Το φάντασμα της Ε.Ε. και οι Γερμανοί σε ρόλο σερβιτόρων του Ερντογάν
Χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ιδιαίτερα συμφέροντα στο πεδίο της κατανομής ενεργειακών πόρων της Μεσογείου, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία, βρίσκονται σε συνομιλίες με την Τουρκία και τη Ρωσία και με τις ΗΠΑ, βεβαίως. Αυτό παρήγαγε ήδη την περιβόητη διάσκεψη του Βερολίνου, στην οποία υποτίθεται ότι η κυρία Μέρκελ είχε την άδεια (;) των εταίρων της για να τους εκπροσωπήσει, υπό την αιγίδα μάλιστα της μαραμένης πλέον γενικής γραμματείας του ΟΗΕ. Στη μέση βρισκόταν η υπόθεση της Λιβύης, για την καλή υγεία της οποίας ενδιαφέρονται όλοι όσοι συγκεντρώθηκαν στο Βερολίνο, με στόχο την «ειρήνευση» στην πολύπαθη χώρα, που κάποτε διοικούσαν ισχυροί Ευρωπαίοι αποικιοκράτες. Οι σύνεδροι του Βερολίνου δεν μπόρεσαν να συνεννοηθούν καλά μεταξύ τους και γι’ αυτό οι ανακοινώσεις και οι δηλώσεις που ακολούθησαν το βράδυ της 19ης Ιανουαρίου έβριθαν αερολογιών και πολιτικών ασυναρτησιών. Οι φιλοδοξίες της υπερφίαλης Γερμανίας για «ηγετικό» ρόλο σε εκτός Ε.Ε. μεγάλες διεθνείς υποθέσεις κατέληξαν στο να καταδείξουν για άλλη μία φορά την πολιτική ανεπάρκειά της για τέτοιον ρόλο και μαζί επιβεβαίωσαν τη φθίνουσα πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με πολλαπλώς επιβεβαιωμένη την πολιτική μυωπία της Γερμανίας στη διάρκεια ενός αιώνα ήδη, και με περιορισμένο το πνευματικό φορτίο των ηγετών της, την τελευταία 20ετία, το Βερολίνο καταστρέφει συστηματικά την υπόθεση της οικοδόμησης ενός σταθερού πλαισίου που να εγγυάται την Ένωση των ευρωπαϊκών χωρών και την ασφάλειά τους. Θλιβερή φιγούρα πολιτικού «αφεντικού» της Ευρώπης, η κυρία Μέρκελ παζαρεύει απροκάλυπτα με την Τουρκία του ισλαμιστή Ερντογάν τα γερμανικά συμφέροντα, δήθεν ενδιαφερόμενη ως Ευρωπαία για την ειρήνη και τη διεθνή έννομη τάξη στην Εγγύς Ανατολή.
Η Αθήνα, μουδιασμένη, δέχθηκε με ψυχραιμία την υπολογισμένη για χατίρι του Ερντογάν γερμανική απρέπεια, που κράτησε τη χώρα μας έξω από την πόρτα της διάσκεψης του Βερολίνου, όπου αγνοήθηκε πλήρως οτιδήποτε έχει να κάνει με τα απειλούμενα από την Τουρκία ελληνικά συμφέροντα στη Μεσόγειο. Όμως, προέκυψε για την Αθήνα και κάτι χρήσιμο: Με εξαίρεση την περίπτωση της Γαλλίας, της μόνης ευρωπαϊκής χώρας που αμφισβητεί τη γερμανική «ηγεμονία» στην Ε.Ε. και υπερασπίζεται, σε ανοικτή αντιπαλότητα με την Τουρκία, τα στρατηγικά και τα ενεργειακά συμφέροντά της στη Μεσόγειο, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα φάντασμα «ισχυρής δύναμης» στον διεθνή στίβο. Από το μόρφωμα αυτό η Ελλάδα δεν έχει τίποτε να περιμένει σήμερα, σε αυτή την τόσο κρίσι-μη ώρα για τα απειλούμενα εθνικά συμφέροντά της.
Τώρα, η κυβέρνηση του κ. Κ. Μητσοτάκη, μετέχοντας θεσμικά σε μία Ευρωπαϊκή Ένωση ασθενική, χωρίς συλλογικό όραμα πλέον, διαιρεμένη, και οικονομικά «γερμανική» στην κορυφή, θα σκέπτεται, ίσως, πόσο δίκιο είχε ο Χέλμουτ Σμιτ όταν έγραφε το 2013 ότι «η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι η δικλίδα ασφαλείας κατά της γερμανικής ροπής προς τη σαγήνη της ισχύος». Θα σκέπτεται πόσο δίκιο είχε ο πρώην πρωθυπουργός του Βελγίου Γκι Φερχόφσταντ όταν έλεγε ότι «η Ευρώπη εκφυλίστηκε σε ένα ανέμπνευστο και ανούσιο γραφειοκρατικό οικοδόμημα», αλλά και πόσο επιβεβαιώνεται η εκτίμηση του Σουηδού πρώην πρωθυπουργού Καρλ Μιλντ, ότι « η Ε.Ε. περιέρχεται ραγδαία στο διεθνές γεωπολιτικό περιθώριο και καθίσταται ασήμαντη». Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει τώρα να κατανοήσει ότι το Βερολίνο στέκει γεωστρατηγικά «απέναντι» στη μεσογειακή Ελλάδα, ότι ο νεόπλουτος Ερντογάν «παίζει» τους Γερμανούς όπως θέλει και ότι η γερμανική «ελίτ» που εκπροσωπεί η κυρία Μέρκελ είναι δέσμια της φαντασίωσής της πως η Γερμανία είναι μία περίπου υπερδύναμη, που μπορεί να «σταθεί» απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα, τη Ρωσία και να «παρακάμπτει» τη στρατιωτική ισχύ των Γάλλων και των Βρετανών. Το Βερολίνο απεργάζεται αθόρυβα την κατεδάφιση του συλλογικού ευρωπαϊκού οικοδομήματος και μαζί την επόμενη καταστροφή της Γερμανίας. Από τη δημόσια σκηνή της Αθήνας δεν λείπουν και σήμερα οι ευ-γνώμονες πολιτικοί φίλοι του Βερολίνου. Αλλά η πολιτική ηγεσία είναι πλέον υποχρεωμένη να «κοιτάζει» προς «άλλες πολιτείες» για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας.
Με πολλαπλώς επιβεβαιωμένη την πολιτική μυωπία της Γερμανίας στη διάρκεια ενός αιώνα ήδη, και με περιορισμένο το πνευματικό φορτίο των ηγετών της, την τελευταία 20ετία, το Βερολίνο καταστρέφει συστηματικά την υπόθεση της οικοδόμησης ενός σταθερού πλαισίου που να εγγυάται την Ένωση των ευρωπαϊκών χωρών και την ασφάλειά τους. Θλιβερή φιγούρα πολιτικού «αφεντικού» της Ευρώπης, η κυρία Μέρκελ παζαρεύει απροκάλυπτα με την Τουρκία του ισλαμιστή Ερντογάν τα γερμανικά συμφέροντα, δήθεν ενδιαφερόμενη ως Ευρωπαία για την ειρήνη και τη διεθνή έννομη τάξη στην Εγγύς Ανατολή.
Η Αθήνα, μουδιασμένη, δέχθηκε με ψυχραιμία την υπολογισμένη για χατίρι του Ερντογάν γερμανική απρέπεια, που κράτησε τη χώρα μας έξω από την πόρτα της διάσκεψης του Βερολίνου, όπου αγνοήθηκε πλήρως οτιδήποτε έχει να κάνει με τα απειλούμενα από την Τουρκία ελληνικά συμφέροντα στη Μεσόγειο. Όμως, προέκυψε για την Αθήνα και κάτι χρήσιμο: Με εξαίρεση την περίπτωση της Γαλλίας, της μόνης ευρωπαϊκής χώρας που αμφισβητεί τη γερμανική «ηγεμονία» στην Ε.Ε. και υπερασπίζεται, σε ανοικτή αντιπαλότητα με την Τουρκία, τα στρατηγικά και τα ενεργειακά συμφέροντά της στη Μεσόγειο, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα φάντασμα «ισχυρής δύναμης» στον διεθνή στίβο. Από το μόρφωμα αυτό η Ελλάδα δεν έχει τίποτε να περιμένει σήμερα, σε αυτή την τόσο κρίσι-μη ώρα για τα απειλούμενα εθνικά συμφέροντά της.
Τώρα, η κυβέρνηση του κ. Κ. Μητσοτάκη, μετέχοντας θεσμικά σε μία Ευρωπαϊκή Ένωση ασθενική, χωρίς συλλογικό όραμα πλέον, διαιρεμένη, και οικονομικά «γερμανική» στην κορυφή, θα σκέπτεται, ίσως, πόσο δίκιο είχε ο Χέλμουτ Σμιτ όταν έγραφε το 2013 ότι «η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι η δικλίδα ασφαλείας κατά της γερμανικής ροπής προς τη σαγήνη της ισχύος». Θα σκέπτεται πόσο δίκιο είχε ο πρώην πρωθυπουργός του Βελγίου Γκι Φερχόφσταντ όταν έλεγε ότι «η Ευρώπη εκφυλίστηκε σε ένα ανέμπνευστο και ανούσιο γραφειοκρατικό οικοδόμημα», αλλά και πόσο επιβεβαιώνεται η εκτίμηση του Σουηδού πρώην πρωθυπουργού Καρλ Μιλντ, ότι « η Ε.Ε. περιέρχεται ραγδαία στο διεθνές γεωπολιτικό περιθώριο και καθίσταται ασήμαντη». Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει τώρα να κατανοήσει ότι το Βερολίνο στέκει γεωστρατηγικά «απέναντι» στη μεσογειακή Ελλάδα, ότι ο νεόπλουτος Ερντογάν «παίζει» τους Γερμανούς όπως θέλει και ότι η γερμανική «ελίτ» που εκπροσωπεί η κυρία Μέρκελ είναι δέσμια της φαντασίωσής της πως η Γερμανία είναι μία περίπου υπερδύναμη, που μπορεί να «σταθεί» απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα, τη Ρωσία και να «παρακάμπτει» τη στρατιωτική ισχύ των Γάλλων και των Βρετανών. Το Βερολίνο απεργάζεται αθόρυβα την κατεδάφιση του συλλογικού ευρωπαϊκού οικοδομήματος και μαζί την επόμενη καταστροφή της Γερμανίας. Από τη δημόσια σκηνή της Αθήνας δεν λείπουν και σήμερα οι ευ-γνώμονες πολιτικοί φίλοι του Βερολίνου. Αλλά η πολιτική ηγεσία είναι πλέον υποχρεωμένη να «κοιτάζει» προς «άλλες πολιτείες» για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας.