Η κυβέρνηση, αίφνης, βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση. Οι συγκεντρώσεις για τα Τέμπη έγιναν ο καταλύτης για διεργασίες σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, που κανείς δεν φανταζόταν ένα 24ωρο πριν από τη διεξαγωγή τους.

Ο πρωθυπουργός αναλαμβάνει να διαχειριστεί ο ίδιος μια κρίση, που προφανώς υποτιμήθηκε δύο χρόνια τώρα, αναλώνοντας πολιτικό κεφάλαιο και κάνοντας δύσβατο τον δρόμο της κυβέρνησης το προσεχές διάστημα. Αμφισβητείται το λεγόμενο επιτελικό κράτος.

Αμφισβητείται η διαχειριστική ικανότητα της κυβέρνησης, αλλά και η πρόθεσή της για διερεύνηση της τραγωδίας σε βάθος. Αυτά σε πρώτο πλάνο. Σε δεύτερο, βάλλεται το κυβερνητικό αφήγημα για σταθερότητα. Η κυβέρνηση μοιάζει σήμερα να βαδίζει απομονωμένη προς τις εκλογές του 2027, με τον στόχο της αυτοδυναμίας να αποδυναμώνεται.

Όμως, τα δύσκολα είναι μπροστά και για τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Κατ’ αρχάς, ποιο άκρο του πολιτικού φάσματος να ωφεληθεί; Μέχρι τώρα τα κόμματα δεξιά της ΝΔ εμφανίζουν οφέλη. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι άλλες αριστερές δυνάμεις εμφανίζονται καθηλωμένες. Αυτό δεν τους εμποδίζει, πάντως, να ονειρεύονται «λαϊκά μέτωπα», στα οποία ο κ. Φάμελλος σπεύδει κάθε τόσο να συμπεριλάβει και το ΠΑΣΟΚ.

Το ΠΑΣΟΚ θα μπορούσε να είναι ο νέος αντιπολιτευτικός πόλος απέναντι στη ΝΔ; Ναι, αλλά δεν είναι. Ούτε φαίνεται να απογειώνεται δημοσκοπικά ακόμα και μετά τις ογκώδεις συγκεντρώσεις της Κυριακής. Άρα, τι γίνεται;

Το πρόβλημα που αναδεικνύεται από τις συγκεντρώσεις για τα Τέμπη είναι πως ενώ η κυβέρνηση δέχεται «πρόταση δυσπιστίας» από τους πολίτες, τα μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν έχουν «ψήφο εμπιστοσύνης» από την κοινή γνώμη σε ό,τι αφορά την ικανότητα διακυβέρνησης του τόπου.

Με άλλα λόγια, το θέμα της «κυβερνησιμότητας» μπαίνει ξανά στην ημερήσια διάταξη, με καταλύτη αυτή τη φορά την τραγωδία των Τεμπών. Και βέβαια αυτό δεν λύνεται με «λαϊκά μέτωπα» της στιγμής, αλλά είτε με αυτοδύναμες λύσεις είτε με συμμαχίες σε προγραμματικό επίπεδο. Υπάρχει σε αυτό το ερώτημα λευκή σελίδα ως προς την απάντηση. Και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε παρενέργειες μιας «αντιπολίτευσης της οργής», μιας ανανεωμένης αμφισβήτησης θεσμών, κομμάτων, που βιώσαμε τα χρόνια της κρίσης και των μνημονίων. Ή -ποιος ξέρει- μιας ανάτασης της Ακροδεξιάς, που πασχίζει καιρό τώρα να ορθώσει ανάστημα. Αν σήμερα το αίτημα για την αλήθεια για τα Τέμπη συγκινεί και ταράζει τα λιμνάζοντα νερά της πολιτικής αντιπαράθεσης, αύριο το αίτημα του πώς και με ποιους θα κυβερνηθεί ο τόπος θα έρχεται στο προσκήνιο. Κι εδώ, δεδομένες απαντήσεις δεν υπάρχουν.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή