Λιγότεροι φόροι στις πλάτες του λαού
Σεπτέμβριος 2014, Αλέξης Τσίπρας στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης αυτολεξεί: «Ο ΕΝΦΙΑ είναι ένας φόρος παράλογος. Δε διορθώνεται. Καταργείται!» Από τότε πέρασαν πέντε χρόνια ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Ο ΕΝΦΙΑ δεν καταργήθηκε. Ούτε βέβαια διορθώθηκε. Παρέμεινε μνημείο προεκλογικής υποκρισίας μαζί με δεκάδες ακόμη ψεύτικες υποσχέσεις.
Σήμερα η ΝΔ έρχεται με τον πρώτο της νόμο να κάνει αυτό που υποσχέθηκε. Μειώνει τον ΕΝΦΙΑ 30% για τη μεγάλη πλειοψηφία των μικρο-ιδιοκτητών και μεσοσταθμικά 22% για όλους τους Έλληνες. Αυτό είναι σοβαρή πολιτική. Να κάνεις από την πρώτη μέρα αυτό που υπόσχεσαι στους πολίτες.
Η νέα κυβέρνηση ξεκινά σήμερα αυτό που πιστεύει, που είναι ταυτόχρονα πολύ αναγκαίο. Να ξεφορτώνει τα φορολογικά βάρη από την πλάτη των Ελλήνων. Και ξεκινά από τον ΕΝΦΙΑ, γιατί η ιδιοκτησία στην Ελλάδα δεν είναι μέσο πλουτισμού για εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες. Είναι το σπίτι τους. Το σπίτι που θα δώσουν στο παιδί τους. Στοιχείο της κουλτούρας μας. Αυτό το σπίτι φορολογήθηκε βάναυσα επί ΣΥΡΙΖΑ.
Με τη ρύθμιση αυτή ξεκινάμε να ανακουφίζουμε τους συμπολίτες μας. Χωρίς να εξαιρείται κανείς, λαμβάνουμε ιδιαίτερη μέριμνα για τους αδύναμους και κυρίως για τη μεσαία τάξη. Αυτή την τάξη που θέλουμε να της ξαναδώσουμε τη δύναμη να στηρίξει τη νέα προοπτική της χώρας. Με την προηγούμενη διάταξη (άρ. 24 ν.4579/2018) που πλέον καταργείται προέκυπταν στρεβλώσεις και ανισότητες που έθιγαν κυρίως τη μεσαία τάξη. Με τον προτεινόμενο νόμο, αυτό αλλάζει. Κατανέμεται δικαιότερα το βάρος και πλέον ο ΕΝΦΙΑ θα είναι πολύ ελαφρύτερος για όλους στους Έλληνες. Και
μάλιστα οι μειώσεις θα ισχύσουν από τον Σεπτέμβριο του 2019. Δηλαδή άμεσα.
Είναι εύκολο λοιπόν να αντιληφθεί κάποιος την πολιτική διαφορά ανάμεσα σε αυτή την κυβέρνηση και στην προηγούμενη. Όπως είναι εύκολο να διαπιστώσει πως υπάρχει χώρος για εθνικές πολιτικές στον τομέα της φορολογίας. Υπάρχουν τρόποι να απαλλάξουμε τους συμπολίτες μας από τα βάρη των φόρων. Μέχρι σήμερα ζήσαμε με την πολιτική της υπερφορολόγησης που δήθεν υπαγορεύονταν από τους δανειστές, αλλά ήταν στην πραγματικότητα εθνική επιλογής μιας κυβέρνησης ανίκανης να επιτύχει ουσιαστική ανάπτυξη. Αυτό αλλάζει!
Αλλά και κάτι ακόμη. Στην πρώτη αντίδρασή της για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, η αξιωματική αντιπολίτευσης έβγαλε μια εικόνα μιζέριας. Με ολίγη αριστερόσκονη ταξικής πάλης, πως η μείωση γίνεται δήθεν για τους πλούσιους. Αν ξανακάνει στροφή αριστερά, μπορεί να μην τη ψηφίσει. Άλλωστε δε θα είναι η πρώτη φορά που θα είναι απέναντι στην κοινωνία.
Με απλούς αριθμούς, οι μεγάλες ιδιοκτησίες αφορούν 14.841 φορολογούμενους σε σύνολο 7.310.185 σε όλη τη χώρα. Και η ελάφρυνση θα είναι 22 εκ. σε σύνολο 465 εκ. Δηλαδή ούτε 5%. Επίσης θα ωφεληθούν περίπου 474.000 φορολογούμενοι που δεν είχαν καμία ωφέλεια με την προηγούμενη ρύθμιση, ενώ περίπου 1.3 εκ θα έχουν μεγαλύτερη ωφέλεια.
Το δεύτερο μεγάλο θέμα αφορά στη ρύθμιση των 120 δόσεων για τις οφειλές στην εφορία που ξεκίνησε με τον ν. 4611/2019. Μια ρύθμιση καλή στη σκέψη αλλά κακή στην εκτέλεση. Άδικη, προβληματική στην εφαρμογή και εκ του αποτελέσματος μάλλον ατυχής. Τι θέλουμε να κάνουμε; Να δώσουμε ανάσα σε όλους τους οφειλέτες του δημοσίου, να ρυθμίσουν τις οφειλές τους με τρόπο που αντέχουν. Αντιμετωπίζουμε επαγγελματίες και επιχειρήσεις που πέρασαν δύσκολα χρόνια. Κρατήθηκαν με κόπο όρθιοι. Οφείλουν όχι γιατί θέλουν αλλά γιατί δεν έχουν. Αυτό ισχύει για εκατοντάδες χιλιάδες οφειλέτες. Αυτούς λοιπόν θέλουμε να στηρίξουμε. Για να βάλουν τη δουλειά τους ξανά σε τάξη. Για να αποφύγουν νομικές ενέργειες και να κρατήσουν την περιουσία τους. Για να ξαναρχίσουν να δουλεύουν ελεύθερα, χωρίς κατασχέσεις και δεσμεύσεις. Και ταυτόχρονα να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα, που θα επιτρέψουν ένα καλύτερο κράτος για όλους.
Κατεβάζουμε το ελάχιστο ποσό της μηνιαίας δόσης κατά 33% από 30 ευρώ στα 20 ευρώ, με το μυαλό στους χιλιάδες μικροοφειλέτες. Για αυτούς έχει διαφορά να πληρώνουν 240 ευρώ τον χρόνο αντί 360. Γιατί οι περισσότεροι έχουν να εξυπηρετήσουν ρυθμίσεις και από άλλες οφειλές. Μάλιστα για όσους μπορούν να αποπληρώσουν σε λιγότερες δόσεις προσφέρεται ως κίνητρο απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους. Επίσης, μέχρι σήμερα η δόση της ρύθμισης επιβαρύνονταν με επιτόκιο 5%, εξανεμίζοντας ουσιαστικά το όφελος από τη διαγραφή προσαυξήσεων. Μειώνουμε λοιπόν αυτό το επιτόκιο κατά 60%. Από 5% σε 3%.
Και το κυριότερο. Επεκτείνουμε τη ρύθμιση ΚΑΙ στα ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ τα οποία δεν περιλαμβάνονταν στον υφιστάμενο νόμο. Όσα λοιπόν έχουν βασική οφειλή έως 1εκ θα μπορούν πλέον να τη ρυθμίσουν όχι σε έως 36 δόσεις αλλά σε έως 120!, με ταυτόχρονη απαλλαγή από τόκους και προσαυξήσεις. Όποιος είναι άνθρωπος της αγοράς μπορεί να αντιληφθεί τι σημαίνει αυτή η δυνατότητα.
Τέλος, ενώ μέχρι σήμερα η κατάσχεση του δημοσίου εις χείρας τρίτων και κυρίως σε τραπεζικούς λογαριασμούς στερούσε από τους οφειλέτες τόσο τη ρευστότητα όσο και τα απαραίτητα για τη διαβίωσή τους, πλέον η κατάσχεση «αδρανοποιείται» για τις απαιτήσεις του οφειλέτη μετά τη γνωστοποίηση στον τρίτο και η «αδρανοποίηση» είναι υποχρεωτική για τη φορολογική διοίκηση.
Το νομοσχέδιο αυτό εντάσσεται στο πλαίσιο της στρατηγικής της κυβέρνησης για λιγότερους φόρους και περισσότερη στήριξη επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Αρχίζουμε να ξεφορτώνουμε φόρους από την πλάτη της κοινωνίας και της επιχειρηματικότητας και να ξαναφέρνουμε την κανονικότητα στην αγορά. Και το αρχίζουμε με τον πρώτο μας νόμο.
Σήμερα η ΝΔ έρχεται με τον πρώτο της νόμο να κάνει αυτό που υποσχέθηκε. Μειώνει τον ΕΝΦΙΑ 30% για τη μεγάλη πλειοψηφία των μικρο-ιδιοκτητών και μεσοσταθμικά 22% για όλους τους Έλληνες. Αυτό είναι σοβαρή πολιτική. Να κάνεις από την πρώτη μέρα αυτό που υπόσχεσαι στους πολίτες.
Η νέα κυβέρνηση ξεκινά σήμερα αυτό που πιστεύει, που είναι ταυτόχρονα πολύ αναγκαίο. Να ξεφορτώνει τα φορολογικά βάρη από την πλάτη των Ελλήνων. Και ξεκινά από τον ΕΝΦΙΑ, γιατί η ιδιοκτησία στην Ελλάδα δεν είναι μέσο πλουτισμού για εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες. Είναι το σπίτι τους. Το σπίτι που θα δώσουν στο παιδί τους. Στοιχείο της κουλτούρας μας. Αυτό το σπίτι φορολογήθηκε βάναυσα επί ΣΥΡΙΖΑ.
Με τη ρύθμιση αυτή ξεκινάμε να ανακουφίζουμε τους συμπολίτες μας. Χωρίς να εξαιρείται κανείς, λαμβάνουμε ιδιαίτερη μέριμνα για τους αδύναμους και κυρίως για τη μεσαία τάξη. Αυτή την τάξη που θέλουμε να της ξαναδώσουμε τη δύναμη να στηρίξει τη νέα προοπτική της χώρας. Με την προηγούμενη διάταξη (άρ. 24 ν.4579/2018) που πλέον καταργείται προέκυπταν στρεβλώσεις και ανισότητες που έθιγαν κυρίως τη μεσαία τάξη. Με τον προτεινόμενο νόμο, αυτό αλλάζει. Κατανέμεται δικαιότερα το βάρος και πλέον ο ΕΝΦΙΑ θα είναι πολύ ελαφρύτερος για όλους στους Έλληνες. Και
μάλιστα οι μειώσεις θα ισχύσουν από τον Σεπτέμβριο του 2019. Δηλαδή άμεσα.
Είναι εύκολο λοιπόν να αντιληφθεί κάποιος την πολιτική διαφορά ανάμεσα σε αυτή την κυβέρνηση και στην προηγούμενη. Όπως είναι εύκολο να διαπιστώσει πως υπάρχει χώρος για εθνικές πολιτικές στον τομέα της φορολογίας. Υπάρχουν τρόποι να απαλλάξουμε τους συμπολίτες μας από τα βάρη των φόρων. Μέχρι σήμερα ζήσαμε με την πολιτική της υπερφορολόγησης που δήθεν υπαγορεύονταν από τους δανειστές, αλλά ήταν στην πραγματικότητα εθνική επιλογής μιας κυβέρνησης ανίκανης να επιτύχει ουσιαστική ανάπτυξη. Αυτό αλλάζει!
Αλλά και κάτι ακόμη. Στην πρώτη αντίδρασή της για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, η αξιωματική αντιπολίτευσης έβγαλε μια εικόνα μιζέριας. Με ολίγη αριστερόσκονη ταξικής πάλης, πως η μείωση γίνεται δήθεν για τους πλούσιους. Αν ξανακάνει στροφή αριστερά, μπορεί να μην τη ψηφίσει. Άλλωστε δε θα είναι η πρώτη φορά που θα είναι απέναντι στην κοινωνία.
Με απλούς αριθμούς, οι μεγάλες ιδιοκτησίες αφορούν 14.841 φορολογούμενους σε σύνολο 7.310.185 σε όλη τη χώρα. Και η ελάφρυνση θα είναι 22 εκ. σε σύνολο 465 εκ. Δηλαδή ούτε 5%. Επίσης θα ωφεληθούν περίπου 474.000 φορολογούμενοι που δεν είχαν καμία ωφέλεια με την προηγούμενη ρύθμιση, ενώ περίπου 1.3 εκ θα έχουν μεγαλύτερη ωφέλεια.
Το δεύτερο μεγάλο θέμα αφορά στη ρύθμιση των 120 δόσεων για τις οφειλές στην εφορία που ξεκίνησε με τον ν. 4611/2019. Μια ρύθμιση καλή στη σκέψη αλλά κακή στην εκτέλεση. Άδικη, προβληματική στην εφαρμογή και εκ του αποτελέσματος μάλλον ατυχής. Τι θέλουμε να κάνουμε; Να δώσουμε ανάσα σε όλους τους οφειλέτες του δημοσίου, να ρυθμίσουν τις οφειλές τους με τρόπο που αντέχουν. Αντιμετωπίζουμε επαγγελματίες και επιχειρήσεις που πέρασαν δύσκολα χρόνια. Κρατήθηκαν με κόπο όρθιοι. Οφείλουν όχι γιατί θέλουν αλλά γιατί δεν έχουν. Αυτό ισχύει για εκατοντάδες χιλιάδες οφειλέτες. Αυτούς λοιπόν θέλουμε να στηρίξουμε. Για να βάλουν τη δουλειά τους ξανά σε τάξη. Για να αποφύγουν νομικές ενέργειες και να κρατήσουν την περιουσία τους. Για να ξαναρχίσουν να δουλεύουν ελεύθερα, χωρίς κατασχέσεις και δεσμεύσεις. Και ταυτόχρονα να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα, που θα επιτρέψουν ένα καλύτερο κράτος για όλους.
Κατεβάζουμε το ελάχιστο ποσό της μηνιαίας δόσης κατά 33% από 30 ευρώ στα 20 ευρώ, με το μυαλό στους χιλιάδες μικροοφειλέτες. Για αυτούς έχει διαφορά να πληρώνουν 240 ευρώ τον χρόνο αντί 360. Γιατί οι περισσότεροι έχουν να εξυπηρετήσουν ρυθμίσεις και από άλλες οφειλές. Μάλιστα για όσους μπορούν να αποπληρώσουν σε λιγότερες δόσεις προσφέρεται ως κίνητρο απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους. Επίσης, μέχρι σήμερα η δόση της ρύθμισης επιβαρύνονταν με επιτόκιο 5%, εξανεμίζοντας ουσιαστικά το όφελος από τη διαγραφή προσαυξήσεων. Μειώνουμε λοιπόν αυτό το επιτόκιο κατά 60%. Από 5% σε 3%.
Και το κυριότερο. Επεκτείνουμε τη ρύθμιση ΚΑΙ στα ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ τα οποία δεν περιλαμβάνονταν στον υφιστάμενο νόμο. Όσα λοιπόν έχουν βασική οφειλή έως 1εκ θα μπορούν πλέον να τη ρυθμίσουν όχι σε έως 36 δόσεις αλλά σε έως 120!, με ταυτόχρονη απαλλαγή από τόκους και προσαυξήσεις. Όποιος είναι άνθρωπος της αγοράς μπορεί να αντιληφθεί τι σημαίνει αυτή η δυνατότητα.
Τέλος, ενώ μέχρι σήμερα η κατάσχεση του δημοσίου εις χείρας τρίτων και κυρίως σε τραπεζικούς λογαριασμούς στερούσε από τους οφειλέτες τόσο τη ρευστότητα όσο και τα απαραίτητα για τη διαβίωσή τους, πλέον η κατάσχεση «αδρανοποιείται» για τις απαιτήσεις του οφειλέτη μετά τη γνωστοποίηση στον τρίτο και η «αδρανοποίηση» είναι υποχρεωτική για τη φορολογική διοίκηση.
Το νομοσχέδιο αυτό εντάσσεται στο πλαίσιο της στρατηγικής της κυβέρνησης για λιγότερους φόρους και περισσότερη στήριξη επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Αρχίζουμε να ξεφορτώνουμε φόρους από την πλάτη της κοινωνίας και της επιχειρηματικότητας και να ξαναφέρνουμε την κανονικότητα στην αγορά. Και το αρχίζουμε με τον πρώτο μας νόμο.