξεµπουργκ. Η ανάλυση αυτή δικαιώθηκε από τα όσα ακολούθησαν. Ο Attila Tuygan γράφει: «Το κεµαλικό καθεστώς, που διαδέχθηκε το Κοµιτάτο Ένωση και Πρόοδος, αντιµετώπισε µε καταπίεση, άρνηση και αφοµοίωση στον τουρκισµό όλα τα άλλα στοιχεία, όπως τους Λαζούς, Κιρκάσιους, Γεωργιανούς, Κιρµαντζί, Τουρκοµάνους, Ποµάκους, Ζαζά, Ασσύριους και ποιος ξέρει πόσα άλλα ονόµατα που δεν αναφέρουµε εδώ. Η προσπάθεια ήταν η µε τη βία εµφύσηση “θετικιστικής τουρκικής” ταυτότητας, κάτι που συνεχίζεται µέχρι και σήµερα». H λογική της γενοκτονίας υπήρξε σύµφυτη στην ακροδεξιά τάση του νεοτουρκικού κινήµατος. Ακόµα και ο ιστορικός Erik Zürcher, που δεν διακρίνεται για την κριτική του στάση προς το νεοτουρκικό παράδειγµα, γράφει ξεκάθαρα για τον πλέον επιτυχηµένο εκ των Νεότουρκων: «Ο Μουσταφά Κεµάλ ποτέ δεν µίλησε δηµόσια ενάντια στη γενοκτονία… και ο ίδιος περιβάλλεται από ανθρώπους, όπως ο Τοπάλ Οσµάν, που τα χέρια τους ήταν βαµµένα µε αίµα…». Από την αρχή (1908) έως το τέλος (1923) η πολιτική των Νεότουρκων στρεφόταν κατά των µειονοτήτων. Ο Taner Akçam είναι απόλυτος στη διαπίστωση αυτή: «Ο απελευθερωτικός πόλεµος… δεν δόθηκε κατά των εισβολέων, αλλά κατά των µειονοτήτων».Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή