Το πρόβληµα της µεταρρύθµισης της κρατικής µηχανής εξακολουθεί να βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα των προβληµάτων που επειγόντως ζητούν λύσεις και προκαλούν πολιτικές αναταράξεις και κοινωνικούς κραδασµούς. ∆εν µιλάµε µόνο για την Ελλάδα και τη σκουριασµένη κρατική µηχανή της. ∆είτε τι γίνεται στις ΗΠΑ µε επίκεντρο το δυσβάστακτο χρέος του αµερικανικού οµοσπονδιακού κράτους, που έχει φτάσει να ξεπερνά τα 34 τρισ. δολάρια. Για πολλοστή φορά η µη διακοπή της λειτουργίας του κράτους αποφεύχθηκε στο παρά πέντε, µε την ψήφιση σχετικού νόµου από ∆ηµοκρατικούς και µερίδα Ρεπουµπλικανών. Αλλά είναι φανερό ότι ο νέος πρόεδρος Ντόναλντ Τραµπ και ο Ελον Μασκ είναι έτοιµοι να κάνουν δραµατικές περικοπές και απολύσεις στον δηµόσιο τοµέα για τη µείωση του χρέους. Αν και το πρόβληµα είναι παραδεκτό, αν και η ανάγκη περιστολής των κρατικών δαπανών και εξυπηρέτησης του δυσβάστακτου χρέους είναι εξόφθαλµη, κανείς δεν βάζει το χέρι του στη φωτιά ότι ο τρόπος αναζήτησης λύσης µε τη µέθοδο Μασκ είναι ο σωστός και θα αµβλύνει το πρόβληµα. Ανεξάρτητα από αυτό, η αλήθεια είναι πως ζητείται επειγόντως διέξοδος για να τιθασευθεί η αδηφάγος κρατική µηχανή των ΗΠΑ.

Το αδηφάγο κράτος έχει οδηγήσει και τη Γαλλία σε µαύρο χάλι, καθώς ο δηµόσιος τοµέας απορροφά όλο και µεγαλύτερα ποσά για την... αυτοσυντήρησή του. Μέσα σε 20 χρόνια το δηµόσιο χρέος έχει τριπλασιαστεί και µόνο τα τελευταία επτά χρόνια, επί προεδρίας Μακρόν, αυξήθηκε κατά 1 τρισ. ευρώ. Τις δραµατικές πολιτικές παρενέργειες, την ακυβερνησία και τις αγεφύρωτες διαφορές των πολιτικών δυνάµεων τις παρακολουθούµε ενεοί τους τελευταίους µήνες και προφανώς θα συνεχίσουµε και το 2024.

Στην Ελλάδα ήδη πληρώσαµε την αλόγιστη σπατάλη δεκαετιών µε µια χωρίς προηγούµενο δεκαετή κρίση, µε αλλεπάλληλα µνηµόνια και δραµατικές κοινωνικοπολιτικές συνέπειες. Κάποια πράγµατα άλλαξαν προς το καλύτερο µε την ολοκλήρωση της περιόδου αυτής, αλλά ο µετασχηµατισµός της κρατικής µηχανής παραµένει όνειρο απατηλό. ∆εν είµαστε σήµερα σε οριακές πολιτικές καταστάσεις και σε προθάλαµο εξόδου από το ευρώ -τα ζήσαµε αυτά το 2015. Αλλά ένα δίδαγµα από την πικρή εµπειρία των τελευταίων ετών ήταν και η ανάγκη ριζικής µεταρρύθµισης της κρατικής µηχανής. Ενα θέµα που παραµένει και σήµερα ταµπού για το σύνολο του πολιτικού µας συστήµατος.

Στο ∆ηµόσιο απασχολούνται σήµερα περίπου 750.000 δηµόσιοι υπάλληλοι. Με άλλα λόγια, οι δύο στους δέκα εργαζόµενους απασχολούνται αποκλειστικά στον δηµόσιο τοµέα. Με ποσοστό 16,5% είµαστε περίπου στον ευρωπαϊκό µέσον όρο. Πάντως, θεαµατικές µειώσεις -παρά την κρίση και τα µνηµόνια- δεν έχουµε. Το 2007 ο αριθµός των δηµόσιων υπαλλήλων ήταν 17,99%, µικρή ποσοστιαία µείωση σε σχέση µε τις πελώριες συνέπειες της κρίσης.

Το µείζον θέµα δεν είναι όµως οι αριθµοί. Η κρατική µηχανή συντηρεί τις ασθένειες της προ κρίσης εποχής και αποτελεί βασική τροχοπέδη τόσο για την ικανοποίηση κοινωνικών αναγκών όσο και για την περιβόητη προσέλκυση επενδυτών. Μιλάµε για τον πυρήνα των λειτουργιών της κρατικής µηχανής, που µένει ανέγγιχτος από αναγκαίες παρεµβάσεις. Νευραλγικές υπηρεσίες του ∆ηµοσίου εξακολουθούν να αποτελούν προπύργια γραφειοκρατίας, που βάζουν φρένο σε επιχειρηµατικές πρωτοβουλίες, αλλά κάνουν δύσκολη τη ζωή και των πολιτών στις καθηµερινές συναλλαγές τους. Οι περισσότερες υπηρεσίες λειτουργούν µε ένα ιδιότυπο ένστικτο αυτοσυντήρησης: λες και υπάρχουν για να εξυπηρετούν το προσωπικό τους και όχι τους πολίτες. Η διαφθορά ελλοχεύει σε κρίσιµους κρίκους του δηµόσιου τοµέα: σε πολεοδοµίες και φορολογικά παραµάγαζα. Η αξιολόγηση των υπαλλήλων εξακολουθεί είτε να θεωρείται ένα διαβολικό όπλο εξόντωσής τους -από τους συνδικαλιστικούς φορείς κυρίως- είτε, όπου εφαρµόζεται, να είναι ευνουχισµένη. Η πειθαρχική δίωξη όλων όσοι παρανοµούν ή δεν ασκούν µε επάρκεια τα καθήκοντά τους παραµένει γράµµα κενό.

Από όλα αυτά, τι ακούτε πρώτη φορά; Τίποτα! Τα ξέρει όλη η πλάση εδώ και δεκαετίες. Τα ξέρουν και τα επιτελεία των κοµµάτων, από την καλή και την ανάποδη. Ολοι πια γνωρίζουµε ότι αν δεν αλλάξει αυτό το εργαλείο, που καθορίζει τις τύχες της χώρας µέχρι την καθηµερινότητά µας, τα εµπόδια στην ανάπτυξη µπορεί να γίνουν εκ νέου ανυπέρβλητα -να οδηγηθούµε σε νέα αδιέξοδα.

Πάµε τώρα στο πολιτικό φάσµα. Η κυβέρνηση παίρνει ορισµένες πρωτοβουλίες που είτε δεν αρκούν είτε βουλιάζουν στο τέλµα της ακινησίας και µακαριότητας. Το σχέδιο του «επιτελικού κράτους» δέχεται εδώ και καιρό έντονη κριτική για τη... µη «επιτελικότητά» του. Μήπως όµως τα άλλα κόµµατα αρθρώνουν συνολικές λύσεις για το πρόβληµα; Ο ΣΥΡΙΖΑ και ως κυβέρνηση και σήµερα ως αντιπολίτευση απέφυγε όπως ο διάολος το λιβάνι ακόµα και βασικές παραµέτρους του προβλήµατος. Το ΠΑΣΟΚ, που του έλαχε να γίνει πρόσφατα αξιωµατική αντιπολίτευση, µάλλον επενδύει στην επέκταση του ∆ηµοσίου µε προσλήψεις, αν κρίνουµε από τις προτάσεις του για ένταξη όλου του προσωπικού Υγείας στα Βαρέα και Ανθυγιεινά ή τη µονιµοποίηση των εποχικών πυροσβεστών. Στο ίδιο µήκος κύµατος και τα µικρότερα κόµµατα, ανεξαρτήτως απόχρωσης.

Το θέµα είναι πως για να υλοποιηθούν δραστικές αλλαγές θα πρέπει να ανοίξει µια συζήτηση ουσίας, µε αφετηρία µια µίνιµουµ συναίνεση για το τι πρέπει να γίνει. Και αυτό δεν έγινε πριν και κατά τη διάρκεια της κρίσης. ∆εν γίνεται σήµερα. ∆εν προβλέπεται για αύριο...

*Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή