Από τις μέρες της μεταστροφής του Τσίπρα, παρακολουθούμε αυτή την άποψη. Μια άποψη που θέλει τον βαθύ ΣΥΡΙΖΑ, βαρίδι στην ολοκληρωτική μεταλλαγή του σχηματισμού κόμμα- κυβέρνηση σε ένα σύγχρονο αστικό κόμμα σοσιαλδημοκρατικής αναφοράς και φιλοευρωπαϊκής απεύθυνσης.

Παρεμπιπτόντως, πολλοί εξ αυτών που εγκαλούσαν ή και χλεύαζαν τον Τσίπρα για την στροφή του, πιέζουν με πολλούς τρόπους η στροφή αυτή να είναι όλο και πιο δεξιά. Πόσο αλήθεια;

Τα παραπάνω, δεν εκτιμούν κάτι βασικό. Πως όσο θα διαρκεί η απόπειρα εξιτηρίου της χώρας από την μνημονιακή υπαγωγή (και όχι ολοκληρωτική επιτήρηση), o Tσίπρας και ο Τσακαλώτος θα παραμένουν οι ενοποιητικοί παράγοντες κόμματος και κυβέρνησης.

Ακόμη και διάφορες μπαλωθιές από συριζαϊκούς παίχτες, αποτελούν περισσότερο ασκήσεις ετοιμότητας και μασάζ αριστερόστροφων υποστηρικτών παρά πρελούδια πλατφόρμας που θα αμφισβητήσει το Μέγαρο Μαξίμου ή την Κουμουνδούρου.

Σε αυτό το τελευταίο προσφέρουν μεγάλη υπηρεσία και διάφορες ακραίες φωνές της αξιωματικής αντιπολίτευσης που συμβάλουν στην εσωκομματική συνεκτικότητα του ΣΥΡΙΖΑ.

Ειδικότερα στην σημερινή συγκυρία, της αλλοπρόσαλλης συγκυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ, κανείς δεν θα έπαιρνε πάνω του μια δομική αμφισβήτηση του Τσίπρα.

Αλλά και ο τελευταίος, μπορεί να έχει διαμορφώσει με επιτελικό τρόπο τα διάφορα στεγανά ή και τις γέφυρες μεταξύ κόμματος και κυβέρνησης, έχει όμως ανάγκη την Κουμουνδούρου για την σύνδεσή του με τα παραδοσιακά κομμάτια που τον ανέδειξαν. Ως γνωστόν, κομματικοί έχουν αναλάβει αποστολές για επαφές με χώρους που κανείς από την κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να διεκπεραιώσει. Και από την άλλη, αποτελεί τρανταχτό παράδειγμα πως Μαξίμου και Κουμουνδούρου κινούνται εις σάρκα μία, όταν ο άτυπος επικεφαλής των 53 είναι υπουργός του Μνημονίου.

Αν διάφοροι ονειρεύονται τον Τσίπρα, έναν σύγχρονο σοσιαλδημοκράτη, με ένα ροζ Ποτάμι να τον στηρίζει, μάλλον θα απογοητευτούν.