Πολύ αργά…
Έλληνες διπλωμάτες ,που διατηρούν το μυαλό τους στη θέση του, δεν κουράζονται να το επισημαίνουν σε κάθε συνομιλητή τους :Δεν έχει κανένα νόημα πλέον να ζητά σήμερα η Αθήνα με ικέτιδα φωνή την «αλληλεγγύη» των Ευρωπαίων στην υπόθεση της εντεινόμενης, ακραίας πλέον, επιθετικότητας του ισλαμιστή προέδρου Ερντογάν. Πολύτιμος πολιτικός χρόνος δεκαετιών χάθηκε πλέον. Και ματαίως ,δυστυχώς, προσπαθεί με επιμονή να επαναφέρει στη δημόσια σκηνή αυτό το ζήτημα, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Οταν ο κ. Πρ.Παυλόπουλος τονίζει με έμφαση, ότι η πολιτική του Ερντογάν πλήττει ευθέως εδάφη και θάλασσες της Ευρώπης και ότι δεν έχει να κάνει με ξεχωριστή ελληνοτουρκική «διαφορά», ομιλεί ορθώς μεν, αλλά μη ακουόμενος. Εκπροσωπεί μια υπαρκτή, ευρωπαϊκού προσανατολισμού διπλωματική «σχολή»,που όμως έχει χάσει από ετών, τη δύναμη της .Ο χρόνος για να ασκηθεί η πολιτική της στην ΕΕ, παρήλθε .Διότι ουδέποτε έως σήμερα οι ελληνικές κυβερνήσεις ενέταξαν ευθέως το πρόβλημα της Ελλάδας με την Τουρκία στη σφαίρα των γεωπολιτικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντιθέτως κράτησαν τη μείζονα αυτή υπόθεση έξω απ’ τα ευρωπαϊκά γεωστρατηγικά πεδία.
Η Αθήνα, από τη δεκαετία ‘90 κράτησε σε διμερή, ελληνο-τουρκική ,βάση την απειλή εδαφών και θαλασσών της Ελλάδας από την Τουρκία, και παρουσίαζε τις διεκδικήσεις και την πολεμική συμπεριφορά της Τουρκίας ως ένα ξεχωριστό προς επίλυση, ζήτημα μεταξύ Αθήνας και άγκυρας. Βεβαίως έπρεπε να το λαμβάνει υπ’ όψη της η ΕΕ στι ευρω-τουρκικές σχέσεις, υποστήριζε «σεμνά» η Αθήνα αλλά είναι η Ελλάδα αυτή που το διαχειριζόταν. Αποκορύφωμα το γράμμα και το πνεύμα τη εγκληματικής «Μαδρίτης».
Οι εταίροι της χώρας μας στην ΕΕ, παρακολούθησαν επί έτη την «φρόνιμη και συνετή» Ελλάδα να υποστηρίζει την «ευρωπαϊκή πορεία» της Τουρκίας, μιας χώρας που επισήμως την απειλεί ,ούτε λίγο ούτε πολύ, με πόλεμο από το 1995 ,και προβάλλει, με ελληνική συνυπογραφή, «νόμιμα και ζωτικά» συμφέροντα της , αμφισβητώντας κυριαρχία ελληνικών νήσων και κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας στο Αιγαίο.
Σήμερα, λοιπόν, τα λόγια περί «αλληλεγγύης» και«στήριξης» της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ενωση χάνονται στον αέρα. Παρ’ όλα αυτά, ο πρωθυπουργός, κ. Κυρ. Μητσοτάκης, θα έχει μια τελευταία ευκαιρία να μιλήσει για την περίπτωση της Τουρκίας εντελώς «διαφορετικά» στους εταίρους στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, την ερχόμενη Πέμπτη, και να τους ζητήσει για πρώτη φορά μια καθαρή θέση. Ας ακούσουν κάποτε, από ελληνικά χείλη, οι ηγεσίες των χωρών-μελών της ΕΕ ότι αν συνεχίσουν να κρατούν «ουδέτερες» και πολιτικά υποκριτικές θέσεις απέναντι στο «τουρκικό φαινόμενο», θα έχουν σύντομα κι’ αυτοί πολύ «κακά ξεμπερδέματα» με την Τουρκία του ισλαμιστή Ταγίπ Ερντογάν.
Οταν ο κ. Πρ.Παυλόπουλος τονίζει με έμφαση, ότι η πολιτική του Ερντογάν πλήττει ευθέως εδάφη και θάλασσες της Ευρώπης και ότι δεν έχει να κάνει με ξεχωριστή ελληνοτουρκική «διαφορά», ομιλεί ορθώς μεν, αλλά μη ακουόμενος. Εκπροσωπεί μια υπαρκτή, ευρωπαϊκού προσανατολισμού διπλωματική «σχολή»,που όμως έχει χάσει από ετών, τη δύναμη της .Ο χρόνος για να ασκηθεί η πολιτική της στην ΕΕ, παρήλθε .Διότι ουδέποτε έως σήμερα οι ελληνικές κυβερνήσεις ενέταξαν ευθέως το πρόβλημα της Ελλάδας με την Τουρκία στη σφαίρα των γεωπολιτικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντιθέτως κράτησαν τη μείζονα αυτή υπόθεση έξω απ’ τα ευρωπαϊκά γεωστρατηγικά πεδία.
Η Αθήνα, από τη δεκαετία ‘90 κράτησε σε διμερή, ελληνο-τουρκική ,βάση την απειλή εδαφών και θαλασσών της Ελλάδας από την Τουρκία, και παρουσίαζε τις διεκδικήσεις και την πολεμική συμπεριφορά της Τουρκίας ως ένα ξεχωριστό προς επίλυση, ζήτημα μεταξύ Αθήνας και άγκυρας. Βεβαίως έπρεπε να το λαμβάνει υπ’ όψη της η ΕΕ στι ευρω-τουρκικές σχέσεις, υποστήριζε «σεμνά» η Αθήνα αλλά είναι η Ελλάδα αυτή που το διαχειριζόταν. Αποκορύφωμα το γράμμα και το πνεύμα τη εγκληματικής «Μαδρίτης».
Οι εταίροι της χώρας μας στην ΕΕ, παρακολούθησαν επί έτη την «φρόνιμη και συνετή» Ελλάδα να υποστηρίζει την «ευρωπαϊκή πορεία» της Τουρκίας, μιας χώρας που επισήμως την απειλεί ,ούτε λίγο ούτε πολύ, με πόλεμο από το 1995 ,και προβάλλει, με ελληνική συνυπογραφή, «νόμιμα και ζωτικά» συμφέροντα της , αμφισβητώντας κυριαρχία ελληνικών νήσων και κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας στο Αιγαίο.
Σήμερα, λοιπόν, τα λόγια περί «αλληλεγγύης» και«στήριξης» της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ενωση χάνονται στον αέρα. Παρ’ όλα αυτά, ο πρωθυπουργός, κ. Κυρ. Μητσοτάκης, θα έχει μια τελευταία ευκαιρία να μιλήσει για την περίπτωση της Τουρκίας εντελώς «διαφορετικά» στους εταίρους στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, την ερχόμενη Πέμπτη, και να τους ζητήσει για πρώτη φορά μια καθαρή θέση. Ας ακούσουν κάποτε, από ελληνικά χείλη, οι ηγεσίες των χωρών-μελών της ΕΕ ότι αν συνεχίσουν να κρατούν «ουδέτερες» και πολιτικά υποκριτικές θέσεις απέναντι στο «τουρκικό φαινόμενο», θα έχουν σύντομα κι’ αυτοί πολύ «κακά ξεμπερδέματα» με την Τουρκία του ισλαμιστή Ταγίπ Ερντογάν.