Τις προηγούμενες ημέρες ο Νίκος Ανδρουλάκης δέχτηκε τα προσωπικά πυρά τόσο της ΝΔ όσο και του ΣΥΡΙΖΑ. Οι μεν κυβερνητικοί προσπάθησαν να παρουσιάσουν τον ίδιο και το κόμμα του ως «πράσινο ΣΥΡΙΖΑ». Οι δε της Κουμουνδούρου τον κατηγόρησαν για συναίνεση με τον Μητσοτάκη αλλά και για έμμεση προσπάθεια κουκουλώματος των υποκλοπών. Τίποτα, ωστόσο, από όλα αυτά δεν ισχύει.

Όσοι παρακολουθούν τον κ. Ανδρουλάκη αυτά τα ακριβώς τρία χρόνια που είναι πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ θα έχουν διαπιστώσει πως δεν παρεκκλίνει από τις αποφάσεις του. Αφενός έχει καταστήσει σαφές με όλους τους τρόπους πως δεν υπάρχει κανένα περιθώριο κυβερνητικής συνεργασίας με τη ΝΔ. Αφετέρου εμμένει στη γραμμή της αυτονομίας που έχει χαραχτεί από την εποχή της Φώφης Γεννηματά. Δεν είναι ένας πολιτικός, δηλαδή, που αλλάζει άποψη στη μέση της διαδρομής. Προχωρά στον σχεδιασμό του, χωρίς να πιστεύει στα δημοσκοπικά άλματα αλλά στην άνοδο με στέρεα και μεθοδικά βήματα.

Και έτσι, λένε οι πληροφορίες, θα συνεχίσει να πορεύεται ως τις εκλογές, προσπαθώντας να πείσει όλο και μεγαλύτερα τμήματα της κοινωνίας ότι το κόμμα του είναι ο μοναδικός αξιόπιστος πόλος απέναντι στην κυβέρνηση. Απλώς το ζητούμενο σε όλα αυτά είναι η «δοσολογία».

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ θεωρεί ότι η εποχή δεν σηκώνει αντιπολίτευση κραυγών, καθώς δεν είμαστε στην προηγούμενη δεκαετία των ακραίων συγκρούσεων και του διχασμού. Για αυτό και επιδιώκει να εμφανιστεί ως η ήρεμη δύναμη, που δεν έχει κανένα πρόβλημα να συναντηθεί με τον πρωθυπουργό ή να ψηφίσει σωστές αποφάσεις της κυβέρνησης. Κάνει, κοινώς, μια αντιπολίτευση αρχών, από θέση ευθύνης. Το ερώτημα εν προκειμένω είναι οι διαθέσεις της κοινωνίας, ιδίως όσων λένε «να φύγει η ΝΔ και ο Μητσοτάκης». Πώς, δηλαδή, «κερδίζεις» αυτούς τους ανθρώπους. Ας το δούμε λίγο ιστορικά. Από το 1974 δεν υπάρχει κανένα κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που να κέρδισε τις εκλογές με «κόσμιο τρόπο». Ο Ανδρέας έκανε ισοπεδωτική κριτική στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν απέναντι σε όλα στον Ανδρέα και τούμπαλιν, ο νεότερος Καραμανλής δεν βρήκε ούτε μισή καλή κουβέντα για τα αξιοσημείωτα πεπραγμένα του Κώστα Σημίτη, ενώ κατώτεροι των περιστάσεων και των αναγκών των εποχών τους ήταν οι υπόλοιποι αρχηγοί της αξιωματικής αντιπολίτευσης που έγιναν μετέπειτα πρωθυπουργοί. Φυσικά και ο κ. Ανδρουλάκης δεν έχει κανένα λόγο να κοπιάρει μοντέλα αντιπολίτευσης, άλλωστε οι εποχές διαφέρουν. Ένα, όμως, είναι βέβαιο. Πως θα είναι μεγάλο κέρδος για το πολιτικό μας σύστημα αν καταφέρει να κερδίσει εκλογές χωρίς να υπόσχεται τα πάντα στους πάντες και να σκανδαλολογεί. Να δούμε, συνεπώς, αν η κοινωνία μας είναι πλέον ώριμη να επιβραβεύσει τη σοβαρότητα που εκπέμπει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.