Οελληνικός αλιευτικός στόλος δραστηριοποιείται σχεδόν στο σύνολό του στη Μεσόγειο Θάλασσα και αποτελεί τον πολυπληθέστερο στην Ευρωπαϊκή Ενωση από πλευράς αριθμού σκαφών. Το 2012 διέθετε 16.031 σκάφη, συνολικής χωρητικότητας 79.665 GT και ολικής ισχύος μηχανών 462.003 KW, και το 2013 µειώθηκε στα 15.972 σκάφη, συνολικής χωρητικότητας 78.028 GT, κυρίως μικρής χωρητικότητας και ιπποδύναμης, τα οποία αλιεύουν αποθέματα κατά μήκος της εκτεταμένης ακτογραμμής της ηπειρωτικής χώρας, καθώς και της ακτογραμμής των πολυάριθμων ελληνικών νησιών. Το μεγαλύτερο τµήµα του αλιευτικού στόλου (94,81%) αποτελείται από σκάφη που αλιεύουν µε στατικά εργαλεία στην παράκτια ζώνη και η αλιεία είναι πολυειδική και πολυσυλλεκτική. Το 1,64% (264 σκάφη) του αλιευτικού στόλου αποτελείται από σκάφη τύπου γρι-γρι και τα είδη που κυρίως αλιεύονται είναι ο γαύρος και η σαρδέλα. Το 1,82% (292 σκάφη) αποτελείται από τράτες βυθού µε πόρτες (μηχανότρατες), οι οποίες αλιεύουν κυρίως κουτσομούρες, µπαρμπούνια, µπακαλιάρους και καρκινοειδή


Από το 2003 µέχρι σήµερα ο ελληνικός αλιευτικός στόλος έχει μειωθεί στο πλαίσιο εφαρµογής των κανόνων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, κυρίως λόγω του μέτρου της διάλυσης των σκαφών, µε χρηματοδότηση από τα Επιχειρησιακά Προγράμµατα Αλιείας, µε το µεγαλύτερο ποσοστό μείωσης του στόλου να παρατηρείται σε μικρότερα σκάφη (ολικού µήκους <12μ. ). 

Ο αλιευτικός στόλος χωρίζεται στις εξής τρεις μεγάλες κατηγορίες, ανάλογα µε τη δραστηριότητά του:

Α. Σκάφη που αλιεύουν µε στατικά εργαλεία

Αλιευτικά σκάφη παράκτιας αλιείας, τα οποία δραστηριοποιούνται όλο τον χρόνο στην παράκτια ηπειρωτική ακτογραμμή της χώρας και στη νησιωτική ζώνη, χρησιμοποιώντας ποικίλα αλιευτικά εργαλεία (κυρίως στατικά και κάποτε συρόµενα), ανάλογα µε την εποχή και το υπό στόχευση είδος.

Β. Σκάφη που αλιεύουν με συρόμενα εργαλεία

Σκάφη µε εργαλείο τράτας βυθού µε πόρτες (µηχανότρατες), τα οποία δραστηριοποιούνται στα ελληνικά και τα διεθνή ύδατα του Αιγαίου, του Ιονίου και του Κρητικού Πελάγους, καθώς και σε ύδατα τρίτων χωρών, στο πλαίσιο διμερών κοινοτικών και ιδιωτικών συμφωνιών.

Γ. Σκάφη που αλιεύουν µε κυκλικά δίχτυα

Σκάφη τύπου γρι-γρι, τα οποία δραστηριοποιούνται είτε την ημέρα είτε τη νύχτα, στα ελληνικά και τα διεθνή ύδατα του Αιγαίου και του Ιονίου Πελάγους, στοχεύοντας ανάλογα σε διαφορετικά πελαγικά είδη. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, σταδιακά ο αριθμός των ελληνικών αλιευτικών σκαφών μειώθηκε σηµαντικά. Αυτή η μείωση οφείλεται κατά το πλείστον στην έξοδο πολλών αλιευτικών σκαφών µε χρηματοδότηση στο πλαίσιο του Κανονισμού (Ε.Κ.) 1198/2006. Στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος Αλιείας (ΕΠΑΛ) 2007-2013, κατά το έτος 2012 εξήλθαν οριστικά από τον ελληνικό αλιευτικό στόλο, µε οικονομική ενίσχυση, 476 αλιευτικά χωρητικότητας 4.127.02 GT και ολικής ισχύος μηχανών 23.671,76 ΚW. Στα ανωτέρω εξερχόµενα σκάφη εφαρμόστηκε η μέθοδος της διάλυσης, στο πλαίσιο μέτρου του ΕΠΑΛ 2007-2013.

Η έξοδος από τον στόλο, τόσο µε οικονομική ενίσχυση όσο και χωρίς αυτήν, από την έναρξη ισχύος του Κανονισμού (Ε.Κ.) 2371/2002, αφορούσε κυρίως σκάφη μικρής αλιευτικής ικανότητας (παράκτιας αλιείας μικρής κλίμακας). Η αριθμητική µείωση των σκαφών του αλιευτικού στόλου ήταν σχετικά ανάλογη και µε τη μείωση της αλιευτικής ικανότητάς του. Συνολικά, από 1ης/1/2003 έως 31ης/12/2012 ο αλιευτικός στόλος μειώθηκε κατά 3.019 σκάφη (15,84%), ενώ η αλιευτική ικανότητά του κατά 21,57% και 21,71%, από άποψη ολικής χωρητικότητας (GT) και ισχύος (ΚW), αντίστοιχα. Στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, η χώρα διαχειρίζεται την ικανότητα του αλιευτικού στόλου µε τρόπο ώστε να διατηρείται σε ελεγχόμενα επίπεδα η ισχύς και η χωρητικότητα των σκαφών της σε σχέση µε τα επίπεδα αναφοράς. Η είσοδος νέας αλιευτικής ικανότητας, χωρίς οικονομική ενίσχυση, πραγματοποιείται πάντα με την υποχρεωτική έξοδο αντίστοιχης αλιευτικής ικανότητας χωρίς οικονομική ενίσχυση.

Στο πλαίσιο αυτό, δίνεται η δυνατότητα:

α) Εγκρισης για αύξηση της αλιευτικής ικανότητας σε σκάφη μικρότερα των 7 µέτρων µεταξύ καθέτων και ισχύος μηχανής μικρότερης των 15 ΗΡ (11,19 ΚW).

β) Χορήγησης νέων αδειών αλιείας µε τη χρήση αντίστοιχης αλιευτικής ικανότητας, που προέρχεται από σκάφη που εξήλθαν χωρίς οικονομική ενίσχυση από τον ελληνικό στόλο κατά τα προηγούμενα έτη.

Στο πλαίσιο υλοποίησης σχετικής υπουργικής απόφασης του 2009, η οποία αναφερόταν σε συνολικά 96 εγκρίσεις έκδοσης νέων αδειών αλιείας, υλοποιήθηκαν το 2012 τέσσερις συνολικής αλιευτικής ικανότητας 45,42 GT και 248,20 ΚW.

Ο ελληνικός αλιευτικός στόλος είναι ο πολυπληθέστερος στην Ε.Ε. και απαρτίζεται κυρίως από σκάφη μικρής παράκτιας αλιείας, τα οποία κάνουν εκτεταµένη χρήση επιλεκτικών εργαλείων, αλλά και διαφοροποιούν σημαντικά τα εργαλεία τοπικά και χρονικά. Τα σκάφη μικρής παράκτιας αλιείας, αν και συνιστούν ήπια μορφή εκμετάλλευσης, λόγω της διασποράς τους στις εκτεταμένες παράκτιες και νησιωτικές περιοχές της χώρας μας απαιτούν ιδιαίτερες ενέργειες για τον έλεγχο των δραστηριοτήτων τους και υψηλό διοικητικό κόστος. Επιπρόσθετα, τα σκάφη αλιείας εξαρτώνται άµεσα από την κατάλληλη ιπποδύναμη των κινητήρων τους, προκειµένου να επιτευχθεί η ασφάλεια στην εργασία τους αλλά και η εκφόρτωση των αλιευμάτων σε κατάλληλους λιμένες. Η διοίκηση καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες να καταγράψει τα πραγματικά ενεργά αλιευτικά σκάφη, τις συνθήκες εργασίας τους, καθώς και τα εκάστοτε χρησιμοποιούµενα εργαλεία και να αποτυπώσει την αλιευτική δραστηριότητά τους ανά εργαλείο για τη βελτίωση του συστήµατος διαχείρισης του στόλου.

Το μικρότερο ποσοστό του αλιευτικού στόλου αποτελείται από 9 μηχανότρατες ανοιχτής θάλασσας, οι οποίες έχουν μήκος πάνω από 20 µέτρα. Αυτά τα πλοία έχουν ειδικές άδειες αλίευσης, που τους επιτρέπουν να ψαρεύουν στα ύδατα τρίτων χωρών µε αλιευτικές συμφωνίες σύμπραξης που έχει συνάψει η Ε.Ε. µε τρίτα κράτη ή µε ιδιωτικές συμφωνίες µεταξύ των πλοιοκτητών και των Αρχών των τρίτων κρατών. Το σύνολο της απασχόλησης στην ελληνική αλιεία ήταν 36.304 άτοµα το 2012 (6.018 στην αλιεία στην ανοιχτή θάλασσα και 30.286 στην αλιεία στις ελληνικές αλιευτικές ζώνες). Το 2013 το σύνολο της απασχόλησης μειώθηκε στα 35.896 άτοµα (5.918 στην ανοιχτή θάλασσα και 29.978 στις ελληνικές ακτές). Ολα τα προαναφερθέντα καθιστούν προφανές ότι η φθίνουσα πορεία της αλιείας στη χώρα μας, η οποία έχει τις περισσότερες παράκτιες επαφές με το θαλάσσιο περιβάλλον της και τα περισσότερα νησιά από κάθε άλλη χώρα, συνιστά ένα εξ ολοκλήρου παράδοξο φαινόμενο, εκτός και αν κάποιο μακρόπνοο σχέδιο στους κόλπους της… Νέας Τάξεως Πραγμάτων τα εξηγεί όλα αυτά, μαζί με άλλα πολλά…

Πηγή: «Η ΑΟΖ της Ελλάδας», Θεόδωρου Καρυώτη, Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη, Αθήνα, 2014
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά