Δέσμιοι της δεξιάς εθνικοφροσύνης
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, είπε πως ο αντιπρόεδρός του, Άδωνις Γεωργιάδης, δεν εκφράζει «ακραίες θέσεις» παρά μόνο «λέει καμιά κουβέντα παραπάνω». Φυσικά, αμέσως έρχεται στον νου η αποστροφή του Αλέξη Τσίπρα, στη δική του συνέντευξη Τύπου, μία εβδομάδα νωρίτερα, όπου τοποθέτησε τον Πάνο Καμμένο στην «πατριωτική κεντροδεξιά» και εξήρε την «έντιμη συνεργασία» τους.
Σε ποιον να τα πεις και να μην γελάσει, πως ο Γεωργιάδης δεν είναι «ακραίος» και ο Καμμένος είναι «κεντροδεξιός»; Ο Άδωνις Γεωργιάδης προέρχεται από το ΛΑΟΣ, αυτό με τα συνθήματα όπως «Λαός, στρατός, εθνικισμός», και έχει σωρεία ακροδεξιών τοποθετήσεων στο ενεργητικό του. Ο Πάνος Καμμένος ήταν πάντοτε στην εθνικόφρονα Δεξιά και δημιούργησε ένα εθνικιστικό κόμμα, το οποίο επίσης έχει διαπρέψει στη μισαλλόδοξη ρητορική.
Το πρόβλημα είναι πολύ παρόμοιο και η αμηχανία τόσο του κ. Μητσοτάκη όσο και του κ. Τσίπρα προφανής. Δεν θέλω καθόλου να παρασυρθώ σε μια κουβέντα του πόσο «αριστερός» είναι ο πρωθυπουργός ή πόσο «φιλελεύθερος» ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Τόσο ο ένας όσο και ο άλλος, ωστόσο, δικαίωμα να αμφισβητηθεί η καταρχήν και σε προσωπικό επίπεδο αντίθεσή τους στην ακροδεξιά δεν έχουν δώσει ποτέ: και οι δύο είναι με τα ανθρώπινα δικαιώματα, με την καταπολέμηση των διακρίσεων και του ρατσισμού, με τα προοδευτικά νομοθετήματα για την αυτοδιάθεση και τον αυτοπροσδιορισμό των ανθρώπων. Κι όμως, και οι δύο έχουν πλάι τους, υπαρχηγό και δεκανίκι, από έναν άνθρωπο που εκφράζει και εκπροσωπεί την δεξιά εθνικοφροσύνη και την φοβική μισαλλοδοξία.
Μα δεν έχουν επιλογή, θα πει κανείς. Ο μεν κ. Τσίπρας δεν έχει κυβέρνηση δίχως τον Πάνο Καμμένο (για την ώρα τουλάχιστον). Ο δε κ. Μητσοτάκης δεν θα ήταν αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας δίχως τη στήριξη του Άδωνι Γεωργιάδη.
Αυτό όμως είναι το θέμα: δύο πολιτικοί που έχουν λύσει τα θέματά τους με την ακροδεξιά, είναι στην πραγματικότητα δέσμιοί της. Τόσο ο κ. Τσίπρας, που θέλει, λέει, να αλλάξει η Ευρώπη προς το πιο αλληλέγγυο, φεντεραλιστικό και δημοκρατικό, όσο και ο κ. Μητσοτάκης, που αυτοπαρουσιάζεται ως πρεσβευτής των ευρωπαϊκών αξιών, είναι αναγκασμένοι να συνομιλούν και να υποτάσσουν τον λόγο τους στον ζόφο της δεξιάς εθνικοφροσύνης. Και φυσικά και στις μεθόδους της και στην αισθητική της.
Κάποια στιγμή θα πρέπει να αναρωτηθούμε σοβαρά, πώς μέσα από τις τρομερές συγκρούσεις των τελευταίων ετών, όπου τόσα μείζονα θέματα τέθηκαν, αναλύθηκαν, αναθεωρήθηκαν ή τέλος πάντων αναδείχτηκαν, καταλήξαμε σε μια συνθήκη στην οποία το πολιτικό σύστημα είναι δέσμιο της ακροδεξιάς και ένα σημαντικό τμήμα της πολιτικής αντιπαράθεσης διεξάγεται με κραξίματα, ψεύτικες ειδήσεις, διαρροές, μονταρισμένα tweets και γραβάτες με πέη.