Η απόλυτη (πολιτική) κυριαρχία Μητσοτάκη: Πώς χάθηκε ένας ολόκληρος χώρος στα μνημόνια
Οσο παραµένει σταθερά προσηλωµένος στη σοβαρότητα, στην υπευθυνότητα και στο αποτέλεσµα, τόσο θα ισχυροποιείται η παντοδυναµία του και θα χάνονται οι κάθε λογής σωτήρες και θαυµατοποιοί
με τον Γιάννη Κουρτάκη
Το τελευταίο χρονικό διάστηµα, η πολιτική (και όχι µόνο) ζωή περιστρέφεται γύρω από τον Στέφανο Κασσελάκη και τα όσα φοβερά και τροµερά λαµβάνουν χώρα στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλοι τον παρουσιάζουν ως το «παιδί-θαύµα», άλλοι ως τον «χαµένο ηγέτη της Αριστεράς» και κάποιοι λίγοι ως τον «σωτήρα» που έρχεται από την Αµερική για να µας σώσει, ως Εθνος. Η όλη συζήτηση αρχίζει και τελειώνει στο πεδίο της επικοινωνίας, χωρίς κανείς να τολµά να κουβεντιάσει πολιτικά. Να ζητήσει από τον υποψήφιο σωτήρα (µας) να διατυπώσει δηµόσια και µε καθαρότητα τις προτάσεις του για τα βασικά προβλήµατα της κοινωνίας. Ο χρόνος κυλά λες και είµαστε µια χώρα που τα έχει λύσει όλα και το µόνο που αναζητούσε ήταν ο «χαµένος Κασσελάκης». ∆εν γνωρίζω ούτε τις ικανότητες ούτε, φυσικά, τις αδυναµίες του ανδρός.
Απεναντίας, γνωρίζω, και µάλιστα από πρώτο χέρι, ότι όσο διάστηµα πρωταγωνιστεί στον δηµόσιο βίο έχει αποφύγει όπως ο διάβολος το λιβάνι να µιλήσει πολιτικά. Απέφυγε να αντιπαρατεθεί ακόµα και µε την εσωκοµµατική του αντίπαλο, Εφη Αχτσιόγλου. Και οι πλέον αδαείς αντιλαµβάνονται ότι η συγκεκριµένη στρατηγική αποτελεί επιλογή. Μπροστά σε όλα αυτά, εκείνο που αναδεικνύεται για ακόµα µία φορά είναι η πολιτική παντοδυναµία του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Σε µια δύσκολη οµολογουµένως συγκυρία για την κυβέρνηση, η αδυναµία των ηγετών (νέων και παλιών) της αντιπολίτευσης να διατυπώσουν πειστικό λόγο, παρουσιάζοντας µια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, ενισχύει ολοένα και περισσότερο τη θέση του πρωθυπουργού. Ακόµα και τώρα, που τίθεται εν αµφιβόλω η διαχειριστική ικανότητα της κυβέρνησης, εκείνο που λένε οι πολίτες είναι: «Μα, δεν υπάρχει κάτι καλύτερο». Και αυτό το «καλύτερο» που βρίσκεται υπό διαρκή αναζήτηση, κακά τα ψέµατα, δεν φαίνεται να κυκλοφορεί στο πολιτικό γίγνεσθαι. Οσο, λοιπόν, οι ηγέτες των κοµµάτων της αντιπολίτευσης εξαντλούν τη δράση τους σε επικοινωνιακές φανφάρες, άλλο τόσο θα ενισχύεται η εικόνα του σοβαρού και ικανού πρωθυπουργού.
Αυτό, άλλωστε, φάνηκε και στις πρόσφατες εκλογές, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων, αδιαφορώντας για τα κόµµατα και τα χρώµατα, έδωσε ψήφο εµπιστοσύνης προσωπικά στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Οχι γιατί τον «ερωτεύθηκε» µέσα από τα βιντεάκια του ΤikΤok, αλλά επειδή πλέον έχει εµπεδωµένη την άποψη ότι είναι ένας ηγέτης που γνωρίζει τα προβλήµατα, δίνοντας λύσεις στον χρόνο που πρέπει. Η κοινωνία επιζητά την αλήθεια και τις καθαρές κουβέντες. Θέλει να ακούει ρεαλιστικά πράγµατα και, το σηµαντικότερο, δεν αναζητά Μάγους µε δώρα. Επειτα από δέκα χρόνια κρίσης, πλέον µιλάµε για έναν εντελώς διαφορετικό κόσµο, που απεχθάνεται τον λαϊκισµό, τους τσάµπα ακτιβιστές και κυρίως όσους υπόσχονται τα πάντα στους πάντες.
Ο Μητσοτάκης δεν πέτυχε γιατί έτυχε, αλλά γιατί έπιασε εγκαίρως τον παλµό της κοινωνίας. Οσο, λοιπόν, παραµένει σταθερά προσηλωµένος στη σοβαρότητα, στην υπευθυνότητα και στο αποτέλεσµα, τόσο θα ισχυροποιείται η παντοδυναµία του και θα χάνονται οι κάθε λογής σωτήρες και θαυµατοποιοί! Και κυρίως γιατί δεν υπάρχει διάθεση για πλάκα! Αρκετά, άλλωστε, την πληρώσαµε το ’15.
Δημοσιεύτηκε στο Secret των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ στις 23/9
Αλλοι τον παρουσιάζουν ως το «παιδί-θαύµα», άλλοι ως τον «χαµένο ηγέτη της Αριστεράς» και κάποιοι λίγοι ως τον «σωτήρα» που έρχεται από την Αµερική για να µας σώσει, ως Εθνος. Η όλη συζήτηση αρχίζει και τελειώνει στο πεδίο της επικοινωνίας, χωρίς κανείς να τολµά να κουβεντιάσει πολιτικά. Να ζητήσει από τον υποψήφιο σωτήρα (µας) να διατυπώσει δηµόσια και µε καθαρότητα τις προτάσεις του για τα βασικά προβλήµατα της κοινωνίας. Ο χρόνος κυλά λες και είµαστε µια χώρα που τα έχει λύσει όλα και το µόνο που αναζητούσε ήταν ο «χαµένος Κασσελάκης». ∆εν γνωρίζω ούτε τις ικανότητες ούτε, φυσικά, τις αδυναµίες του ανδρός.
Απεναντίας, γνωρίζω, και µάλιστα από πρώτο χέρι, ότι όσο διάστηµα πρωταγωνιστεί στον δηµόσιο βίο έχει αποφύγει όπως ο διάβολος το λιβάνι να µιλήσει πολιτικά. Απέφυγε να αντιπαρατεθεί ακόµα και µε την εσωκοµµατική του αντίπαλο, Εφη Αχτσιόγλου. Και οι πλέον αδαείς αντιλαµβάνονται ότι η συγκεκριµένη στρατηγική αποτελεί επιλογή. Μπροστά σε όλα αυτά, εκείνο που αναδεικνύεται για ακόµα µία φορά είναι η πολιτική παντοδυναµία του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Σε µια δύσκολη οµολογουµένως συγκυρία για την κυβέρνηση, η αδυναµία των ηγετών (νέων και παλιών) της αντιπολίτευσης να διατυπώσουν πειστικό λόγο, παρουσιάζοντας µια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, ενισχύει ολοένα και περισσότερο τη θέση του πρωθυπουργού. Ακόµα και τώρα, που τίθεται εν αµφιβόλω η διαχειριστική ικανότητα της κυβέρνησης, εκείνο που λένε οι πολίτες είναι: «Μα, δεν υπάρχει κάτι καλύτερο». Και αυτό το «καλύτερο» που βρίσκεται υπό διαρκή αναζήτηση, κακά τα ψέµατα, δεν φαίνεται να κυκλοφορεί στο πολιτικό γίγνεσθαι. Οσο, λοιπόν, οι ηγέτες των κοµµάτων της αντιπολίτευσης εξαντλούν τη δράση τους σε επικοινωνιακές φανφάρες, άλλο τόσο θα ενισχύεται η εικόνα του σοβαρού και ικανού πρωθυπουργού.
Αυτό, άλλωστε, φάνηκε και στις πρόσφατες εκλογές, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων, αδιαφορώντας για τα κόµµατα και τα χρώµατα, έδωσε ψήφο εµπιστοσύνης προσωπικά στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Οχι γιατί τον «ερωτεύθηκε» µέσα από τα βιντεάκια του ΤikΤok, αλλά επειδή πλέον έχει εµπεδωµένη την άποψη ότι είναι ένας ηγέτης που γνωρίζει τα προβλήµατα, δίνοντας λύσεις στον χρόνο που πρέπει. Η κοινωνία επιζητά την αλήθεια και τις καθαρές κουβέντες. Θέλει να ακούει ρεαλιστικά πράγµατα και, το σηµαντικότερο, δεν αναζητά Μάγους µε δώρα. Επειτα από δέκα χρόνια κρίσης, πλέον µιλάµε για έναν εντελώς διαφορετικό κόσµο, που απεχθάνεται τον λαϊκισµό, τους τσάµπα ακτιβιστές και κυρίως όσους υπόσχονται τα πάντα στους πάντες.
Ο Μητσοτάκης δεν πέτυχε γιατί έτυχε, αλλά γιατί έπιασε εγκαίρως τον παλµό της κοινωνίας. Οσο, λοιπόν, παραµένει σταθερά προσηλωµένος στη σοβαρότητα, στην υπευθυνότητα και στο αποτέλεσµα, τόσο θα ισχυροποιείται η παντοδυναµία του και θα χάνονται οι κάθε λογής σωτήρες και θαυµατοποιοί! Και κυρίως γιατί δεν υπάρχει διάθεση για πλάκα! Αρκετά, άλλωστε, την πληρώσαµε το ’15.
Δημοσιεύτηκε στο Secret των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ στις 23/9