Επιβάλλεται δομικός ανασχηματισμός στις νευραλγικές υπηρεσίες, αλλιώς θα συνεχίσουμε να... πνιγόμαστε και να καιγόμαστε
Το πρόβλημα που οφείλουν να κατανοήσουν οι πάντες, από τον πρωθυπουργό μέχρι και τον τελευταίο γενικό γραμματέα, εστιάζεται στην ανεπάρκεια του στελεχιακού δυναμικού
με τον Γιάννη Κουρτάκη
Κατά την πρόσφατη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, αφού ζήτησε συγγνώμη από τους πολίτες που ταλαιπωρήθηκαν τις τελευταίες μέρες, υπεραμύνθηκε της απόφασής του για τη δημιουργία του αυτόνομου χαρτοφυλακίου για την Πολιτική Προστασία και την Κλιματική Αλλαγή. Ακουσα με ιδιαίτερη προσοχή τα όσα υποστήριξε ο επικεφαλής της κυβέρνησης και παράλληλα όλες αυτές τις μέρες παρακολούθησα με ακόμη μεγαλύτερη προσοχή όλες τις δηλώσεις αλλά και τις ενέργειες των κυβερνητικών στελεχών. Ξέρω ότι αυτά που σήμερα θα διαβάζετε ενδεχομένως να μην είναι και τόσο δημοφιλή, ωστόσο αισθάνομαι την ανάγκη πρωτίστως ως πολίτης και δευτερευόντως ως λειτουργός του Τύπου να μεταφέρω διάφορους προβληματισμού.
Ήταν αναγκαία και προσαρμοσμένη στα δεδομένα της εποχής η απόφαση για τη συγκρότηση αυτόνομου υπουργείου για την Πολιτική Προστασία. Γίνεται, μάλιστα, ακόμη πιο σημαντική, παρά τα όσα λέγονται και γράφονται, διότι αυτού του υπουργείου αποφασίστηκε να ηγηθεί ένας άνθρωπος που διαθέτει τεράστια εμπειρία στη διαχείριση κρίσεων και αναφέρομαι στον Χρήστο Στυλιανίδη. Όμως θα ήταν χρήσιμο να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Πέρσι τον Φεβρουάριο, ένας χιονιάς άφησε χωρίς ρεύμα για δέκα και δεκαπέντε μέρες ολόκληρες περιοχές της Αθήνας, ενώ κάτοικοι εγκλωβίστηκαν επί ώρες στο χιόνι. Το περασμένο καλοκαίρι γίναμε θεατές των καταστροφικών πυρκαγιών, παρά το γεγονός ότι ο τότε επικεφαλής της Πολιτικής Προστασίας, Νίκος Χαρδαλιάς, υποτίθεται ότι είχε συγκροτήσει ολόκληρο σχέδιο για την αντιπυρική προστασία. Στο πλαίσιο αυτού του σχεδιασμού, είχε προηγηθεί και εισήγηση του ίδιου σε σχέση με τις κρίσεις στην Πυροσβεστική. Μάλιστα, έγιναν δεκτές όλες οι προτάσεις του, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν εκ διαμέτρου αντίθετες εισηγήσεις, που ανέφεραν ότι τα προτεινόμενα πρόσωπα (τα οποία πρωταγωνίστησαν στη δολοφονική πυρκαγιά στο Μάτι) δεν διέθεταν την ικανότητα να αντιμετωπίσουν με αποτελεσματικότητα ακραία γεγονότα. Τα όσα συνέβησαν με τις πυρκαγιές του καλοκαιριού είναι γνωστά πλέον σε όλους, όπως γνωστή σε όλους είναι η συγγνώμη που εκστόμισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Και τότε δεν υπήρχε ο «Κύπριος Στυλιανίδης», αλλά ήταν ο Βυρωνιώτης Χαρδαλιάς.
Τη Δευτέρα ήρθε ο χιονιάς του ’22 για να αποσυντονίσει και πάλι την κρατική μηχανή. Το νέο υπουργείο Πολιτικής Προστασίας, παρά τις προβλέψεις, τις συσκέψεις και την προετοιμασία που είχε κάνει, εγκλωβίστηκε στους δρόμους της Αθήνας, με τα πιο τραγελαφικά να διαδραματίζονται στην Αττική Οδό. Εύλογα προκύπτει ένα μεγάλο ερώτημα: Τι έφταιξε και στις τρεις περιπτώσεις; Η απάντηση, όσο απλή φαίνεται, τόσο περίποκη φαντάζει. Στην Ελλάδα, για να υλοποιηθεί ένα σχέδιο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να λειτουργήσει η υπηρεσία. Αν δεν συμβεί αυτό, όσο καλός τεχνοκράτης κι αν είναι ο υπουργός, όσο γνώστης του αντικειμένου και να είναι, θα αποτύχει γιατί, πολύ απλά, δεν θα έχει την υποστήριξη της υπηρεσίας. Ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας, είτε είναι αυτόνομος είτε όχι, για να καταρτίσει ένα σχέδιο, θα πρέπει να συνεργαστεί με τους ειδικούς. Αυτούς που γνωρίζουν. Στην περίπτωση των δρόμων, με τους αξιωματικούς της Τροχαίας, στην περίπτωση των πυρκαγιών με τους πυροσβέστες και τους δασάρχες και σε κάθε άλλη περίπτωση με τους αντίστοιχους ειδικούς. Ο Στυλιανίδης και ο κάθε Στυλιανίδης δεν μπορεί να γνωρίζει τις συνέπειες που θα υπάρξουν, αν «διπλώσει» μια νταλίκα στην Αττική Οδό. Αυτό περιμένει να του το πει ο ειδικός, αυτός που μελετά και γνωρίζει όλες τις παραμέτρους. Η δουλειά του Στυλιανίδη ή, παλιότερα, του Χαρδαλιά είναι να συντονίσει τις υπηρεσίες και μετά να λάβει τις σωστές πολιτικές αποφάσεις. Αλλωστε, αυτή είναι η δουλειά των πολιτικών.
Το πρόβλημα που οφείλουν να κατανοήσουν οι πάντες, από τον πρωθυπουργό μέχρι και τον τελευταίο γενικό γραμματέα, εστιάζεται στην ανεπάρκεια του στελεχιακού δυναμικού. Η Πολιτική Προστασία δεν είναι ούτε γραφεία ούτε μηχανήματα… Είναι άνθρωποι με γνώσεις, εξειδικευμένα στελέχη, που οφείλουν να είναι προσαρμοσμένα στο νέο περιβάλλον. Για παράδειγμα, αποτελεί κοινή παραδοχή ότι αυτή τη στιγμή οι ανώτατοι αξιωματικοί της Αστυνομίας είναι μιας άλλης εποχής και είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσαρμοστούν στις ανάγκες της σύγχρονης αστυνόμευσης, ανεξαρτήτως πεδίου. Το ίδιο ισχύει και για τους αξιωματικούς της Πυροσβεστικής, που σε μια φάση που αλλάζουν τα πάντα σε επίπεδο κλίματος εκείνοι λειτουργούν με όρους παρελθόντος, σχεδιάζοντας σε μπακαλόχαρτα και έχοντας στραμμένο το βλέμμα στο πώς θα γίνουν αρεστοί στον υπουργό, μήπως και αναβαθμιστούν με υποκειμενικά κριτήρια στις επόμενες κρίσεις. Κάτι αντίστοιχο υποθέτω πως ισχύει και στο Λιμενικό, αλλά και σε όλες τις υπηρεσίες που συνδέονται έμμεσα ή άμεσα με την Πολιτική Προστασία.
Οταν λοιπόν η υπηρεσία είναι ανεπαρκής και η εισήγηση που κάνει στον πολιτικό προϊστάμενο είναι λανθασμένη, με μαθηματική ακρίβεια και το αποτέλεσμα θα είναι ένα λάθος αποτέλεσμα. Αν δηλαδή ο αστυνόμος δώσει λάθος κατεύθυνση στον πολιτικό του προϊστάμενο, τότε σε λάθος κατεύθυνση θα είναι και η όποια δράση αποφασιστεί. Τα χρόνια της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, στο συγκεκριμένο πεδίο έχουν υπάρξει πολλές λανθασμένες επιλογές. Για παράδειγμα, αποτελεί κοινό μυστικό ότι σε νευραλγικές θέσεις της Αστυνομίας παρέμειναν, αλλά και αναβαθμίστηκαν, αστυνομικοί που δεν διέθεταν τις απαιτούμενες ικανότητες. Το αυτό συνέβη, και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό, στην Πυροσβεστική, όπου οι επιλογές αποδείχθηκαν στην πράξη καταστροφικές. Αν ο πρωθυπουργός θέλει να δημιουργήσει ένα αποτελεσματικό υπουργείο Πολιτικής Προστασίας, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να φτιάξει από το μηδέν τις υπηρεσίες. Παράλληλα, τώρα είναι και η ευκαιρία να αποφασίσει ο ίδιος για μια νέα δομή στην Αστυνομία, τον Στρατό, την Πυροσβεστική και το Λιμενικό, όπου δεν θα προτάσσονται οι ισορροπίες και τα (κομματικά) νταλαβέρια, αλλά η γνώση και οι ικανότητες. Και για να έρθει αυτό το αποτέλεσμα, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να έχει πλήρη εικόνα του στελεχιακού δυναμικού σε επίπεδο στρατηγών και γενικώς επιτελών ο ίδιος ο Μητσοτάκης. Γιατί, διαφορετικά, το καλοκαίρι θα αναγκαστεί να ζητήσει εκ νέου συγγνώμη για τα λάθη που θα γίνουν στις καινούργιες πυρκαγιές και τον επόμενο χειμώνα θα απολογείται για τις διακοπές ρεύματος και τους εγκλωβισμένους σε κάποιον δρόμο της Αθήνας.
Το κυρίαρχο δεν είναι να δημιουργηθεί ένα νέο υπουργείο, που θα διαθέτει σύγχρονο κέντρο επιχειρήσεων, αλλά το πώς θα στελεχωθεί αυτό σε επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού. Οι άνθρωποι και η γνώση τους είναι αυτά που κάνουν τη διαφορά. Αν μέσα σε ένα γραφείο μαζεύονται αξιωματικοί και διευθυντές υπηρεσιών του Δημοσίου που δεν διαθέτουν γνώσεις, τότε δεν έχει απολύτως καμία αξία όλο το υπόλοιπο. Το πρώτιστο είναι να αλλάξει η υπηρεσία και μετά θα είναι όλα εύκολα για τον όποιον υπουργό.
Επειδή η Ελλάδα δεν είναι Δανία, για να λειτουργήσει αποτελεσματικά ένα υπουργείο στο οποίο έχουν συγκεντρωθεί υπηρεσίες που επί χρόνια λειτουργούσαν κάτω από διαφορετικό καθεστώς, εκτός από χρόνος, χρειάζεται να υπάρξει και σταχυολόγηση του στελεχιακού δυναμικού. Παράλληλα, επιβάλλεται η συνεργασία των συναρμόδιων υπουργείων. Γιατί δεν είναι δυνατόν ο όποιος Στυλιανίδης, που έχει την αρμοδιότητα, να μιλάει καλύτερα με τον δήμαρχο και τον περιφερειάρχη από τον αρμόδιο επί της Αυτοδιοίκησης υπουργό. Όπως δεν είναι δυνατόν, όσο έμπειρος κι αν είναι ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας, να χτίσει μέσα σε έξι μήνες αξιόπιστο κανάλι επικοινωνίας με την εταιρεία που διαχειρίζεται εν προκειμένω την Αττική Οδό ή οποιαδήποτε άλλη οδό ή παράδρομο. Αυτό μπορεί να το κάνει ο αρμόδιος επί των υποδομών υπουργός.
Εν κατακλείδι, για να φτάσουμε σε μια φάση όπου η χώρα θα αποκτήσει δομές και αυτοματισμούς, επιβάλλεται η όποια κυβέρνηση να πείσει (ναι, πολύ καλά διαβάσατε) την υπηρεσία να συνεργαστεί με τον πολιτικό της προϊστάμενο. Και αφού το πετύχει αυτό, από κει και πέρα θα ξεκινήσει να ελπίζει στα υπόλοιπα. Χωρίς την υπηρεσία και χωρίς ικανή στελέχωση, κάθε έξι μήνες θα αναζητούμε τον επόμενο Χαρδαλιά και τον μεθεπόμενο Στυλιανίδη.
Δημοσιεύθηκε στην στήλη Πολιτικός Καφές της εφημερίδας Παραπολιτικά το Σάββατο 29/1
Ήταν αναγκαία και προσαρμοσμένη στα δεδομένα της εποχής η απόφαση για τη συγκρότηση αυτόνομου υπουργείου για την Πολιτική Προστασία. Γίνεται, μάλιστα, ακόμη πιο σημαντική, παρά τα όσα λέγονται και γράφονται, διότι αυτού του υπουργείου αποφασίστηκε να ηγηθεί ένας άνθρωπος που διαθέτει τεράστια εμπειρία στη διαχείριση κρίσεων και αναφέρομαι στον Χρήστο Στυλιανίδη. Όμως θα ήταν χρήσιμο να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Πέρσι τον Φεβρουάριο, ένας χιονιάς άφησε χωρίς ρεύμα για δέκα και δεκαπέντε μέρες ολόκληρες περιοχές της Αθήνας, ενώ κάτοικοι εγκλωβίστηκαν επί ώρες στο χιόνι. Το περασμένο καλοκαίρι γίναμε θεατές των καταστροφικών πυρκαγιών, παρά το γεγονός ότι ο τότε επικεφαλής της Πολιτικής Προστασίας, Νίκος Χαρδαλιάς, υποτίθεται ότι είχε συγκροτήσει ολόκληρο σχέδιο για την αντιπυρική προστασία. Στο πλαίσιο αυτού του σχεδιασμού, είχε προηγηθεί και εισήγηση του ίδιου σε σχέση με τις κρίσεις στην Πυροσβεστική. Μάλιστα, έγιναν δεκτές όλες οι προτάσεις του, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν εκ διαμέτρου αντίθετες εισηγήσεις, που ανέφεραν ότι τα προτεινόμενα πρόσωπα (τα οποία πρωταγωνίστησαν στη δολοφονική πυρκαγιά στο Μάτι) δεν διέθεταν την ικανότητα να αντιμετωπίσουν με αποτελεσματικότητα ακραία γεγονότα. Τα όσα συνέβησαν με τις πυρκαγιές του καλοκαιριού είναι γνωστά πλέον σε όλους, όπως γνωστή σε όλους είναι η συγγνώμη που εκστόμισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Και τότε δεν υπήρχε ο «Κύπριος Στυλιανίδης», αλλά ήταν ο Βυρωνιώτης Χαρδαλιάς.
Τη Δευτέρα ήρθε ο χιονιάς του ’22 για να αποσυντονίσει και πάλι την κρατική μηχανή. Το νέο υπουργείο Πολιτικής Προστασίας, παρά τις προβλέψεις, τις συσκέψεις και την προετοιμασία που είχε κάνει, εγκλωβίστηκε στους δρόμους της Αθήνας, με τα πιο τραγελαφικά να διαδραματίζονται στην Αττική Οδό. Εύλογα προκύπτει ένα μεγάλο ερώτημα: Τι έφταιξε και στις τρεις περιπτώσεις; Η απάντηση, όσο απλή φαίνεται, τόσο περίποκη φαντάζει. Στην Ελλάδα, για να υλοποιηθεί ένα σχέδιο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να λειτουργήσει η υπηρεσία. Αν δεν συμβεί αυτό, όσο καλός τεχνοκράτης κι αν είναι ο υπουργός, όσο γνώστης του αντικειμένου και να είναι, θα αποτύχει γιατί, πολύ απλά, δεν θα έχει την υποστήριξη της υπηρεσίας. Ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας, είτε είναι αυτόνομος είτε όχι, για να καταρτίσει ένα σχέδιο, θα πρέπει να συνεργαστεί με τους ειδικούς. Αυτούς που γνωρίζουν. Στην περίπτωση των δρόμων, με τους αξιωματικούς της Τροχαίας, στην περίπτωση των πυρκαγιών με τους πυροσβέστες και τους δασάρχες και σε κάθε άλλη περίπτωση με τους αντίστοιχους ειδικούς. Ο Στυλιανίδης και ο κάθε Στυλιανίδης δεν μπορεί να γνωρίζει τις συνέπειες που θα υπάρξουν, αν «διπλώσει» μια νταλίκα στην Αττική Οδό. Αυτό περιμένει να του το πει ο ειδικός, αυτός που μελετά και γνωρίζει όλες τις παραμέτρους. Η δουλειά του Στυλιανίδη ή, παλιότερα, του Χαρδαλιά είναι να συντονίσει τις υπηρεσίες και μετά να λάβει τις σωστές πολιτικές αποφάσεις. Αλλωστε, αυτή είναι η δουλειά των πολιτικών.
Η Πολιτική Προστασία δεν είναι ούτε γραφεία ούτε µηχανήµατα… Είναι άνθρωποι µε γνώσεις, εξειδικευµένα στελέχη, που οφείλουν να είναι προσαρµοσµένα στο νέο περιβάλλον
Το πρόβλημα που οφείλουν να κατανοήσουν οι πάντες, από τον πρωθυπουργό μέχρι και τον τελευταίο γενικό γραμματέα, εστιάζεται στην ανεπάρκεια του στελεχιακού δυναμικού. Η Πολιτική Προστασία δεν είναι ούτε γραφεία ούτε μηχανήματα… Είναι άνθρωποι με γνώσεις, εξειδικευμένα στελέχη, που οφείλουν να είναι προσαρμοσμένα στο νέο περιβάλλον. Για παράδειγμα, αποτελεί κοινή παραδοχή ότι αυτή τη στιγμή οι ανώτατοι αξιωματικοί της Αστυνομίας είναι μιας άλλης εποχής και είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσαρμοστούν στις ανάγκες της σύγχρονης αστυνόμευσης, ανεξαρτήτως πεδίου. Το ίδιο ισχύει και για τους αξιωματικούς της Πυροσβεστικής, που σε μια φάση που αλλάζουν τα πάντα σε επίπεδο κλίματος εκείνοι λειτουργούν με όρους παρελθόντος, σχεδιάζοντας σε μπακαλόχαρτα και έχοντας στραμμένο το βλέμμα στο πώς θα γίνουν αρεστοί στον υπουργό, μήπως και αναβαθμιστούν με υποκειμενικά κριτήρια στις επόμενες κρίσεις. Κάτι αντίστοιχο υποθέτω πως ισχύει και στο Λιμενικό, αλλά και σε όλες τις υπηρεσίες που συνδέονται έμμεσα ή άμεσα με την Πολιτική Προστασία.
Οταν λοιπόν η υπηρεσία είναι ανεπαρκής και η εισήγηση που κάνει στον πολιτικό προϊστάμενο είναι λανθασμένη, με μαθηματική ακρίβεια και το αποτέλεσμα θα είναι ένα λάθος αποτέλεσμα. Αν δηλαδή ο αστυνόμος δώσει λάθος κατεύθυνση στον πολιτικό του προϊστάμενο, τότε σε λάθος κατεύθυνση θα είναι και η όποια δράση αποφασιστεί. Τα χρόνια της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, στο συγκεκριμένο πεδίο έχουν υπάρξει πολλές λανθασμένες επιλογές. Για παράδειγμα, αποτελεί κοινό μυστικό ότι σε νευραλγικές θέσεις της Αστυνομίας παρέμειναν, αλλά και αναβαθμίστηκαν, αστυνομικοί που δεν διέθεταν τις απαιτούμενες ικανότητες. Το αυτό συνέβη, και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό, στην Πυροσβεστική, όπου οι επιλογές αποδείχθηκαν στην πράξη καταστροφικές. Αν ο πρωθυπουργός θέλει να δημιουργήσει ένα αποτελεσματικό υπουργείο Πολιτικής Προστασίας, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να φτιάξει από το μηδέν τις υπηρεσίες. Παράλληλα, τώρα είναι και η ευκαιρία να αποφασίσει ο ίδιος για μια νέα δομή στην Αστυνομία, τον Στρατό, την Πυροσβεστική και το Λιμενικό, όπου δεν θα προτάσσονται οι ισορροπίες και τα (κομματικά) νταλαβέρια, αλλά η γνώση και οι ικανότητες. Και για να έρθει αυτό το αποτέλεσμα, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να έχει πλήρη εικόνα του στελεχιακού δυναμικού σε επίπεδο στρατηγών και γενικώς επιτελών ο ίδιος ο Μητσοτάκης. Γιατί, διαφορετικά, το καλοκαίρι θα αναγκαστεί να ζητήσει εκ νέου συγγνώμη για τα λάθη που θα γίνουν στις καινούργιες πυρκαγιές και τον επόμενο χειμώνα θα απολογείται για τις διακοπές ρεύματος και τους εγκλωβισμένους σε κάποιον δρόμο της Αθήνας.
Το κυρίαρχο δεν είναι να δημιουργηθεί ένα νέο υπουργείο, που θα διαθέτει σύγχρονο κέντρο επιχειρήσεων, αλλά το πώς θα στελεχωθεί αυτό σε επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού. Οι άνθρωποι και η γνώση τους είναι αυτά που κάνουν τη διαφορά. Αν μέσα σε ένα γραφείο μαζεύονται αξιωματικοί και διευθυντές υπηρεσιών του Δημοσίου που δεν διαθέτουν γνώσεις, τότε δεν έχει απολύτως καμία αξία όλο το υπόλοιπο. Το πρώτιστο είναι να αλλάξει η υπηρεσία και μετά θα είναι όλα εύκολα για τον όποιον υπουργό.
Επειδή η Ελλάδα δεν είναι Δανία, για να λειτουργήσει αποτελεσματικά ένα υπουργείο στο οποίο έχουν συγκεντρωθεί υπηρεσίες που επί χρόνια λειτουργούσαν κάτω από διαφορετικό καθεστώς, εκτός από χρόνος, χρειάζεται να υπάρξει και σταχυολόγηση του στελεχιακού δυναμικού. Παράλληλα, επιβάλλεται η συνεργασία των συναρμόδιων υπουργείων. Γιατί δεν είναι δυνατόν ο όποιος Στυλιανίδης, που έχει την αρμοδιότητα, να μιλάει καλύτερα με τον δήμαρχο και τον περιφερειάρχη από τον αρμόδιο επί της Αυτοδιοίκησης υπουργό. Όπως δεν είναι δυνατόν, όσο έμπειρος κι αν είναι ο υπουργός Πολιτικής Προστασίας, να χτίσει μέσα σε έξι μήνες αξιόπιστο κανάλι επικοινωνίας με την εταιρεία που διαχειρίζεται εν προκειμένω την Αττική Οδό ή οποιαδήποτε άλλη οδό ή παράδρομο. Αυτό μπορεί να το κάνει ο αρμόδιος επί των υποδομών υπουργός.
Εν κατακλείδι, για να φτάσουμε σε μια φάση όπου η χώρα θα αποκτήσει δομές και αυτοματισμούς, επιβάλλεται η όποια κυβέρνηση να πείσει (ναι, πολύ καλά διαβάσατε) την υπηρεσία να συνεργαστεί με τον πολιτικό της προϊστάμενο. Και αφού το πετύχει αυτό, από κει και πέρα θα ξεκινήσει να ελπίζει στα υπόλοιπα. Χωρίς την υπηρεσία και χωρίς ικανή στελέχωση, κάθε έξι μήνες θα αναζητούμε τον επόμενο Χαρδαλιά και τον μεθεπόμενο Στυλιανίδη.
Δημοσιεύθηκε στην στήλη Πολιτικός Καφές της εφημερίδας Παραπολιτικά το Σάββατο 29/1