Στη γειτονική Ιταλία, το χρυσό µετάλλιο που για πρώτη φορά στην ιστορία της κατέκτησε η εθνική οµάδα βόλεϊ γυναικών πυροδότησε µια έντονη συζήτηση για το ποιος θα πρέπει να έχει το δικαίωµα να αποκτήσει την ιταλική υπηκοότητα, οδηγώντας, µάλιστα, σε ανοιχτή διαµάχη εντός του κυβερνώντος συνασπισµού.

Ολα ξεκίνησαν όταν βανδαλίστηκε στη Ρώµη η τοιχογραφία που εξυµνούσε µία από τις πρωταγωνίστριες της οµάδας, την Πάολα Εγκόνου, η οποία, όπως και άλλες συµπαίκτριές της, είναι κόρη Αφρικανών µεταναστών που γεννήθηκαν στην Ιταλία. Η τοιχογραφία απεικόνιζε την αθλήτρια µε την εµφάνιση της Εθνικής και τη λέξη «ιταλικότητα». Στην Ελλάδα, η συζήτηση για την ελληνικότητα δεν είναι τόσο έντονη και αυτά τα χρόνια διεξάγεται κυρίως στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η επιτυχία του Εµµανουήλ Καραλή επανέφερε στην επικαιρότητα την περίπτωση οµοσπονδιακού προπονητή που πριν από λίγα χρόνια τού απηύθυνε ρατσιστικούς χαρακτηρισµούς. Αλλά και ο Γιάννης Αντετοκούνµπο πριν από 11 χρόνια είχε δεχθεί άθλια ρατσιστική επίθεση από τον Νίκο Μιχαλολιάκο, που ήταν τότε αρχηγός του τρίτου µεγαλύτερου κόµµατος. Επίσης, η συµπερίληψη του διεθνούς µπασκετµπολίστα σε αφίσα για την επέτειο των 200 ετών της Επανάστασης του 1821 είχε προκαλέσει τη διαφωνία γνωστού αρθρογράφου, µε το σκεπτικό ότι η εν λόγω Επανάσταση και η εθνική µας ιστορία δεν είναι «πολυπολιτισµικές».

Τα ερωτήµατα ελληνικότητας δεν περιορίζονται όµως µόνο στο χρώµα του δέρµατος. Τόσο ο Γιάννης όσο και ο Στέφανος Τσιτσιπάς, παρότι και οι δύο µεγάλωσαν στην Αθήνα και ξεκίνησαν να αγωνίζονται εδώ, αµφισβητούνται επειδή ζουν στο εξωτερικό από µικρή ηλικία. Ισως επειδή και του Τσιτσιπά η καταγωγή δεν είναι αµιγώς ελληνική. Για τον Νικ Καλάθη, πάλι, τίθενται τα ανάποδα ερωτήµατα ελληνικότητας, καθώς εκείνος έµαθε µπάσκετ στις ΗΠΑ. Πρόσφατα υπήρξε αθλητικός παράγων που έφτασε να αµφισβητήσει ότι ο µέγας Νίκος Γκάλης είναι ο κορυφαίος Ελληνας µπασκετµπολίστας, γιατί ήρθε από την Αµερική.

Τα µέσα κοινωνικής δικτύωσης αποκαλύπτουν πολλές ακόµα προκαταλήψεις απέναντι σε αθλητές που φορούν το εθνόσηµο, όπως για δύο Ολυµπιονίκες του Παρισιού που προέρχονται από τη Ρωσία ή, παλαιότερα, για την πρωταθλήτρια του µήκους λόγω προηγούµενης ερωτικής της σχέσης, για να µην πάµε σε ακόµα παλαιότερους διχασµούς. Οι συµπάθειες και οι αντιπάθειες είναι πολύ λογικές στον αθλητισµό. Αν ξεκινήσουµε όµως να βάζουµε µετρητή ελληνικότητας και να αφαιρούµε κάποιους επειδή µεγάλωσαν αλλού ή έχουν έναν γονιό από άλλη χώρα ή, πολύ περισσότερο, διαφωνούµε µε την πολιτική τους τοποθέτηση, ουσιαστικά ακρωτηριάζουµε τον Ελληνισµό. Και αυτό δεν αφορά µόνο τον αθλητισµό, αλλά γενικά τη στάση µας απέναντι τόσο σε αποδήµους όσο και σε παιδιά µεταναστών, σε µια εποχή που πόλεις και κράτη σε όλο τον κόσµο διεκδικούν τους πολίτες τους παρέχοντας κίνητρα.

Αλλωστε, το πρώτο ελληνικό Σύνταγµα περιέγραφε ποιοι αποτελούν το ελληνικό έθνος: «Οσοι έξωθεν ελθόντες, κατοικήσωσιν ή παροικήσωσιν εις την επικράτειαν της Ελλάδος» και, το σηµαντικότερο, «έχουσι την επιθυµίαν να γίνωσιν Ελληνες». 

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 24/8