H είδηση ότι στην Αττική τα τελευταία οκτώ χρόνια έχει καεί το 35% του δασικού πλούτου της αποτελεί έναν ισχυρό κώδωνα κινδύνου για την ποιότητα του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο μεγαλώνει η επόμενη γενιά.

Αυτός ο κώδωνας κινδύνου μπορεί να εξελιχθεί σε απειλή αν το πρόβλημα της ξηρασίας και της λειψυδρίας συνεχίσει να μεγεθύνεται - που όπως όλα δείχνουν αυτό θα συμβεί. Και, όπως καλά θυμόμαστε, στην καμένη γη ακολουθούν οι πλημμύρες, κατολισθήσεις και άλλες καταστροφές.

Η ΕΕ εδώ και καιρό, αναγνωρίζοντας το πρόβλημα των πυρκαγιών και την ανάγκη για παροχή βοήθειας σε χώρες που αντιμετωπίζουν πρόβλημα, έχει συστήσει τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας (UCPM), στον οποίο η χώρα μας επανειλημμένως έχει καταφύγει για την παροχή βοήθειας. Και φέτος, στην πυρκαγιά που έπληξε πρόσφατα την Αττική και πέρυσι στη mega-fire του Έβρου, η Ελλάδα ενισχύθηκε με ευρωπαϊκά εναέρια και χερσαία μέσα κατάσβεσης.

Η Ευρώπη ωστόσο πέρα από την αλληλεγγύη της στην προσπάθεια κατάσβεσης των πυρκαγιών πρέπει να προχωρήσει στο επόμενο βήμα. Είναι ανάγκη να υπάρξουν συντονισμός και αλληλεγγύη και στην προσπάθεια αποκατάστασης του περιβάλλοντος με ανάκτηση του δασικού πλούτου στις χώρες που έχουν πληγεί. Η χώρα μας, κι εν προκειμένω το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, θα πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή. Μια πρόταση είναι να δημιουργηθεί Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Αποκατάστασης του Περιβάλλοντος, στου οποίου τα καθήκοντα θα περιλαμβάνονται δράσεις για αναδασώσεις.

Επιστήμονες πρέπει να υποδεικνύουν ποια δένδρα θα φυτευτούν, µε στόχο τα καµένα να αντικατασταθούν από βραδύκαυστα φυτά

Σήμερα στην Ελλάδα οι αναδασώσεις έχουν στην ουσία αφεθεί σε σημαντική πρωτοβουλία ιδιωτικού ραδιοφωνικού σταθμού. Καλή κι αξιέπαινη η προσπάθεια, αλλά δεν αρκεί. Το πρόβλημα είναι, πλέον, τόσο μεγάλο που θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών, κυρίως στην προμήθεια δένδρων από φυτώρια που διαθέτουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με στόχο την πιο εύκολη κα όσο το δυνατόν οικονομικότερη προμήθεια αναπτυγμένων φυτών. Παράλληλα, επιστήμονες πρέπει να υποδεικνύουν ποια δένδρα θα φυτευτούν και πού, με στόχο τα καμένα να αντικατασταθούν από βραδύκαυστα φυτά, αφού πρέπει, επιτέλους, να καταλάβουμε, ότι τα πεύκα μπορεί να είναι όμορφα, είναι όμως και μια φυσική εύφλεκτη ύλη που δύσκολα αντιμετωπίζεται. Στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει να επιστρατευθούν σχολεία, πολιτικές Νεολαίες (αν θέλουν να κάνουν κάτι εποικοδομητικό για τη χώρα), πρόσκοποι, σύλλογοι, δήμοι και Περιφέρειες και, φυσικά, κάθε πολίτης που εθελοντικά θα ήθελε να βοηθήσει. Συνηθίζουμε να λέμε ότι το περιβάλλον δεν το κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας αλλά το δανειστήκαμε από τα παιδιά μας. Η αδιαφορία ή η μη προσπάθεια αποκατάστασής του ισοδυναμεί με αφαίρεση οξυγόνου από τα παιδιά μας. Και σίγουρα αυτό είναι κάτι που κανείς δεν επιθυμεί. Η Ελλάδα, που βρίσκεται στην καρδιά της Μεσογείου, είναι από τις χώρες που πλήττεται περισσότερο από άλλες χώρες της ΕΕ όσον αφορά τις επιπτώσεις της περιβαλλοντικής κρίσης. Εμείς, λοιπόν -και μόνο εμείς-, οφείλουμε να αναλάβουμε πρωτοβουλίες και να κινητοποιήσουμε και την υπόλοιπη Ευρώπη.

*Ο κ. Κοντογιάννης είναι δημοσιογράφος και πρώην βουλευτής ΝΔ

Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»