Ο κίνδυνος της νέας τουρκικής τακτικής
O καταστροφικός σεισμός της 6ης Φεβρουαρίου άλλαξε τις προτεραιότητες της Άγκυρας, όχι όμως και τις πάγιες θέσεις της
ΠΟΛΛΟΙ είναι εκείνοι που έσπευσαν να πανηγυρίσουν για αλλαγή της στάσης της Άγκυρας απέναντι στην Ελλάδα μετά τους σεισμούς, παρασυρόμενοι από τα πολλά «ευχαριστώ», τους χαμηλούς τόνους της πολιτικής ηγεσίας της Τουρκίας, αλλά και τις ευχές Ερντογάν στον Έλληνα πρωθυπουργό κατά την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου.
Είναι γεγονός ότι ο καταστροφικός σεισμός της 6ης Φεβρουαρίου άλλαξε τις προτεραιότητες της Άγκυρας, όχι όμως και τις πάγιες θέσεις της για την προβολή των οποίων έχει υιοθετήσει άλλον τρόπο.
Η ανάγκη αποκατάστασης των ζημιών από τον σεισμό έκαναν την Τουρκία να ρίξει τους τόνους. Συντηρητικές εκτιμήσεις του ΟΗΕ, της Παγκόσμιας Τράπεζας και της ΕΕ ανεβάζουν τις ζημιές από τον σεισμό πάνω από τα 100 δισ. δολ. Οι δωρεές δεν έχουν καλύψει ούτε το 10% αυτού του ποσού.
Ούτε, φυσικά, επαρκεί η βοήθεια του Κατάρ ούτε ο Πούτιν έχει αυτή τη δυνατότητα. Πρέπει να φτιαχτούν εξαρχής όχι μόνο τα κτίρια (καταστράφηκαν 214.000 κτίρια) αλλά και υποδομές σε ολόκληρες πόλεις και, ταυτόχρονα, να υπάρξουν κοινωνικές παρεμβάσεις, αφού η οικονομία έχει πληγεί ανεπανόρθωτα και κανείς δεν ξέρει πού μπορεί να οδηγήσει η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού στην περιοχή. Και όλα αυτά σε μια περίοδο που η οικονομία της Τουρκίας βουλιάζει, με το νομισματοκοπείο να κόβει πιο ελαφρά νομίσματα γιατί τα παλιά... κοστίζουν περισσότερο από τη φερόμενη αξία τους.
ΜΟΝΗ διέξοδος για την Τουρκία είναι η στήριξη των ΗΠΑ και της ΕΕ, καθώς αποτελούν τις μόνες οικονομικές δυνάμεις που μπορούν να αντέξουν το κόστος μιας επιχείρησης ανοικοδόμησής της. Για να συμβεί, όμως, αυτό, υπάρχουν δύο προϋποθέσεις: Η πρώτη και εύλογη είναι η Τουρκία να αποδείξει την αφοσίωσή της στη Δύση. Δηλαδή, στην πηγή από την οποία θα προέρχονται τα χρήματα. Εκ των πραγμάτων θα προκύψει η δεύτερη προϋπόθεση, που δεν θα είναι άλλη από το να αναλάβουν την ανοικοδόμηση τεχνικές εταιρείες της Δύσης. Γεγονός που σημαίνει αποκοπή από χρηματοδότηση δεκάδων φίλων του κ. Ερντογάν και γενικά του πολιτικού συστήματος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομική και πολιτική νομενκλατούρα της Άγκυρας.
Ο περιορισμός των προκλήσεων λοιπόν έναντι μιας χώρας συμμάχου στο ΝΑΤΟ και μέλους της ΕΕ, από την οποία θα ζητηθούν χρήματα, είναι ζήτημα καθοριστικό και αρχής. ΓΙΑ ΤΟN λόγο αυτό, η Τουρκία, χωρίς να εγκαταλείπει τις θέσεις της για «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο ή για αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας σε αέρα και θάλασσα, κάνει έναν διπλωματικό ελιγμό και ζητάει όλα αυτά να τα κρίνει το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Ξέρει ότι η Ελλάδα δεν θα δεχθεί κάτι τέτοιο, μιας και το μόνο εκκρεμές ζήτημα που αναγνωρίζει η Αθήνα είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Στόχος της Άγκυρας είναι να εμφανίζεται ότι αυτή αποδέχεται τον διάλογο και τις αποφάσεις της Χάγης σε αντίθεση με την Ελλάδα. Η επικινδυνότητα της νέας τουρκικής απειλής είναι εμφανής. Γι’ αυτό η Ελλάδα πρέπει να απαιτήσει η όποια χρηματοδότηση της Τουρκίας για την ανοικοδόμησή της και τη στήριξη της οικονομίας της να συνοδεύεται από τη δημόσια αποδοχή των κανόνων Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή»
Είναι γεγονός ότι ο καταστροφικός σεισμός της 6ης Φεβρουαρίου άλλαξε τις προτεραιότητες της Άγκυρας, όχι όμως και τις πάγιες θέσεις της για την προβολή των οποίων έχει υιοθετήσει άλλον τρόπο.
Η ανάγκη αποκατάστασης των ζημιών από τον σεισμό έκαναν την Τουρκία να ρίξει τους τόνους. Συντηρητικές εκτιμήσεις του ΟΗΕ, της Παγκόσμιας Τράπεζας και της ΕΕ ανεβάζουν τις ζημιές από τον σεισμό πάνω από τα 100 δισ. δολ. Οι δωρεές δεν έχουν καλύψει ούτε το 10% αυτού του ποσού.
Ούτε, φυσικά, επαρκεί η βοήθεια του Κατάρ ούτε ο Πούτιν έχει αυτή τη δυνατότητα. Πρέπει να φτιαχτούν εξαρχής όχι μόνο τα κτίρια (καταστράφηκαν 214.000 κτίρια) αλλά και υποδομές σε ολόκληρες πόλεις και, ταυτόχρονα, να υπάρξουν κοινωνικές παρεμβάσεις, αφού η οικονομία έχει πληγεί ανεπανόρθωτα και κανείς δεν ξέρει πού μπορεί να οδηγήσει η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού στην περιοχή. Και όλα αυτά σε μια περίοδο που η οικονομία της Τουρκίας βουλιάζει, με το νομισματοκοπείο να κόβει πιο ελαφρά νομίσματα γιατί τα παλιά... κοστίζουν περισσότερο από τη φερόμενη αξία τους.
ΜΟΝΗ διέξοδος για την Τουρκία είναι η στήριξη των ΗΠΑ και της ΕΕ, καθώς αποτελούν τις μόνες οικονομικές δυνάμεις που μπορούν να αντέξουν το κόστος μιας επιχείρησης ανοικοδόμησής της. Για να συμβεί, όμως, αυτό, υπάρχουν δύο προϋποθέσεις: Η πρώτη και εύλογη είναι η Τουρκία να αποδείξει την αφοσίωσή της στη Δύση. Δηλαδή, στην πηγή από την οποία θα προέρχονται τα χρήματα. Εκ των πραγμάτων θα προκύψει η δεύτερη προϋπόθεση, που δεν θα είναι άλλη από το να αναλάβουν την ανοικοδόμηση τεχνικές εταιρείες της Δύσης. Γεγονός που σημαίνει αποκοπή από χρηματοδότηση δεκάδων φίλων του κ. Ερντογάν και γενικά του πολιτικού συστήματος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομική και πολιτική νομενκλατούρα της Άγκυρας.
Ο περιορισμός των προκλήσεων λοιπόν έναντι μιας χώρας συμμάχου στο ΝΑΤΟ και μέλους της ΕΕ, από την οποία θα ζητηθούν χρήματα, είναι ζήτημα καθοριστικό και αρχής. ΓΙΑ ΤΟN λόγο αυτό, η Τουρκία, χωρίς να εγκαταλείπει τις θέσεις της για «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο ή για αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας σε αέρα και θάλασσα, κάνει έναν διπλωματικό ελιγμό και ζητάει όλα αυτά να τα κρίνει το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Ξέρει ότι η Ελλάδα δεν θα δεχθεί κάτι τέτοιο, μιας και το μόνο εκκρεμές ζήτημα που αναγνωρίζει η Αθήνα είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Στόχος της Άγκυρας είναι να εμφανίζεται ότι αυτή αποδέχεται τον διάλογο και τις αποφάσεις της Χάγης σε αντίθεση με την Ελλάδα. Η επικινδυνότητα της νέας τουρκικής απειλής είναι εμφανής. Γι’ αυτό η Ελλάδα πρέπει να απαιτήσει η όποια χρηματοδότηση της Τουρκίας για την ανοικοδόμησή της και τη στήριξη της οικονομίας της να συνοδεύεται από τη δημόσια αποδοχή των κανόνων Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή»