Η κηρήθρα και το μέλι
Αν ο πρωθυπουργός θέλει να στείλει μήνυμα συνέπειας προς το ξένο χρήμα, πρέπει να αφήσει το βουλεβάρτο
Αποφασισμένος να εμπλουτίσει, δίκην προοιμίου στην υποδοχή Μακρόν και στην παράσταση της ΔΕΘ, το «τετράδιο εκδρομών και επισκέψεων» (που λέγαμε στο σχολείο), ο πρωθυπουργός μετέβη σε δύο επιχειρήσεις. Στην πρώτη δεν άναψε τσιγάρο, στη δεύτερη δοκίμασε κηρήθρα, ξεχωρίζοντας από πολλούς Ελληνες που θα προτιμούσαν το πρώτο – ιδίως αν δεν είχαν μαζί τους μεσοδόντια βουρτσάκια. Μοίρασε πάντως τις ίδιες ιδιόρρυθμες υποσχέσεις. Κολλημένο άλλωστε στα χείλη του, μαζί με την κηρήθρα και το χαμόγελο, είναι το σλόγκαν περί δίκαιης ανάπτυξης και του… εξαποδώ νεοφιλελευθερισμού.
Και όμως, οι επισκέψεις στις δύο επιχειρήσεις παρείχαν μια αφορμή ουσιαστικού σχολίου. Και οι δύο αυτές εταιρείες ελέγχονται από ξένους. Η πρώτη εξαγοράστηκε από αμερικανικό πολυεθνικό κολοσσό το 2003 με καταβολή τότε 368.000.000 για το 75% των μετοχών. Της δεύτερης πωλήθηκε μόλις τον περασμένο Μάρτιο το πλειοψηφικό μερίδιο μετοχών σε ισπανικό όμιλο - και χάρη σε αυτή την πώληση ενισχύθηκε (διάβαζε: εξασφαλίστηκε) η κεφαλαιακή της επάρκεια. Ο πρωθυπουργός επισκέφθηκε δηλαδή δύο μονάδες που στηρίζονται σε ξένο χρήμα. Η πρώτη πουλήθηκε την καλή εποχή λόγω προοπτικών, η δεύτερη και λόγω δυναμικής, αλλά και προκειμένου να επιβιώσει. Δεν είναι οι μόνες, ούτε αποτελεί μομφή: Αυτό είναι οι επενδύσεις και, όσο η προστιθέμενη αξία της παραγωγής και οι θέσεις εργασίας βρίσκονται στην Ελλάδα, για καλό είναι.
Δυστυχώς, δεν είναι απλώς για καλό. Τα εξ αλλοδαπής κεφάλαια -το… μέλι- είναι πλέον αναγκαία – και το γνωρίζαμε ήδη από τις Σκουριές. Η πτώση των διαθέσιμων ελληνικών εισοδημάτων εξαιτίας της κρίσης και της φορολογικής επιδρομής έχει μηδενίσει τη δυνατότητα αποταμίευσης των περισσοτέρων, κάτι που αντανακλάται τόσο στον σχετικό δείκτη όσο και στην εκτίμηση της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών ότι οι φόροι πληρώνονται (απ’ όσους πληρώνουν ακόμη) κατά 80% από αποταμιευμένες καταθέσεις. Κάτι που σημαίνει ότι, όπως είχε σημειώσει και ο Στουρνάρας, η εσωτερική αποταμίευση αδυνατεί να χρηματοδοτήσει το αναγκαίο επίπεδο επενδύσεων στη χώρα, με αποτέλεσμα να είναι απαραίτητες οι άμεσες επενδύσεις από το εξωτερικό. Κοινώς, είναι αναγκαίο να προσελκύσουμε ξένο χρήμα. Το δικό μας δεν αρκεί – και δεν μπορεί να αρκεί όταν το ΑΕΠ έχει μειωθεί κατά ¼ και πλέον, το δε δημόσιο αποστραγγίζει την οικονομία για να παρέχει ό,τι… απολαμβάνουμε, όπως -εντελώς ενδεικτικά- τον Παππά, τον Καμμένο και την Αχτσιόγλου.
Αυτοί οι αναγκαίοι επενδυτές όμως είναι «κουμπωμένοι», όπως φαίνεται από το ότι ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου κατά το β’ τρίμηνο του έτους εμφάνισε υστέρηση 17,1% έναντι του αντίστοιχου του 2016. Η προσέλκυση επενδύσεων, βλέπετε, προϋποθέτει εμπιστοσύνη, η οποία δεν κερδίζεται με δοκιμές κηρήθρας, ούτε με κενολογίες για χάρη της κάμερας (ευτυχώς, εμείς βλέπαμε την Εθνική με τη Λιθουανία), αλλά με συνεπή στάση που δεν ανακαλύπτει νέες Φαιστούς ή δάση στο Ελληνικό -όπου προφανώς επί δεκαετίες τα αεροπλάνα απογειώνονταν μέσα από αρχαιότητες και πυκνή βλάστηση- και δεν σιγοντάρει την παρεμπόδιση επενδύσεων στην Κέρκυρα ή στη Χαλκιδική. Αυτό υπέδειξαν, με άλλα λόγια, και οι επιχειρηματίες κατά την επίσκεψη Μακρόν, αυτό υπογράμμισε και η χθεσινή απόφαση της Eldorado να αναστείλει τις προγραμματισμένες επενδύσεις της στην Ελλάδα: το έλλειμμα εμπιστοσύνης.
Αν ο πρωθυπουργός θέλει να στείλει μήνυμα συνέπειας προς το ξένο χρήμα, πρέπει να αφήσει το βουλεβάρτο. Και να «ξεσκουριάσει» τις οικονομικές αντιλήψεις του ΣΥΡΙΖΑ.