Η χαμένη μάχη του Κέντρου και η κυριαρχία Μητσοτάκη
με τον Γιάννη Κουρτάκη
Εκ των πραγμάτων, η εκλογική επιτυχία του Κυριάκου Μητσοτάκη είχε άμεσο αντίκτυπο και στα εσωτερικά του κυβερνώντος κόμματος. Από τον περασμένο Μάιο και το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, ο σημερινός πρωθυπουργός έγινε μέσα σ’ ένα βράδυ από «Κούλης», Κυριάκος. Οσοι επί χρόνια χαμηλόφωνα προσπάθησαν να αμφισβητήσουν τον κ. Μητσοτάκη ακυρώθηκαν από την ετυμηγορία του κυρίαρχου ελληνικού λαού. Από την ανάγνωση του αποτελέσματος προκύπτει ότι ο αρχηγός της ελληνικής Κεντροδεξιάς κατάφερε να διεισδύσει στην πλατιά εκλογική πελατεία του Κέντρου, την οποία επί χρόνια μονοπωλούσε το ΠΑΣΟΚ. Μετά τις εκλογές, συγκροτώντας την κυβέρνηση, φρόντισε να ανταποδώσει την εμπιστοσύνη που του παρείχε ένα κοινό που δεν είχε καμία ιδεολογική σχέση με τη Ν.Δ.
Σήμερα, εκείνο που προκύπτει είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης είναι απόλυτος (ίσως και χωρίς αντίπαλο) παίκτης του Κέντρου. Μάλιστα, όσο περνά ο χρόνος, διευρύνει τη διείσδυσή του, εξέλιξη που έχει αρχίσει να προκαλεί αντιδράσεις εντός και εκτός Ν.Δ. Παρ’ όλα αυτά, η πραγματικότητα δεν αλλάζει.
Στη Γαλλία, η Κεντροαριστερά κατάφερε μέσα σε ελάχιστα χρόνια να «απορροφήσει» την Κεντροδεξιά, ενώ στην Ελλάδα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η Κεντροδεξιά «ρούφηξε» στην κυριολεξία την Κεντροαριστερά. Και αυτό έχει μία και μόνη εξήγηση... Είναι η δυναμική που παρουσιάζουν ανά την Ευρώπη ηγέτες της λογικής, αλλά και του προφίλ Μητσοτάκη. Επί της ουσίας, μιλάμε για μια νέα πολιτική πραγματικότητα, που δεν μεταβάλλεται ούτε με συνθήματα ούτε με άναρχες κραυγές τύπου Πολάκη. Οι κοινωνίες εμπιστεύονται πλέον σοβαρούς ηγέτες, που τους μιλούν με τη γλώσσα της αλήθειας. Η νέα αυτή πραγματικότητα εκ των πραγμάτων οδηγεί σε αδιέξοδο πρώτιστα τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα και δευτερευόντως το ΚΙΝ.ΑΛ. και τη Φώφη Γεννηματά. Πλέον, οι μετριοπαθείς ΠΑΣΟΚοι αισθάνονται οικεία στη Ν.Δ., στην οποία κατέχουν νευραλγικές θέσεις, σε επίπεδο κυβερνητικής εξουσίας, ο καθηγητής Γεραπετρίτης, ο υπουργός Χρυσοχοΐδης, ο τεχνοκράτης Σκέρτσος, ο διαβασμένος Πιερρακάκης, ο έμπειρος Θεοδωρικάκος και πολλοί άλλοι.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εκτός από την αξιοποίηση μιας ομάδας ανθρώπων που προέρχονται από την Κεντροαριστερά, διατυπώνει έναν λόγο που ταιριάζει με την πολιτική κουλτούρα του Κέντρου. Οι κραυγές, η λάσπη και οι πολιτικοί τραμπουκισμοί δεν έχουν καμία θέση στο οικοδόμημα που έχει χτίσει ο αρχηγός της Ν.Δ. Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, οι Τσίπρας και Γεννηματά, εκτός από αφήγημα, πρέπει να βρουν και κόσμο που με σοβαρότητα θα κρατήσει όσους έχουν απομείνει στην κεντροαριστερή δεξαμενή. Επί του παρόντος δείχνουν εκτός από αμήχανοι και αδύναμοι να αντιμετωπίσουν την πολιτική «εισβολή» στον χώρο του Κέντρου από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Για μήνες σύρονται από τις επιλογές του πρωθυπουργού, έχοντας μετατρέψει τα κόμματά τους σε κινήματα διαμαρτυρίας. Τη μεγαλύτερη ζημιά την έχει ήδη υποστεί ο κ. Τσίπρας, ο οποίος, επιλέγοντας τα ρετάλια της Κεντροαριστεράς, νομίζει ότι θα μπορέσει να αναχαιτίσει τη δυναμική του αρχηγού της ελληνικής Κεντροδεξιάς. Η Ιστορία έχει αποδείξει ότι τα πολιτικά ρεύματα δεν αλλάζουν ούτε με συνθήματα ούτε με ψέματα. Χρειάζονται ιδέες και πάνω απ’ όλα πολιτικός ρεαλισμός. Και κάτι τελευταίο: στην πολιτική το «ένα συν ένα» ποτέ δεν κάνει «δύο».
Σήμερα, εκείνο που προκύπτει είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης είναι απόλυτος (ίσως και χωρίς αντίπαλο) παίκτης του Κέντρου. Μάλιστα, όσο περνά ο χρόνος, διευρύνει τη διείσδυσή του, εξέλιξη που έχει αρχίσει να προκαλεί αντιδράσεις εντός και εκτός Ν.Δ. Παρ’ όλα αυτά, η πραγματικότητα δεν αλλάζει.
Στη Γαλλία, η Κεντροαριστερά κατάφερε μέσα σε ελάχιστα χρόνια να «απορροφήσει» την Κεντροδεξιά, ενώ στην Ελλάδα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η Κεντροδεξιά «ρούφηξε» στην κυριολεξία την Κεντροαριστερά. Και αυτό έχει μία και μόνη εξήγηση... Είναι η δυναμική που παρουσιάζουν ανά την Ευρώπη ηγέτες της λογικής, αλλά και του προφίλ Μητσοτάκη. Επί της ουσίας, μιλάμε για μια νέα πολιτική πραγματικότητα, που δεν μεταβάλλεται ούτε με συνθήματα ούτε με άναρχες κραυγές τύπου Πολάκη. Οι κοινωνίες εμπιστεύονται πλέον σοβαρούς ηγέτες, που τους μιλούν με τη γλώσσα της αλήθειας. Η νέα αυτή πραγματικότητα εκ των πραγμάτων οδηγεί σε αδιέξοδο πρώτιστα τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα και δευτερευόντως το ΚΙΝ.ΑΛ. και τη Φώφη Γεννηματά. Πλέον, οι μετριοπαθείς ΠΑΣΟΚοι αισθάνονται οικεία στη Ν.Δ., στην οποία κατέχουν νευραλγικές θέσεις, σε επίπεδο κυβερνητικής εξουσίας, ο καθηγητής Γεραπετρίτης, ο υπουργός Χρυσοχοΐδης, ο τεχνοκράτης Σκέρτσος, ο διαβασμένος Πιερρακάκης, ο έμπειρος Θεοδωρικάκος και πολλοί άλλοι.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εκτός από την αξιοποίηση μιας ομάδας ανθρώπων που προέρχονται από την Κεντροαριστερά, διατυπώνει έναν λόγο που ταιριάζει με την πολιτική κουλτούρα του Κέντρου. Οι κραυγές, η λάσπη και οι πολιτικοί τραμπουκισμοί δεν έχουν καμία θέση στο οικοδόμημα που έχει χτίσει ο αρχηγός της Ν.Δ. Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, οι Τσίπρας και Γεννηματά, εκτός από αφήγημα, πρέπει να βρουν και κόσμο που με σοβαρότητα θα κρατήσει όσους έχουν απομείνει στην κεντροαριστερή δεξαμενή. Επί του παρόντος δείχνουν εκτός από αμήχανοι και αδύναμοι να αντιμετωπίσουν την πολιτική «εισβολή» στον χώρο του Κέντρου από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Για μήνες σύρονται από τις επιλογές του πρωθυπουργού, έχοντας μετατρέψει τα κόμματά τους σε κινήματα διαμαρτυρίας. Τη μεγαλύτερη ζημιά την έχει ήδη υποστεί ο κ. Τσίπρας, ο οποίος, επιλέγοντας τα ρετάλια της Κεντροαριστεράς, νομίζει ότι θα μπορέσει να αναχαιτίσει τη δυναμική του αρχηγού της ελληνικής Κεντροδεξιάς. Η Ιστορία έχει αποδείξει ότι τα πολιτικά ρεύματα δεν αλλάζουν ούτε με συνθήματα ούτε με ψέματα. Χρειάζονται ιδέες και πάνω απ’ όλα πολιτικός ρεαλισμός. Και κάτι τελευταίο: στην πολιτική το «ένα συν ένα» ποτέ δεν κάνει «δύο».