Από το 2010, όταν ουσιαστικά διαλύθηκε το πολιτικό μας σύστημα, έχει κυλήσει μπόλικο νερό στο αυλάκι.

Και τι δεν ζήσαμε όλα αυτά τα ταραγμένα χρόνια. Ξυλοδαρμούς πολιτικών, προπηλακισμούς, αντισυγκεντρώσεις, προγραφές, μούντζες στο Κοινοβούλιο, αμφισβήτηση του δημοκρατικού πολιτεύματος, χυδαίες ύβρεις κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας (σ.σ.: κατά του Καρόλου Παπούλια στον εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη το 2011). Ως και η εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής ήταν για ένα μεγάλο διάστημα εντός Βουλής.

Οι πολιτικοί αντάλλαζαν τους χειρότερους χαρακτηρισμούς. Ακούγαμε για κλέφτες, για προδότες, για νενέκους, για γερμανοτσολιάδες. Οι εκπρόσωποι των κομμάτων που είχαν την αντίστοιχη φρασεολογία κυριαρχούσαν στα πάνελ. Όσο περισσότερο έβριζες τόσο πιο περιζήτητος ήσουν. Ο διχασμός της κοινωνίας θύμιζε εποχές Εμφυλίου και η ρητορική του μίσους -«ή εμείς ή αυτοί»- ήταν κυρίαρχη. Και όλα αυτά στις πιο δύσκολες, από τη Μεταπολίτευση, στιγμές για τη χώρα, όταν το πολιτικό σύστημα θα έπρεπε να ομονοήσει και να συνεννοηθεί. Φτάσαμε στο παρά ένα της χρεοκοπίας και της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Όταν οι άλλες χώρες που είχαν οικονομικά προβλήματα έβγαιναν από τα μνημόνια, εμείς μπαίναμε ακόμα πιο βαθιά. Με αποτέλεσμα η κρίση να κρατήσει υπερπολλαπλάσια χρόνια από ό,τι στην Πορτογαλία, στην Ισπανία, στην Κύπρο, στην Ιρλανδία. Διότι εκεί συνεργάστηκαν, δεν «πέταγαν πέτρες» ο ένας στον άλλον. Τεράστια ευθύνη έχουν κάποιοι από τους πρωταγωνιστές εκείνης της περιόδου, που δεν έκαναν ούτε τα στοιχειώδη. Όπως για παράδειγμα ο Αντώνης Σαμαράς. Όχι μόνο για τις γραφικότητες των Ζαππείων, αλλά γιατί έφτασε στο σημείο, τον Ιανουάριο του 2015, να μη βρίσκεται στο Μέγαρο Μαξίμου για να παραδώσει τα κλειδιά της εξουσίας στον Αλέξη Τσίπρα. Ήταν η μέγιστη από τις πολλές απρέπειες που έχει κάνει στη διαδρομή του αυτός ο μοιραίος πολιτικός.

Θα ρωτούσε, ευλόγως, κάποιος προς τι τα προαναφερθέντα. Τα υπογραμμίζουμε για να καταδείξουμε τη σημασία που έχει για την ομαλή λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος η συνάντηση του κ. Μητσοτάκη με τον κ. Ανδρουλάκη. Δεν είχε γίνει μεταξύ του Σαμαρά και του Τσίπρα, ούτε μεταξύ του Τσίπρα και του Μητσοτάκη και αντιστοίχως του Μητσοτάκη με τον Τσίπρα.

Είναι δείγμα επιστροφής στην αναγκαία πολιτική κανονικότητα ότι ο πρωθυπουργός μπορεί να συζητά με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ακόμα και όταν διαφωνούν σε πολλά, όπως ισχύει στην περίπτωσή τους.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή