Γιάννης Κουρτάκης: Προσφεύγω στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια εναντίον των συκοφαντών
«Υποταγή στους κυβερνητικούς εκβιασμούς; Ευχαριστώ, δεν θα πάρω».
Κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής απολογίας του υπουργού Άµυνας κ. Πάνου Καµµένου, για το σκάνδαλο µε την πώληση βληµάτων στη Σαουδική Αραβία, αλλά και της συνέντευξης που παραχώρησε στην τηλεόραση του ΑΝΤ1 ο συγκυβερνήτης του κ. Τσίπρα, για πολλοστή φορά τον τελευταίο χρόνο, τα «Παραπολιτικά» και εγώ προσωπικά βρεθήκαµε στο στόχαστρο µιας πρωτοφανούς συκοφαντικής επίθεσης.
Το γεγονός δεν µε εξέπληξε.
Απεναντίας, ήταν αναµενόµενο, αφού πλέον η ανάγκη της κυβέρνησης να διατηρηθεί πάση θυσία η πλειοψηφία των 153 έχει καταστήσει σαφές στην κοινή γνώµη ότι δεν πρόκειται να αποδοθεί καµία ευθύνη στον κ. Καµµένο, άσχετα εάν συνοµιλεί µε τον ισοβίτη Γιαννουσάκη, εάν εµφανίζεται σε πολυτελή καζίνο, ούτε καν εάν απολαµβάνει ένα πλουσιοπάροχο διήµερο σε ένα από τα ακριβότερα ξενοδοχεία του Λονδίνου, σε µια περίοδο κατά την οποία δροµολογούνται περικοπές στους µισθούς και στις συντάξεις.
ΓΙΑ ΟΛΑ ΑΥΤΑ καµία συγγνώµη, καµία αυτοκριτική, ακόµη κι αν έχει αποδειχθεί ότι έχει πει ψέµατα ενώπιον του πρωθυπουργού. Υποθέτω ότι θυµάστε πως ο κ. Καµµένος, όταν αποκαλύψαµε το θέµα της διαµονής του στο Λονδίνο, λάβρος βγήκε και είπε ότι είχε πληρώσει µε την κάρτα του, καταθέτοντας µάλιστα και τα σχετικά παραστατικά. Λίγες µέρες αργότερα, αποδείχθηκε ότι τελικά έλεγε ψέµατα και πως δεν είχε πληρώσει µε κάρτα, αλλά µε µετρητά, όπως ακριβώς είχαν γράψει τα «Π». Αντί, λοιπόν, να βγει µε θάρρος και να ζητήσει συγγνώµη, άρχισε να µας καταγγέλλει ανακαλύπτοντας απίστευτες συνωµοσίες, όπως άλλωστε συνηθίζει στην κοινοβουλευτική πορεία του.
Είναι σαφές ότι οι συγκυβερνώντες έχουν από κοινού επιλέξει τον πιο εύκολο δρόµο και, κατά τη γνώµη τους, τον πιο «εµπορικό» στο εξαπατηµένο εκλογικό σώµα.
«Ο υπουργός δεν φταίει για τίποτα. Τα έχει κάνει όλα καλά και νοικοκυρεµένα. Φταίει ο Κουρτάκης και οι επτά εφηµερίδες που έχουν δήθεν βαλθεί να ανατρέψουν τη λαοπρόβλητη κυβέρνηση των νεοκοµµουνιστών». Ωραίο παραµύθι, αλλά χωρίς δράκο, αφού, εάν κάποιος επιθυµεί να τελειώσει η µεταπολιτευτική εκκρεµότητα της κυβερνώσας αριστεράς, το µόνο που δεν θα πρέπει να επιζητεί είναι η φυγή του υπάρχοντος κυβερνητικού σχηµατισµού.
Η παραµονή και η προσγείωσή τους -και των υποστηρικτών τους- στη σκληρή µνηµονιακή πραγµατικότητα αρκούν για να καταρρεύσουν οι θεωρίες του ηθικού πλεονεκτήµατος.
ΟΜΟΛΟΓΩ ΟΤΙ, ακούγοντας επί µήνες το συγκεκριµένο αφήγηµα, είχα πιστέψει ότι εντάσσεται σε έναν ευρύτερο κυβερνητικό σχεδιασµό, που στοχεύει στο να πετάξει την µπάλα στην κερκίδα, παρουσιάζοντας ως «εχθρό» όποιον αποτολµά να ασκήσει κριτική στο κυβερνών δίδυµο. Εσχάτως διαπιστώνω ότι ο υπουργός Άµυνας επιδιώκει να κάνει την επιθυµία του πραγµατικότητα, συµπαρασύροντας µάλιστα τον πρωθυπουργό, ο οποίος, λόγω των κοινοβουλευτικών συσχετισµών, έχει καταστεί όµηρος των «θέλω» και των λαθών του υπουργού του, αναλαµβάνοντας µια πολιτική φθορά που δεν του αναλογεί.
Ειλικρινά, δεν µπορώ να πιστέψω ότι 43 χρόνια από την αποκατάσταση της δηµοκρατίας βγαίνει στο βήµα της Βουλής εν ενεργεία κυβερνητικός αξιωµατούχος και αποκαλεί έναν συνάδελφό του -που τυγχάνει να έχει τη νοµική υποστήριξη µιας επιχείρησης που απασχολεί περισσότερους από 300 εργαζόµενους- «συνήγορο της µαφίας».
∆εν σκοπεύω να απαντήσω στον κ. Καµµένο, αντιλαµβανόµενος το στρατηγικό και πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει. Για άλλη µία φορά θα προσφύγω στην ελληνική δικαιοσύνη προκειµένου να υπερασπιστώ και τον εαυτό µου αλλά και τους συνεργάτες µου. Ελπίζω κάποια στιγµή ο κοινός συκοφάντης υπουργός Άµυνας να σταµατήσει να ζητά τη µία µετά την άλλη αναβολή και να προσέλθει ενώπιον του φυσικού δικαστή του, για να απολογηθεί για τις αθλιότητες που σε εβδοµαδιαία βάση εκστοµίζει εναντίον µου.
ΑΠΟ ΚΕΙ ΚΑΙ ΠΕΡΑ, το έχω γράψει δεκάδες φορές και θα το επαναλάβω. Ανεξάρτητα από όσα υποστηρίζει στην προσπάθειά του να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, η κριτική των «Π» είναι πρώτιστα πολιτική. Κάνουµε τη δουλειά µας όπως επιτάσσει η δεοντολογία, κινούµενοι πάντα στο πλαίσιο του νόµου. ∆εν µε ενδιαφέρει ούτε η µητέρα, ούτε η θεία, ούτε η συµπεθέρα, ούτε ο γιος, ούτε η κόρη, ούτε η σύζυγος, ούτε ο µπαµπάς, ούτε ο συµπέθερος, ούτε κανείς από το οικογενειακό περιβάλλον του υπουργού Άµυνας. Η επίκληση όλων αυτών από τον κ. Καµµένο έχει έναν και µόνο στόχο: Να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώµη από τις δικές του πολιτικές και πιθανόν ποινικές ευθύνες. Αντί, λοιπόν, σε κάθε ευκαιρία να κλαψουρίζει στα «παράθυρα» και στη Βουλή, θα ήταν πιο αντρίκειο να βγει και να πει: «Ναι, ήταν λάθος µου».
Όσο δεν το κάνει, θα είναι όµηρος του παρελθόντος που οικοδοµεί µέρα µε τη µέρα. Και εµείς θα είµαστε εδώ, να αναδεικνύουµε τα λάθη, να αποκαλύπτουµε τις προκλητικές συµπεριφορές, αδιαφορώντας για το αν πιέζει εισαγγελείς και δικαστές να µας συλλάβουν επειδή κάνουµε τη δουλειά µας. Πρέπει να γίνει σαφές ότι εκείνο που απασχόλησε και θα εξακολουθήσει να απασχολεί τη δηµοσιογραφική έρευνα των «Π» είναι ο υπουργός Πάνος Καµµένος. ∆εν είναι ούτε ο οικογενειάρχης, ούτε ο ψαράς, ούτε ο θαµώνας του «∆ουράµπεη». Στην ώριµη ελληνική δηµοκρατία ουδείς βρίσκεται υπεράνω της δηµοσιογραφικής κριτικής, όσο κι αν αυτό δεν αρέσει στην αριστερά, που στο παρελθόν έδωσε αγώνες για τον πλουραλισµό, τη διαφορετική άποψη και την ελευθερία του Τύπου.
Όσο κι αν κραυγάζει ο υπουργός Άµυνας, όσοι παρακρατικοί µηχανισµοί κι αν χρησιµοποιηθούν, όσες µηνύσεις κι αν «κατασκευαστούν», όσα τηλέφωνα κι αν ανοίξουν, όσες παρακολουθήσεις κι αν επιχειρηθούν, όσες καταγγελίες περί µαφιόζων κι αν κάνει, δεν πρόκειται να µε φοβίσει. ∆εν θα κάνω ούτε βήµα πίσω, γιατί θεωρώ ότι είναι υποχρέωση των μέσων ενηµέρωσης να συµβάλλουν, στο µέτρο των δυνατοτήτων τους, ώστε να φωτιστεί η αλήθεια για τους συκοφάντες και µυθοπλάστες πολιτικούς.
Κάλλιστα θα µπορούσα να έχω κάνει την άλλη επιλογή, την εύκολη, αυτή του συµβιβασµού. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν µου ταιριάζει, γιατί δεν θα µπορούσα να κοιµηθώ, να αντικρίσω την οικογένειά µου, τους φίλους µου, αν είχα συµβιβαστεί µε έναν πολιτικό ο οποίος, ενώ επικαλείται τα γυναικόπαιδα, µε περισσή ευκολία και χωρίς κανένα στοιχείο προσπαθεί να µε εµπλέξει σε µια υπόθεση -ναι- ναρκωτικών, λες και η δική µου µάνα µπορεί να ακούει το οτιδήποτε, επειδή αυτός που τα λέει διαθέτει βουλευτική ασυλία.
ΕΧΩ ΑΠΟΛΥΤΗ εµπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη. Γνωρίζω ότι από την κορυφή του Αρείου Πάγου και των ανώτατων δικαστηρίων µέχρι τα Πρωτοδικεία της χώρας και τους τίµιους δικαστές σε όλες τις δικαστικές αίθουσες, ακόµα και σήµερα, στα χρόνια της κρίσης, και παρά τις λυσσώδεις προσπάθειες ορισµένων να χειραγωγηθεί ακόµα και αυτή η ανεξάρτητη κατά το Σύνταγµα εξουσία, ο κάθε Έλληνας πολίτης µπορεί να αισθάνεται ασφαλής ότι ο ακρογωνιαίος λίθος της δηµοκρατίας είναι το κράτος δικαίου. Τα ακροατήρια των δικαστηρίων δεν ανέχονται τις καθεστωτικές αντιλήψεις. Εκεί είµαστε όλοι ίσοι απέναντι στον νόµο.
ΔΕΝ ΘΑ ΕΠΙΤΡΕΨΩ ΑΛΛΟ, όµως, να προχωρήσει το σχέδιο της προσωπικής, ηθικής και επαγγελµατικής εξόντωσής µου από έναν πολιτικό που κρύβεται πίσω από τη βουλευτική του ασυλία και στόχο έχει τη «δολοφονία χαρακτήρων». Ως εδώ. Έχω αποφασίσει πλέον να προσφύγω στα Ευρωπαϊκά ∆ικαστήρια και σε όλους τους ευρωπαϊκούς θεσµούς προάσπισης ανθρωπίνων δικαιωµάτων για να προστατέψω την τιµή και την υπόληψή µου, όχι µόνο απέναντι στον υπουργό, αλλά και σε όποια Αρχή επιχειρήσει να υποκύψει στις «πιέσεις».
Ο κ. ΚΑΜΜΕΝΟΣ θα πρέπει κάποια στιγµή να καταλάβει ότι «δεν είµαστε όλοι ίδιοι». Αντί, λοιπόν, να τρέχει σε εισαγγελείς και αστυνόµους, κατασκευάζοντας σκευωρίες εναντίον µου, ας κάνει επιτέλους πράξη τη δέσµευσή του για άρση της ασυλίας του, για να βρεθεί ενώπιον του φυσικού δικαστή του. Ξεκαθαρίζω, όµως, ότι την πολιτική ευθύνη για το φαινόµενο του υβριστή υπουργού φέρει προσωπικά και ο κ. Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος ανέχεται να συγκυβερνά µε έναν πολιτικό που έχει κάνει καριέρα µε το ψέµα, την αποδεδειγµένη συκοφαντία και την «κατασκευή» αντεθνικών µύθων, εγκληµατικών οργανώσεων και άλλων κωµικών.
Όσες επιθέσεις κι αν εξαπολύσουν, όσες διώξεις κι αν κατασκευάσουν, όσους εισαγγελείς κι αν πιέσουν, όσες φορές κι αν τραµπουκάρουν τους άνδρες της Ασφάλειας, του Τµήµατος Εκβιαστών, της Πυροσβεστικής και του ΕΚΑΒ, στο τέλος θα επικρατήσει η ΑΛΗΘΕΙΑ. Γιατί, όπως έλεγε ο αείµνηστος Παύλος Μπακογιάννης, στη δηµοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα.