1974-2024: Ποιοι κατοικούν στην Κύπρο;
Άρθρο του κ. Χολέβα στα "Παραπολιτικά"
Οι Έλληνες των δύο κρατών, Ελλάδος και Κύπρου, οφείλουµε να ενισχύσουµε τους πολιτιστικούς δεσµούς, παράλληλα µε τους αµυντικούς, που ήδη υπάρχουν
Με αφορµή τη συµπλήρωση 50 χρόνων από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και τη Μεταπολίτευση, δύο γνωστοί συγγραφείς, ο καθηγητής και βουλευτής της Ν.∆. Άγγελος Συρίγος και ο καθηγητής και γενικός γραµµατέας του Ιδρύµατος της Βουλής, Ευάνθης Χατζηβασιλείου, συνέγραψαν το τεκµηριωµένο βιβλίο «Μεταπολίτευση 1974-1975: 50 ερωτήµατα και απαντήσεις».
Από τα πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία του βιβλίου επιλέγω σήµερα να επισηµάνω τη χρήση δύο όρων, τους οποίους συνειδητά επιλέγουν οι συγγραφείς. Αναφέρονται σε 'Ελληνες Κυπρίους και Τούρκους Κυπρίους. ∆εν χρησιµοποιούν τους συνήθεις όρους: Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι.
Προφανώς ακολουθούν κατά γράµµα τις Συνθήκες του 1959, µε τις οποίες ιδρύθηκε η Κυπριακή ∆ηµοκρατία.
∆ιαβάζοντας το αγγλικό κείµενο, πρόσεξαν ότι δεν υπάρχει παύλα µεταξύ των όρων Greek και Cypriot. ∆εν είναι Greek-Cypriots. Είναι Greek Cypriots.
Πιστεύω ότι η υπενθύµιση είναι χρήσιµη, για να µη λησµονούµε ότι στην Κύπρο κατοικεί ένα τµήµα του ελληνικού Εθνους.
Εξάλλου, ο τονισµός του όρου «Έλληνες Κύπριοι» αποτελεί και µια απάντηση στην προσπάθεια ελαχίστων να κατασκευάσουν νεοκυπριακή συνείδηση, αποκοµµένη από την ελληνική. Η ορολογία των Συρίγου και Χατζηβασιλείου δικαιώνεται και από την ανάγνωση του Συντάγµατος της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας του 1960.
Στο Αρθρο 2 κατατάσσει τους πολίτες σε δύο κοινότητες, την ελληνική και την τουρκική. Επεξηγεί το ίδιο άρθρο ότι την ελληνική κοινότητα αποτελούν όλοι οι πολίτες της ∆ηµοκρατίας οι οποίοι είναι ελληνικής καταγωγής και έχουν ως µητρική γλώσσα την ελληνική ή µετέχουν των ελληνικών πολιτιστικών παραδόσεων ή ανήκουν στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία. Αντιστοίχως, την τουρκική κοινότητα αποτελούν όλοι οι πολίτες της ∆ηµοκρατίας οι οποίοι είναι τουρκικής καταγωγής και έχουν ως µητρική γλώσσα την τουρκική ή µετέχουν των τουρκικών πολιτιστικών παραδόσεων ή είναι µωαµεθανοί (δηλαδή µουσουλµάνοι).
Είναι γνωστό ότι µετά την τουρκική εισβολή και τη συνεχιζόµενη κατοχή, από το καλοκαίρι του 1974, ολοκληρώθηκε η γεωγραφική αποµάκρυνση των δύο κοινοτήτων, η οποία είχε αρχίσει από την τουρκική ανταρσία του 1963-64.
Σήµερα, η συντριπτική πλειονότητα των Τούρκων Κυπρίων κατοικεί στα Κατεχόµενα, ενώ αρκετοί έχουν φύγει προς την Τουρκία ή προς άλλες χώρες (π.χ. στη Βρετανία).
Εξάλλου, στο κατεχόµενο βόρειο τµήµα της Μεγαλονήσου η Αγκυρα έχει στείλει µεγάλο αριθµό Τούρκων εποίκων από την τουρκική ενδοχώρα. Κατοικούν επίσης µουσουλµάνοι από άλλες χώρες.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, κ. Γεώργιος, µε συνεχείς παρεµβάσεις του υπολογίζει ότι ο παράνοµος εποικισµός έχει ως αποτέλεσµα να κατοικούν σήµερα στα Κατεχόµενα 1.000.000 Τούρκοι και άλλοι. Οποιαδήποτε λύση του Κυπριακού, για να µην καταλήξει εις βάρος του Ελληνισµού, πρέπει να εξασφαλίζει δύο προϋποθέσεις:
1. Να µη νοµιµοποιεί και να µη µονιµοποιεί τα τετελεσµένα της εισβολής.
2. Να µη νοµιµοποιήσει τον παράνοµο και σκόπιµο εποικισµό. Από την πλευρά µας, οι Ελληνες των δύο κρατών, Ελλάδος και Κύπρου, οφείλουµε να ενισχύσουµε τους πολιτιστικούς δεσµούς, παράλληλα µε τους αµυντικούς, που ήδη υπάρχουν. Χαίροµαι διότι βλέπω στην Κύπρο την ελληνική σηµαία µαζί µε την κυπριακή στον ιστό των ναών και των σχολείων, καθώς και µεγάλες ελληνικές σηµαίες που έχουν αναρτηθεί κατακόρυφα σε ορθοδόξους ναούς. Η διαφύλαξη της ελληνικής ταυτότητας δεν είναι εθνικισµός. Είναι δηµοκρατικό δικαίωµα και έκφραση σεβασµού στη μνήμη των αγωνιστών της ελευθερίας.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 13/04/2024
Από τα πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία του βιβλίου επιλέγω σήµερα να επισηµάνω τη χρήση δύο όρων, τους οποίους συνειδητά επιλέγουν οι συγγραφείς. Αναφέρονται σε 'Ελληνες Κυπρίους και Τούρκους Κυπρίους. ∆εν χρησιµοποιούν τους συνήθεις όρους: Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι.
Προφανώς ακολουθούν κατά γράµµα τις Συνθήκες του 1959, µε τις οποίες ιδρύθηκε η Κυπριακή ∆ηµοκρατία.
∆ιαβάζοντας το αγγλικό κείµενο, πρόσεξαν ότι δεν υπάρχει παύλα µεταξύ των όρων Greek και Cypriot. ∆εν είναι Greek-Cypriots. Είναι Greek Cypriots.
Πιστεύω ότι η υπενθύµιση είναι χρήσιµη, για να µη λησµονούµε ότι στην Κύπρο κατοικεί ένα τµήµα του ελληνικού Εθνους.
Εξάλλου, ο τονισµός του όρου «Έλληνες Κύπριοι» αποτελεί και µια απάντηση στην προσπάθεια ελαχίστων να κατασκευάσουν νεοκυπριακή συνείδηση, αποκοµµένη από την ελληνική. Η ορολογία των Συρίγου και Χατζηβασιλείου δικαιώνεται και από την ανάγνωση του Συντάγµατος της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας του 1960.
Στο Αρθρο 2 κατατάσσει τους πολίτες σε δύο κοινότητες, την ελληνική και την τουρκική. Επεξηγεί το ίδιο άρθρο ότι την ελληνική κοινότητα αποτελούν όλοι οι πολίτες της ∆ηµοκρατίας οι οποίοι είναι ελληνικής καταγωγής και έχουν ως µητρική γλώσσα την ελληνική ή µετέχουν των ελληνικών πολιτιστικών παραδόσεων ή ανήκουν στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία. Αντιστοίχως, την τουρκική κοινότητα αποτελούν όλοι οι πολίτες της ∆ηµοκρατίας οι οποίοι είναι τουρκικής καταγωγής και έχουν ως µητρική γλώσσα την τουρκική ή µετέχουν των τουρκικών πολιτιστικών παραδόσεων ή είναι µωαµεθανοί (δηλαδή µουσουλµάνοι).
Είναι γνωστό ότι µετά την τουρκική εισβολή και τη συνεχιζόµενη κατοχή, από το καλοκαίρι του 1974, ολοκληρώθηκε η γεωγραφική αποµάκρυνση των δύο κοινοτήτων, η οποία είχε αρχίσει από την τουρκική ανταρσία του 1963-64.
Σήµερα, η συντριπτική πλειονότητα των Τούρκων Κυπρίων κατοικεί στα Κατεχόµενα, ενώ αρκετοί έχουν φύγει προς την Τουρκία ή προς άλλες χώρες (π.χ. στη Βρετανία).
Εξάλλου, στο κατεχόµενο βόρειο τµήµα της Μεγαλονήσου η Αγκυρα έχει στείλει µεγάλο αριθµό Τούρκων εποίκων από την τουρκική ενδοχώρα. Κατοικούν επίσης µουσουλµάνοι από άλλες χώρες.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, κ. Γεώργιος, µε συνεχείς παρεµβάσεις του υπολογίζει ότι ο παράνοµος εποικισµός έχει ως αποτέλεσµα να κατοικούν σήµερα στα Κατεχόµενα 1.000.000 Τούρκοι και άλλοι. Οποιαδήποτε λύση του Κυπριακού, για να µην καταλήξει εις βάρος του Ελληνισµού, πρέπει να εξασφαλίζει δύο προϋποθέσεις:
1. Να µη νοµιµοποιεί και να µη µονιµοποιεί τα τετελεσµένα της εισβολής.
2. Να µη νοµιµοποιήσει τον παράνοµο και σκόπιµο εποικισµό. Από την πλευρά µας, οι Ελληνες των δύο κρατών, Ελλάδος και Κύπρου, οφείλουµε να ενισχύσουµε τους πολιτιστικούς δεσµούς, παράλληλα µε τους αµυντικούς, που ήδη υπάρχουν. Χαίροµαι διότι βλέπω στην Κύπρο την ελληνική σηµαία µαζί µε την κυπριακή στον ιστό των ναών και των σχολείων, καθώς και µεγάλες ελληνικές σηµαίες που έχουν αναρτηθεί κατακόρυφα σε ορθοδόξους ναούς. Η διαφύλαξη της ελληνικής ταυτότητας δεν είναι εθνικισµός. Είναι δηµοκρατικό δικαίωµα και έκφραση σεβασµού στη μνήμη των αγωνιστών της ελευθερίας.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 13/04/2024