"Το παιχνίδι µόλις ξεκίνησε", άρθρο του Γιάννη Ράζου
Άρθρο γνώμης
Η χώρα έχει µπει οριστικά σε µια εποχή έντονων διεργασιών και ανακατατάξεων, µε βασικό ζητούµενο µια νέα σχέση πολιτών και πολιτικής

Η χώρα έχει µπει οριστικά σε µια εποχή έντονων διεργασιών και ανακατατάξεων, µε βασικό ζητούµενο µια νέα σχέση πολιτών και πολιτικής, στη βάση της εµπιστοσύνης, του αλληλοσεβασµού και του αποτελέσµατος.
Η πρόσφατη λαϊκή έκρηξη µε τη συµµετοχή εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών σε όλη την Ελλάδα δεν αφορούσε αποκλειστικά και µόνο την τραγωδία των Τεµπών. Αυτή ήταν η κορυφή του παγόβουνου και η έκφραση µιας δυσαρέσκειας για τη διαχρονική λειτουργία των θεσµών, το αίσθηµα µιας γενικής ατιµωρησίας και την απουσία ουσι αστικής και ειλικρινούς λογοδοσίας. Αυτό αποτυπώνεται, άλλωστε, και σε όλες τις δηµοσκοπήσεις, όπου σε πρωτοφανή ποσοστά αµφισβητούνται οι προθέσεις και όχι απλώς το αποτέλεσµα ενός συστήµατος το οποίο για τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών λειτουργεί ως ένα κλειστό κλαµπ, µε στόχο την αναπαραγωγή του και όχι την εκπλήρω ση κοινωνικών και εθνικών στόχων.
Το κοινωνικό σώµα είναι θυµωµένο και οργισµέ νο σε τέτοιον βαθµό, που επιζητεί κατά πλειοψηφία εκλογές, κάτι εντελώς ασυνήθιστο σε συνθήκες κοινωνικής οµαλότητας και κάτι πιθανώς επικίνδυνο στη σηµερινή πρωτοφανή διεθνή οικονοµική και γεωστρατηγική ρευστότητα. Ο νέος διαχωρισµός των συστηµικών και αντισυστηµικών εκφράζεται µε την υποχώρηση των ποσοστών της Ν.∆., την αδυναµία αποκόµισης κερδών από το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ, την αύξηση των ποσοστών της Πλεύσης Ελευθερίας και της Ελληνικής Λύσης, µε πολλούς ψηφοφόρους να έχουν µεταφερθεί στην γκρίζα ζώνη των αναπο φάσιστων.
Το κοινό που «ακούει» την κυβέρνηση έχει περι οριστεί στο 30%-35% και η κοινωνική «αντιπολίτευση» δεν µπορεί να εκφραστεί πλειοψηφικά από ένα µεγάλο κόµµα της αντιπολίτευσης. Αυτά τα ποσοστά, ακόµα και εάν είναι εικόνες της στιγµής, καθιστούν ανέφικτη την αυτοδυναµία στις επόµενες εκλογές και θέτουν ήδη στρατηγικά ζητήµατα κυβερνητικών συνεργασιών, δηµιουργώ ντας ζυµώσεις εντός και εκτός πολλών κοµµατικών σχηµατισµών.
Στο πλαίσιο αυτό, αναδεικνύονται δύο διαφορετικές σχολές σκέψης: Η πρώτη προτάσσει τη δηµιουργία συµµαχιών σε κοµµατικό, επιχειρηµατικό και µιντιακό επίπεδο, επενδύει πε ρισσότερο στην επικοινωνία και εκτιµά ότι, παρά την πρόσκαιρη δυσφορία, την ώρα της κάλπης θα επικρατήσει η ωριµότητα και πιο σίγουρες και δο κιµασµένες λύσεις. Η δεύτερη προτάσσει την προσπάθεια απευθείας επικοινωνίας µε τους πολίτες, προκρίνει την ουσία και το τελικό αποτέλεσµα και θεωρεί ότι βρισκόµαστε στην αρχή µιας νέας µετα πολίτευσης.
Κρίσιµοι παράγοντες για το ποια από τις δύο θα δικαιωθεί θα αποτελέσουν το ποσο στό συµµετοχής των πολιτών στις κάλπες, ο χρό νος των επόµενων εκλογών, η δηµιουργία νέων πολιτικών σχηµατισµών και η έµµεση ή άµεση πα ρέµβαση διεθνών παραγόντων στο πλαίσιο της αναδιάταξης των διεθνών συσχετισµών ισχύος. Η χώρα δεν έχει την πολυτέλεια κοινωνικών εντάσεων και πολιτικής οξύτητας, αλλά, από την άλλη, δεν µπορεί τίποτε να είναι το ίδιο µε χθες. Το παιχνίδι µόλις ξεκίνησε...
*συµβούλου στρατηγικής επικοινωνίας
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 22/03/2025
Η πρόσφατη λαϊκή έκρηξη µε τη συµµετοχή εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών σε όλη την Ελλάδα δεν αφορούσε αποκλειστικά και µόνο την τραγωδία των Τεµπών. Αυτή ήταν η κορυφή του παγόβουνου και η έκφραση µιας δυσαρέσκειας για τη διαχρονική λειτουργία των θεσµών, το αίσθηµα µιας γενικής ατιµωρησίας και την απουσία ουσι αστικής και ειλικρινούς λογοδοσίας. Αυτό αποτυπώνεται, άλλωστε, και σε όλες τις δηµοσκοπήσεις, όπου σε πρωτοφανή ποσοστά αµφισβητούνται οι προθέσεις και όχι απλώς το αποτέλεσµα ενός συστήµατος το οποίο για τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών λειτουργεί ως ένα κλειστό κλαµπ, µε στόχο την αναπαραγωγή του και όχι την εκπλήρω ση κοινωνικών και εθνικών στόχων.
Το κοινωνικό σώµα είναι θυµωµένο και οργισµέ νο σε τέτοιον βαθµό, που επιζητεί κατά πλειοψηφία εκλογές, κάτι εντελώς ασυνήθιστο σε συνθήκες κοινωνικής οµαλότητας και κάτι πιθανώς επικίνδυνο στη σηµερινή πρωτοφανή διεθνή οικονοµική και γεωστρατηγική ρευστότητα. Ο νέος διαχωρισµός των συστηµικών και αντισυστηµικών εκφράζεται µε την υποχώρηση των ποσοστών της Ν.∆., την αδυναµία αποκόµισης κερδών από το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ, την αύξηση των ποσοστών της Πλεύσης Ελευθερίας και της Ελληνικής Λύσης, µε πολλούς ψηφοφόρους να έχουν µεταφερθεί στην γκρίζα ζώνη των αναπο φάσιστων.
Το κοινό που «ακούει» την κυβέρνηση έχει περι οριστεί στο 30%-35% και η κοινωνική «αντιπολίτευση» δεν µπορεί να εκφραστεί πλειοψηφικά από ένα µεγάλο κόµµα της αντιπολίτευσης. Αυτά τα ποσοστά, ακόµα και εάν είναι εικόνες της στιγµής, καθιστούν ανέφικτη την αυτοδυναµία στις επόµενες εκλογές και θέτουν ήδη στρατηγικά ζητήµατα κυβερνητικών συνεργασιών, δηµιουργώ ντας ζυµώσεις εντός και εκτός πολλών κοµµατικών σχηµατισµών.
Στο πλαίσιο αυτό, αναδεικνύονται δύο διαφορετικές σχολές σκέψης: Η πρώτη προτάσσει τη δηµιουργία συµµαχιών σε κοµµατικό, επιχειρηµατικό και µιντιακό επίπεδο, επενδύει πε ρισσότερο στην επικοινωνία και εκτιµά ότι, παρά την πρόσκαιρη δυσφορία, την ώρα της κάλπης θα επικρατήσει η ωριµότητα και πιο σίγουρες και δο κιµασµένες λύσεις. Η δεύτερη προτάσσει την προσπάθεια απευθείας επικοινωνίας µε τους πολίτες, προκρίνει την ουσία και το τελικό αποτέλεσµα και θεωρεί ότι βρισκόµαστε στην αρχή µιας νέας µετα πολίτευσης.
Κρίσιµοι παράγοντες για το ποια από τις δύο θα δικαιωθεί θα αποτελέσουν το ποσο στό συµµετοχής των πολιτών στις κάλπες, ο χρό νος των επόµενων εκλογών, η δηµιουργία νέων πολιτικών σχηµατισµών και η έµµεση ή άµεση πα ρέµβαση διεθνών παραγόντων στο πλαίσιο της αναδιάταξης των διεθνών συσχετισµών ισχύος. Η χώρα δεν έχει την πολυτέλεια κοινωνικών εντάσεων και πολιτικής οξύτητας, αλλά, από την άλλη, δεν µπορεί τίποτε να είναι το ίδιο µε χθες. Το παιχνίδι µόλις ξεκίνησε...
*συµβούλου στρατηγικής επικοινωνίας
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 22/03/2025