Πρώτα επιλογή Προέδρου και µετά όλα τα άλλα
ΕΞ ΑΠΟΚΡΥΦΩΝ
Σύµφωνα µε πληροφορίες από τα «γαλάζια» παρασκήνια, περί τους 20 βουλευτές φέρονται αποφασισµένοι να µην ψηφίσουν την Κατερίνα Σακελλαροπούλου
Κοµβική σηµασία για τις πολιτικές εξελίξεις αποκτά το θέµα της εκλογής Προέδρου της ∆ηµοκρατίας, καθώς αναδεικνύει τις πιέσεις που δέχεται ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και τους συµβιβασµούς που αναγκάζεται να κάνει.
Αλλά και στον χώρο της Κεντροαριστεράς γίνεται το σηµείο συµπύκνωσης πολιτικών διεργασιών για ευρύτερες συνεργασίες. Ο πρωθυπουργός για µία ακόµη φορά είπε ότι θα σεβαστεί τις συνταγµατικές προθεσµίες και θα ανακοινώσει την απόφασή του για τον Πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας στις 16 Ιανουαρίου. ∆είχνει ότι είτε έχει αποφασίσει είτε σκέπτεται να µην ανανεώσει τη θητεία της Κατερίνας Σακελλαροπούλου. Είναι κάτι που θα πρέπει να εξηγήσει ο πρωθυπουργός, γιατί δεν ανανεώνει τη θητεία µιας «επιτυχηµένης Προέδρου», όπως έχει πει στο παρελθόν.
Αν και ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας έχει περιορισµένες αρµοδιότητες, η εκλογή του ειδικά στην παρούσα συγκυρία έχει συµβολική σηµασία. Η επιλογή της Κατερίνας Σακελλαροπούλου, που δεν την ήθελε η δεξιά πτέρυγα της Ν∆ -αλλά δεν την ψήφισε µόνο ο Αντώνης Σαµαράς-, συµβόλισε το άνοιγµα του Κυριάκου Μητσοτάκη στον χώρο του Κέντρου και συνδυάστηκε µε την ενσωµάτωση στην κυβέρνηση στελεχών από το σηµιτικό εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ. Μόνο που στις αρχές του 2020 ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν πανίσχυρος και επέβαλε στο κόµµα τις αποφάσεις του εκµαιεύοντας και την κεντρώα συναίνεση. Η συγκυρία πλέον είναι διαφορετική.
Ο πρωθυπουργός είναι ακόµη πολιτικά κυρίαρχος, ελέω αντιπολίτευσης, αλλά εµφανώς αποδυναµωµένος. Παρά την επιφανειακή ηρεµία οι διαφωνίες στο εσωτερικό της Ν∆ είναι υπαρκτές και µεγάλες. Η άρνηση του Κώστα Καραµανλή να δεχθεί πρόταση για την Προεδρία είναι πλήγµα για τον πρωθυπουργό. Υπενθυµίζει τις βαθιές διαφορές του µε τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Υπονοεί αυτό που λέει πιο σκληρά ο Αντώνης Σαµαράς, ότι «αυτή δεν είναι η Νέα ∆ηµοκρατία».
Το επίδοµα στους ένστολους και λιγότερο τα µέτρα για τις τράπεζες ήταν µία προσπάθεια του Κυριάκου Μητσοτάκη να κατευνάσει τους βουλευτές του, προσεγγίζοντας ταυτόχρονα ένα παραδοσιακό κοινό ψηφοφόρων. Προσωρινά έκλεψε το χειροκρότηµα. Ωστόσο οι δηµοσκοπήσεις εξακολουθούν να είναι κακές για την κυβέρνηση παρά τις φιλότιµες προσπάθειες δηµοσκόπων διά της «εκτίµησης ψήφου» ή της έντεχνης διατύπωσης ερωτηµάτων στα ποιοτικά στοιχεία να τις εξωραΐσουν. Οι βουλευτές όµως έχουν την αίσθηση των τοπικών κοινωνιών. Η εικόνα που µεταφέρουν είναι ότι η πτωτική πορεία της Ν∆ δεν αναστρέφεται.
Μέσα σε αυτό το κλίµα ο Κυριάκος Μητσοτάκης πιέζεται να κάνει µία επιλογή Προέδρου που να ικανοποιεί τη δεξιά πτέρυγα του κόµµατος. Για αυτό και έχει ανοίξει ο ίδιος το ζήτηµα της µη ανανέωσης της Κατερίνας Σακελλαροπούλου. Βέβαια άνθρωποι στο περιβάλλον του Μεγάρου Μαξίµου σηµειώνουν ότι αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί και κανένα ενδεχόµενο δεν θα πρέπει να αποκλειστεί. Είναι όµως µία απόφαση που θα έχει ρίσκο. Η ανανέωση Σακελλαροπούλου προσβλέπει στις ψήφους του ΠΑΣΟΚ και των κοµµάτων της Αριστεράς. Εάν όµως τα κόµµατα αυτά για δικούς τους λόγους δεν ψηφίσουν, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κινδυνεύει να δει την επιλογή του να λαµβάνει λιγότερες από 150 ψήφους. Θα είναι µία οιονεί απώλεια της δεδηλωµένης.
Σύµφωνα µε πληροφορίες από τα «γαλάζια» παρασκήνια, περί τους 20 βου λευτές φέρονται αποφασισµένοι να µην ψηφίσουν την κυρία Σακελλαροπούλου. Κάπως έτσι έχουν πέσει στο τραπέζι διάφορα ονόµατα: του Γιάννη Στουρνάρα, του Βαγγέλη Βενιζέλου, της Μαρίας ∆αµανάκη, µε το σκεπτικό ότι θα πάρουν και τις ψήφους της αντιπολίτευσης και θα λύσουν το πρόβληµα του Κυριάκου Μητσοτάκη. Παροµοίως αλλά από την άλλη πλευρά ισχύει και για τον Κώστα Τασούλα. Είναι µία κοµµατική επιλογή που θα πάρει τις ψήφους της Ν∆.
Αν και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πει ότι θα πρέπει η υποψηφιότητα να έχει υπερκοµµατικά χαρακτηριστικά, δεν µπορεί να αποκλειστεί να επιλέξει ένα πρόσωπο-έκπληξη, που να προέρχεται από τον ευρύτερο κεντροδεξιό χώρο. Μετά την εκλογή Τραµπ ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσπαθεί να προσαρµοστεί στους νέους αέρηδες που φυσάνε διεθνώς. Αποτάχθηκε τον δικαιωµατισµό κάνοντας λόγο για τυραννία των µειονοτήτων και απέλυσε τον Αλέξη Πατέλη από το Μέγαρο Μαξίµου. Στα πιο σηµαντικά, ενώ µιλούσε για διάλογο και παραποµπή στη Χάγη, τώρα άλλαξε τροπάρι και δηλώνει ότι δεν βλέπει τέτοια προοπτική. Ίσως έπαιξαν ρόλο και οι δύο πρόσφατες παρεµβάσεις του Κώστα Καραµανλή και του Αντώνη Σαµαρά - ο τελευταίος µάλιστα µίλησε για «Πρέσπες του Αιγαίου». Μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο και δίχως να υπερτονίζεται η σηµασία της, η επιλογή Προέδρου θα δείξει τις νέες ισορροπίες στο πολιτικό σκηνικό, το όριο των υποχωρήσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη και την επιµονή του στο Κέντρο ή τον συνολικό αναπροσανατολισµό του προς τα δεξιά.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
Αλλά και στον χώρο της Κεντροαριστεράς γίνεται το σηµείο συµπύκνωσης πολιτικών διεργασιών για ευρύτερες συνεργασίες. Ο πρωθυπουργός για µία ακόµη φορά είπε ότι θα σεβαστεί τις συνταγµατικές προθεσµίες και θα ανακοινώσει την απόφασή του για τον Πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας στις 16 Ιανουαρίου. ∆είχνει ότι είτε έχει αποφασίσει είτε σκέπτεται να µην ανανεώσει τη θητεία της Κατερίνας Σακελλαροπούλου. Είναι κάτι που θα πρέπει να εξηγήσει ο πρωθυπουργός, γιατί δεν ανανεώνει τη θητεία µιας «επιτυχηµένης Προέδρου», όπως έχει πει στο παρελθόν.
Αν και ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας έχει περιορισµένες αρµοδιότητες, η εκλογή του ειδικά στην παρούσα συγκυρία έχει συµβολική σηµασία. Η επιλογή της Κατερίνας Σακελλαροπούλου, που δεν την ήθελε η δεξιά πτέρυγα της Ν∆ -αλλά δεν την ψήφισε µόνο ο Αντώνης Σαµαράς-, συµβόλισε το άνοιγµα του Κυριάκου Μητσοτάκη στον χώρο του Κέντρου και συνδυάστηκε µε την ενσωµάτωση στην κυβέρνηση στελεχών από το σηµιτικό εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ. Μόνο που στις αρχές του 2020 ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν πανίσχυρος και επέβαλε στο κόµµα τις αποφάσεις του εκµαιεύοντας και την κεντρώα συναίνεση. Η συγκυρία πλέον είναι διαφορετική.
Ο πρωθυπουργός είναι ακόµη πολιτικά κυρίαρχος, ελέω αντιπολίτευσης, αλλά εµφανώς αποδυναµωµένος. Παρά την επιφανειακή ηρεµία οι διαφωνίες στο εσωτερικό της Ν∆ είναι υπαρκτές και µεγάλες. Η άρνηση του Κώστα Καραµανλή να δεχθεί πρόταση για την Προεδρία είναι πλήγµα για τον πρωθυπουργό. Υπενθυµίζει τις βαθιές διαφορές του µε τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Υπονοεί αυτό που λέει πιο σκληρά ο Αντώνης Σαµαράς, ότι «αυτή δεν είναι η Νέα ∆ηµοκρατία».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πρέπει να εξηγήσει γιατί δεν ανανεώνει τη θητεία µιας «επιτυχηµένης Προέδρου», όπως έχει πει στο παρελθόν
Πιέσεις εκ των έσω στον Κυριάκο Μητσοτάκης
Το επίδοµα στους ένστολους και λιγότερο τα µέτρα για τις τράπεζες ήταν µία προσπάθεια του Κυριάκου Μητσοτάκη να κατευνάσει τους βουλευτές του, προσεγγίζοντας ταυτόχρονα ένα παραδοσιακό κοινό ψηφοφόρων. Προσωρινά έκλεψε το χειροκρότηµα. Ωστόσο οι δηµοσκοπήσεις εξακολουθούν να είναι κακές για την κυβέρνηση παρά τις φιλότιµες προσπάθειες δηµοσκόπων διά της «εκτίµησης ψήφου» ή της έντεχνης διατύπωσης ερωτηµάτων στα ποιοτικά στοιχεία να τις εξωραΐσουν. Οι βουλευτές όµως έχουν την αίσθηση των τοπικών κοινωνιών. Η εικόνα που µεταφέρουν είναι ότι η πτωτική πορεία της Ν∆ δεν αναστρέφεται. Μέσα σε αυτό το κλίµα ο Κυριάκος Μητσοτάκης πιέζεται να κάνει µία επιλογή Προέδρου που να ικανοποιεί τη δεξιά πτέρυγα του κόµµατος. Για αυτό και έχει ανοίξει ο ίδιος το ζήτηµα της µη ανανέωσης της Κατερίνας Σακελλαροπούλου. Βέβαια άνθρωποι στο περιβάλλον του Μεγάρου Μαξίµου σηµειώνουν ότι αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί και κανένα ενδεχόµενο δεν θα πρέπει να αποκλειστεί. Είναι όµως µία απόφαση που θα έχει ρίσκο. Η ανανέωση Σακελλαροπούλου προσβλέπει στις ψήφους του ΠΑΣΟΚ και των κοµµάτων της Αριστεράς. Εάν όµως τα κόµµατα αυτά για δικούς τους λόγους δεν ψηφίσουν, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κινδυνεύει να δει την επιλογή του να λαµβάνει λιγότερες από 150 ψήφους. Θα είναι µία οιονεί απώλεια της δεδηλωµένης.
Σύµφωνα µε πληροφορίες από τα «γαλάζια» παρασκήνια, περί τους 20 βου λευτές φέρονται αποφασισµένοι να µην ψηφίσουν την κυρία Σακελλαροπούλου. Κάπως έτσι έχουν πέσει στο τραπέζι διάφορα ονόµατα: του Γιάννη Στουρνάρα, του Βαγγέλη Βενιζέλου, της Μαρίας ∆αµανάκη, µε το σκεπτικό ότι θα πάρουν και τις ψήφους της αντιπολίτευσης και θα λύσουν το πρόβληµα του Κυριάκου Μητσοτάκη. Παροµοίως αλλά από την άλλη πλευρά ισχύει και για τον Κώστα Τασούλα. Είναι µία κοµµατική επιλογή που θα πάρει τις ψήφους της Ν∆.
Αν και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πει ότι θα πρέπει η υποψηφιότητα να έχει υπερκοµµατικά χαρακτηριστικά, δεν µπορεί να αποκλειστεί να επιλέξει ένα πρόσωπο-έκπληξη, που να προέρχεται από τον ευρύτερο κεντροδεξιό χώρο. Μετά την εκλογή Τραµπ ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσπαθεί να προσαρµοστεί στους νέους αέρηδες που φυσάνε διεθνώς. Αποτάχθηκε τον δικαιωµατισµό κάνοντας λόγο για τυραννία των µειονοτήτων και απέλυσε τον Αλέξη Πατέλη από το Μέγαρο Μαξίµου. Στα πιο σηµαντικά, ενώ µιλούσε για διάλογο και παραποµπή στη Χάγη, τώρα άλλαξε τροπάρι και δηλώνει ότι δεν βλέπει τέτοια προοπτική. Ίσως έπαιξαν ρόλο και οι δύο πρόσφατες παρεµβάσεις του Κώστα Καραµανλή και του Αντώνη Σαµαρά - ο τελευταίος µάλιστα µίλησε για «Πρέσπες του Αιγαίου». Μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο και δίχως να υπερτονίζεται η σηµασία της, η επιλογή Προέδρου θα δείξει τις νέες ισορροπίες στο πολιτικό σκηνικό, το όριο των υποχωρήσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη και την επιµονή του στο Κέντρο ή τον συνολικό αναπροσανατολισµό του προς τα δεξιά.
Μέσα σε αυτό το κλίµα ο Κυριάκος Μητσοτάκης πιέζεται να κάνει µία επιλογή Προέδρου που να ικανοποιεί τη δεξιά πτέρυγα του κόµµατος
Διεργασίες στην Κεντροαριστερά
Αλλά και στον χώρο της Αριστεράς και Κεντροαριστεράς η εκλογή Προέδρου ∆ηµοκρατίας προκαλεί διεργασίες. Ήδη η πρόταση του Αλέξη Χαρίτση για τον Χρήστο Ράµµο θεωρήθηκε πρόωρη και κάηκε. Προκάλεσε όµως τριβές όχι µόνο µε το ΠΑΣΟΚ αλλά και µε τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δεν την αγκάλιασε. Ο µεν Σωκράτης Φάµελλος κράτησε αποστάσεις δίχως να την απορρίψει, ο δε Νίκος Παππάς µίλησε δηµοσίως για πρόσωπο που να προέρχεται από την Αριστερά. Ο Νίκος Ανδρουλάκης έµεινε έξω από τη συζήτηση, σηµατοδοτώντας την ευρύτερη επιλογή του να µην µπει, προς το παρόν τουλάχιστον, σε διεργασίες µε τα όµορα κόµµατα. ∆ιατηρεί έτσι ανοιχτό το πεδίο των δυνατοτήτων του. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δεν δείχνει να βιάζεται, αλλά θα βρεθεί και εκείνος µπροστά στο ερώτηµα τι θα συµβολίζει η πρόταση που θα κάνει και αν τελικά θα µπει σε µία συζήτηση που θα δείχνει διάθεση συναίνεσης. Με την κυβέρνηση ή µε τα κόµµατα της Κεντροαριστεράς;Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή