Κυριάκος Μητσοτάκης, Φώφη Γεννηματά και Σταύρος Θεοδωράκης πήγαν οι ίδιοι στα σημεία που η περιβαλλοντική καταστροφή είχε ήδη σημειωθεί.

Φωτογραφήθηκαν. Κάνανε δηλώσεις. Μίλησαν με κόσμο. Συνάντησαν αιρετούς και φορείς των περιοχών. Η πετρελαιοκηλίδα έδινε μια καλή λαβή για να μετασχηματίσει ο καθένας εξ αυτών την αντιπολιτευτική του τακτική.
Δικαίως. Κάθε συμβάν έχει πολιτική χροιά. Και κάθε κυβέρνηση έχει την πολιτική ευθύνη όταν επί ημερών της σημειώνεται φυσική ή όχι μόνον καταστροφή.

Διαχείριση κρίσης λέγεται αυτό το τελευταίο και αναπόφευκτα μετέχουν και άλλοι φορείς ή μέρη ενός κρατικού συστήματος πέραν των υπουργών και των επιτελείων τους.

Όπως όμως θα μπορούσαμε να πούμε πως η Ελλάδα διεξάγει την μεγαλύτερη επιχείρησης διάσωσης ανθρώπινου δυναμικού στα σύνορα και σε σχέση με τις προσφυγικές ροές.

Όπως θα μπορούσαμε να πούμε πως η κυβέρνηση Καραμανλή έκανε ό, τι μπορούσε όταν επί ημερών της σημειώθηκε το πιο ακραίο σε θέμα πυρκαγιών καλοκαίρι της νεότερης Ιστορίας.

Όπως και για τα παραπάνω δύο, μπορούμε να βρούμε επίσης και τεράστιες πολιτικές ευθύνες. Έτσι και τώρα με την πετρελαιοκηλίδα, δεν μπορούν οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις να βλέπουν μόνον τον “κορμοράνο του Κουρουμπλή”. Aλλά με νηφάλιο τρόπο και άλλες παραμέτρους ευθυνών για μια καταστροφή τέτοιους βεληνεκούς.
Ας μην γελιόμαστε: κανείς υπουργός δεν θέλει επί ημερών του να συμβεί κάτι αντίστοιχο. Το πόσο βέβαια συγκροτεί δομές ή δίχτυ προστασίας για τον κόσμο, την δημόσια υγεία, το περιβάλλον, το δημόσιο συμφέρον, είναι όντως κάτι σοβαρό.

Στην μαύρη θάλασσα όμως δεν χωρούν στείρες αντιπολιτευτικές κορώνες. Για παράδειγμα, η πρόταση του Μητσοτάκη να διαθέσει ως εθελοντές στους ειδικούς τις δικές του οργανώσεις και τους δικούς του εθελοντές είναι μια ορθή και εξαιρετική ιδέα. Ας θυμηθούμε πως το πάντα σοβαρό ΚΚΕ, το είχε επίσης πράξει κατά τις πυρκαγιές επί ημερών Καραμανλή.

Το μεγάλο στοίχημα για τις πολιτικές δυνάμεις είναι αν κάθε φορά θα βλέπουν την καμένη ή μαύρη γη ως τερέν αντιπολίτευσης ή ως στίβο για συνθέσεις και προτάσεις. Αυτό το δεύτερο δεν αναιρεί, τις πάγιες θέσεις του κάθε κόμματος. Ή τις ευθύνες (ταξικές πάντα) των εφοπλιστών ή των επενδυτών ή των κάθε λογής ασύδοτων επιχειρηματιών.