Τo 2024 ήταν η χρονιά που η ∆ηµοκρατία µας και τα παραδοσιακά πολιτικά κόµµατα συµπλήρωναν τα πενήντα τους χρόνια και αυτό έδωσε την αφορµή για µια σειρά από επετειακές εκδηλώσεις και αφιερώµατα. Σε αυτά που αφορούσαν τη Νέα ∆ηµοκρατία, ένα ενδιαφέρον εύρηµα είναι ότι από το 1980 και µετά παραδοσιακά αδυνατούσε να επιτύχει κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες. Ακόµα και το 1980 η κοινοβουλευτική πλειοψηφία που χρειαζόταν ο Κωνσταντίνος Καραµανλής για να εκλεγεί Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας επετεύχθη µε µεγάλη δυσκολία. Στις πρόωρες εκλογές του 1977 η Νέα ∆ηµοκρατία υπέστη µια επώδυνη διάσπαση και είδε την κοινοβουλευτική της δύναµη να µειώνεται στους 172 βουλευτές.

Ο τότε πρωθυπουργός ξεκίνησε τη διεύρυνση από την άνοιξη του ’78, συµπεριλαµβάνοντας στην κυβέρνησή του τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη από το Κόµµα των Νεοφιλελευθέρων και τον Αθανάσιο Κανελλόπουλο από την Ε∆ΗΚ. Κατόρθωσε να εκλεγεί Πρόεδρος στην τρίτη, µε τη συνδροµή τριών βουλευτών από την Εθνική Παράταξη, δύο της Ε∆ΗΚ και έναν από το ΚΟ∆ΗΣΟ. Μετά κόπων και βασάνων κατόρθωσε να επιτύχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία η Νέα ∆ηµοκρατία το 1990, λόγω του εκλογικού νόµου Κουτσόγιωργα, αλλά και της αδυναµίας της να βρει κυβερνητικούς εταίρους µετά τις δύο εκλογικές αναµετρήσεις του 1989. Τελικώς σχηµάτισε κυβέρνηση µε τη στήριξη του µοναδικού βουλευτή της ∆Η.ΑΝΑ., ενώ κέρδισε άλλη µια έδρα στο Εκλογοδικείο, ώστε να φτάσει σε µια πλειοψηφία 152 εδρών. Αυτή η πλειοψηφία, που δυσκόλεψε το έργο της, άντεξε ως τον Σεπτέµβριο του 1993 και την αποχώρηση Συµπιλίδη. Με µια εξίσου εύθραυστη πλειοψηφία 152 εδρών έµεινε και η επόµενη κυβέρνηση της Νέας ∆ηµοκρατίας µετά τις εκλογές του 2007.

Ο Κώστας Καραµανλής δεν έχασε τελικά την πλειοψηφία, όπως ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. ∆εν διέθετε όµως την αυξηµένη πλειοψηφία που χρειαζόταν για να επανεκλέξει Πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας τον Κάρολο Παπούλια στη λήξη της πρώτης του θητείας. Προχώρησε λοιπόν σε πρόωρες εκλογές τον Σεπτέµβριο του 2009, για να αποφύγει την παρατεταµένη προεκλογική περίοδο, τις οποίες έχασε. Αντίστοιχα προβλήµατα αντιµετώπισε ο επόµενος Νεοδηµοκράτης πρωθυπουργός. Ο Αντώνης Σαµαράς είχε αποµείνει µετά την αποχώρηση της ∆ΗΜ.ΑΡ. µε µια εύθραυστη δικοµµατική κοινοβουλευτική πλειοψηφία. ∆εν είχε την αυξηµένη πλειοψηφία για να εκλέξει τον διάδοχο του Κάρολου Παπούλια στην Προεδρία και τα κόµµατα της αντιπολίτευσης δεν πρόσφεραν καµία συναίνεση, επιδιώκοντας τις πρόωρες εκλογές. Ο Αντώνης Σαµαράς επέσπευσε την προεδρική εκλογή και πρότεινε τον Σταύρο ∆ήµα για τη θέση του Προέδρου. Για άλλη µια φορά η Ν.∆. οδηγήθηκε σε πρόωρες εκλογές, τις οποίες έχασε, γιατί δεν είχε τα κουκιά. Και έτσι φτάνουµε στο σήµερα, που η αδυναµία εκλογής Προέδρου δεν οδηγεί πλέον σε διάλυση της Βουλής.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφάσισε να προτείνει τον Κώστα Τασούλα για διάδοχο της Κατερίνας Σακελλαροπούλου. Αν εκλεγεί, θα είναι ο έκτος Πρόεδρος που έχει διατελέσει προηγουµένως βουλευτής της Ν.∆., µετά τους Στασινόπουλο, Τσάτσο, Καραµανλή, Στεφανόπουλο και Παυλόπουλο. Ο Ηπειρώτης πολιτικός επελέγη για µια σειρά από λόγους. Ο ένας εξ αυτών ήταν απλός: Αφού δεν χρειάζεται πλέον αυξηµένη πλειοψηφία, ο πρωθυπουργός ενισχύει την απλή.

Τα παθήµατα έγιναν µαθήµατα.

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά