Παρ’ όλες τις ιδιορρυθµίες και την αµφιλεγόµενη ρητορική του, µε µια αρχική ανάγνωση, φαίνεται πως ο πρόεδρος Τραµπ και το σύστηµα εξουσίας που τον στηρίζει λειτουργούν πιο ρεαλιστικά και λιγότερο ιδεοληπτικά από ό,τι η προηγούµενη κυβέρνηση Μπάιντεν και προσπαθούν να επανατοποθετήσουν τις ΗΠΑ ως κυρίαρχη δύναµη στον πλανήτη. Για να το καταλάβουµε αυτό θα πρέπει πριν και πάνω απ’ όλα, να θυµηθούµε ότι παραδοσιακά ο πυρήνας της αγγλοσαξονικής γεωπολιτικής πρακτικής ήταν το «διαίρει και βασίλευε» (divide and rule) και στόχος της αγγλοσαξονικής γεωπολιτικής στρατηγικής ήταν η αποφυγή της δηµιουργίας µιας κυρίαρχης δύναµης στην Ευρασία.

Όµως, η πολιτική της λεγόµενης «διπλής ανάσχεσης» (dual containment), τόσο εναντίον της Κίνας όσο και εναντίον της Ρωσίας, οδηγούσε τις δύο µεγάλες ευρασιατικές δυνάµεις τη µία στην αγκαλιά της άλλης, ωθώντας τες να υπερβούν τα ανταγωνιστικά στοιχεία στις γεωπολιτικές τους ταυτότητες. Επιπροσθέτως, τα ανταγωνιστικά στοιχεία µεταξύ Κίνας και Ρωσίας στην πραγµατικότητα ενίσχυαν τη δυναµική του σινορωσικού συστήµατος, προσδίδοντάς του στοιχεία ανοιχτής αρχιτεκτονικής.

∆ηλαδή, χώρες όπως η Ινδία ή το Βιετνάµ, που έχουν επίσης ανταγωνιστικά στοιχεία στις σχέσεις τους µε την Κίνα, αλλά θεωρούν πολύ σηµαντική µια στενή σχέση µε τη Ρωσία, οδηγούνται και αυτές, αργά αλλά σταθερά, προς τη µερική ενσωµάτωση µέσα στο σύστηµα Ρωσίας - Κίνας, ακριβώς για να µην επιτρέψουν στην Κίνα να αποκτήσει µια προνοµιακή σχέση µε τη Ρωσία και συνακόλουθα χάσουν αυτές την πρόσβασή τους στη Μόσχα. Το ίδιο συµβαίνει, αλλά από την αντίθετη πλευρά, µε το Ιράν, το οποίο παραδοσιακά έχει ανταγωνιστικά στοιχεία στις σχέσεις του µε τη Ρωσία, αλλά όχι µε την Κίνα.

Άρα, ωθείται και αυτό προς µια ενσωµάτωση στο σινορωσικό σχήµα. Με άλλα λόγια, έχει προκύψει ένα λειτουργικό µείγµα ανταγωνισµών και συνεργειών µεταξύ Ρωσίας και Κίνας, που δηµιουργεί µια µεγάλη γεωπολιτική µάζα, η οποία έλκει προς την τροχιά της και πολλά άλλα ευρασιατικά κράτη. Έτσι, οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να εγκλωβιστούν σε έναν «ντοπαρισµένο Ψυχρό Πόλεµο» («Cold War on steroids»), σύµφωνα µε την ορολογία των Bas Brust και Martijn Kitzen, σε ένα νέο άκαµπτο διπολικό διεθνές σύστηµα, µέσα στο οποίο θα έχουν να αντιµετωπίσουν ένα πρωτοφανές, χαλαρό µεν αλλά διακριτό και λειτουργικό, πανευρασιατικό σχήµα τεράστιων διαστάσεων και πρωτοφανούς ισχύος.

Το σχήµα αυτό θα µπορούσε να χαρακτηριστεί ως η πρώτη Υπέρ-Υπερδύναµη (Hyper Power) του πλανήτη το οποίο, σε βάθος χρόνου θα µπορούσε να ελκύσει προς την τροχιά του ακόµη και κράτη της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ. Άρα, οι ΗΠΑ υποχρεούνται να προσπαθήσουν να διασπάσουν τη συνοχή αυτού του συστήµατος. Και η πρώτη κίνηση για να επιτύχουν κάτι τέτοιο είναι να σταµατήσουν την πολιτική της «διπλής ανάσχεσης».

Και η πρώτη κίνηση για να σταµατήσουν την πολιτική της διπλής ανάσχεσης είναι να προσπαθήσουν να αποκαταστήσουν µια ισορροπηµένη σχέση συνύπαρξης µε τη Ρωσία. Και η πρώτη κίνηση γι’ αυτό είναι να σταµατήσει ο πόλεµος στην Ουκρανία. Και το πρώτο βήµα για να σταµατήσει ο πόλεµος στην Ουκρανία είναι να προκύψει µια ρωγµή στην ενότητα του λεγόµενου ευρωατλαντικού κόσµου.

Άρα, η πολιτική ρητορική του προέδρου Τραµπ και η ένταση που έχει προκύψει µε την Ευρώπη θα πρέπει να αναγνωστούν στο πλαίσιο αυτής της λογικής. Εν ολίγοις, φαίνεται πως η προεδρία Τραµπ έχει αποδεχθεί την πολυπολικότητα του διεθνούς συστήµατος και θεωρεί ότι οι ΗΠΑ έχουν τη δυνατότητα να λειτουργήσουν ως πρώτοι µεταξύ ίσων σε έναν πολυπολικό κόσµο και ως ο ρυθµιστικός παράγοντας σ’ αυτό το πλαίσιο. Αν χρησιµοποιούσαµε µια µεταφορά, θα λέγαµε πως αν ο πολυπολικός κόσµος είναι µια ορχήστρα, η προεδρία Τραµπ θεωρεί ότι οι ΗΠΑ µπορεί να είναι ο µαέστρος αυτής της ορχήστρας.

Αλλά για να επιτύχουν αυτόν τον στόχο, οι ΗΠΑ θα πρέπει να επιτύχουν να διακοπεί η σύνδεση Κίνας και Ρωσίας και να ενεργοποιηθούν εκ νέου τα ανταγωνιστικά στοιχεία στις ταυτότητες των δύο αυτών χωρών. Και για να γίνει αυτό, θα πρέπει να διαρραγεί, τουλάχιστον εν µέρει, η ενότητα ΗΠΑ και ∆υτικής Ευρώπης. ∆ηλαδή, για να λειτουργήσει ο πολυπολικός κόσµος θα πρέπει (σε κάποιον βαθµό τουλάχιστον) οι ΗΠΑ και η ∆υτική Ευρώπη να λειτουργούν ως ξεχωριστοί πόλοι ισχύος και εν µέρει ανταγωνιστικοί µεταξύ τους. Επιπροσθέτως, πιθανώς οι ΗΠΑ θεωρούν ότι το σηµερινό ΝΑΤΟ είναι ένα είδος υπερµεγέθους «πληθωριστικού» ΝΑΤΟ.

∆ηλαδή, έχει στους κόλπους του πάρα πολλές χώρες µε διαφορετικές ή ακόµη και ανταγωνιστικές γεωπολιτικές ταυτότητες και στοχεύσεις, αλλά και χώρες που επιδιώκουν µια αυτόνοµη πορεία µεγάλης δύναµης στο διεθνές σύστηµα, µε προεξέχουσα την Τουρκία.

Άρα, αυτό το ΝΑΤΟ δεν είναι λειτουργικό και πιθανώς να θέλουν να το αντικαταστήσουν σταδιακά µε ένα νέο πλέγµα στοχευµένων συµµαχιών, µε επιµέρους ευρωπαϊκές χώρες. Συνακόλουθα, η πολιτική Τραµπ πιθανώς να είναι απλώς µια προσπάθεια εφαρµογής σκληρών ρεαλιστικών πολιτικών που βασίζονται στον πυρήνα της αµερικανικής γεωπολιτικής υπόστασης και τίποτα «γραφικό» δεν υπάρχ ει σε αυτή.


*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»