Η V+O των Θωμά Βαρβιτσιώτη - Γιάννη Ολύμπιου πάει µε όλα, όπως η Coca-Cola
με τον Γιάννη Κουρτάκη
ΚΑΝΕΙΣ δεν αμφισβητεί στην πιάτσα την ικανότητα των Θωμά Βαρβιτσιώτη - Γιάννη Ολύμπιου της διαφημιστικής V+Ο στη διαχείριση ανθρώπων και καταστάσεων.
Αλλωστε, μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι επί χρόνια κατείχαν σχεδόν μονοπωλιακή θέση σε αυτό που κάνουν.
Λόγω της πρόσβασης που διέθεταν σε διάφορες επιχειρήσεις, εκ των πραγμάτων η επιχειρηματική τους δράση τούς εξασφάλιζε και μια ιδιότυπη ασυλία στον χώρο των media.
Και ενώ όλοι είχαν να πουν κάτι για τη V+O , δύσκολα θα βρει οτιδήποτε κανείς, αν θελήσει να ψάξει, είτε στο Διαδίκτυο είτε σε παλαιότερες εκδόσεις των εφημερίδων.
Εσχάτως, όμως, φαίνεται να έχουν αλλάξει τα πράγματα εξαιτίας της δυναμικής που παρουσιάζει η εταιρεία επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη.
Πλέον, μεγάλοι και διαχρονικοί πελάτες των Θωμά Βαρβιτσιώτη - Γιάννη Ολύμπιου είναι αλήθεια ότι έχουν αρχίσει να προβληματίζονται, αφού αντιλαμβάνονται ότι ανήκει στο παρελθόν η δυνατότητα παρέμβασης της εταιρείας τόσο στα media όσο και στα συστήματα εξουσίας.
Σε συνέχεια των παραπάνω, η στήλη αποκαλύπτει σήμερα ότι η V+O είχε ως πελάτες ταυτόχρονα τον εφοπλιστή Γιώργο Λογοθέτη και την Τράπεζα Πειραιώς.
Δηλαδή, είχε και τον «διώκτη» και τον «διωκόμενο».
Περί τα τέλη Ιουνίου υπήρξε ένα δημοσίευμα στην «Καθημερινή» υπό τον τίτλο: «Αγωγή 400 εκατ. της Libra κατά πρώην τραπεζιτών και στελεχών της».
Εν μέσω θέρους, ελάχιστοι τότε διάβασαν πίσω από τις γραμμές. Οι υποψιασμένοι της πιάτσας «έδειξαν» πίσω από το σχετικό δημοσίευμα τη V+O, που τότε είχε αναλάβει ως πελάτη τον κ. Λογοθέτη.
Στο πλαίσιο της διαχείρισης διαφόρων κρίσεων, το δίδυμο των Θωμά Βαρβιτσιώτη - Γιάννη Ολύμπιου έχει επιλέξει την «Καθημερινή» για να προβάλλει τις θέσεις των πελατών του.
Οταν άρχισε να φουντώνει το θέμα Λογοθέτη - Πειραιώς, τα αφεντικά της V+O, αντιλαμβανόμενα το ασυμβίβαστο, εγκατέλειψαν τον εφοπλιστή, συνεχίζοντας τη συνεργασία τους με την Τράπεζα Πειραιώς.
Πλέον, τη διαχείριση του κ. Λογοθέτη έχει αναλάβει η διαφημιστική του Συμεών Τσομώκου, ο οποίος είναι γνωστό ότι διατηρεί καλή σχέση τόσο με τη V+O όσο και με την «Καθημερινή».
Αλλωστε, μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι επί χρόνια κατείχαν σχεδόν μονοπωλιακή θέση σε αυτό που κάνουν.
Λόγω της πρόσβασης που διέθεταν σε διάφορες επιχειρήσεις, εκ των πραγμάτων η επιχειρηματική τους δράση τούς εξασφάλιζε και μια ιδιότυπη ασυλία στον χώρο των media.
Και ενώ όλοι είχαν να πουν κάτι για τη V+O , δύσκολα θα βρει οτιδήποτε κανείς, αν θελήσει να ψάξει, είτε στο Διαδίκτυο είτε σε παλαιότερες εκδόσεις των εφημερίδων.
Εσχάτως, όμως, φαίνεται να έχουν αλλάξει τα πράγματα εξαιτίας της δυναμικής που παρουσιάζει η εταιρεία επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη.
Πλέον, μεγάλοι και διαχρονικοί πελάτες των Θωμά Βαρβιτσιώτη - Γιάννη Ολύμπιου είναι αλήθεια ότι έχουν αρχίσει να προβληματίζονται, αφού αντιλαμβάνονται ότι ανήκει στο παρελθόν η δυνατότητα παρέμβασης της εταιρείας τόσο στα media όσο και στα συστήματα εξουσίας.
Συµβουλεύει και τον εφοπλιστή Λογοθέτη και τον Μεγάλο της Πειραιώς
Σε συνέχεια των παραπάνω, η στήλη αποκαλύπτει σήμερα ότι η V+O είχε ως πελάτες ταυτόχρονα τον εφοπλιστή Γιώργο Λογοθέτη και την Τράπεζα Πειραιώς.
Δηλαδή, είχε και τον «διώκτη» και τον «διωκόμενο».
Περί τα τέλη Ιουνίου υπήρξε ένα δημοσίευμα στην «Καθημερινή» υπό τον τίτλο: «Αγωγή 400 εκατ. της Libra κατά πρώην τραπεζιτών και στελεχών της».
Εν μέσω θέρους, ελάχιστοι τότε διάβασαν πίσω από τις γραμμές. Οι υποψιασμένοι της πιάτσας «έδειξαν» πίσω από το σχετικό δημοσίευμα τη V+O, που τότε είχε αναλάβει ως πελάτη τον κ. Λογοθέτη.
Στο πλαίσιο της διαχείρισης διαφόρων κρίσεων, το δίδυμο των Θωμά Βαρβιτσιώτη - Γιάννη Ολύμπιου έχει επιλέξει την «Καθημερινή» για να προβάλλει τις θέσεις των πελατών του.
Οταν άρχισε να φουντώνει το θέμα Λογοθέτη - Πειραιώς, τα αφεντικά της V+O, αντιλαμβανόμενα το ασυμβίβαστο, εγκατέλειψαν τον εφοπλιστή, συνεχίζοντας τη συνεργασία τους με την Τράπεζα Πειραιώς.
Πλέον, τη διαχείριση του κ. Λογοθέτη έχει αναλάβει η διαφημιστική του Συμεών Τσομώκου, ο οποίος είναι γνωστό ότι διατηρεί καλή σχέση τόσο με τη V+O όσο και με την «Καθημερινή».