Το μαύρο σχέδιο της Ακροδεξιάς
Η Β’ Πειραιά και οι γειτονιές της ήταν οι πρώτες που βίωσαν την μεταβολή.
Η παραδοσιακή Αριστερά, έχασε την μάχη της πολιτικής επιρροής. Το πάλαι ΠΑΣΟΚ, επίσης κατέρρεε και μαζί του ένας κόσμος που βολευόταν στο παλιό σχήμα πελατειακό κράτος- εξυπηρέτηση-ανάθεση μετατοπιζόταν.
Η Ακροδεξιά κλιμάκωσε την παρουσία της σε τρία επίπεδα. Λαϊκή απεύθυνση με οικειοποίηση των μεθόδων της Αριστεράς, όπως λαϊκά συσσίτια. Μαζική προπαγάνδα, συχνά με ταξική ρητορεία και μπόλικη αντιπολιτική πολεμική. Και βία. Βία, πέραν των κλασικών της στόχων αλλά με μια λογική διεύρυνσης που πλέον έφτανε και στα στελέχη του ΠΑΜΕ, στους εν γένει αντιφασίστες, στους μετανάστες.
Η δολοφονία Παύλου Φύσσα, ανέκοψε ή πάγωσε το τρίτο σκέλος του σχεδίου. Ο Φασισμός όμως συνέχιζε να υπάρχει και να δρα στις γειτονιές της Αθήνας ή του Πειραιά. Απλώς τώρα το έκανε με πιο συγκαλυμμένο τρόπο. Συχνά, ο κόσμος των κοινωνικών δικτύων ή των δημοσιολόγων της υγειονομικής ζώνης του κέντρου των Αθηνών και πολιτικών γραφείων ή των πανεπιστημίων διαπράττει ένα λάθος. Νομίζει πως αυτό που συντελείται εδώ γύρω, αποτυπώνεται ή καθρεπτίζεται στο time line του facebook.
Πως οι τάσεις της κοινωνίας υπάρχουν στα πόδια του και το μόνον που απομένει είναι η καταγραφή ή ανάλυσή τους από τους ίδιους.
Η Ακροδεξιά στην Ελλάδα και η σύγχρονη θέση της – από το 2008 και έπειτα δηλαδή- είναι μια απόδειξη πως τα βουβά ποτάμια της κοινωνίας – και δη τα πιο μαύρα- συχνά παραμένουν αχαρτογράφητα για τους πιονέρους των απόψεων.
Ακόμη και σήμερα που εκτυλίσσεται η δίκη της ΧΑ- στις φυλακές Κορυδαλλού τις περισσότερες μέρες, δυστυχώς- και το πολιτικό περιβάλλον έχει αναστείλει το προαναφερθέν τρίτο σκέλος του μαύρου σχεδίου, η Ακροδεξιά συνεχίζει να έχει απήχηση στις φτωχογειτονιές. Συνεχίζει να ελκύει την τιμωρητική διάθεση ενός κόσμου που τα έχασε όλες στην μνημονιακή μέγγενη. Συνεχίζει να σπέρνει το ξενοφοβικό της δηλητήριο σε μια κοινωνία που αναζητά την χαμένη κοινωνική της συνοχή.
Ο μάρτυρας αντιφασίστας Παύλος Φύσσας μας θυμίζει όλα τα παραπάνω. κυρίως, πως συχνά τα πράγματα είναι πιο σκοτεινά από όσο νομίζουμε.