Τι νιώθεις όταν βγαίνεις από το σουπερμάρκετ;
Άρθρο γνώμης
Mπαίνοντας στο σουπερμάρκετ -ή, καλύτερα, βγαίνοντας- η αίσθηση ότι η ακρίβεια κάνει το καλάθι με τα καλούδια που ψώνισες βαρύτερο δεν σε εγκαταλείπει
Mπαίνοντας στο σουπερμάρκετ -ή, καλύτερα, βγαίνοντας- η αίσθηση ότι η ακρίβεια κάνει το καλάθι με τα καλούδια που ψώνισες βαρύτερο δεν σε εγκαταλείπει.
Ναι, δεν υπάρχει αντίρρηση ότι κάποιες τιμές εμφανίζουν κάμψη. Ωστόσο, αυτό δεν αλλάζει τη γενική αίσθηση ότι το σουπερμάρκετ εξακολουθεί να είναι ο αμείλικτος κριτής για το ροκάνισμα του εισοδήματός μας σε ό,τι αφορά τα είδη πρώτης ανάγκης. Καταγράφονται τελευταία διεργασίες που επιτείνουν τη δυσφορία των πολιτών.
Μέρα με τη μέρα εμπεδώνεται η αίσθηση ότι η ακρίβεια δεν είναι μόνο απότοκο της ενεργειακής κρίσης, της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Τώρα πια συμπληρώνεται με την εκτίμηση ότι έχουμε να κάνουμε με μια «συμφωνία κυρίων» των κυρίαρχων ονομάτων στην αγορά που βάζει φρένο στις όποιες προσπάθειες για πτώση των τιμών.
Η πεποίθηση ότι ο ανταγωνισμός δεν λειτουργεί ώστε να αμβλύνει τις επιπτώσεις από την ακρίβεια κερδίζει έδαφος μέρα με τη μέρα. Και για τη στρέβλωση αυτή της αγοράς, η κυβέρνηση είναι έκθετη και υπόλογη, εισπράττει το πολιτικό κόστος. Αυτό καταγράφεται άλλωστε και στις δημοσκοπήσεις. Στη δημοσκόπηση της GPO, το 89,3% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι η ακρίβεια δυσκολεύει σημαντικά την καθημερινότητά του.
Παράλληλα, το 65,7% των ερωτηθέντων χαρακτηρίζει την οικονομική του κατάσταση δύσκολη, ενώ μόλις το 34,3% την περιγράφει ως ανεκτή ή καλή. Έτσι, στο ερώτημα «τελικά, πάει καλά η οικονομία;» η απάντηση δεν είναι μονοσήμαντη.
Οι μακροοικονομικοί δείκτες δεν εναρμονίζονται με την καθημερινότητα μεγάλης μερίδας των πολιτών. Κι εδώ υπεισέρχονται η γκρίνια και ο πεσιμισμός, που επιτείνουν το πρόβλημα. Η πιο χτυπητή απόδειξη είναι πως, με βάση την Eurostat, στην Ελλάδα καταγράφηκε το 2023 το υψηλότερο ποσοστό υποκειμενικής φτώχειας (67%), με την αμέσως επόμενη χώρα να είναι η Βουλγαρία, αλλά με πολύ χαμηλότερο ποσοστό υποκειμενικής φτώχειας (33,2%). Στην ΕΕ συνολικά το ποσοστό υποκειμενικής φτώχειας ήταν το 2023 24,1%.
Με άλλα λόγια, οι δύο στους τρεις συμπολίτες μας θεωρούν ότι έχουν περάσει το κατώφλι της φτώχειας, παρότι αυτοί που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ήταν το 18,9% του συνόλου, το 2023! Μπορεί η κυβέρνηση να ανατρέψει αυτήν την τάση, στρέφοντας στα σοβαρά την προσοχή της στην «καταραμένη» καθημερινότητα; Μπορεί να δώσει δείγμα γραφής, βάζοντας φραγμό στις πρακτικές των τραστ, δίνοντας ώθηση σε καθαρούς κανόνες ανταγωνισμού; Ιδού η Ρόδος…
*Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή
Ναι, δεν υπάρχει αντίρρηση ότι κάποιες τιμές εμφανίζουν κάμψη. Ωστόσο, αυτό δεν αλλάζει τη γενική αίσθηση ότι το σουπερμάρκετ εξακολουθεί να είναι ο αμείλικτος κριτής για το ροκάνισμα του εισοδήματός μας σε ό,τι αφορά τα είδη πρώτης ανάγκης. Καταγράφονται τελευταία διεργασίες που επιτείνουν τη δυσφορία των πολιτών.
Μέρα με τη μέρα εμπεδώνεται η αίσθηση ότι η ακρίβεια δεν είναι μόνο απότοκο της ενεργειακής κρίσης, της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Τώρα πια συμπληρώνεται με την εκτίμηση ότι έχουμε να κάνουμε με μια «συμφωνία κυρίων» των κυρίαρχων ονομάτων στην αγορά που βάζει φρένο στις όποιες προσπάθειες για πτώση των τιμών.
Η πεποίθηση ότι ο ανταγωνισμός δεν λειτουργεί ώστε να αμβλύνει τις επιπτώσεις από την ακρίβεια κερδίζει έδαφος μέρα με τη μέρα. Και για τη στρέβλωση αυτή της αγοράς, η κυβέρνηση είναι έκθετη και υπόλογη, εισπράττει το πολιτικό κόστος. Αυτό καταγράφεται άλλωστε και στις δημοσκοπήσεις. Στη δημοσκόπηση της GPO, το 89,3% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι η ακρίβεια δυσκολεύει σημαντικά την καθημερινότητά του.
Παράλληλα, το 65,7% των ερωτηθέντων χαρακτηρίζει την οικονομική του κατάσταση δύσκολη, ενώ μόλις το 34,3% την περιγράφει ως ανεκτή ή καλή. Έτσι, στο ερώτημα «τελικά, πάει καλά η οικονομία;» η απάντηση δεν είναι μονοσήμαντη.
Οι μακροοικονομικοί δείκτες δεν εναρμονίζονται με την καθημερινότητα μεγάλης μερίδας των πολιτών. Κι εδώ υπεισέρχονται η γκρίνια και ο πεσιμισμός, που επιτείνουν το πρόβλημα. Η πιο χτυπητή απόδειξη είναι πως, με βάση την Eurostat, στην Ελλάδα καταγράφηκε το 2023 το υψηλότερο ποσοστό υποκειμενικής φτώχειας (67%), με την αμέσως επόμενη χώρα να είναι η Βουλγαρία, αλλά με πολύ χαμηλότερο ποσοστό υποκειμενικής φτώχειας (33,2%). Στην ΕΕ συνολικά το ποσοστό υποκειμενικής φτώχειας ήταν το 2023 24,1%.
Με άλλα λόγια, οι δύο στους τρεις συμπολίτες μας θεωρούν ότι έχουν περάσει το κατώφλι της φτώχειας, παρότι αυτοί που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ήταν το 18,9% του συνόλου, το 2023! Μπορεί η κυβέρνηση να ανατρέψει αυτήν την τάση, στρέφοντας στα σοβαρά την προσοχή της στην «καταραμένη» καθημερινότητα; Μπορεί να δώσει δείγμα γραφής, βάζοντας φραγμό στις πρακτικές των τραστ, δίνοντας ώθηση σε καθαρούς κανόνες ανταγωνισμού; Ιδού η Ρόδος…
*Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή