Ο ήσυχος θάνατος ενός κόμματος που δεν μπόρεσε να ενηλικιωθεί
Tα κόμματα είναι πολιτικές οργανώσεις της κοινωνίας. Αν, λοιπόν, ένα κόμμα ιδρύεται εκτός κοινωνίας, μόνον ως καρπός καλών προθέσεων μιας ομάδας συμπαθών ανθρώπων σε κύκλους του αθηναϊκού κόσμου, τότε η ζωή του δεν μπορεί παρά να είναι σύντομη. Το Ποτάμι δεν γεννήθηκε απ’ τους κόλπους μίας ενδιαφέρουσας πολιτικής «πρωτοπορίας», με ισχυρή άποψη και δραστηριότητα στην κοινωνία. Ήταν εξαρχής ένα κόμμα πολιτικά και κοινωνικά αβαθές, που εμφανίστηκε στη σκηνή των Αθηνών με αρχηγό έναν όντως συμπαθή πρώην δημοσιογράφο, με μοντέρνο «λουκ», τηλεοπτικά αναγνωρίσιμο από το κοινό, και με έναν κύκλο υποστηρικτών του, με ενδιαφέρουσα πνευματική προσωπικότητα, όπως, για παράδειγμα, ο Στέλιος Ράμφος και ο Γιώργος Γραμματικάκης.
Το Ποτάμι, ως νέο κόμμα, με νεανικής όψεως φιγούρα μοντέρνου αρχηγού, εισέπραξε στην αρχή ένα πρώτο κύμα συμπάθειας από ένα ποσοστό πολιτών κουρασμένων από τις ρητορείες των «μεγάλων» κομμάτων εξουσίας και καθόλου δεν στερήθηκε μιντιακής προβολής - το αντίθετο μάλιστα. Έτσι, ο κ. Σταύρος Θεοδωράκης, με μετριοπαθή προσωπικό λόγο, επιδόθηκε σε κάτι που έμοιαζε με τη διατύπωση πολιτικής, αλλά στην ουσία δεν ξεπερνούσε τον λόγο ενός καλόπιστου σχολιαστή της τρέχουσας πολιτικής επικαιρότητας. Το Ποτάμι ξεχώριζε μεν ως προς το ύφος των λόγων του από τους φλύαρους «μεγάλους μονομάχους» της θορυβώδους πολιτικής σκηνής, αλλά έμεινε μακρά από την «πραγματική» κοινωνία και νέα, διακριτή πολιτική δεν παρήγαγε.
Το πείραμα του κόμματος Ποτάμι απέδειξε πως το γεγονός ότι τα υπάρχοντα κόμματα απογοητεύουν κατά καιρούς το κοινό δεν σημαίνει ότι ένα νέο κόμμα κερδίζει αυτομάτως κοινωνική στήριξη μόνον επειδή είναι νέο. Απέδειξε επίσης ότι τα «επικοινωνιακά» κέρδη έχουν βραχυπρόθεσμη απόδοση, όταν δεν συνοδεύονται από πραγματική πολιτική παραγωγή. Το κόμμα του κ. Θεοδωράκη είχε, λοιπόν, συμπάθειες, αλλά δεν διέθετε πολιτικό δυναμισμό, ούτε και στελέχη με ιδεολογικά «καύσιμα», ικανά για οργανωτική δουλειά σε πανελλήνια κλίμακα - μία δουλειά σκληρή και επίπονη, κάποτε και άχαρη, αλλά απολύτως απαραίτητη για να αποκτήσει ένα κόμμα γνώσεις και στηρίγματα στα κοινωνικά πεδία. Δεν είναι καθόλου κακό πράγμα, βεβαίως, να υπάρχει στη δημόσια σκηνή, στο Κοινοβούλιο, ένα μικρό κόμμα με δημοκρατικό πολιτικό ήθος και μετριοπαθή δημόσιο λόγο. Αλλά αυτά τα θετικά χαρακτηριστικά δεν αρκούν σε ένα κόμμα που δεν έχει συγκεκριμένο πολιτικό στίγμα και κοινωνική δυναμική, και άρα δεν έχει τη διάθεση για «συγκρούσεις». Όμως, στην κοινωνία της Ελλάδας την οποία διαμόρφωσαν τα Μνημόνια, μετασχηματίζοντας βίαια τις δομές της και τα εθνικά πράγματα σε μεγάλη έκταση, οι συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες - αν όχι και απαραίτητες. Και οι θέσεις των κομμάτων, καλές ή κακές κατά την κρίση του καθενός, δεν μπορεί παρά να είναι σαφείς με ξεκάθαρες οικονομικές και κοινωνικές αναφορές. Αν δεν είναι τέτοιες, τότε δεν έχουν καμία πολιτική υπόσταση. Το κόμμα του κ. Σταύρου Θεοδωράκη χρησίμευσε τελικώς ως ένα δείγμα της δια-φοράς μεταξύ πολιτικής και προβολής εικόνων πολιτικής.
Το Ποτάμι ήταν ένα δημοκρατικό, γενικώς «κεντροαριστερού» τύπου κόμμα με one man show ηγεσία, ολίγον αυτάρεσκη, η οποία μετά από μια πολιτικά άγονη διαδρομή, τελικώς προσπάθησε να συνδεθεί με τη «γνήσια», πλην παρακμάζουσα και ασυνάρτητη, Κεντροαριστερά του ΚΙΝ.ΑΛ., για να εξαερωθεί φυσιολογικά στη συνέχεια. Με καθαρά πολιτικούς όρους, το κόμμα του κ. Θεοδωράκη δεν είχε εξαρχής, ούτε και απέκτησε στη συνέχεια παρεμβατική δύναμη στην ελληνική κοινωνία. Δεν είχε ανοικτούς ορίζοντες, ούτε καν εχθρούς. Παρέμεινε κόμμα «αθηναϊκό». Η μόδα του πέρασε γρήγορα, τα πολύ ολίγα ενδιαφέροντα στελέχη του σιώπησαν και άλλα αναχώρησαν για άλλους κομματικούς τόπους. Το τέλος του ήταν από καιρό προδιαγεγραμμένο στον πνιγηρό χώρο στον οποίον κινήθηκε. Όταν ήρθε η ώρα, πάντως, το τέλος ήταν έντιμο και αξιοπρεπές, είναι η αλήθεια, και ο αρχηγός του διατηρήθηκε τουλάχιστον στη δημόσια σκηνή ως μια ηθική πολιτική προσωπικότητα.
Το Ποτάμι, ως νέο κόμμα, με νεανικής όψεως φιγούρα μοντέρνου αρχηγού, εισέπραξε στην αρχή ένα πρώτο κύμα συμπάθειας από ένα ποσοστό πολιτών κουρασμένων από τις ρητορείες των «μεγάλων» κομμάτων εξουσίας και καθόλου δεν στερήθηκε μιντιακής προβολής - το αντίθετο μάλιστα. Έτσι, ο κ. Σταύρος Θεοδωράκης, με μετριοπαθή προσωπικό λόγο, επιδόθηκε σε κάτι που έμοιαζε με τη διατύπωση πολιτικής, αλλά στην ουσία δεν ξεπερνούσε τον λόγο ενός καλόπιστου σχολιαστή της τρέχουσας πολιτικής επικαιρότητας. Το Ποτάμι ξεχώριζε μεν ως προς το ύφος των λόγων του από τους φλύαρους «μεγάλους μονομάχους» της θορυβώδους πολιτικής σκηνής, αλλά έμεινε μακρά από την «πραγματική» κοινωνία και νέα, διακριτή πολιτική δεν παρήγαγε.
Το πείραμα του κόμματος Ποτάμι απέδειξε πως το γεγονός ότι τα υπάρχοντα κόμματα απογοητεύουν κατά καιρούς το κοινό δεν σημαίνει ότι ένα νέο κόμμα κερδίζει αυτομάτως κοινωνική στήριξη μόνον επειδή είναι νέο. Απέδειξε επίσης ότι τα «επικοινωνιακά» κέρδη έχουν βραχυπρόθεσμη απόδοση, όταν δεν συνοδεύονται από πραγματική πολιτική παραγωγή. Το κόμμα του κ. Θεοδωράκη είχε, λοιπόν, συμπάθειες, αλλά δεν διέθετε πολιτικό δυναμισμό, ούτε και στελέχη με ιδεολογικά «καύσιμα», ικανά για οργανωτική δουλειά σε πανελλήνια κλίμακα - μία δουλειά σκληρή και επίπονη, κάποτε και άχαρη, αλλά απολύτως απαραίτητη για να αποκτήσει ένα κόμμα γνώσεις και στηρίγματα στα κοινωνικά πεδία. Δεν είναι καθόλου κακό πράγμα, βεβαίως, να υπάρχει στη δημόσια σκηνή, στο Κοινοβούλιο, ένα μικρό κόμμα με δημοκρατικό πολιτικό ήθος και μετριοπαθή δημόσιο λόγο. Αλλά αυτά τα θετικά χαρακτηριστικά δεν αρκούν σε ένα κόμμα που δεν έχει συγκεκριμένο πολιτικό στίγμα και κοινωνική δυναμική, και άρα δεν έχει τη διάθεση για «συγκρούσεις». Όμως, στην κοινωνία της Ελλάδας την οποία διαμόρφωσαν τα Μνημόνια, μετασχηματίζοντας βίαια τις δομές της και τα εθνικά πράγματα σε μεγάλη έκταση, οι συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες - αν όχι και απαραίτητες. Και οι θέσεις των κομμάτων, καλές ή κακές κατά την κρίση του καθενός, δεν μπορεί παρά να είναι σαφείς με ξεκάθαρες οικονομικές και κοινωνικές αναφορές. Αν δεν είναι τέτοιες, τότε δεν έχουν καμία πολιτική υπόσταση. Το κόμμα του κ. Σταύρου Θεοδωράκη χρησίμευσε τελικώς ως ένα δείγμα της δια-φοράς μεταξύ πολιτικής και προβολής εικόνων πολιτικής.
Το Ποτάμι ήταν ένα δημοκρατικό, γενικώς «κεντροαριστερού» τύπου κόμμα με one man show ηγεσία, ολίγον αυτάρεσκη, η οποία μετά από μια πολιτικά άγονη διαδρομή, τελικώς προσπάθησε να συνδεθεί με τη «γνήσια», πλην παρακμάζουσα και ασυνάρτητη, Κεντροαριστερά του ΚΙΝ.ΑΛ., για να εξαερωθεί φυσιολογικά στη συνέχεια. Με καθαρά πολιτικούς όρους, το κόμμα του κ. Θεοδωράκη δεν είχε εξαρχής, ούτε και απέκτησε στη συνέχεια παρεμβατική δύναμη στην ελληνική κοινωνία. Δεν είχε ανοικτούς ορίζοντες, ούτε καν εχθρούς. Παρέμεινε κόμμα «αθηναϊκό». Η μόδα του πέρασε γρήγορα, τα πολύ ολίγα ενδιαφέροντα στελέχη του σιώπησαν και άλλα αναχώρησαν για άλλους κομματικούς τόπους. Το τέλος του ήταν από καιρό προδιαγεγραμμένο στον πνιγηρό χώρο στον οποίον κινήθηκε. Όταν ήρθε η ώρα, πάντως, το τέλος ήταν έντιμο και αξιοπρεπές, είναι η αλήθεια, και ο αρχηγός του διατηρήθηκε τουλάχιστον στη δημόσια σκηνή ως μια ηθική πολιτική προσωπικότητα.