Κακή χρονιά για εν ενεργεία κυβερνήσεις
Άρθρο γνώμης
Στη χώρα µας, αντί να πέσει η κυβέρνηση µετά τις ευρωεκλογές, έπεσε η αξιωµατική αντιπολίτευση. Και δεν λέει να σηκωθεί, γιατί δεν µπορεί να δηµιουργήσει πλέον καµία προσδοκία
Στις ΗΠΑ οι ∆ηµοκρατικοί συνεχίζουν να ψάχνουν τις αιτίες της τριπλής ήττας τους στις εκλογές. Πολλοί αναλυτές συσχετίζουν την αποτυχία του κόµµατος µε το γεγονός ότι τα περισσότερα εν ενεργεία κυβερνητικά κόµµατα που συµµετείχαν σε εκλογές σε όλο τον πλανήτη είδαν τη δύναµή τους να συρρικνώνεται.
Ο Αµερικανός ερευνητής Cooper Burton επισηµαίνει ένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό στοιχείο και για την Ευρώπη: ότι µέσα στο 2024 οι εκλογείς σε 14 χώρες «τιµώρησαν» τα κυβερνώντα κόµµατα. Είµαι πάντα σκεπτικός όταν διαβάζω δεξιές ή αριστερές πολιτικές στροφές που ξεπερνούν τα σύνορα των χωρών. Κι αυτό γιατί οι διαφορετικές συνθήκες, τα εκλογικά συστήµατα, η πολιτική τους κουλτούρα και η προσωπικότητα των πολιτικών ηγετών διαφοροποιούν την επίδραση τέτοιων ρευµάτων.
Στην προκειµένη περίπτωση, όµως, αυτό το ρεύµα που πλήττει τα κυβερνώντα κόµµατα δεν έχει να κάνει µε ιδεολογική τοποθέτηση, αλλά µε την αδυναµία των κυβερνήσεων κάθε απόχρωσης σε όλο τον κόσµο να αντιµετωπίσουν τον πληθωρισµό που ακολούθησε την πανδηµική κρίση. Στις ΗΠΑ, για παράδειγµα, όπως αποκάλυψε η αµερικανική ιστοσελίδα 538, που ειδικεύεται στην ανάλυση δηµοσκοπήσεων, οι οικονοµικοί δείκτες, για τους οποίους οι Αµερικανοί ενδιαφέρονται περισσότερο, άλλαξαν δραµατικά µετά την πανδηµία. Θέµατα όπως ο πληθωρισµός και το κόστος της στέγασης βρέθηκαν πολύ ψηλά στη θεµατολογία των εκλογών, παρά την προσπάθεια των ∆ηµοκρατικών να πάνε τη συζήτηση σε ευνοϊκότερους δείκτες, όπως η αύξηση µισθών και η πτώση της ανεργίας. Σας θυµίζει κάτι; Είναι οι τοµείς για τους οποίους µιλά συχνά και η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Στην Ευρώπη, δύο χώρες ξέφυγαν από τον κανόνα. Στη Φινλανδία και τη Μολδαβία τα κυβερνώντα κόµµατα επικράτησαν στις προεδρικές εκλογές. Οχι επειδή οι οικονοµίες τους πήγαν καλύτερα, αλλά επειδή οι προεκλογικές εκστρατείες τους στόχευσαν κυρίως σε θέµατα ασφάλειας. Σε χώρες που γειτνιάζουν µε τη Ρωσία η αµυντική ανασφάλεια προφανώς ξεπερνά σε κρισιµότητα την οικονοµική ανασφάλεια και αυτό ευνόησε τον συντηρητικό Φινλανδό Alexander Stubb και τη φιλοευρωπαία Μολδαβή πρόεδρο, Μaia Sandu, που επανεξελέγη. Αυτά τα θέµατα µετά την εκλογή Trump είναι πιθανό να γίνουν ακόµα σηµαντικότερα τα επόµενα χρόνια, µεταβάλλοντας την ατζέντα σε χώρες που έχουν εκλογές το 2025 και το 2026. Εως τότε µπορεί να έχει υποχωρήσει ο πληθωρισµός και οι χρονιές αυτές να είναι καλύτερες για τις κυβερνήσεις.
Οι πολίτες όµως δεν ψηφίζουν µε βάση την ευηµερία των οικονοµικών δεικτών, αλλά µε βάση τη δικές τους ανάγκες και τις προσδοκίες τους για το µέλλον. Στη µια πλευρά του νοµίσµατος των εκλογικών αναµετρήσεων του 2024 απεικονίζεται η οικονοµική ανασφάλεια, που επηρέασε αρνητικά τους κυβερνητικούς σε όλο τον κόσµο. Η άλλη πλευρά είναι ότι οι αντιπολιτευόµενοι κατόρθωσαν να δηµιουργήσουν περισσότερες προσδοκίες, όπως ο Donald Trump. Στην Ελλάδα, προς το παρόν, αντί να πέσει η κυβέρνηση µετά τις ευρωεκλογές, έπεσε η αξιωµατική αντιπολίτευση. Και δεν λέει να σηκωθεί, γιατί δεν µπορεί να δηµιουργήσει πλέον καµία προσδοκία.
Μένει να δούµε τα επόµενα χρόνια ποιος µπορεί.
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά
Ο Αµερικανός ερευνητής Cooper Burton επισηµαίνει ένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό στοιχείο και για την Ευρώπη: ότι µέσα στο 2024 οι εκλογείς σε 14 χώρες «τιµώρησαν» τα κυβερνώντα κόµµατα. Είµαι πάντα σκεπτικός όταν διαβάζω δεξιές ή αριστερές πολιτικές στροφές που ξεπερνούν τα σύνορα των χωρών. Κι αυτό γιατί οι διαφορετικές συνθήκες, τα εκλογικά συστήµατα, η πολιτική τους κουλτούρα και η προσωπικότητα των πολιτικών ηγετών διαφοροποιούν την επίδραση τέτοιων ρευµάτων.
Στην προκειµένη περίπτωση, όµως, αυτό το ρεύµα που πλήττει τα κυβερνώντα κόµµατα δεν έχει να κάνει µε ιδεολογική τοποθέτηση, αλλά µε την αδυναµία των κυβερνήσεων κάθε απόχρωσης σε όλο τον κόσµο να αντιµετωπίσουν τον πληθωρισµό που ακολούθησε την πανδηµική κρίση. Στις ΗΠΑ, για παράδειγµα, όπως αποκάλυψε η αµερικανική ιστοσελίδα 538, που ειδικεύεται στην ανάλυση δηµοσκοπήσεων, οι οικονοµικοί δείκτες, για τους οποίους οι Αµερικανοί ενδιαφέρονται περισσότερο, άλλαξαν δραµατικά µετά την πανδηµία. Θέµατα όπως ο πληθωρισµός και το κόστος της στέγασης βρέθηκαν πολύ ψηλά στη θεµατολογία των εκλογών, παρά την προσπάθεια των ∆ηµοκρατικών να πάνε τη συζήτηση σε ευνοϊκότερους δείκτες, όπως η αύξηση µισθών και η πτώση της ανεργίας. Σας θυµίζει κάτι; Είναι οι τοµείς για τους οποίους µιλά συχνά και η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Στην Ευρώπη, δύο χώρες ξέφυγαν από τον κανόνα. Στη Φινλανδία και τη Μολδαβία τα κυβερνώντα κόµµατα επικράτησαν στις προεδρικές εκλογές. Οχι επειδή οι οικονοµίες τους πήγαν καλύτερα, αλλά επειδή οι προεκλογικές εκστρατείες τους στόχευσαν κυρίως σε θέµατα ασφάλειας. Σε χώρες που γειτνιάζουν µε τη Ρωσία η αµυντική ανασφάλεια προφανώς ξεπερνά σε κρισιµότητα την οικονοµική ανασφάλεια και αυτό ευνόησε τον συντηρητικό Φινλανδό Alexander Stubb και τη φιλοευρωπαία Μολδαβή πρόεδρο, Μaia Sandu, που επανεξελέγη. Αυτά τα θέµατα µετά την εκλογή Trump είναι πιθανό να γίνουν ακόµα σηµαντικότερα τα επόµενα χρόνια, µεταβάλλοντας την ατζέντα σε χώρες που έχουν εκλογές το 2025 και το 2026. Εως τότε µπορεί να έχει υποχωρήσει ο πληθωρισµός και οι χρονιές αυτές να είναι καλύτερες για τις κυβερνήσεις.
Οι πολίτες όµως δεν ψηφίζουν µε βάση την ευηµερία των οικονοµικών δεικτών, αλλά µε βάση τη δικές τους ανάγκες και τις προσδοκίες τους για το µέλλον. Στη µια πλευρά του νοµίσµατος των εκλογικών αναµετρήσεων του 2024 απεικονίζεται η οικονοµική ανασφάλεια, που επηρέασε αρνητικά τους κυβερνητικούς σε όλο τον κόσµο. Η άλλη πλευρά είναι ότι οι αντιπολιτευόµενοι κατόρθωσαν να δηµιουργήσουν περισσότερες προσδοκίες, όπως ο Donald Trump. Στην Ελλάδα, προς το παρόν, αντί να πέσει η κυβέρνηση µετά τις ευρωεκλογές, έπεσε η αξιωµατική αντιπολίτευση. Και δεν λέει να σηκωθεί, γιατί δεν µπορεί να δηµιουργήσει πλέον καµία προσδοκία.
Μένει να δούµε τα επόµενα χρόνια ποιος µπορεί.
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά