Γιατί πρέπει να γίνουν εκλογές μέχρι το φθινόπωρο
με τον Γιάννη Κουρτάκη
Πριν από πολύ καιρό, όταν κανείς δεν είχε τολμήσει ούτε να ψελλίσει το σενάριο της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, η στήλη είχε αναφερθεί στην ανάγκη ανανέωσης της λαϊκής εντολής. Τότε, τα γνωστά «παπαγαλάκια» της πιάτσας άρχισαν να γράφουν διάφορα περί «κρυμμένων συμφερόντων» και «αόρατων υποβολέων».
Πλέον, το σενάριο των εκλογών βρίσκεται στην πολιτική ατζέντα. Και βρίσκεται όχι γιατί κατασκευάστηκε σε κάποιο «πολιτικό εργαστήρι», αλλά γιατί ανταποκρίνεται στην κοινή λογική.
Κατά κοινή παραδοχή, η κυβέρνηση Μητσοτάκη διαχειρίστηκε με υποδειγματικό τρόπο την πρόσφατη πανδημία και κατάφερε να σηκώσει ψηλά και μάλιστα σε διεθνές επίπεδο τη χώρα. Σε ελάχιστο χρόνο, στα σε διεθνές επίπεδο τη χώρα από χώρα αποφυγής γίναμε κράτοςπρότυπο, προς μίμηση. Επειτα από πολλά χρόνια η Ελλάδα έδειξε ότι διαθέτει σοβαρή ηγεσία, ικανή να διαχειριστεί κρίσεις, ενώ σε άλλες, πολύ πιο σοβαρές χώρες οι ηγέτες τους αποδείχθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων.
Μάλιστα, η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου δείχνει αναγνώριση, όπως προκύπτει και από τη δημοσκόπηση της GPO στην εφημερίδα Παραπολιτικά, το περασμένο Σάββατο.
Παρά ταύτα, η έξοδος από την υγειονομική κρίση ανοίγει ένα τούνελ, κυρίως σε σχέση με την οικονομία.
Οσα «πακέτα» στήριξης κι αν έρθουν, όσα δάνεια κι αν δοθούν, σίγουρα μιλάμε για μια οικονομική πραγματικότητα εντελώς διαφορετική από αυτήν πριν από δέκα μήνες, όταν ο κ. Μητσοτάκης ζητούσε την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Η «Συμφωνία Αλήθειας» κινούνταν σε δύο άξονες: Στους λιγότερους φόρους, που θα έκαναν πιο ανταγωνιστική την αγορά, και στην ανάπτυξη. Η μετακορονοϊό εποχή θα φέρει βαθιά ύφεση στην οικονομία, εξέλιξη που θα λειτουργήσει ανασταλτικά και στο σχέδιο για λιγότερους φόρους.
Επειδή τα δεδομένα εκ των πραγμάτων έχουν αλλάξει, επιβάλλεται η ανανέωση της λαϊκής εντολής, δεδομένου ότι δόθηκε για να υλοποιηθεί ένα εντελώς διαφορετικό πρόγραμμα.
Ο δρόμος για τις εκλογές δεν θα πρέπει να φοβίζει. Απεναντίας, πρέπει να αποτελεί πρόκληση για έναν ηγέτη που έκανε καριέρα με σημαία την «αλήθεια». Οπως συνέβη και το 2018 με τον Τσίπρα, έτσι και τώρα, υπάρχουν πολλοί (Γεραπετρίτης, Σκέρτσος, V+O) που αντιτάσσονται στο ενδεχόμενο προσφυγής στις κάλπες, προβάλλοντας διάφορες εισηγήσεις. Προφανώς και δεν έχουν κοιτάξει λίγο πίσω.
Οταν ο κ. Παπανδρέου από τα «λεφτά υπάρχουν» προσγειώθηκε στο Μνημόνιο και όταν ο κ. Τσίπρας από το τέλος των μνημονίων και το πανηγύρι στο Ζάππειο, αγκαλιά με τον Καμμένο, μέτραγε νεκρούς στο Μάτι. Επειδή έχουν δώσει εντολή για λιγότερους φόρους και περισσότερη ανάπτυξη, οποιαδήποτε παρέκκλιση από την πορεία μπορεί να επιφέρει τεράστιο κόστος στον πανίσχυρο σήμερα Μητσοτάκη.
Εκτός από τους «θεωρητικούς», υπάρχουν κι εκείνοι που πιστεύουν ότι, μετά και την εξασφάλιση των 32 δισ. από την Ευρώπη, σωθήκαμε, άρα δεν υπάρχει κανένας λόγος για εκλογές. Μα αυτό είναι ένα ακόμη όπλο στη φαρέτρα του Μητσοτάκη, αρκεί να μη χρησιμοποιηθεί ως συνέχεια μιας κυβερνητικής θητείας που θα καλύπτει απλώς τρύπες στην αγορά χωρίς κανέναν πολλαπλασιαστή. Απεναντίας, το πακέτο στήριξης θα έχει πολλαπλάσια αξία αν χρησιμοποιηθεί ως αφετηρία μιας νέας κυβέρνησης, με σαφή προσανατολισμό και απόλυτη προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα.
Οι εκλογές επαναπροσδιορίζουν τον στόχο, αλλά και τοποθετούν με πιο ξεκάθαρο τρόπο το όραμα για ένα κράτος σύγχρονο, αποτελεσματικό, με σύγχρονες δομές.
Εν κατακλείδι, ο πρωθυπουργός από την πρώτη ημέρα που μπήκε στην πολιτική σε κάθε ευκαιρία αποδεικνύει ότι βλέπει το ποντίκι που κρύβεται κάτω από το κρεβάτι. Είναι βέβαιο ότι θα δει τον ελέφαντα που έχει πλέον εισβάλει στο δωμάτιο.